Language of document :

Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Juzgado de lo Social de Madrid (Ισπανία) στις 17 Ιουλίου 2019 – EV κατά Obras y Servicios Públicos S.A., Acciona Agua, S.A.

(Υπόθεση C-550/19)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Αιτούν δικαστήριο

Juzgado de lo Social de Madrid

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγων: EV

Εναγόμενες: Obras y Servicios Públicos S.A., Acciona Agua, S.A.

Προδικαστικά ερωτήματα

Έχουν η ρήτρα 4, παράγραφος 1, της συμφωνίας-πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP και ενσωματώθηκε στην κοινοτική έννομη τάξη με την οδηγία 1999/701 του Συμβουλίου και η οδηγία 2001/23 την έννοια ότι δεν υφίσταται αντικειμενικός λόγος ο οποίος να δικαιολογεί το ότι έρχεται σε αντίθεση με την εθνική νομοθεσία η συλλογική σύμβαση του κατασκευαστικού κλάδου η οποία ορίζει, στο άρθρο της 24, παράγραφος 2, ότι, ανεξαρτήτως της διάρκειας της γενικής σύμβασης για συγκεκριμένο έργο, δεν εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα στο άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο a, του Estatuto de los Trabajadores (εργατικού κώδικα), οι δε εργαζόμενοι διατηρούν την ιδιότητα «εργαζομένων με σύμβαση ορισμένου χρόνου για την εκτέλεση έργου (contrato fijo de obra)» τόσο στις περιπτώσεις αυτές όσο και στις περιπτώσεις διαδοχής του φορέα της επιχείρησης κατά το άρθρο 44 του Estatuto de los Trabajadores (εργατικού κώδικα) ή υποκατάσταση κατά το άρθρο 27 της εν λόγω συλλογικής σύμβασης, ενώ στο πλαίσιο της ως άνω εθνικής νομοθεσίας το άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο a, του Estatuto de los Trabajadores (εργατικού κώδικα) ορίζει ότι «[ο]ι εν λόγω συμβάσεις δεν μπορούν να έχουν διάρκεια μεγαλύτερη από τρία έτη, δυνάμενη να παραταθεί έως δώδεκα μήνες μέσω εθνικής κλαδικής συλλογικής συμβάσεως ή, ελλείψει τέτοιας, μέσω κλαδικής συλλογικής συμβάσεως κατώτερου επιπέδου. Κατά την εκπνοή των σχετικών περιόδων, οι εργαζόμενοι αποκτούν το καθεστώς του μονίμου προσωπικού της επιχειρήσεως»;

Έχουν η ρήτρα 4, παράγραφος 1, της συμφωνίας-πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP και ενσωματώθηκε στην κοινοτική έννομη τάξη με την οδηγία 1999/70 του Συμβουλίου και η οδηγία 2001/23 την έννοια ότι δεν υφίσταται αντικειμενικός λόγος που να δικαιολογεί το ότι έρχεται σε αντίθεση με την εθνική νομοθεσία η συλλογική σύμβαση του κατασκευαστικού κλάδου η οποία ορίζει, στο άρθρο της 24, παράγραφος 5, ότι η σύναψη για διαφορετικές θέσεις εργασίας δύο ή περισσότερων συμβάσεων ορισμένου χρόνου για την εκτέλεση έργου με την ίδια επιχείρηση ή τον ίδιο όμιλο επιχειρήσεων κατά την περίοδο και για το χρονικό διάστημα που προβλέπεται στο άρθρο 15, παράγραφος 5, του Estatuto de los Trabajadores (εργατικού κώδικα) δεν συνεπάγεται την εφαρμογή του καθεστώτος που προβλέπεται στον εν λόγω κανόνα τόσο στις περιπτώσεις αυτές όσο και στις περιπτώσεις διαδοχής του φορέα της επιχείρησης κατά το άρθρο 44 του Estatuto de los Trabajadores (εργατικού κώδικα) ή υποκατάσταση κατά το άρθρο 27 της εν λόγω γενικής συλλογικής σύμβασης, ενώ στο πλαίσιο της ως άνω εθνικής νομοθεσίας το άρθρο 15, παράγραφος 5, του Estatuto de los Trabajadores (εργατικού κώδικα) ορίζει ότι «[μ]ε την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 1, στοιχείο a, 2 και 3, οι εργαζόμενοι που απασχολήθηκαν, είτε συνεχώς είτε με διακοπές, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των είκοσι τεσσάρων μηνών εντός περιόδου τριάντα μηνών, σε θέση εργασίας όμοια ή διαφορετική στην ίδια επιχείρηση ή στον ίδιο όμιλο επιχειρήσεων, έχοντας συνάψει τουλάχιστον δύο συμβάσεις ορισμένου χρόνου, είτε απευθείας είτε μέσω επιχειρήσεων προσωρινής απασχολήσεως προσωπικού, με τις ίδιες ή διαφορετικές συμβατικές λεπτομέρειες ορισμένου χρόνου, αποκτούν το καθεστώς εργαζομένων αορίστου χρόνου. Τα προβλεπόμενα στο προηγούμενο εδάφιο εφαρμόζονται επίσης σε περιπτώσεις διαδοχής ή υποκατάστασης εργοδότη κατά τα οριζόμενα στον νόμο ή στη συλλογική σύμβαση»;

Αντιβαίνει στο άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/232 όρος της συλλογικής σύμβασης του κατασκευαστικού κλάδου δυνάμει του οποίου τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που πρέπει να τηρεί η νέα επιχείρηση ή οντότητα, η οποία πρόκειται να εκτελέσει τη δραστηριότητα που αποτελεί αντικείμενο της δημόσιας σύμβασης, περιορίζονται αποκλειστικά και μόνο σε εκείνα που προκύπτουν από την τελευταία σύμβαση που συνήψε ο εργαζόμενος με την επιχείρηση που παύει να είναι ανάδοχος της δημόσιας σύμβασης και έχει το ως άνω άρθρο την έννοια ότι ο όρος αυτός δεν συνιστά αντικειμενικό λόγο που να δικαιολογεί την αντίθεση προς την εθνική νομοθεσία, στο πλαίσιο της οποίας το άρθρο 44 του Estatuto de los Trabajadores (εργατικού κώδικα) προβλέπει την υποκατάσταση σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις χωρίς περιορισμό στην τελευταία σύμβαση;

____________

1     Οδηγία 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, σχετικά με τη συμφωνία πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP (ΕΕ 1999, L 175, σ. 43).

2     Οδηγία 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων (ΕΕ 2001, L 82, σ. 16).