Language of document :

Προσφυγή της 3ης Σεπτεμβρίου 2008 - Ισπανία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-359/08)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγον: Βασίλειο της Ισπανίας (εκπρόσωπος: J. Rodríguez Cárcamo)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του προσφεύγοντος

Το προσφεύγον ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να μην εφαρμόσει τις Κατευθυντήριες γραμμές αναφορικά με τον καθορισμό δημοσιονομικών διορθώσεων που θα πρέπει να εφαρμόζονται στις δαπάνες που συγχρηματοδοτούνται από τα Διαρθρωτικά Ταμεία ή το Ταμείο Συνοχής λόγω μη συμμόρφωσης στους κανόνες που αφορούν τις δημόσιες συμβάσεις, τελικό κείμενο της 29ης Νοεμβρίου 2007, COCOF 07/0037/03-EL,

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της 25ης Ιουνίου 2008, C (2008) 3243, σχετικά με τη μείωση της ενισχύσεως από το Ταμείο Συνοχής προς την ομάδα προγραμμάτων αρ. 2001.ES.16.C.P.E.045 (διαχείριση λυμάτων στη Γαλικία -2001) (ομάδα II) και

να καταδικάσει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η παρούσα διαφορά αφορά τέσσερις υπο-ομάδες σχεδίων που σχετίζονται με το Plan de Gestión de Residuos Urbanos Sólidos de Galicia [Σχέδιο Διαχειρίσεως Αστικών Στερεών Λυμάτων της Γαλικίας]. Η κοινοτική χρηματοδότηση που χορηγήθηκε αρχικά ανερχόταν για το σύνολο της ομάδας σχεδίων στο 80% των επιδοτούμενων κρατικών δαπανών.

Σε επιστολή της προς το προσφεύγον τον Απρίλιο του 2006, η Επιτροπή πρότεινε διορθώσεις ανάλογες των παρατυπιών που είχαν διαπιστωθεί σε προηγούμενο οικονομικό έλεγχο. Στα συμπεράσματα του εγγράφου αυτού περιλαμβάνονταν δύο προτάσεις δημοσιονομικής διορθώσεως. Η πρώτη από αυτές, η οποία σχετίζεται με παρατυπία για την οποία επιβάλλει κύρωση η επίδικη απόφαση, απορρέει από μια διαφορά εκτιμήσεως κατά την ταξινόμηση ορισμένων συμβάσεων. Η προτεινόμενη δημοσιονομική διόρθωση για τον λόγο αυτόν ανερχόταν σε 59 652,48 ευρώ.

Με την έναρξη ισχύος, στα τέλη του 2007, νέων "Κατευθυντήριων γραμμών αναφορικά με τον καθορισμό δημοσιονομικών διορθώσεων που θα πρέπει να εφαρμόζονται στις δαπάνες που συγχρηματοδοτούνται από τα Διαρθρωτικά Ταμεία ή το Ταμείο Συνοχής λόγω μη συμμόρφωσης στους κανόνες που αφορούν τις δημόσιες συμβάσεις", οι διορθώσεις που επιβλήθηκαν τελικά ήταν αυστηρότερες, καθώς τα κριτήρια που περιέχονται σε αυτές είναι αυστηρότερα από τα κριτήρια εφαρμογής των κατευθυντήριων γραμμών που ίσχυαν μέχρι τότε.

Προς στήριξη των ισχυρισμών του, το προσφεύγον προβάλλει κατ' αρχάς, και σύμφωνα με το άρθρο 241 της Συνθήκης ΕΚ, τον παράνομο χαρακτήρα των κατευθυντήριων γραμμών του 2007, στις οποίες δεν γίνεται σχεδόν καμιά αναφορά, θεωρώντας ότι είναι αντίθετες προς το άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 1164/94 του Συμβουλίου της 16ης Μαΐου 1994 για την ίδρυση του ταμείου συνοχής, και προς το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΚ) 1386/2002 1386/2002 της Επιτροπής, της 29ης Ιουλίου 2002, για θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 1164/94, στον βαθμό που, πρώτον, παραλείπουν να ρυθμίσουν τις ακριβείς δημοσιονομικές διορθώσεις, δηλαδή αυτές που αντιστοιχούν στις δαπάνες με τις οποίες επιβαρύνθηκε πράγματι παρατύπως το Ταμείο Συνοχής και, δεύτερον, επειδή, κατά τον καθορισμό των διορθώσεων κατ' αποκοπή, το ποσό που λαμβάνεται ως βάση για τον υπολογισμό της διορθώσεως είναι ο προϋπολογισμός της αναθέσεως της συμβάσεως και όχι το εξακριβωμένο κόστος ή, ελλείψει αυτού, το ύψος της συμβάσεως.

Οι Κατευθυντήριες γραμμές του 2007 παραβιάζουν επίσης:

-    τη γενική αρχή της διαφάνειας, την οποία κατοχυρώνουν το άρθρο 255 της Συνθήκης ΕΚ και ο κανονισμός 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, εξαιτίας της ελάχιστης δημοσιότητας στην οποίαν υπόκεινται λόγω του τύπου που περιβάλλονται και της περιορισμένης προσβάσεως σε αυτές·

-    τη γενική αρχή της ασφάλειας δικαίου, λόγω του αναδρομικού τους χαρακτήρα, δεδομένου ότι εφαρμόζονται στα σχέδια που έχουν εγκριθεί από το έτος 2000 και εντεύθεν, και

-    την υποχρέωση αιτιολογήσεως.

Όσον αφορά την απόφαση της 25ης Ιουνίου 2008, το προσφεύγον θεωρεί ότι, εκτός του ότι στηρίζεται σε παράνομο κανόνα δικαίου, παραβλέπει τα άρθρα 7, παράγραφος 1, του προαναφερθέντος κανονισμού 1164/94 και 17 του προαναφερθέντος κανονισμού 1386/2002, στο μέτρο που λαμβάνει ως βάση για τον υπολογισμό της διορθώσεως το ποσό του προϋπολογισμού κατά την ανάθεση της συμβάσεως και όχι το εξακριβωμένο κόστος ή, ελλείψει αυτού, την ίδια τη σύμβαση.

____________