Language of document :

Προσφυγή της 24ης Μαρτίου 2020 Tartu Agro κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-150/20)

Γλώσσα διαδικασίας: η εσθονική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: AS Tartu Agro (εκπρόσωποι: T. Järviste, T. Kaurov, M. Peetsalu και M. A. R. Valberg, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να κρίνει παραδεκτή την προσφυγή,

να ακυρώσει την από 24 Ιανουαρίου 2020 απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.39182 (2017/C), η οποία αφορά τη χορήγηση εικαζόμενης παράνομης ενισχύσεως στην Tartu Agro,

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής, η προσφεύγουσα προβάλλει τους ακόλουθους οκτώ λόγους ακυρώσεως:

Η προσφυγή είναι παραδεκτή.

Η προσφυγή είναι παραδεκτή καθότι, κατά την προσβαλλόμενη απόφαση, η προσφεύγουσα εικάζεται ότι έλαβε ενίσχυση. Επομένως, η απόφαση αυτή την αφορά άμεσα και ατομικά.

H Επιτροπή παρέβη ουσιαστικές και δικονομικές διατάξεις, καθόσον αξιολόγησε κατά πόσον η συναλλαγή ήταν σύμφωνη με την αγορά βάσει της διαδικασίας υποβολής προσφορών, αθέτησε την υποχρέωσή της να παράσχει αποδεικτικά στοιχεία και παρερμήνευσε τα πραγματικά γεγονότα.

–    Η Επιτροπή όφειλε να λάβει υπόψη το χρονικό πλαίσιο του χρονικού σημείου κατά το οποίο συνήφθη η μίσθωση, τις οικονομικές εκτιμήσεις εκείνη την εποχή και τα πρότυπα ερμηνείας που ίσχυαν τότε.

–    Η Επιτροπή κατέληξε εσφαλμένα στο συμπέρασμα ότι η διαδικασία υποβολής προσφορών δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις της αγοράς, δεδομένου ότι οι όροι της εν λόγω διαδικασίας στο σύνολό τους θα καθιστούσαν δυνατή τη μεγιστοποίηση του κέρδους του κράτους.

Η Επιτροπή παρέβη ουσιαστικές και δικονομικές διατάξεις καθότι έλεγξε αν το ποσοστό μίσθωσης που συμφωνήθηκε στη σύμβαση μίσθωσης αντιστοιχούσε στους όρους της αγοράς, παρέβη τους κανόνες περί βάρους αποδείξεως κατά την εξέταση της ύπαρξης κρατικής ενίσχυσης και παρερμήνευσε τα πραγματικά γεγονότα.

–    Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι υπήρχε κρατική ενίσχυση βάσει άσχετων και ανεπαρκών στοιχείων. Θα έπρεπε να έχει διαπιστώσει ότι οι επενδύσεις για τη βελτίωση του εδάφους, το κόστος συντήρησης του εδάφους και τη βελτίωση της ποιότητας του εδάφους ενέπιπταν πλήρως στη μίσθωση.

–    Η Επιτροπή παρέλειψε εσφαλμένα να λάβει υπόψη ότι το οικονομικό όφελος που φέρεται ότι απορρέει από τη σύμβαση μίσθωσης εξέλιπε εν πάση περιπτώσει το αργότερο το 2002, με την ιδιωτικοποίηση καθώς και με τη συγχώνευση της προσφεύγουσας και των ιδιοκτητών των μερών της.

Κατά τον καθορισμό του ύψους του πλεονεκτήματος, η Επιτροπή παρέβη νομικές διατάξεις και αξιολόγησε εσφαλμένα τα πραγματικά περιστατικά.

–    Κατά την εκτίμησή της, η Επιτροπή χρησιμοποίησε εσφαλμένα αριθμητικά μέσα και στατιστικά ποσοστά μίσθωσης και αθέτησε την υποχρέωση αιτιολογήσεως που υπέχει.

Η Επιτροπή παρέβη νομικές διατάξεις και ερμήνευσε εσφαλμένα τα γεγονότα καθόσον έκρινε ότι τα πραγματικά γεγονότα στοιχειοθετούσαν νέα ενίσχυση.

Κάθε υποτιθέμενη ενίσχυση χορηγήθηκε πριν από την προσχώρηση της Εσθονίας στην Ένωση και είχε παύσει πλήρως κατά τον χρόνο της προσχώρησης, ενώ η επιχείρηση ιδιωτικοποιήθηκε το 2001 και η συγχώνευση της προσφεύγουσας και των ιδιοκτητών των τμημάτων της πραγματοποιήθηκε το 2002.

Η Επιτροπή παρέβη νομικές διατάξεις και παρερμήνευσε τα γεγονότα καθόσον θεώρησε ότι η ενίσχυση ήταν μόνον εν μέρει παρωχημένη.

–    Η Επιτροπή έπρεπε να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η κρατική ενίσχυση που φέρεται ότι προέκυψε από τη σύμβαση μίσθωσης έπαυσε πλήρως το αργότερο όταν η προσφεύγουσα και οι ιδιοκτήτες των τμημάτων της συγχωνεύθηκαν το 2002 και, ως εκ τούτου, ήταν εντελώς παρωχημένη.

Η Επιτροπή παρέβη νομικές διατάξεις καθότι υποχρέωσε τη Δημοκρατία της Εσθονίας να ζητήσει από την Tartu Agro την επιστροφή της ενίσχυσης, κατά παράβαση των αρχών της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της ασφάλειας δικαίου.

–    Συνέτρεχαν ειδικές περιστάσεις από τις οποίες προέκυπτε ότι η ανάκτηση σε σχέση με την προσφεύγουσα θα ήταν εξαιρετικά άνιση – η προσφεύγουσα δεν έπρεπε να αναγνωρίσει την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης.

Η Επιτροπή παρέβη νομικές διατάξεις και παρερμήνευσε τα πραγματικά γεγονότα καθότι θεώρησε ότι η ενίσχυση ήταν μη συμβατή με την εσωτερική αγορά.

Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τεκμηριώσει επί της ουσίας τον τρόπο με τον οποίο η συμφωνία μίσθωσης συνέβαλε στην προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης, η Επιτροπή ωστόσο δεν εξέτασε ουσιαστικά το ζήτημα αυτό.

____________