Language of document : ECLI:EU:C:2024:151

Προσωρινό κείμενο

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

MACIEJ SZPUNAR

της 22ας Φεβρουαρίου 2024 (1)

Υπόθεση C-135/23

Gesellschaft für musikalische Aufführungs- und mechanische Vervielfältigungsrechte eV (GEMA)

κατά

GL

[αίτηση του Amtsgericht Potsdam (ειρηνοδικείου Potsdam, Γερμανία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Διανοητική ιδιοκτησία – Πνευματική ιδιοκτησία και συγγενικά δικαιώματα – Οδηγία 2001/29/ΕΚ – Άρθρο 3, παράγραφος 1 – Δικαίωμα παρουσίασης στο κοινό – Έννοια της “πράξης παρουσίασης” – Τοποθέτηση σε διαμερίσματα τηλεοπτικών συσκευών με εσωτερική κεραία που παρέχει τη δυνατότητα λήψης εκπομπών»






 Εισαγωγή

1.        Στο δίκαιο της Ένωσης περί πνευματικής ιδιοκτησίας, το δικαίωμα παρουσίασης στο κοινό κατέχει, ασφαλώς, εξέχουσα θέση μεταξύ των θεμάτων στα οποία έχει εστιάσει η νομολογία του Δικαστηρίου. Ένα από τα θεμελιώδη νομικά ζητήματα που συνδέονται με τον νομικό αυτό θεσμό είναι η διάκριση μεταξύ, αφενός, της παρουσίασης στο κοινό, πράξης που περιλαμβάνεται στα αποκλειστικά δικαιώματα των κατόχων των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, και, αφετέρου, της απλής παροχής των υλικών μέσων που καθιστούν δυνατή την πραγματοποίηση ή τη λήψη τέτοιας παρουσίασης, η οποία δεν περιλαμβάνεται στα ως άνω δικαιώματα.

2.        Τα κριτήρια που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τη διάκριση αυτή επισημάνθηκαν με πρόσφατες αποφάσεις του Δικαστηρίου (2). Η υπό κρίση υπόθεση καταδεικνύει, ωστόσο, ότι εξακολουθούν να υφίστανται γκρίζες ζώνες ή οριακές καταστάσεις στις οποίες δεν είναι ευχερής η κατηγορηματική κατάταξη της επίμαχης πράξης βάσει της ως άνω διάκρισης.

3.        Το Δικαστήριο, επομένως, καλείται να αναπτύξει περαιτέρω τη σχετική νομολογία του, μεριμνώντας τόσο για τη διασφάλιση της συνοχής της νομολογίας αυτής όσο και για τη διατήρηση δίκαιης εξισορρόπησης μεταξύ των επιμέρους συμφερόντων που διακυβεύονται.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

4.        Το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας (3) ορίζει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη παρέχουν στους δημιουργούς το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν κάθε παρουσίαση στο κοινό των έργων τους, ενσυρμάτως ή ασυρμάτως, καθώς και να καθιστούν προσιτά τα έργα τους στο κοινό κατά τρόπο ώστε οποιοσδήποτε να έχει πρόσβαση σε αυτά όπου και όταν επιλέγει ο ίδιος.»

 Το γερμανικό δίκαιο

5.        Το δικαίωμα παρουσίασης στο κοινό θεσπίζεται, στο γερμανικό δίκαιο, στο άρθρο 15 του Gesetz über Urheberrecht und verwandte Schutzrechte – Urheberrechtsgesetz (νόμου περί του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων), της 9ης Σεπτεμβρίου 1965 (4), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης (στο εξής: UrhG), το οποίο προβλέπει, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«[…]

(2)      Ο δημιουργός έχει επίσης το αποκλειστικό δικαίωμα να παρουσιάζει το έργο του στο κοινό με άυλα μέσα (δικαίωμα παρουσιάσεως στο κοινό). Το δικαίωμα παρουσιάσεως στο κοινό περιλαμβάνει ειδικότερα:

1.      το δικαίωμα παραστάσεως, εκτελέσεως και αναπαραστάσεως (άρθρο 19)·

2.      το δικαίωμα διαθέσεως στο κοινό (άρθρο 19bis)·

3.      το δικαίωμα ραδιοτηλεοπτικής μεταδόσεως (άρθρο 20)·

4.      το δικαίωμα παρουσιάσεως με οπτικά ή ηχητικά μέσα (άρθρο 21)·

5.      το δικαίωμα παρουσιάσεως και διαθέσεως στο κοινό ραδιοφωνικών εκπομπών (άρθρο 22).

(3)      Η παρουσίαση είναι δημόσια όταν απευθύνεται σε κοινό αποτελούμενο από μεγάλο αριθμό ατόμων. Μέρος του κοινού είναι κάθε άτομο που δεν συνδέεται με προσωπικές σχέσεις με εκείνον που αξιοποιεί το έργο ή με άλλα άτομα που παρακολουθούν το έργο ή που έχουν πρόσβαση σε αυτό με άυλα μέσα.»

6.        Δυνάμει της αποφάσεως Königshof του Bundesgerichtshof (Ανωτάτου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου, Γερμανία), οι διατάξεις αυτές έχουν την έννοια ότι δεν συνιστά παρουσίαση στο κοινό το γεγονός ότι ο διαχειριστής ξενοδοχειακής μονάδας εξοπλίζει τα δωμάτια του ξενοδοχείου με συσκευές τηλεόρασης που φέρουν εσωτερική κεραία (5). Επιλέγοντας τη λύση αυτή, το εν λόγω δικαστήριο δεν έκρινε αναγκαία την υποβολή προδικαστικού ερωτήματος στο Δικαστήριο σχετικά με την ερμηνεία της οδηγίας 2001/29.

 Τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς της κύριας δίκης, η διαδικασία και το προδικαστικό ερώτημα

7.        Η Gesellschaft für musikalische Aufführungs- und mechanische Vervielfältigungsrechte eV (στο εξής: GEMA), οργανισμός συλλογικής διαχείρισης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας στον χώρο της μουσικής, άσκησε ενώπιον του Amtsgericht Potsdam (ειρηνοδικείου Potsdam, Γερμανία), αγωγή αποζημίωσης δυνάμει δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας κατά του GL, ο οποίος έχει την εκμετάλλευση πολυκατοικίας, για τον λόγο ότι ο εναγόμενος διαθέτει, εντός των διαμερισμάτων της πολυκατοικίας, συσκευές τηλεόρασης με εσωτερική κεραία η οποία καθιστά δυνατή τη λήψη εκπομπών, κατά παράβαση του άρθρου 15 του UrhG.

8.        Το ως άνω δικαστήριο, καθόσον διατηρεί αμφιβολίες ως προς το κατά πόσον μια τέτοια διάθεση, χωρίς να υπάρχει «κεντρική λήψη», συνιστά παρουσίαση στο κοινό κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Συνιστά παρουσίαση στο κοινό κατά την έννοια του άρθρου 3 της οδηγίας [2001/29] το γεγονός ότι ο έχων την εκμετάλλευση πολυκατοικίας διαθέτει εντός της πολυκατοικίας συσκευές τηλεοράσεως οι οποίες λαμβάνουν εκπομπές μέσω κεραίας δωματίου, χωρίς να υπάρχει κεντρική λήψη για αναμετάδοση των σημάτων;»

9.        Η υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως περιήλθε στο Δικαστήριο στις 7 Μαρτίου 2023. Γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσαν η GEMA, η Γαλλική και η Αυστριακή Κυβέρνηση, καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το Δικαστήριο αποφάσισε να κρίνει την υπόθεση χωρίς τη διεξαγωγή επ’ακροατηρίου συζητήσεως.

 Ανάλυση

10.      Με το προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 έχει την έννοια ότι η εγκατάσταση από τον έχοντα την εκμετάλλευση πολυκατοικίας με διαμερίσματα προς μίσθωση, εντός των διαμερισμάτων αυτών, συσκευών τηλεόρασης που φέρουν εσωτερική κεραία με δυνατότητα λήψης τηλεοπτικών εκπομπών καλύπτεται από το αποκλειστικό δικαίωμα του δημιουργού να επιτρέπει ή να απαγορεύει την παρουσίαση στο κοινό των έργων του, το οποίο κατοχυρώνεται στη διάταξη αυτή.

11.      Η πλούσια νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με το δικαίωμα παρουσίασης στο κοινό παρέχει σημαντικά στοιχεία για την απάντηση στο ερώτημα αυτό. Ως εκ τούτου, φρονώ ότι είναι αναγκαία μια σύντομη υπενθύμιση της νομολογίας αυτής.

 Η σχετική νομολογία του Δικαστηρίου

12.      Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η παρουσίαση στο κοινό έργων προστατευόμενων βάσει δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας απαρτίζεται από δύο στοιχεία, ήτοι την πράξη παρουσίασης και το κοινό στο οποίο απευθύνεται η παρουσίαση αυτή (6).

13.      Η πράξη παρουσίασης στο κοινό μπορεί να λαμβάνει κατά κανόνα δύο μορφές. Η πρώτη συνίσταται σε μετάδοση του προστατευόμενου έργου ή του σήματος-φορέα του έργου αυτού, με πρωτοβουλία του ίδιου του εκτελούντος την παρουσίαση, προς το κοινό. Μόνον η λήψη της μετάδοσης αυτής επαφίεται, ενδεχομένως, στην απόφαση των μελών του κοινού. Τούτο συμβαίνει, μεταξύ άλλων, στην περίπτωση των λεγόμενων «γραμμικών» υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων, όπως η τηλεόραση. Η δεύτερη μορφή παρουσίασης περιορίζεται σε διάθεση του έργου στο κοινό, οπότε τα μέλη του κοινού αποφασίζουν ελεύθερα όποτε επιλέξουν την ενεργοποίηση της μετάδοσης. Τούτο συμβαίνει, μεταξύ άλλων, στην περίπτωση πράξεων παρουσίασης που πραγματοποιούνται μέσω διαδικτύου.

14.      Είναι σημαντική η διάκριση μεταξύ των πράξεων παρουσίασης και της απλής παροχής των υλικών μέσων που καθιστούν δυνατή την πραγματοποίηση ή τη λήψη της παρουσίασης. Συγκεκριμένα, στην αιτιολογική σκέψη 27 της οδηγίας 2001/29 αναφέρεται ότι το άρθρο 3 της οδηγίας αυτής έχει την έννοια ότι τέτοια παροχή δεν αποτελεί καθαυτή παρουσίαση (7). Η ως άνω αιτιολογική σκέψη αποτυπώνει την κοινή δήλωση σχετικά με το άρθρο 8 της Συνθήκης του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας (ΠΟΔΙ) που συνήφθη στη Γενεύη στις 20 Δεκεμβρίου 1996 και εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με την απόφαση 2000/278/ΕΚ (8). Η εν λόγω αιτιολογική σκέψη επιρρωννύεται επίσης από την αιτιολογική σκέψη 23 της οδηγίας αυτής, κατά την οποία το δικαίωμα παρουσίασης στο κοινό «πρέπει να θεωρηθεί κατά ευρεία έννοια ότι καλύπτει κάθε παρουσίαση σε κοινό το οποίο δεν παρίσταται στον τόπο της παρουσίασης», αλλά «δεν θα πρέπει να καλύπτει άλλες πράξεις».

15.      Ειδικότερα, το Δικαστήριο έχει κρίνει, μεταξύ άλλων, ότι δεν συνιστά παρουσίαση στο κοινό, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, η εκμίσθωση αυτοκινήτων οχημάτων εξοπλισμένων με ραδιοφωνικό δέκτη (9).

16.      Εξάλλου, σε περίπτωση που ανακύπτει αμφιβολία ως προς το πρόσωπο που πραγματοποιεί την παρουσίαση στο κοινό, το ουσιώδες κριτήριο έγκειται στον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζει το πρόσωπο αυτό και στον ηθελημένο χαρακτήρα της παρέμβασής του. Συγκεκριμένα, το πρόσωπο αυτό προβαίνει σε πράξη παρουσίασης όταν παρεμβαίνει, με πλήρη επίγνωση των συνεπειών της συμπεριφοράς του, για να παράσχει στους πελάτες του πρόσβαση σε προστατευόμενο έργο, ιδίως δε σε περίπτωση που, ελλείψει της παρέμβασης αυτής, οι πελάτες του δεν θα μπορούσαν, ή θα μπορούσαν δύσκολα μόνο, να αποκτήσουν πρόσβαση στο μεταδιδόμενο έργο (10).

17.      Όσον αφορά το κοινό στο οποίο απευθύνεται η παρουσίαση, το κοινό αυτό πρέπει να περιλαμβάνει έναν απροσδιόριστο, αλλά αρκετά μεγάλο, αριθμό δυνητικών αποδεκτών. Προκειμένου να καθορισθεί ο αριθμός αυτός, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, μεταξύ άλλων, ο αριθμός των προσώπων που μπορούν να έχουν ταυτόχρονα πρόσβαση στο ίδιο έργο, αλλά και ο αριθμός των προσώπων που μπορούν να έχουν διαδοχικά πρόσβαση σε αυτό (11).

18.      Στην περίπτωση περαιτέρω παρουσίασης στο κοινό, πρέπει να πρόκειται για «νέο» κοινό, δηλαδή κοινό το οποίο δεν είχε ήδη ληφθεί υπόψη από τον κάτοχο των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας όταν επέτρεψε την αρχική παρουσίαση του έργου του στο κοινό (12).

19.      Τέλος, όσον αφορά περίπτωση ανάλογη με την υπό κρίση υπόθεση, ήτοι, την εγκατάσταση στα δωμάτια ξενοδοχείου συσκευών τηλεόρασης συνδεδεμένων με κεντρική κεραία, το Δικαστήριο έκρινε ότι «η διανομή σήματος από ξενοδοχειακό συγκρότημα μέσω συσκευών τηλεοράσεως σε πελάτες που διαμένουν στα δωμάτια του συγκροτήματος αυτού, ασχέτως της τεχνικής μεταδόσεως του χρησιμοποιούμενου σήματος, συνιστά πράξη παρουσιάσεως στο κοινό υπό την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, της [οδηγίας 2001/29]» (13).

 Απλή εφαρμογή στην υπό κρίση υπόθεση;

20.      Εκ πρώτης όψεως, η απάντηση στο προδικαστικό ερώτημα της υπό κρίση υπόθεσης θα μπορούσε να προκύψει από την απλή εφαρμογή της νομολογίας του Δικαστηρίου που υπομνήσθηκε στα προηγούμενα σημεία.

21.      Συγκεκριμένα, το κύριο νομικό ζήτημα που τίθεται εν προκειμένω είναι το αν η εγκατάσταση σε διατιθέμενα προς μίσθωση διαμερίσματα συσκευών τηλεόρασης με εσωτερική κεραία συνιστά πράξη περαιτέρω παρουσίασης τηλεοπτικών εκπομπών στο κοινό ή απλή παροχή των υλικών μέσων που καθιστούν δυνατή τη λήψη της αρχικής παρουσίασης των εκπομπών αυτών, καθόσον η παρουσίαση αυτή πραγματοποιείται από τηλεοπτικούς οργανισμούς.

22.      Προβαίνοντας στη διάκριση μεταξύ των δύο αυτών κατηγοριών πράξεων, το Δικαστήριο εκτιμά ως καθοριστικό στοιχείο την ύπαρξη ηθελημένης παρέμβασης του ενδιαφερόμενου προσώπου επί του περιεχομένου της παρουσίασης, παρέμβαση η οποία μπορεί να λάβει διάφορες μορφές (14). Το Δικαστήριο επισήμανε, επίσης, ότι αν το γεγονός και μόνον ότι η χρήση εξοπλισμού είναι αναγκαία προκειμένου το κοινό να έχει πράγματι τη δυνατότητα πρόσβασης στο έργο οδηγούσε αυτομάτως στον χαρακτηρισμό της διάθεσης τέτοιου εξοπλισμού ως πράξης παρουσίασης, τότε οποιαδήποτε παροχή των υλικών μέσων για τη διευκόλυνση ή την πραγματοποίηση της παρουσίασης θα αποτελούσε παρουσίαση στο κοινό, αντιθέτως προς τη σαφή διατύπωση της αιτιολογικής σκέψης 27 της οδηγίας 2001/29 (15).

23.      Κατ’ ακολουθίαν, το Δικαστήριο δεν χαρακτήρισε ως πράξη παρουσίασης ούτε την εκμίσθωση αυτοκινήτων οχημάτων εξοπλισμένων με ραδιοφωνικό δέκτη (16), ούτε την εκμετάλλευση, αφ’ εαυτής, πλατφόρμας φιλοξενίας και ανταλλαγής αρχείων μέσω διαδικτύου (17), ούτε, τέλος, την ύπαρξη, εντός δημόσιου μεταφορικού μέσου, μεγαφωνικού εξοπλισμού και λογισμικού που καθιστούν δυνατή τη μετάδοση μουσικής υπόκρουσης (18). Οι πράξεις αυτές εξομοιώθηκαν με απλή παροχή των υλικών μέσων που καθιστούν δυνατή την πραγματοποίηση παρουσίασης. Εξάλλου, με την απόφαση SGAE, η οποία αφορούσε συσκευές τηλεόρασης εγκατεστημένες σε δωμάτια ξενοδοχείου, το Δικαστήριο διέκρινε σαφώς την εγκατάσταση τέτοιων συσκευών, αυτήν καθεαυτήν, από τη διανομή σήματος μέσω των συσκευών αυτών (19).

24.      Επιπλέον, η διαπίστωση της έλλειψης πράξης παρουσίασης, καθιστά, κατά το Δικαστήριο, άνευ αντικειμένου την εξέταση της ενδεχόμενης ύπαρξης νέου κοινού (20).

25.      Μπορεί επομένως να θεωρηθεί, ακολουθώντας την ανωτέρω μνημονευθείσα νομολογία, ότι η εγκατάσταση από τον έχοντα την εκμετάλλευση πολυκατοικίας με διαμερίσματα προς μίσθωση, εντός των διαμερισμάτων αυτών, συσκευών τηλεόρασης που φέρουν εσωτερική κεραία με δυνατότητα λήψης τηλεοπτικών εκπομπών, χωρίς καμία πρόσθετη παρέμβαση εκ μέρους του έχοντος την εκμετάλλευση, προσομοιάζει με απλή παροχή των υλικών μέσων και, επομένως, δεν συνιστά πράξη παρουσίασης, ούτε, κατά συνέπεια, παρουσίαση στο κοινό κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.

26.      Τονίζεται ότι μια τέτοια λύση θα ήταν, κατά τη γνώμη μου, καθ’ όλα εύλογη. Πρώτον, συνάδει με την τυπική λογική των σχετικών αποφάσεων του Δικαστηρίου. Η προκείμενη περίπτωση εμφανίζει ιδίως πλείονες ομοιότητες με την περίπτωση των ενοικιαζόμενων οχημάτων εξοπλισμένων με ραδιοφωνικούς δέκτες που αποτέλεσε αντικείμενο της υπόθεσης επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση Stim και SAMI. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις αυτές, ο χρήστης μισθώνει χώρο, στη μία περίπτωση με σκοπό τη διαμονή, στην άλλη με σκοπό τη μετακίνηση, εξοπλισμένο με υλικά μέσα που καθιστούν δυνατή, χωρίς καμία πρόσθετη παρέμβαση, τη λήψη επίγειας μετάδοσης, αντιστοίχως, από τηλεόραση ή ραδιόφωνο. Συνεπώς, φαίνεται εύλογος ο παρεμφερής χαρακτηρισμός των δύο αυτών καταστάσεων υπό το πρίσμα του δικαιώματος παρουσίασης στο κοινό, όπως αυτό ρυθμίζεται στο άρθρο 3 της οδηγίας 2001/29.

27.      Δεύτερον, πρέπει να επισημανθεί ότι το δικαίωμα παρουσίασης στο κοινό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την τεχνολογία που χρησιμοποιείται για την πραγματοποίηση των οικείων πράξεων, καθόσον συνίσταται στην παρουσίαση προστατευόμενων αντικειμένων σε πρόσωπα τα οποία δεν παρίστανται στον τόπο της παρουσίασης αυτής (21). Ως εκ τούτου, δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι νομικοί χαρακτηρισμοί στον τομέα αυτόν στηρίζονται στο κριτήριο της χρησιμοποιούμενης τεχνολογίας, καθιστώντας δευτερεύουσας σημασίας άλλες εκτιμήσεις, όπως την οπτική γωνία του τελικού χρήστη του έργου (22). Τούτο θα ίσχυε, στην υπό κρίση υπόθεση, για τη λύση που στηρίζεται στην έλλειψη πρόσθετης παρέμβασης συνιστάμενης σε αναμετάδοση του τηλεοπτικού σήματος προς τα διαμερίσματα που εκμισθώνονται.

28.      Αυτή τη λύση, άλλωστε, προέκρινε το Bundesgerichtshof (Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο) με την απόφαση Königshof, που μνημονεύεται στο σημείο 6 των παρουσών προτάσεων. Την ως άνω λύση υποστηρίζουν επίσης η Αυστριακή Κυβέρνηση και η Επιτροπή με τις παρατηρήσεις τους.

29.       Ωστόσο, οφείλω να ομολογήσω ότι η λύση αυτή, κατ’ εμέ, δεν είναι ιδιαίτερα πειστική από την άποψη του αποτελέσματος που επιτυγχάνεται. Συγκεκριμένα, σε καταστάσεις στις οποίες μπορεί να νοηθεί η ύπαρξη κοινού, ιδίως στην περίπτωση βραχυχρόνιας μίσθωσης διαμερισμάτων (23), θα υπήρχε καταφανής διαφορετική μεταχείριση μεταξύ, αφενός, των προς μίσθωση διαμερισμάτων που εξοπλίζονται με συσκευές τηλεόρασης με εσωτερική κεραία και, αφετέρου, των δωματίων ξενοδοχείου που είναι εξοπλισμένα με συσκευές τηλεόρασης συνδεδεμένες σε κεντρική κεραία, υπόθεση που εξετάστηκε από το Δικαστήριο στην απόφαση SGAE. Εξάλλου, η λύση που θα γίνει δεκτή στην υπό κρίση υπόθεση μπορεί να εφαρμοστεί άνευ ετέρου, ενδεχομένως, στην περίπτωση δωματίων ξενοδοχείου εξοπλισμένων με συσκευές τηλεόρασης που φέρουν εσωτερική κεραία. Όμως, είμαι της γνώμης ότι η βάση της διαφορετικής αυτής μεταχείρισης, ήτοι η έλλειψη, στη μία εκ των δύο περιπτώσεων, πράξης παρουσίασης εκ μέρους του οικείου χρήστη με τη μορφή μετάδοσης ή αναμετάδοσης, υπό τη στενή έννοια του όρου, προστατευόμενου περιεχομένου δύσκολα συμβιβάζεται με το ουσιαστικό σκεπτικό στο οποίο στηρίζεται η ερμηνεία του Δικαστηρίου στην απόφαση SGAE. Οι τεχνολογικές διαφορές μεταξύ κεντρικής και εσωτερικής κεραίας φρονώ ότι δεν είναι επίσης αρκούντως ουσιώδεις ώστε να δικαιολογούν διαφορετική μεταχείριση από πλευράς δικαίου πνευματικής ιδιοκτησίας.

30.      Ως εκ τούτου, προτείνω η υπό κρίση υπόθεση να εξετασθεί υπό το πρίσμα της ως άνω αποφάσεως για την εξεύρεση λύσης που θα επιτρέπει να διασφαλιστεί η συνέπεια προς την απόφαση αυτή, χωρίς να τεθεί υπό αμφισβήτηση η νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με τη διάκριση μεταξύ παρουσίασης στο κοινό και απλής παροχής των υλικών μέσων που καθιστούν δυνατή τέτοια παρουσίαση.

 Ανάλυση υπό το πρίσμα της αποφάσεως SGAE

31.      Υπενθυμίζεται ότι το Δικαστήριο έκρινε, με την απόφαση SGAE, ότι «η διανομή σήματος από ξενοδοχειακό συγκρότημα μέσω συσκευών τηλεοράσεως σε πελάτες που διαμένουν στα δωμάτια του συγκροτήματος αυτού, ασχέτως της τεχνικής μεταδόσεως του χρησιμοποιούμενου σήματος, συνιστά πράξη παρουσιάσεως στο κοινό υπό την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, της [οδηγίας 2001/29]» (24).

32.      Είναι αληθές ότι το Δικαστήριο φρόντισε, με την απόφαση αυτή, να διευκρινίσει ότι η απλή εγκατάσταση συσκευών τηλεόρασης στα δωμάτια ξενοδοχείου δεν συνιστά, από μόνη της, παρουσίαση στο κοινό (25). Προσέθεσε, εντούτοις, ότι όταν η εγκατάσταση αυτή μπορεί να καταστήσει δυνατή την πρόσβαση του κοινού στα μεταδιδόμενα έργα, διότι μέσω συσκευών που έχουν εγκατασταθεί στα δωμάτια το ξενοδοχειακό συγκρότημα διανέμει το τηλεοπτικό σήμα στους πελάτες του, πρόκειται για παρουσίαση στο κοινό (26).

33.      Είναι επίσης αληθές ότι, η υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση SGAE αφορούσε τηλεοπτικό σήμα το οποίο λαμβανόταν αρχικώς από το ξενοδοχειακό συγκρότημα και αναμεταδιδόταν στη συνέχεια καλωδιακώς στα δωμάτια του συγκροτήματος αυτού (27), συνεπώς, επρόκειτο για αναμετάδοση υπό στενή έννοια. Η αναμετάδοση αυτή δεν αποτέλεσε ωστόσο, για το Δικαστήριο, το κρίσιμο στοιχείο βάσει του οποίου μπορούσε να διαπιστωθεί η ύπαρξη παρουσίασης στο κοινό.

34.      Για να καταλήξει στη λύση που προκρίθηκε στην απόφαση SGAE, το Δικαστήριο έκρινε ότι οι πελάτες ξενοδοχειακού συγκροτήματος αποτελούν νέο κοινό, διαφορετικό από το κοινό που είχε ληφθεί υπόψη από τους κατόχους των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας όταν είχαν επιτρέψει την πράξη της αρχικής παρουσίασης των έργων, εν προκειμένω την τηλεοπτική εκπομπή. Το τελευταίο αυτό κοινό αποτελείται στην πραγματικότητα, κατά το Δικαστήριο, μόνον από κατόχους συσκευών τηλεόρασης, οι οποίοι λαμβάνουν τις εκπομπές αυτές στο πλαίσιο του ιδιωτικού ή οικογενειακού τους περιβάλλοντος. Αντιθέτως, τα πρόσωπα τα οποία, ακόμη και αν ευρίσκονταν εντός της ζώνης κάλυψης της εκπομπής, δεν θα μπορούσαν, χωρίς την παρέμβαση τρίτου οργανισμού, να έχουν πρόσβαση στην εκπομπή αυτή δεν αποτελούν μέρος του αρχικού αυτού κοινού. Επομένως, δεδομένου ότι τους παρέχεται η πρόσβαση στην επίμαχη εκπομπή, τα πρόσωπα αυτά πρέπει να θεωρηθεί ότι αποτελούν νέο κοινό, οπότε η πράξη με την οποία λαμβάνουν την πρόσβαση αυτή συνιστά παρουσίαση στο κοινό διακριτή από την αρχική παρουσίαση. Στην εν λόγω υπόθεση, το ξενοδοχειακό συγκρότημα, εγκαθιστώντας στα δωμάτια ξενοδοχείου συσκευές τηλεόρασης που καθιστούσαν δυνατή τη θέαση των εκπομπών, παρενέβαινε, με πλήρη επίγνωση των συνεπειών της συμπεριφοράς του, προκειμένου να παράσχει στους πελάτες του πρόσβαση στο προστατευόμενο έργο (28).

35.      Με άλλα λόγια, οι πελάτες ξενοδοχειακού συγκροτήματος, ευρισκόμενοι εξ ορισμού εκτός του τόπου κατοικίας τους, δεν θα μπορούσαν, κατά κανόνα, να έχουν πρόσβαση στην τηλεοπτική εκπομπή στον τόπο που ευρίσκεται το συγκρότημα αυτό, εκτός εάν είχαν μαζί τους δικές τους συσκευές τηλεόρασης φέρουσες κεραία, γεγονός που θα ήταν εξαιρετικά δυσχερές. Επομένως, εγκαθιστώντας στα δωμάτια συσκευές τηλεόρασης συνδεδεμένες σε κεραία, το εν λόγω συγκρότημα προβαίνει στην αναγκαία πράξη για να τους παράσχει πρόσβαση στην εκπομπή αυτή. Ωστόσο, στο μέτρο που οι πελάτες ξενοδοχειακού συγκροτήματος αποτελούν κοινό (29), το κοινό αυτό πρέπει να χαρακτηριστεί ως νέο και η επίμαχη πράξη στο σύνολό της ως παρουσίαση στο κοινό. Πρόκειται για τον πυρήνα της συλλογιστικής του Δικαστηρίου στην απόφαση SGAE.

36.      Εφαρμόζοντας τη συλλογιστική αυτή στην επίμαχη στην υπό κρίση υπόθεση κατάσταση, μπορεί ευχερώς να επιτευχθεί το ίδιο αποτέλεσμα. Συγκεκριμένα, κατά πρώτον, οι μισθωτές διαμερισμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης αποτελούν κοινό όπως ακριβώς και οι πελάτες ξενοδοχειακού συγκροτήματος. Κατά δεύτερον, ευρίσκονται και αυτοί εκτός του τόπου κατοικίας τους, οπότε δεν μπορούν, χωρίς την παρέμβαση τρίτου, να έχουν πρόσβαση σε τηλεοπτικές εκπομπές. Τέτοια παρέμβαση, υπό τη μορφή εγκατάστασης στα διαμερίσματα συσκευών τηλεόρασης οι οποίες καθιστούν δυνατή τη λήψη των εκπομπών αυτών, πρέπει συνεπώς, κατά τρίτον, να θεωρηθεί ως παρέχουσα σε νέο κοινό πρόσβαση σε προστατευόμενα έργα και να χαρακτηριστεί ως παρουσίαση στο κοινό.

37.      Βεβαίως, σε περίπτωση όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η παρέμβαση του έχοντος την εκμετάλλευση πολυκατοικίας δεν λαμβάνει τη μορφή καθαυτό μετάδοσης ή αναμετάδοσης. Θα μπορούσε, επομένως, να συναχθεί, όπως επισήμανα ανωτέρω (30), ότι δεν υπάρχει πράξη παρουσίασης. Εντούτοις, εξακολουθεί να υφίσταται ηθελημένη παρέμβαση του οικείου χρήστη με σκοπό να παράσχει σε νέο κοινό πρόσβαση σε προστατευόμενα έργα (31).

38.      Αντιμετωπίζουμε συνεπώς, τρόπον τινά, ένα δίλημμα μεταξύ, αφενός, της συνοχής της συλλογιστικής κατά την οποία δεν υφίσταται πράξη παρουσίασης ελλείψει μετάδοσης προστατευόμενων έργων και, αφετέρου, της συνοχής του αποτελέσματος, η οποία επιβάλλει τον χαρακτηρισμό ως παρουσίασης στο κοινό οποιασδήποτε παρέμβασης από χρήστη ο οποίος, με πλήρη επίγνωση των συνεπειών της συμπεριφοράς του, παρέχει σε νέο κοινό πρόσβαση σε τέτοια έργα, κοινό το οποίο, χωρίς την εν λόγω παρέμβαση, δεν θα είχε πρόσβαση στα έργα αυτά.

39.      Η συλλογιστική είναι, βεβαίως, πολύ σημαντική για την ερμηνεία και την εφαρμογή του νόμου. Μια συνεπής και πειστική συλλογιστική δικαιολογεί την ερμηνεία των διατάξεων που γίνεται δεκτή και τη λύση που προκρίνεται για την επίλυση της διαφοράς, τόσο στην αντίληψη των ενδιαφερόμενων μερών όσο και του ευρύτερου κοινού (32). Ωστόσο, μια συλλογιστική υπέρμετρα τυπολατρική ενέχει τον κίνδυνο να καταλήξει σε λύση που θα μπορούσε, βεβαίως, να είναι συνεπής με την προσέγγιση που ακολουθήθηκε, αλλά άδικη ή απλώς κατ’ ουσίαν εσφαλμένη. Σε μια τέτοια περίπτωση, είναι επομένως, προτιμότερο, κατά τη γνώμη μου, να προκρίνεται, όχι το αποτέλεσμα που απορρέει από την τυπολατρική εφαρμογή ορισμένης συλλογιστικής, ακόμη και αν αυτή έχει υιοθετηθεί στο παρελθόν, αλλά εκείνο που εκφράζει καλύτερα το πραγματικό θεμέλιο και τους σκοπούς του ερμηνευόμενου κανόνα, ανεξαρτήτως αν είναι νομοθετικής ή νομολογιακής προέλευσης.

40.      Είναι αληθές ότι, στην επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης κατάσταση, ο έχων την εκμετάλλευση πολυκατοικίας δεν πραγματοποιεί μετάδοση του τηλεοπτικού σήματος προς τα διαμερίσματα της πολυκατοικίας, διότι κάθε διαμέρισμα είναι εξοπλισμένο με «αυτόνομη» εγκατάσταση που καθιστά δυνατή τη λήψη του σήματος. Η πράξη του έχοντος την εκμετάλλευση δεν περιορίζεται, ωστόσο, στην παροχή στους μισθωτές απλώς μιας συσκευής τηλεόρασης και μιας εσωτερικής κεραίας τις οποίες αυτοί θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν με οποιονδήποτε τρόπο. Εξοπλίζοντας τα διαμερίσματα με συσκευές τηλεόρασης που φέρουν εσωτερική κεραία ρυθμισμένη κατά τρόπο που παρέχει τη δυνατότητα λήψης σήματος επίγειας τηλεοπτικής εκπομπής διαθέσιμης στη ζώνη κάλυψης εντός της οποίας ευρίσκεται το κτίριό του, ο έχων την εκμετάλλευση παρέχει στους μισθωτές τη δυνατότητα να παρακολουθούν σαφώς καθορισμένες τηλεοπτικές εκπομπές, εντός των μισθωμένων διαμερισμάτων και κατά τη διάρκεια της μίσθωσης.

41.      Υπό το πρίσμα αυτό, η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης κατάσταση προσομοιάζει σε μεγάλο βαθμό με εκείνη της υπόθεσης επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση SGAE. Με βάση το σκεπτικό στο οποίο εδράζεται η λύση που προκρίθηκε από το Δικαστήριο στην απόφαση αυτή, φρονώ ότι, εν προκειμένω, οι διαφορές τεχνικής φύσεως, όπως ο αριθμός των χρησιμοποιούμενων κεραιών (μία κεντρική κεραία ή πλείονες εσωτερικές κεραίες) ή το μήκος του καλωδίου μεταξύ της κεραίας και της συσκευής τηλεόρασης (33), δεν μπορούν να δικαιολογήσουν μια εκ διαμέτρου αντίθετη λύση.

42.      Επομένως, μπορεί κατά τη γνώμη μου να γίνει δεκτό ότι, εγκαθιστώντας στα προς μίσθωση διαμερίσματα συσκευές τηλεόρασης που φέρουν εσωτερική κεραία, ο έχων την εκμετάλλευση πολυκατοικίας προβαίνει, έχοντας πλήρη επίγνωση των συνεπειών της συμπεριφοράς του, σε «πράξη παρουσίασης» συνιστάμενη στην παροχή στους μισθωτές πρόσβασης σε προστατευόμενα έργα που περιέχονται στις τηλεοπτικές εκπομπές των οποίων η λήψη είναι δυνατή στα διαμερίσματα αυτά μέσω των εν λόγω συσκευών, κατά τον ίδιο, κατ’ ουσίαν, τρόπο με την περίπτωση των δωματίων ξενοδοχείου που έχουν εγκατεστημένες συσκευές τηλεόρασης συνδεδεμένες με κεντρική κεραία.

 Επί της σχέσης με την υφιστάμενη νομολογία

43.      Η λύση αυτή συνάδει απολύτως με τη νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με το δικαίωμα παρουσίασης στο κοινό. Συγκεκριμένα, κατά πρώτον, το Δικαστήριο υιοθέτησε ευρεία ερμηνεία της έννοιας «παρουσίαση στο κοινό», εντάσσοντας ενίοτε στην έννοια αυτή πράξεις που δεν αποτελούν, αυτές καθεαυτές, μετάδοση προστατευόμενων έργων.

44.      Ειδικότερα, όπως ορθώς, παρατηρεί η GEMA, στην απόφαση Phonographic Performance (Ireland) (34), το Δικαστήριο χαρακτήρισε ως παρουσίαση στο κοινό τη διάθεση στους πελάτες, από ξενοδοχειακή μονάδα, ηχογραφημάτων, μεταξύ άλλων και σε υλική μορφή, και υλικού φορέα ο οποίος καθιστά δυνατή την ακρόασή τους, παρά το γεγονός ότι η πράξη αυτή δεν περιελάμβανε μετάδοση και προσομοίαζε περισσότερο σε μίσθωση φωνογραφημάτων και του κατάλληλου τεχνικού εξοπλισμού. Για να καταλήξει στο συμπέρασμα αυτό, το Δικαστήριο στηρίχθηκε στο γεγονός ότι ο οικείος χρήστης παρείχε στους πελάτες του τα δύο αναγκαία στοιχεία που καθιστούσαν δυνατή την πρόσβασή τους σε προστατευόμενα έργα (35), πράγμα που θυμίζει σε μεγάλο βαθμό την εγκατάσταση τηλεοπτικής συσκευής με εσωτερική κεραία η οποία καθιστά δυνατή τη λήψη και τη θέαση τηλεοπτικών εκπομπών.

45.      Περαιτέρω, με την απόφαση Airfield και Canal Digitaal (36), το Δικαστήριο έκρινε ότι, καίτοι η μετάδοση τηλεοπτικών προγραμμάτων μέσω δορυφόρου πρέπει να θεωρείται ότι συνιστά μία και μόνη, αδιαχώριστη παρουσίαση στο κοινό από τον ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό, υπό τον έλεγχο και με την ευθύνη του οποίου εισάγονται τα σήματα-φορείς προγραμμάτων στην αλληλουχία μεταδόσεως προς τον δορυφόρο (37), εντούτοις, πάροχος δορυφορικού πακέτου μπορεί να καταστήσει προσβάσιμα τα προγράμματα αυτά σε νέο κοινό, προβαίνοντας επομένως σε διακριτή πράξη που καλύπτεται από το δικαίωμα παρουσίασης στο κοινό (38). Μπορεί, συνεπώς, να υφίσταται πράξη παρουσίασης στο κοινό χωρίς αναμετάδοση προστατευόμενων έργων διακριτή από την αρχική μετάδοση. Η λύση αυτή επιβεβαιώθηκε προσφάτως με την απόφαση ΑΚM (Παροχή δορυφορικών πακέτων στην Αυστρία) (39).

46.      Τέλος, σε ορισμένες περιπτώσεις, το Δικαστήριο διαπίστωσε την ύπαρξη παρουσίασης στο κοινό σε καταστάσεις στις οποίες ο οικείος χρήστης παρείχε, απευθείας, στο παριστάμενο επί τόπου κοινό πρόσβαση σε προστατευόμενα έργα (40). Επομένως, προκειμένου να διασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προστασίας στους κατόχους των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας κατά τα διαλαμβανόμενα στην αιτιολογική σκέψη 9 της οδηγίας 2001/29, το Δικαστήριο ερμηνεύει την έννοια της «παρουσίασης στο κοινό» κατά τρόπο που υπερβαίνει το στενό πλαίσιο «κάθε παρουσίαση[ς] σε κοινό το οποίο δεν παρίσταται στον τόπο της παρουσίασης», συμπεριλαμβάνοντας στην έννοια αυτή κάθε πράξη με την οποία ο χρήστης παρεμβαίνει ηθελημένως με σκοπό να παράσχει σε νέο κοινό πρόσβαση σε προστατευόμενο έργο (41).

47.      Κατά δεύτερον, η λύση την οποία προτείνω δεν θέτει υπό αμφισβήτηση ούτε αντιβαίνει στη νομολογία του δικαστηρίου περί διακρίσεως μεταξύ παρουσίασης στο κοινό και απλής παροχής των υλικών μέσων που καθιστούν δυνατή τέτοια παρουσίαση.

48.      Ειδικότερα, η λύση αυτή δεν αντιτίθεται σε εκείνη την οποία προέκρινε το Δικαστήριο στην απόφαση Stim και SAMI. Με την απόφαση αυτή, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν συνιστά παρουσίαση στο κοινό η εκμίσθωση αυτοκινήτων οχημάτων εξοπλισμένων με ραδιοφωνικό δέκτη. Επέλεξε τη λύση αυτή με το σκεπτικό ότι οι εταιρίες εκμίσθωσης τέτοιων οχημάτων δεν προέβαιναν σε πράξη παρουσίασης, αλλά σε απλή παροχή των υλικών μέσων που καθιστούν δυνατή μια παρουσίαση (42).

49.      Όπως επισήμανα (43), η κατάσταση στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση Stim και SAMI και η επίμαχη στην κύρια δίκη μπορεί, εκ πρώτης όψεως, να φαίνονται παρεμφερείς κατά τρόπο ώστε να δικαιολογείται πανομοιότυπος νομικός χαρακτηρισμός τους. Φρονώ, ωστόσο, ότι οι δύο αυτές καταστάσεις διαφοροποιούνται βάσει στοιχείου που είναι ουσιώδες για τον χαρακτηρισμό μιας πράξης ως παρουσίασης στο κοινό, ήτοι μιας ηθελημένης και καθοριστικής παρέμβασης του οικείου χρήστη, η οποία υφίσταται μεν στην υπό κρίση υπόθεση, απουσιάζει δε στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση Stim και SAMI.

50.      Συγκεκριμένα, όπως διαπιστώθηκε (44), εγκαθιστώντας εντός των διαμερισμάτων, αυτοβούλως και κατά τρόπο εντελώς ανεξάρτητο από την κατασκευή των διαμερισμάτων αυτών, συσκευές τηλεόρασης που φέρουν εσωτερική κεραία, ο έχων την εκμετάλλευση του κτιρίου πραγματοποιεί ηθελημένως παρέμβαση προκειμένου να παράσχει στους πελάτες του πρόσβαση σε τηλεοπτικές εκπομπές, παρέμβαση η οποία μπορεί να θεωρηθεί ως πράξη παρουσίασης υπό την έννοια της σχετικής με το δικαίωμα παρουσίασης στο κοινό νομολογίας του Δικαστηρίου .

51.      Αντιθέτως, μια επιχείρηση εκμίσθωσης αυτοκινήτων οχημάτων δεν πραγματοποιεί τέτοια παρέμβαση. Συγκεκριμένα, από πολλών ετών (45), οι ραδιοφωνικοί δέκτες εγκαθίστανται κατά κανόνα ως βασικός εξοπλισμός στα αυτοκίνητα οχήματα και ενσωματώνονται στα συστήματα εντολών των οχημάτων αυτών, με αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις εκμίσθωσης των εν λόγω οχημάτων ουδόλως να επηρεάζουν την ύπαρξή τους εντός των οχημάτων. Οι επιχειρήσεις αυτές δεν προβαίνουν, συνεπώς, σε καμία πρόσθετη πράξη προκειμένου να παράσχουν πρόσβαση στους πελάτες τους σε ραδιοφωνικές εκπομπές, ούτε διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο όσον αφορά την πρόσβαση αυτή. Η πράξη τους αποτελεί, επομένως, απλή παροχή των υλικών μέσων, καθόσον τα μέσα αυτά είναι ήδη εγκατεστημένα στα αυτοκίνητα οχήματα από κατασκευής τους. Συνεπώς, οι κάτοχοι των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, έχοντας επιτρέψει τη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση των έργων, θεωρείται ότι έχουν επίσης λάβει υπόψη τους το κοινό που ακούει τα έργα αυτά μέσω ραδιοφωνικών δεκτών εγκατεστημένων επί των αυτοκινήτων οχημάτων, συμπεριλαμβανομένων των μισθωμένων οχημάτων (46).

52.      Είναι αληθές ότι στις προτάσεις μου επί της υπόθεσης Stim και SAMI (47) δεν είχα εκτιμήσει το στοιχείο αυτό ως καθοριστικό, διότι, ελλείψει οποιασδήποτε παρέμβασης εκ μέρους των επιχειρήσεων εκμίσθωσης αυτοκινήτων οχημάτων στην παρουσίαση των έργων μέσω ραδιοφώνου, το μόνο ζήτημα που ετίθετο ήταν ποιος παρείχε τα υλικά μέσα, ζήτημα άνευ σημασίας στο δίκαιο πνευματικής ιδιοκτησίας. Αντιθέτως, το στοιχείο αυτό είναι σημαντικό στην υπό κρίση υπόθεση, καθόσον καθιστά δυνατή την απόδειξη της ουσιώδους διαφοράς μεταξύ των δύο επίμαχων καταστάσεων. Εξάλλου, με την απόφαση Stim et SAMI το Δικαστήριο δεν εξέτασε ειδικώς το συγκεκριμένο ζήτημα, κρίνοντας, κατά γενικό τρόπο, ότι η λήψη της ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης μέσω ραδιοφωνικών δεκτών ενσωματωμένων στα αυτοκίνητα οχήματα πραγματοποιείται «χωρίς καμία πρόσθετη παρέμβαση εκ μέρους των εταιριών εκμίσθωσης των οχημάτων» (48).

53.      Καθόσον ουδεμία επιρροή ασκούν στην εγκατάσταση των ραδιοφωνικών δεκτών επί των αυτοκινήτων οχημάτων, οι εταιρίες εκμίσθωσης τέτοιων οχημάτων δεν ενεργούν, εξάλλου, με σκοπό το κέρδος, σε αντίθεση προς τον έχοντα την εκμετάλλευση πολυκατοικίας με διαμερίσματα προς μίσθωση, ο οποίος εγκαθιστά εντός των διαμερισμάτων αυτών συσκευές τηλεόρασης (49). Πάντως, μολονότι ο κερδοσκοπικός χαρακτήρας της παρέμβασης του οικείου χρήστη δεν είναι, αφ’ εαυτού, καθοριστικός για την ύπαρξη πράξης παρουσίασης, μπορεί, ωστόσο, να είναι ενδεικτικός του ηθελημένου χαρακτήρα της παρέμβασης αυτής.

54.      Επιπλέον, η λύση που προτείνω να δοθεί στην υπό κρίση υπόθεση δεν προσκρούει στις διαπιστώσεις του Δικαστηρίου, κατά τις οποίες η εγκατάσταση, σε δημόσια μεταφορικά μέσα, μεγαφωνικού εξοπλισμού δεν συνιστά πράξη παρουσίασης κατά την έννοια του δικαίου πνευματικής ιδιοκτησίας (50). Συγκεκριμένα, σε κατάσταση όπως οι επίμαχες στις υποθέσεις επί των οποίων εκδόθηκε η απόφαση Blue Air Aviation, ο μεταφορέας δεν διαθέτει το μεγαφωνικό σύστημα στους επιβάτες, αλλά διατηρεί ο ίδιος τον έλεγχο της χρήσης και της ενδεχόμενης μετάδοσης, μέσω του συστήματος αυτού, προστατευόμενων έργων, μετάδοση η οποία, εφόσον λάβει χώρα, τότε μόνο θα χαρακτηριστεί ως παρουσίαση στο κοινό (51). Αντιθέτως, στην υπόθεση της κύριας δίκης ο εξοπλισμός που καθιστά δυνατή τη λήψη μετάδοσης προστατευόμενων έργων, ήτοι η συσκευή τηλεόρασης που φέρει κεραία, έχει διατεθεί στα μέλη του κοινού, τα οποία αποφασίζουν, εν συνεχεία, ελεύθερα να λάβουν τη μετάδοση αυτή. Η διάθεση αυτή συνιστά επομένως, αφ’ εαυτής, πράξη παρουσίασης.

55.      Τέλος, κατά τρίτον, η λύση την οποία προτείνω συνάδει με τη νομολογία του Δικαστηρίου καθόσον τονίζει την τεχνολογική ουδετερότητα που πρέπει να χαρακτηρίζει την ερμηνεία των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης σχετικά με την πνευματική ιδιοκτησία. Η ουδετερότητα αυτή επισημάνθηκε στην απόφαση SGAE, όταν το Δικαστήριο έκρινε ότι η διανομή σήματος μέσω συσκευών τηλεόρασης που έχουν εγκατασταθεί στα δωμάτια ξενοδοχείου συνιστά πράξη παρουσίασης στο κοινό «ασχέτως της τεχνικής μεταδόσεως του χρησιμοποιούμενου σήματος» (52). Η αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας έχει μετέπειτα μνημονευθεί επανειλημμένως από το Δικαστήριο (53).

56.      Πάντως, μολονότι το κρίσιμο στοιχείο στην υπόθεση της κύριας δίκης είναι η ηθελημένη παρέμβαση του χρήστη με σκοπό να παράσχει στους πελάτες του πρόσβαση σε τηλεοπτικές εκπομπές, με βάση την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας, ωστόσο, δεν θα έπρεπε να έχει σημασία αν η πρόσβαση αυτή τους παρέχεται μέσω κεντρικής κεραίας ή πλειόνων εσωτερικών κεραιών (54).

57.      Επομένως, το γεγονός ότι ο έχων την εκμετάλλευση πολυκατοικίας παρέχει στους μισθωτές πρόσβαση σε τηλεοπτικές εκπομπές μέσω εγκατεστημένων στα διαμερίσματα αυτά συσκευών τηλεόρασης που φέρουν εσωτερική κεραία πρέπει να θεωρηθεί ως πράξη παρουσίασης προστατευόμενων έργων που περιέχονται στις εκπομπές αυτές. Πρέπει ακόμη να εξεταστεί κατά πόσον και, ενδεχομένως, υπό ποιες προϋποθέσεις η παρουσίαση αυτή απευθύνεται σε νέο κοινό, όπως απαιτεί η σχετική νομολογία του Δικαστηρίου.

 Επί της ύπαρξης νέου κοινού

58.      Υπενθυμίζεται ότι στην απόφαση SGAE το Δικαστήριο κατέληξε στην ύπαρξη κοινού αποτελούμενου συνολικά από εναλλασσόμενους πελάτες ξενοδοχειακού συγκροτήματος (55). Οι πελάτες αυτοί θεωρείται, περαιτέρω, ότι δεν θα μπορούσαν να έχουν πρόσβαση στα τηλεοπτικώς μεταδιδόμενα έργα χωρίς την παρέμβαση του ξενοδοχειακού συγκροτήματος από όπου τους παρέχεται πρόσβαση στα έργα αυτά. Αποτελούν, επομένως, νέο κοινό (56), γεγονός που δικαιολογεί την απαίτηση νέας συγκατάθεσης εκ μέρους των κατόχων των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας για την ούτως πραγματοποιούμενη παρουσίαση στο κοινό (57).

59.      Η ίδια συλλογιστική μπορεί να ισχύσει και όσον αφορά τον έχοντα την εκμετάλλευση πολυκατοικίας ο οποίος παρέχει στους μισθωτές των διαμερισμάτων πρόσβαση σε τηλεοπτικές εκπομπές, δεδομένου ότι οι μισθωτές αυτοί διαμένουν στα διαμερίσματα για σχετικά σύντομα χρονικά διαστήματα και εναλλάσσονται ταχέως, όπως οι πελάτες ξενοδοχειακού συγκροτήματος. Τέτοιοι μισθωτές μπορούν, συνεπώς, να θεωρηθούν ως πρόσωπα τα οποία, μολονότι ευρίσκονται εντός της ζώνης κάλυψης της τηλεοπτικής εκπομπής, εντούτοις δεν θα μπορούσαν να παρακολουθήσουν την εκπομπή αυτή χωρίς την παρέμβαση του έχοντος την εκμετάλλευση της πολυκατοικίας, ο οποίος τους παρέχει πρόσβαση εγκαθιστώντας στα διαμερίσματα αυτά συσκευές τηλεόρασης με εσωτερική κεραία. Στην πράξη, αντίστοιχες περιπτώσεις αποτελούν, μεταξύ άλλων, τα ξενοδοχειακά διαμερίσματα ή ακόμη οι τουριστικές μισθώσεις.

60.      Αντιθέτως, οι μισθωτές που έχουν την κύρια κατοικία τους, ή ακόμα και τη δευτερεύουσα (58), στα μισθωμένα διαμερίσματα πρέπει να θεωρούνται ως «κάτοχοι συσκευών λήψεως» υπό την έννοια της σκέψης 41 της αποφάσεως SGAE και, συνεπώς, ως μέλη του κοινού το οποίο είχε ληφθεί υπόψη από τους κατόχους των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας όταν επέτρεψαν την αρχική παρουσίαση (εν προκειμένω, την επίγεια τηλεοπτική μετάδοση). Τα πρόσωπα αυτά έχουν, επομένως, στο πλαίσιο του ιδιωτικού ή οικογενειακού τους περιβάλλοντος πρόσβαση σε προστατευόμενα έργα χωρίς να ασκεί επιρροή το γεγονός ότι η συσκευή λήψης τους παρασχέθηκε από τον ιδιοκτήτη ή τον έχοντα την εκμετάλλευση του διαμερίσματος στο πλαίσιο της εκμίσθωσης του διαμερίσματος. Μια τέτοια παροχή πρέπει να χαρακτηρίζεται ως απλή παροχή των υλικών μέσων και δεν απαιτείται νέα συγκατάθεση.

61.      Ως εκ τούτου, προκειμένου να διαπιστωθεί η ύπαρξη νέου κοινού, το επιληφθέν δικαστήριο πρέπει να διαπιστώσει τα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά τη φύση της επίμαχης μίσθωσης. Στην υπό κρίση υπόθεση, από την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δεν προκύπτουν σχετικές διευκρινίσεις.

 Απάντηση στο προδικαστικό ερώτημα

62.      Συνοψίζοντας, μολονότι δέχομαι ότι, στην υπόθεση της κύριας δίκης μια λύση κατά την οποία δεν υφίσταται παρουσίαση στο κοινό, ελλείψει stricto sensu μετάδοσης προστατευόμενων έργων, μπορεί να δικαιολογηθεί βάσει μιας αμιγώς τεχνικής προσέγγισης, εντούτοις, φρονώ ότι μια τέτοια λύση δεν είναι ικανοποιητική υπό το πρίσμα των επί της ουσίας εκτιμήσεων στις οποίες στηρίζεται η σχετική νομολογία του Δικαστηρίου. Συγκεκριμένα, φρονώ ότι το πνεύμα της νομολογίας αυτής επιτάσσει η επίμαχη πράξη να εκλαμβάνεται ως ηθελημένη παρέμβαση του οικείου χρήστη με σκοπό να παράσχει πρόσβαση σε προστατευόμενα έργα σε πρόσωπα τα οποία δεν θα μπορούσαν να αποκτήσουν πρόσβαση στα έργα αυτά χωρίς την εν λόγω παρέμβαση και, ως εκ τούτου, ως πράξη παρουσίασης. Η πράξη αυτή συνιστά παρουσίαση στο κοινό, δεδομένου ότι τα οικεία πρόσωπα αποτελούν νέο κοινό.

63.      Συνεπώς, προτείνω στο Δικαστήριο να αποφανθεί ότι το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 έχει την έννοια ότι η εγκατάσταση από τον έχοντα την εκμετάλλευση πολυκατοικίας με διαμερίσματα προς μίσθωση, εντός των διαμερισμάτων αυτών, συσκευών τηλεόρασης με εσωτερική κεραία η οποία παρέχει τη δυνατότητα λήψης τηλεοπτικών εκπομπών καλύπτεται από το διασφαλιζόμενο στην ως άνω διάταξη αποκλειστικό δικαίωμα του δημιουργού να επιτρέπει ή να απαγορεύει την παρουσίαση των έργων του στο κοινό, πλην της περίπτωσης κατά την οποία τα διαμερίσματα αυτά αποτελούν την κύρια ή τη δευτερεύουσα κατοικία του μισθωτή.

 Πρόταση

64.      Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των ανωτέρω εκτιμήσεων, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στο προδικαστικό ερώτημα του Amtsgericht Potsdam (ειρηνοδικείου Potsdam, Γερμανία) ως εξής:

Το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας

έχει την έννοια ότι:

η εγκατάσταση από τον έχοντα την εκμετάλλευση πολυκατοικίας με διαμερίσματα προς μίσθωση, εντός των διαμερισμάτων αυτών, συσκευών τηλεόρασης με εσωτερική κεραία η οποία παρέχει τη δυνατότητα λήψης τηλεοπτικών εκπομπών καλύπτεται από το διασφαλιζόμενο στην ως άνω διάταξη αποκλειστικό δικαίωμα του δημιουργού να επιτρέπει ή να απαγορεύει την παρουσίαση των έργων του στο κοινό, πλην της περίπτωσης κατά την οποία τα διαμερίσματα αυτά αποτελούν την κύρια ή τη δευτερεύουσα κατοικία του μισθωτή.


1      Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γαλλική.


2      Βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 2ας Απριλίου 2020, Stim και SAMI (C-753/18, στο εξής: απόφαση Stim και SAMI, EU:C:2020:268), της 22ας Ιουνίου 2021, YouTube και Cyando (C‑682/18 και C‑683/18, EU:C:2021:503), και της 20ής Απριλίου 2023, Blue Air Aviation (C‑775/21 και C‑826/21, στο εξής: απόφαση Blue Air Aviation, EU:C:2023:307).


3      ΕΕ 2001, L 167, σ. 10.


4      BGBl. 1965 I, σ. 1273.


5      Απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 2015 (I ZR 21/14) (BGH GRUR 2016, σ. 697).


6      Βλ. πλέον πρόσφατη απόφαση Blue Air Aviation (σκέψη 47).


7      Πρβλ., μεταξύ άλλων, απόφαση Blue Air Aviation (σκέψεις 66 και 67).


8      Απόφαση του Συμβουλίου, της 16ης Μαρτίου 2000, σχετικά με την έγκριση, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της συνθήκης του ΠΟΔΙ για την πνευματική ιδιοκτησία και της συνθήκης του ΠΟΔΙ για τις εκτελέσεις και τα φωνογραφήματα (ΕΕ 2000, L 89, σ. 6).


9      Απόφαση Stim και SAMI (διατακτικό).


10      Βλ., ιδίως, απόφαση Stim και SAMI (σκέψη 32).


11      Βλ., προσφάτως, απόφαση Blue Air Aviation (σκέψεις 52 και 54).


12      Βλ., προσφάτως, απόφαση της 22ας Ιουνίου 2021, YouTube και Cyando (C‑682/18 και C‑683/18, EU:C:2021:503, σκέψη 70).


13      Απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2006, SGAE (C‑306/05, στο εξής : απόφαση SGAE, EU:C:2006:764, σημείο 1 του διατακτικού). Η άποψη αυτή επικυρώθηκε με τη διάταξη της 18ης Μαρτίου 2010, Οργανισμός Συλλογικής Διαχείρισης Δημιουργών Θεατρικών και Οπτικοακουστικών Έργων (C‑136/09, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2010:151).


14      Για συγκεκριμένα παραδείγματα των διαφόρων μορφών πράξεων παρουσίασης, βλ. προτάσεις μου στην υπόθεση Stim και SAMI (C‑753/18, EU:C:2020:4, σημεία 33 έως 37).


15      Πρβλ., αποφάσεις της 22ας Ιουνίου 2021, YouTube και Cyando (C‑682/18 και C‑683/18, EU:C:2021:503, σκέψη 79), και Blue Air Aviation (σκέψη 68).


16      Απόφαση Stim και SAMI (ιδίως σκέψεις 4 και 35).


17      Απόφαση της 22ας Ιουνίου 2021, YouTube και Cyando (C‑682/18 και C‑683/18, EU:C:2021:503, σκέψεις 81 έως 86).


18      Απόφαση Blue Air Aviation (σκέψεις 69 και 71).


19      Απόφαση SGAE (σκέψεις 45 και 46).


20      Αποφάσεις Stim και SAMI (ιδίως σκέψη 38) και Blue Air Aviation (σκέψη 72).


21      Σύμφωνα με τον ορισμό που περιέχεται στην αιτιολογική σκέψη 23 της οδηγίας 2001/29.


22      Για παράδειγμα, η συμπερίληψη προστατευόμενου έργου σε ιστοσελίδα μπορεί να συνιστά, ή όχι, παρουσίαση του έργου αυτού στο κοινό ανάλογα με την τεχνική που χρησιμοποιείται –απευθείας προσθήκη ή «βαθύς σύνδεσμος» [deep link] προς άλλον ιστότοπο– ακόμη και αν το αποτέλεσμα είναι το ίδιο για τον χρήστη της ιστοσελίδας· βλ. αποφάσεις της 7ης Αυγούστου 2018, Renckhoff (C‑161/17, EU:C:2018:634), και της 9ης Μαρτίου 2021, VG Bild-Kunst (C‑392/19, EU:C:2021:181).


23      Επί του ζητήματος της ύπαρξης κοινού, βλ. σημεία 58 έως 61 των παρουσών προτάσεων.


24      Απόφαση SGAE (σημείο 1 του διατακτικού).


25      Απόφαση SGAE (σκέψη 45 και σκέψη 46 ab initio).


26      Απόφαση SGAE (σκέψη 46 in fine).


27      Βλ. διατύπωση των προδικαστικών ερωτημάτων στη σκέψη 23 της αποφάσεως SGAE.


28      Πρβλ. απόφαση SGAE (σκέψεις 40 έως 42).


29      Όπως έκρινε το Δικαστήριο στις σκέψεις 38 και 39 της αποφάσεως SGAE.


30      Βλ. σημείο 25 των παρουσών προτάσεων.


31      Το παράδοξο αυτό επισημάνθηκε ήδη σχετικά με την απόφαση Königshof του Bundesgerichtshof (Ανωτάτου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου) που μνημονεύεται στο σημείο 6 των παρουσών προτάσεων. Βλ. Lucas-Schloetter, A., «L’harmonisation européenne du droit d’auteur. L’exemple du droit de communication au public. La réception de la jurisprudence de la CJUE en Allemagne», σε Favreau, A. (επιμ.), La propriété intellectuelle en dehors de ses frontières, Βρυξέλλες, Larcier, 2019, σ. 45.


32      Υπό την έννοια, αυτή τη φορά, της «κοινής γνώμης».


33      Συγκεκριμένα, η εσωτερική κεραία πρέπει επίσης να είναι συνδεδεμένη με τη συσκευή τηλεόρασης μέσω καλωδίου.


34      Απόφαση της 15ης Μαρτίου 2012 (C‑162/10, EU:C:2012:141, σημείο 3 του διατακτικού).


35      Απόφαση της 15ης Μαρτίου 2012, Phonographic Performance (Ireland) (C‑162/10, EU:C:2012:141, σκέψη 67).


36      Απόφαση της 13ης Οκτωβρίου 2011 (C‑431/09 και C‑432/09, EU:C:2011:648).


37      Απόφαση της 13ης Οκτωβρίου 2011, Airfield και Canal Digitaal (C‑431/09 και C‑432/09, EU:C:2011:648, σκέψεις 69 και 75).


38      Βλ., κατ’ ουσίαν, απόφαση της 13ης Οκτωβρίου 2011, Airfield και Canal Digitaal (C‑431/09 και C‑432/09, EU:C:2011:648, σκέψεις 82 και 83 και διατακτικό).


39      Απόφαση της 25ης Μαΐου 2023 (C‑290/21, EU:C:2023:424, σκέψη 29).


40      Βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 4ης Οκτωβρίου 2011, Football Association Premier League κ.λπ. (C‑403/08 και C‑429/08, EU:C:2011:631), της 15ης Μαρτίου 2012, Phonographic Performance (Ireland) (C‑162/10, EU:C:2012:141), της 31ης Μαΐου 2016, Reha Training (C‑117/15, EU:C:2016:379), και Blue Air Aviation.


41      Πρβλ., προσφάτως, απόφαση Blue Air Aviation (σκέψη 53).


42      Απόφαση Stim και SAMI (σκέψεις 33 έως 36).


43      Βλ. σημείο 26 των παρουσών προτάσεων.


44      Βλ. σημείο 42 των παρουσών προτάσεων.


45      Εν πάση περιπτώσει, οπωσδήποτε, από την έναρξη ισχύος της οδηγίας 2001/29.


46      Πρβλ. Mouron, Ph., «Autoradios et droit de communication au public», Revue Lamy droit de l’immatériel: informatique, médias, communication, αριθ. 170, 2020, σ. 24.


47      Υπόθεση C‑753/18 (EU:C:2020:4, σημείο 42).


48      Απόφαση Stim και SAMI (σκέψη 34).


49      Πρβλ. απόφαση SGAE (σκέψη 44).


50      Απόφαση Blue Air Aviation (σημείο 2 του διατακτικού).


51      Απόφαση Blue Air Aviation (σημείο 1 του διατακτικού).


52      Απόφαση SGAE (σημείο 1 του διατακτικού).


53      Βλ., προσφάτως, απόφαση της 13ης Ιουλίου 2023, Ocilion IPTV Technologies (C‑426/21, EU:C:2023:564, σκέψη 47 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).


54      Πρβλ. διάταξη της 18ης Μαρτίου 2010, Οργανισμός Συλλογικής Διαχείρισης Δημιουργών Θεατρικών και Οπτικοακουστικών Έργων (C‑136/09, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2010:151, σκέψη 41).


55      Απόφαση SGAE (σκέψη 38).


56      Απόφαση SGAE (σκέψη 42).


57      Απόφαση SGAE (σκέψη 41).


58      Όταν δηλαδή η μίσθωση είναι αποκλειστικού και διαρκούς χαρακτήρα, ακόμη και αν στην πραγματικότητα ο μισθωτής διαμένει στο διαμέρισμα περιστασιακά και προσωρινά.