Language of document : ECLI:EU:T:2015:23

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα)

της 14ης Ιανουαρίου 2015 (*)

«Προσφυγή ακυρώσεως — Ντάμπινγκ — Εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών τους στοιχείων (κυψέλες και πλακίδια) καταγωγής ή προελεύσεως Κίνας — Αποδοχή αναλήψεως υποχρεώσεως στο πλαίσιο της διαδικασίας αντιντάμπινγκ — Κοινοτική βιομηχανία — Πράξη που δεν αφορά άμεσα τον προσφεύγοντα — Απαράδεκτο»

Στην υπόθεση T‑507/13,

SolarWorld AG, εγκατεστημένη στη Βόννη (Γερμανία),

Brandoni solare SpA, εγκατεστημένη στο Castelfidardo (Ιταλία),

Global Sun Ltd, εγκατεστημένη στο Sliema (Μάλτα),

Silicio Solar, SAU, εγκατεστημένη στη Μαδρίτη (Ισπανία),

Solaria Energia y Medio Ambiente, SA, εγκατεστημένη στο Puertollano (Ισπανία),

εκπροσωπούμενες από τους L. Ruessmann, δικηγόρο, και J. Beck, solicitor,

προσφεύγουσες,

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκπροσωπούμενης από τους J.-F. Brakeland, T. Maxian Rusche και την A. Stobiecka-Kuik,

καθής,

με αντικείμενο αίτημα ακυρώσεως της αποφάσεως 2013/423/ΕΕ της Επιτροπής, της 2ας Αυγούστου 2013, για την αποδοχή ανάληψης υποχρέωσης που προτάθηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών στοιχείων (π.χ. κυψέλες και πλακίδια) καταγωγής ή προέλευσης Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (EE L 209, σ. 26), και της εκτελεστικής αποφάσεως 2013/707/ΕΕ της Επιτροπής, της 4ης Δεκεμβρίου 2013, για τη βεβαίωση της αποδοχής ανάληψης υποχρέωσης που προτάθηκε στο πλαίσιο των διαδικασιών αντιντάμπινγκ και κατά των επιδοτήσεων όσον αφορά τις εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών τους στοιχείων (δηλαδή κυψελών) καταγωγής ή προέλευσης Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας κατά την περίοδο εφαρμογής των οριστικών μέτρων (EE L 325, σ. 214),

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

συγκείμενο από τους A. Dittrich, πρόεδρο, J. Schwarcz (εισηγητή) και την V. Tomljenović, δικαστές,

γραμματέας: E. Coulon,

εκδίδει την ακόλουθη

Διάταξη

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Οι προσφεύγουσες, SolarWorld AG, Brandoni solare SpA, Global Sun Ltd, Silicio Solar, SAU και Solaria Energia y Medio Ambiente, SA είναι Ευρωπαίοι παραγωγοί φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών τους στοιχείων, οι οποίοι υποστηρίζουν την EU ProSun, ένωση Ευρωπαίων παραγωγών ομοειδών προϊόντων. Η EU ProSun υπέβαλε, στις 25 Ιουλίου 2012, καταγγελία περί αντιντάμπινγκ ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στρεφόμενη κατά των εισαγωγών των προϊόντων αυτών προελεύσεως Κίνας. Οι προσφεύγουσες συνεργάστηκαν στην έρευνα αντιντάμπινγκ και συμμετείχαν στη διαδικασία ως ενδιαφερόμενα μέρη.

2        Με ανακοίνωση την οποία δημοσίευσε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 6 Σεπτεμβρίου 2012 (EE C 269, σ. 5), η Επιτροπή ανήγγειλε την κίνηση διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών τους στοιχείων (π.χ. κυψέλες και πλακίδια) καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

3        Με ανακοίνωση την οποία δημοσίευσε στην Επίσημη Εφημερίδα στις 8 Νοεμβρίου 2012 (EE C 340, σ. 13), η Επιτροπή ανήγγειλε την κίνηση διαδικασίας κατά των επιδοτήσεων όσον αφορά τις εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών τους στοιχείων (π.χ. κυψέλες και πλακίδια) καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

4        Αρχικώς, η Επιτροπή επέβαλε προσωρινούς δασμούς αντιντάμπινγκ. Στη συνέχεια, αποδέχθηκε αναλήψεις δεσμεύσεων Κινέζων εξαγωγέων κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (EE L 343, σ. 51, στο εξής: βασικός κανονισμός αντιντάμπινγκ). Κατόπιν, το Συμβούλιο επέβαλε οριστικούς δασμούς αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεις και η Επιτροπή αποδέχθηκε τροποποιημένη ανάληψη υποχρεώσεως.

5        Εν προκειμένω, με τον κανονισμό (ΕΕ) 513/2013, της 4ης Ιουνίου 2013, για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών τους στοιχείων (π.χ. κυψέλες και πλακίδια) καταγωγής ή προέλευσης Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 182/2013, για την καταγραφή των εισαγωγών αυτών καταγωγής ή προέλευσης Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (EE L 152, σ. 5, στο εξής: προσωρινός κανονισμός αντιντάμπινγκ), η Επιτροπή επέβαλε προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές στην Ευρωπαϊκή Ένωση φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών τους στοιχείων (π.χ. κυψέλες και πλακίδια) καταγωγής ή προέλευσης Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις.

6        Με την απόφαση 2013/423/ΕΕ της Επιτροπής, της 2ας Αυγούστου 2013, για την αποδοχή ανάληψης υποχρέωσης που προτάθηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών τους στοιχείων (π.χ. κυψέλες και πλακίδια) καταγωγής ή προέλευσης Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (EE L 209, σ. 26, στο εξής: πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση), η Επιτροπή δέχθηκε πρόταση αναλήψεως υποχρεώσεων την οποία υπέβαλε ομάδα Κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων σε συνεργασία με το Εμπορικό Επιμελητήριο της Κίνας για τις εισαγωγές και εξαγωγές μηχανημάτων και ηλεκτρονικών προϊόντων (στο εξής: CCCME). Κατάλογος των οικείων εταιριών περιλαμβάνεται στο παράρτημα της αποφάσεως αυτής.

7        Από τις αιτιολογικές σκέψεις 5 και 6 της πρώτης προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει ότι οι εν λόγω Κινέζοι εξαγωγείς ανέλαβαν, πρώτον, την υποχρέωση να τηρήσουν μια ελάχιστη τιμή εισαγωγής για φωτοβολταϊκές συστοιχίες και μια τιμή για καθένα από τα βασικά συστατικά στοιχεία τους (π.χ. κυψέλες και πλακίδια). Δεύτερον, προσφέρθηκαν να διασφαλίσουν ότι ο όγκος των εισαγωγών που θα πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της αναλήψεως υποχρεώσεως θα αντιστοιχεί κατά προσέγγιση, σε ετήσια βάση, στις επιδόσεις τους στην αγορά κατά τη χρονική στιγμή της προσφοράς. Εξάλλου, από την αιτιολογική σκέψη 8 της αποφάσεως αυτής προκύπτει ότι επιβαλλόταν προσωρινός δασμός αντιντάμπινγκ επί των εισαγωγών που υπερβαίνουν τον εν λόγω ετήσιο όγκο.

8        Ο κανονισμός (ΕΕ) 748/2013 της Επιτροπής, της 2ας Αυγούστου 2013, για την τροποποίηση του κανονισμού 513/2013 (EE L 209, σ. 1), εγκρίθηκε προκειμένου να ληφθεί υπόψη η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση. Μεταξύ άλλων τροποποιήσεων, ο κανονισμός αυτός προσέθεσε το άρθρο 6 στον προσωρινό κανονισμό αντιντάμπινγκ, το οποίο προβλέπει ότι, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, οι εισαγωγές ορισμένων προϊόντων που διασαφίζονται για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία και έχουν τιμολογηθεί από εταιρίες των οποίων οι αναλήψεις υποχρεώσεων έχουν γίνει δεκτές εκ μέρους της Επιτροπής και οι επωνυμίες τους περιλαμβάνονται στο παράρτημα της πρώτης προσβαλλομένης αποφάσεως απαλλάσσονται από τον προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ που θεσπίζεται με το άρθρο 1 του προσωρινού κανονισμού αντιντάμπινγκ.

9        Η Επιτροπή εξέδωσε την εκτελεστική απόφαση 2013/707/ΕΕ, της 4ης Δεκεμβρίου 2013, για τη βεβαίωση της αποδοχής ανάληψης υποχρέωσης που προτάθηκε στο πλαίσιο των διαδικασιών αντιντάμπινγκ και κατά των επιδοτήσεων όσον αφορά τις εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών τους στοιχείων (δηλαδή κυψελών) καταγωγής ή προέλευσης Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας κατά την περίοδο εφαρμογής των οριστικών μέτρων (EE L 325, σ. 214, στο εξής: δεύτερη προσβαλλόμενη απόφαση). Από την αιτιολογική σκέψη 4 της εν λόγω αποφάσεως απορρέει ότι, μετά τη θέσπιση των προσωρινών μέτρων αντιντάμπινγκ, η Επιτροπή συνέχισε την έρευνά της σχετικά με το ντάμπινγκ, τη ζημία και το συμφέρον της Ένωσης, καθώς και την παράλληλη διαδικασία κατά των επιδοτήσεων. Τα πλακίδια έχουν εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής και των δύο ερευνών και, ως εκ τούτου, από το πεδίο εφαρμογής των οριστικών μέτρων.

10      Από τις αιτιολογικές σκέψεις 7 έως 10 και το άρθρο 1 της δεύτερης προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει ότι, μετά την κοινοποίηση των συμπερασμάτων της έρευνας αντιντάμπινγκ και της έρευνας κατά των επιδοτήσεων, οι Κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς, από κοινού με το CCCME, κοινοποίησαν την πρόθεσή τους για τροποποίηση της αρχικής τους προσφοράς προς ανάληψη υποχρεώσεως. Η τροποποίηση αυτή της αναλήψεως υποχρεώσεως αφορούσε την εξαίρεση των πλακιδίων από το πεδίο της έρευνας, τη συμμετοχή ορισμένων πρόσθετων παραγωγών-εξαγωγέων στην εν λόγω ανάληψη υποχρεώσεως και την επέκταση των όρων της αναλήψεως υποχρεώσεως για την εξάλειψη επίσης τυχόν ζημιογόνων συνεπειών των επιδοτούμενων εισαγωγών.

11      Κατά την αιτιολογική σκέψη 5 της δεύτερης προσβαλλομένης αποφάσεως, η έρευνα αντιντάμπινγκ επιβεβαίωσε τα προσωρινά συμπεράσματα περί ζημιογόνου ντάμπινγκ.

12      Τα οριστικά συμπεράσματα της έρευνας παρατίθενται στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 1238/2013 του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 2013, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών τους στοιχείων (π.χ. κυψελών), καταγωγής ή προέλευσης Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (EE L 325, σ. 1, στο εξής: οριστικός κανονισμός αντιντάμπινγκ). Κατά το άρθρο 1 του εν λόγω κανονισμού, επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων φωτοβολταϊκών συστοιχιών ή φωτοβολταϊκών πάνελ κρυσταλλικού πυριτίου και στις εισαγωγές κυψελών του τύπου που χρησιμοποιείται σε φωτοβολταϊκές συστοιχίες ή φωτοβολταϊκά πάνελ κρυσταλλικού πυριτίου, καταγωγής ή προέλευσης Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις.

13      Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, του οριστικού κανονισμού αντιντάμπινγκ, που εφαρμόζεται σε ορισμένα προϊόντα των οποίων τα στοιχεία προσδιορίζονται σε σχέση με την τελωνειακή ονοματολογία και τα οποία έχουν τιμολογηθεί από εταιρίες των οποίων οι αναλήψεις υποχρεώσεων έχουν γίνει δεκτές εκ μέρους της Επιτροπής και οι επωνυμίες τους περιλαμβάνονται στο παράρτημα της δεύτερης προσβαλλομένης αποφάσεως, οι εισαγωγές που διασαφίζονται για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία απαλλάσσονται από τον δασμό αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται με το άρθρο 1 του εν λόγω κανονισμού, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις.

14      Το άρθρο 3, παράγραφος 2, του οριστικού κανονισμού αντιντάμπινγκ ορίζει ότι γεννάται τελωνειακή οφειλή κατά την αποδοχή της διασάφησης για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία όταν διαπιστώνεται ότι δεν πληρούνται ένας ή περισσότεροι από τους όρους που παρατίθενται στην εν λόγω παράγραφο, ή όταν η Επιτροπή ανακαλέσει την αποδοχή της αναλήψεως υποχρεώσεως.

15      Περαιτέρω, με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 1239/2013, της 2ας Δεκεμβρίου 2013, για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού σχετικά με τις εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών στοιχείων (π.χ. κυψέλες) καταγωγής ή προέλευσης Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (EE L 325, σ. 66, στο εξής: οριστικός κανονισμός αντεπιδοτήσεων), το Συμβούλιο θέσπισε και οριστικό αντισταθμιστικό δασμό επί των φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών τους στοιχείων (κυψελών) καταγωγής ή προελεύσεως της Κίνας, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις.

16      Κατά το άρθρο 2, παράγραφος 1, του οριστικού κανονισμού αντεπιδοτήσεων, που εφαρμόζεται σε ορισμένα προϊόντα των οποίων τα στοιχεία καθορίζονται σε σχέση με την τελωνειακή ονοματολογία και έχουν τιμολογηθεί από εταιρίες των οποίων οι αναλήψεις υποχρεώσεων έχουν γίνει δεκτές από την Επιτροπή και οι επωνυμίες τους περιλαμβάνονται στο παράρτημα της δεύτερης προσβαλλομένης αποφάσεως, οι εισαγωγές που διασαφίζονται για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία απαλλάσσονται από τον δασμό αντεπιδοτήσεων που επιβάλλεται με το άρθρο 1, εφόσον τηρούνται ορισμένες προϋποθέσεις.

17      Το άρθρο 2, παράγραφος 2, του οριστικού κανονισμού αντεπιδοτήσεων ορίζει ότι τελωνειακή οφειλή γεννάται κατά την αποδοχή της διασαφήσεως για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία όταν αποδεικνύεται ότι δεν πληρούνται μία ή περισσότερες από τις προϋποθέσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού, ή όταν η Επιτροπή ανακαλέσει την αποδοχή της αναλήψεως υποχρεώσεως.

 Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων

18      Με δικόγραφο το οποίο κατέθεσαν στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 23 Σεπτεμβρίου 2013, οι προσφεύγουσες άσκησαν την υπό κρίση προσφυγή.

19      Με δικόγραφο το οποίο κατέθεσαν επίσης στις 23 Σεπτεμβρίου 2013, οι προσφεύγουσες ζήτησαν την εκδίκαση της υποθέσεως με ταχεία διαδικασία.

20      Με έγγραφο το οποίο κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 8 Οκτωβρίου 2013, η Επιτροπή αντιτάχθηκε στην εκδίκαση της υποθέσεως με ταχεία διαδικασία.

21      Με απόφαση της 24ης Οκτωβρίου 2013, το Γενικό Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) απέρριψε την αίτηση ταχείας διαδικασίας.

22      Με έγγραφο το οποίο κατέθεσαν στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 11 Δεκεμβρίου 2013, οι προσφεύγουσες ζήτησαν από το Γενικό Δικαστήριο να επιτρέψει την προσαρμογή της προσφυγής ούτως ώστε τα ακυρωτικά αιτήματα να αφορούν και τη δεύτερη προσβαλλόμενη απόφαση και τις εξ αυτής απορρέουσες παραβάσεις του κανονισμού (ΕΚ) 597/2009, της 11ης Ιουνίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (EE L 188, σ. 93).

23      Με έγγραφο το οποίο κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 8 Ιανουαρίου 2014, η Επιτροπή δήλωσε ότι δεν έχει αντιρρήσεις ως προς την αποδοχή της προσαρμογής του δικογράφου της προσφυγής ακυρώσεως.

24      Με έγγραφο το οποίο κατέθεσαν στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 31 Ιανουαρίου 2014, οι προσφεύγουσες πρότειναν, κατ’ ουσίαν, στο Γενικό Δικαστήριο να εκδώσει μέτρα οργανώσεως της διαδικασίας και διεξαγωγής αποδείξεων.

25      Με έγγραφο το οποίο κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 20 Φεβρουαρίου 2014, η Επιτροπή ζήτησε από το Γενικό Δικαστήριο να απορρίψει το αίτημα εκδόσεως μέτρων οργανώσεως και διεξαγωγής αποδείξεων.

26      Με το δικόγραφο της προσφυγής, οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να κρίνει την προσφυγή παραδεκτή και βάσιμη·

–        να ακυρώσει την πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση·

–        να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

27      Στην αίτηση προσαρμογής της προσφυγής τους, οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να δεχθεί το αίτημα προσαρμογής της προσφυγής·

–        να κρίνει την προσφυγή παραδεκτή και βάσιμη·

–        να ακυρώσει την πρώτη και τη δεύτερη προσβαλλόμενη απόφαση·

–        να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

28      Με το υπόμνημα αντικρούσεως, η Επιτροπή ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή ως απαράδεκτη·

–        επικουρικώς, να κηρύξει την προσφυγή αβάσιμη·

–        να καταδικάσει τις προσφεύγουσες στα δικαστικά έξοδα.

29      Με το υπόμνημα ανταπαντήσεως, η Επιτροπή ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να κηρύξει την προσφυγή άνευ αντικειμένου, καθόσον ζητείται η ακύρωση της πρώτης προσβαλλομένης αποφάσεως·

–        να απορρίψει την προσφυγή ως απαράδεκτη, καθόσον ζητείται η ακύρωση της δεύτερης προσβαλλομένης αποφάσεως και, επικουρικώς, επίσης καθόσον ζητείται η ακύρωση της πρώτης προσβαλλομένης αποφάσεως·

–        επικουρικώς, να κηρύξει την προσφυγή αβάσιμη·

–        να καταδικάσει τις προσφεύγουσες στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

 Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

30      Δυνάμει του άρθρου 113 του Κανονισμού Διαδικασίας, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί οποτεδήποτε, αυτεπαγγέλτως, αφού ακούσει τους διαδίκους, να αποφανθεί ως προς το απαράδεκτο για λόγους δημοσίας τάξεως ή να διαπιστώσει ότι η προσφυγή κατέστη άνευ αντικειμένου και ότι η δίκη πρέπει να καταργηθεί.

31      Εν προκειμένω, στα γραπτά υπομνήματά τους, οι διάδικοι ανέπτυξαν ήδη την άποψή τους επί του ζητήματος του παραδεκτού της υπό κρίση προσφυγής και, ειδικότερα, επί του ζητήματος κατά πόσον η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση αφορά άμεσα τις προσφεύγουσες. Συνεπώς, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι οι διάδικοι έχουν εκφράσει την άποψή τους, έχει επαρκώς διαφωτιστεί από τα στοιχεία της δικογραφίας και παρέλκει η κίνηση της προφορικής διαδικασίας.

32      Η Επιτροπή, χωρίς να προβάλλει επισήμως ένσταση απαραδέκτου δυνάμει του άρθρου 114 του Κανονισμού Διαδικασίας, υποστηρίζει ότι η προσφυγή είναι απαράδεκτη. Συγκεκριμένα, εκτιμά ότι η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι κανονιστική πράξη περιλαμβάνουσα εκτελεστικά μέτρα, ότι δεν αφορά άμεσα και ατομικά τις προσφεύγουσες και δεν εκφράζει την οριστική θέση των οργάνων της Ένωσης, ότι η προσφυγή κατά της πρώτης προσβαλλόμενης αποφάσεως είναι άνευ αντικειμένου και οι προσφεύγουσες δεν έχουν έννομο συμφέρον εν προκειμένω.

33      Όσον αφορά την από 11 Δεκεμβρίου 2013 αίτηση των προσφευγουσών περί προσαρμογής των αιτημάτων τους, πρέπει να υπoμνησθεί ότι εφόσον το παραδεκτό της προσφυγής εκτιμάται κατά τον χρόνο ασκήσεώς της, ο προσφεύγων μπορεί να προσαρμόζει τα αιτήματά του και τους ισχυρισμούς του, ούτως ώστε να αφορούν νέες πράξεις επελθούσες κατά την εκκρεμοδικία, μόνον καθόσον η αίτησή του ακυρώσεως της αρχικώς προσβαλλομένης πράξεως ήταν καθεαυτή παραδεκτή κατά τον χρόνο ασκήσεώς της (διάταξη της 20ής Νοεμβρίου 2012, Shahid Beheshti University κατά Συμβουλίου, T‑120/12, EU:T:2012:610, σκέψη 57).

34      Συνεπώς, η προσαρμογή των αιτημάτων με σκοπό την ακύρωση της δεύτερης προσβαλλομένης αποφάσεως είναι παραδεκτή μόνον στον βαθμό κατά τον οποίο η προσφυγή, καθόσον αποσκοπεί στην ακύρωση της πρώτης προσβαλλομένης αποφάσεως, κριθεί παραδεκτή. Επομένως, πρέπει να εξεταστεί αν η προσφυγή καθόσον αφορά την ακύρωση της πρώτης προσβαλλομένης αποφάσεως είναι παραδεκτή.

35      Κατά το άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, «[κ]άθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο μπορεί, υπό τις προϋποθέσεις του πρώτου και του δευτέρου εδαφίου, να ασκεί προσφυγή κατά των πράξεων των οποίων είναι αποδέκτης ή που το αφορούν άμεσα και ατομικά, καθώς και κατά των κανονιστικών πράξεων που το αφορούν άμεσα χωρίς να περιλαμβάνουν εκτελεστικά μέτρα».

36      Όσον αφορά τη δεύτερη περίπτωση του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, οι προϋποθέσεις άμεσου και ατομικού επηρεασμού από την πράξη της οποίας ζητείται η ακύρωση είναι σωρευτικές (απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2013, Inuit Tapiriit Kanatami κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, C‑583/11 P, Συλλογή, EU:C:2013:625, σκέψη 76). Όσον αφορά την τρίτη περίπτωση του ίδιου άρθρου, οι προϋποθέσεις άμεσου επηρεασμού από κανονιστική πράξη της οποίας ζητείται η ακύρωση και η μη ύπαρξη εκτελεστικών μέτρων είναι επίσης σωρευτικές.

37      Επομένως, πρέπει να εξεταστεί η προϋπόθεση που μνημονεύεται στις δύο περιπτώσεις του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, ήτοι αν η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση αφορά άμεσα τις προσφεύγουσες, καθόσον δεν είναι αποδέκτες της.

 Επί του λόγου απαραδέκτου ο οποίος αντλείται από έλλειψη νομιμοποιήσεως των προσφευγουσών λόγω του ότι η πράξη δεν τις αφορά άμεσα

38      Οι προσφεύγουσες εκτιμούν ότι η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση επηρεάζει άμεσα τη νομική τους κατάσταση διότι καταργεί τους δασμούς αντιντάμπινγκ για περίπου 70 % των εισαγωγών στην Ένωση του οικείου προϊόντος προελεύσεως Κίνας. Επιπλέον, η πρώτη προσβαλλομένη απόφαση επιτρέπει την εξακολούθηση των εισαγωγών του οικείου προϊόντος σε επίπεδα τιμών που δεν εξαλείφουν ούτε το ντάμπινγκ ούτε τη ζημία. Τούτο απειλεί την επιβίωση των προσφευγουσών στην αγορά της Ένωσης. Η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση αφορά άμεσα και ατομικά τις προσφεύγουσες, ως εγκατεστημένους εντός της Ένωσης παραγωγούς του οικείου προϊόντος. Ειδικότερα, οι προσφεύγουσες είχαν ενεργό συμμετοχή στις διαδικασίες αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων ως ενδιαφερόμενα μέρη. Είναι de facto ένας περιορισμένος και κλειστός όμιλος και κατέχουν σημαντική θέση στην αγορά της Ένωσης, ενώ η αποδοχή της επίμαχης αναλήψεως υποχρεώσεως θίγει τα οικονομικά και έννομα συμφέροντά τους.

39      Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι η αποδοχή της αναλήψεως υποχρεώσεως αφορά άμεσα μόνον τους εξαγωγείς οι οποίοι πρότειναν την ανάληψη της υποχρεώσεως και όχι τις προσφεύγουσες.

40      Διαπιστώνεται ότι, στο πλαίσιο προσφυγής ασκηθείσας από φυσικά ή νομικά πρόσωπα βάσει της δεύτερης και της τρίτης περιπτώσεως του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ [προτάσεις της γενικής εισαγγελέα J. Kokott, Telefónica κατά Επιτροπής (C‑274/12 P, Συλλογή, EU:C:2013:204, σκέψη 59) και Inuit Tapiriit Kanatami κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου (C‑583/11 P, Συλλογή, EU:C:2013:21, σκέψη 69)], η προϋπόθεση περί άμεσου επηρεασμού απαιτεί τη συνδρομή δύο σωρευτικών κριτηρίων, ήτοι, αφενός, η πράξη την ακύρωση της οποίας επιδιώκουν οι προσφεύγοντες να παράγει άμεσα αποτελέσματα στη νομική τους κατάσταση και, αφετέρου, η πράξη αυτή να μην αφήνει καμία εξουσία εκτιμήσεως στους αποδέκτες του μέτρου αυτού που είναι επιφορτισμένοι με την εκτέλεσή του, καθόσον το μέτρο αυτό έχει αμιγώς αυτόματο χαρακτήρα και απορρέει μόνον από τη ρύθμιση του δικαίου της Ένωσης χωρίς την εφαρμογή άλλων ενδιαμέσων κανόνων (βλ., υπό την έννοια αυτή, διάταξη της 24ης Σεπτεμβρίου 2009, Município de Gondomar κατά Επιτροπής, C‑501/08 P, EU:C:2009:580, σκέψη 25· απόφαση της 13ης Οκτωβρίου 2011, Deutsche Post και Γερμανία κατά Επιτροπής, C‑463/10 P και C‑475/10 P, Συλλογή, EU:C:2011:656, σκέψη 66).

41      Όσον αφορά τις εταιρίες οι οποίες προτείνουν να αναλάβουν υποχρέωση, η νομολογία αναγνώρισε ότι οι αποφάσεις της Επιτροπής σχετικά με την ανάκληση της αποδοχής της αναλήψεως υποχρεώσεως και του κανονισμού του Συμβουλίου για τη θέσπιση οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ επί των εισαγωγών του οικείου εξαγωγέα μπορούσαν να προσβληθούν από τον εν λόγω εξαγωγέα ενώπιον των δικαστηρίων της Ένωσης (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 22ας Νοεμβρίου 2012, Usha Martin κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, C‑552/10 P, Συλλογή, EU:C:2012:736).

42      Αντιθέτως, το Δικαστήριο έκρινε ότι διατάξεις κανονισμού περί αποδοχής της αναλήψεως από ορισμένο εξαγωγέα υποχρεώσεων ως προς τις τιμές δεν αφορούν άμεσα και ατομικά εισαγωγέα του οποίου η προσφυγή αφορά την ακύρωση των διατάξεων αυτών (βλ., υπό την έννοια αυτή, διάταξη της 8ης Ιουλίου 1987, Garelly κατά Επιτροπής, 295/86, Συλλογή, EU:C:1987:344, σκέψεις 2, 13 και 14).

43      Επιπλέον, έχει κριθεί ότι τo γεγoνός ότι η Επιτρoπή απέρριψε πρόταση αναλήψεως υπoχρεώσεως δεν απoτελεί μέτρo με δεσμευτικά έννoμα απoτελέσματα ικανό να θίξει τα συμφέρoντα εταιρίας αναλαμβάνουσας υποχρέωση, δεδoμένoυ ότι η Επιτρoπή μπoρεί να ανακαλέσει την απόφασή της ή ότι τo Συμβoύλιo μπoρεί να απoφασίσει τη μη επιβoλή δασμoύ αντιντάμπινγκ. Η απόρριψη αυτή είναι ενδιάμεσo μέτρo πoυ έχει ως σκoπό την πρoετoιμασία της τελικής απoφάσεως και επoμένως δεν απoτελεί πράξη δεκτική προσφυγής (απόφαση της 14ης Μαρτίου 1990, Gestetner Holdings κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, C‑156/87, Συλλογή, EU:C:1990:116, σκέψη 8). Ωστόσο, οι επιχειρηματίες μπορούν, ενδεχομένως, να πρoβάλoυν oπoιαδήπoτε πλημμέλεια σχετική με την απόρριψη των πρoτάσεών τoυς για την ανάληψη υπoχρεώσεων πρoσβάλλoντας τoν κανoνισμό με τoν oπoίo θεσπίζoνται oριστικoί δασμoί αντιντάμπινγκ (απόφαση της 14ης Μαρτίου 1990, Nashua Corporation κ.λπ. κατά Επιτροπής και Συμβουλίου, C‑133/87 και C‑150/87, Συλλογή, EU:C:1990:115, σκέψη 10).

44      Όσον αφορά την ανάληψη υποχρεώσεων κατά την έννοια του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ, υπενθυμίζεται ότι ο σκοπός του άρθρου 8 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ είναι η διασφάλιση της εξαλείψεως των ζημιογόνων σε βάρος της βιομηχανίας της Ένωσης συνεπειών του ντάμπινγκ, διευκρινιζομένου ότι ο σκοπός αυτός στηρίζεται κυρίως στην υποχρέωση συνεργασίας του εξαγωγέα και στον έλεγχο της προσήκουσας εκτελέσεως της εκ μέρους του αναληφθείσας υποχρεώσεως (απόφαση Usha Martin κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, σκέψη 41 ανωτέρω, EU:C:2012:736, σκέψη 36).

45      Ωστόσο, επιβάλλεται η επισήμανση ότι από τον σκοπό αυτό δεν απορρέει ότι επιχειρηματίες όπως οι προσφεύγουσες μπορούν να ασκήσουν προσφυγή ακυρώσεως κατά αποφάσεως αποδοχής αναλήψεως υποχρεώσεως κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 8, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ, όπως, εν προκειμένω, η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση.

46      Επισημαίνεται ότι η έκδοση της πρώτης προσβαλλομένης αποφάσεως δεν μετέβαλε τη νομική κατάσταση των προσφευγουσών. Συγκεκριμένα, από την εξέταση του συστήματος που έχει δημιουργηθεί στο πλαίσιο του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ διαπιστώνεται ότι απόφαση αποδοχής αναλήψεως υποχρεώσεως, ληφθείσα κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 8, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού, δεν παράγει έννομα αποτελέσματα ικανά να επηρεάσουν άμεσα την κατάσταση των εγκατεστημένων εντός της Ένωσης παραγωγών των οικείων προϊόντων, όπως είναι εν προκειμένω οι προσφεύγουσες.

47      Κατά την επίμαχη διάταξη, η οποία αφορά ανάληψη υποχρεώσεων, αν διαπιστωθεί η ύπαρξη ντάμπινγκ και η πρόκληση ζημίας, η Επιτροπή μπορεί να αποδεχθεί τις προτάσεις εξαγωγέων, με τις οποίες αναλαμβάνουν οικειοθελώς και υπό όρους ικανοποιητικούς την υποχρέωση να αναθεωρήσουν τις τιμές τους προκειμένου να αποφευχθεί η εξαγωγή των οικείων προϊόντων σε τιμές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, αν πεισθεί ότι η εν λόγω ανάληψη υποχρεώσεων εξαλείφει τις ζημιογόνες συνέπειες του ντάμπινγκ (απόφαση Usha Martin κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, σκέψη 41 ανωτέρω, EU:C:2012:736, σκέψη 22).

48      Ωστόσο, από το σύστημα που έχει δημιουργηθεί στο πλαίσιο του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ προκύπτει ότι οι εισαγωγές τις οποίες αφορούν οι εν λόγω αναλήψεις υποχρεώσεων δεν απαλλάσσονται των δασμών αντιντάμπινγκ λόγω της εκδόσεως της αποφάσεως αποδοχής των αναλήψεων υποχρεώσεων, καθόσον η απαλλαγή προκύπτει από τις διατάξεις που θεσπίζονται, είτε από την Επιτροπή με τον τροποποιημένο προσωρινό κανονισμό αντιντάμπινγκ είτε από το Συμβούλιο στον οριστικό κανονισμό αντιντάμπινγκ, προκειμένου να τεθούν σε εφαρμογή οι αναλήψεις υποχρεώσεων τις οποίες αποδέχθηκε η Επιτροπή. Η υποχρέωση αυτή βαρύνει το Συμβούλιο κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 9, παράγραφος 5, του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ, το οποίο ορίζει ότι ένας κανονισμός πρέπει να επιβάλλει οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές προϊόντος που αποτελούν το αντικείμενο ντάμπινγκ και προκαλούν ζημία, με εξαίρεση τις εισαγωγές οι οποίες προέρχονται από πηγές των οποίων έγινε, ενδεχομένως, αποδεκτή η ανάληψη υποχρεώσεως.

49      Συγκεκριμένα, διαπιστώνεται ότι, παρά την έκδοση αποφάσεως αποδοχής αναλήψεως υποχρεώσεων, οι δασμοί αντιντάμπινγκ, προσωρινοί ή οριστικοί, επιβάλλονται, δυνάμει του άρθρου 14, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ, μόνον μέσω κανονισμού, και η διάταξη αυτή προβλέπει επίσης ότι η είσπραξή τους από τα κράτη μέλη πραγματοποιείται σύμφωνα με τα λοιπά στοιχεία που προβλέπει ο κανονισμός με τον οποίο επιβάλλονται οι δασμοί, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται οι προϋποθέσεις που έχουν τεθεί για την εκτέλεση των αναλήψεων υποχρεώσεων που έχουν γίνει αποδεκτές.

50      Επιπλέον, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες, αντιθέτως, η έρευνα για το ντάμπινγκ ή για τη ζημία καταλήγει σε αποφατικό συμπέρασμα, το άρθρο 8, παράγραφος 6, του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ προβλέπει ότι η ανάληψη υποχρεώσεως παύει αυτοδικαίως να ισχύει, εκτός αν το πόρισμα της έρευνας αυτής οφείλεται κατά μεγάλο μέρος στην ύπαρξη αναλήψεως υποχρεώσεως. Επομένως, η διάταξη αυτή αφήνει περιθώριο εκτιμήσεως στα θεσμικά όργανα ως προς το αν μια ανάληψη δεσμεύσεως εξακολουθεί να ισχύει.

51      Ασφαλώς, η δεύτερη περίοδος του άρθρου 8, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ προβλέπει ότι, όταν η Επιτροπή αποδέχεται τέτοιου είδους προσφορά, και ενόσω ισχύουν οι επίμαχες αναλήψεις υποχρεώσεων, οι προσωρινοί δασμοί που έχει επιβάλει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ ή οι οριστικοί δασμοί που έχει επιβάλει το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 4, του ιδίου κανονισμού, κατά περίπτωση, δεν εφαρμόζονται στις εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος που κατασκευάζεται από τις εταιρίες οι οποίες αναφέρονται στην απόφαση της Επιτροπής περί αποδοχής των αναλήψεων υποχρεώσεων και περί μεταγενέστερων τροποποιήσεων. Εντούτοις, σημειωτέον ότι το άρθρο 8, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ απευθύνεται στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο και απαιτεί, για την περίοδο ισχύος της αναλήψεως υποχρεώσεως, την απαλλαγή από τους δασμούς αντιντάμπινγκ που προκύπτει από τις θεσπισθείσες διατάξεις, είτε από την Επιτροπή στον τροποποιημένο προσωρινό κανονισμό αντιντάμπινγκ είτε από το Συμβούλιο στον οριστικό κανονισμό αντιντάμπινγκ.

52      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι απόφαση αποδοχής αναλήψεως υποχρεώσεων, εκδοθείσα βάσει του άρθρου 8, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ, δεν παράγει έννομα αποτελέσματα δυνάμενα να επηρεάσουν άμεσα τη νομική κατάσταση των παραγωγών της Ένωσης, όπως οι προσφεύγουσες εν προκειμένω.

53      Το συμπέρασμα αυτό δεν είναι δυνατό να τεθεί εν αμφιβόλω από τα λοιπά επιχειρήματα που προβάλλουν οι προσφεύγουσες.

54      Πρώτον, όσον αφορά το επιχείρημα των προσφευγουσών ότι η προσβολή των εννόμων συμφερόντων τους απορρέει από επιχειρήματα προβληθέντα στην προσφυγή τους, σημειωτέον ότι η γενική παραπομπή στους λόγους της προσφυγής δεν αρκεί για να εξηγήσει τίνι τρόπω οι προσφεύγουσες θεωρούν ότι, από απόψεως της μνημονευθείσας στη σκέψη 40 ανωτέρω νομολογίας, η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση παράγει άμεσα αποτελέσματα στη νομική τους κατάσταση και η πράξη αυτή δεν αφήνει καμία εξουσία εκτιμήσεως στους αποδέκτες του επίμαχου μέτρου που είναι επιφορτισμένοι με την εκτέλεσή του, εφόσον το μέτρο αυτό έχει αμιγώς αυτόματο χαρακτήρα και απορρέει μόνον από τη ρύθμιση του δικαίου της Ένωσης χωρίς την εφαρμογή άλλων ενδιαμέσων κανόνων. Καθόσον οι προσφεύγουσες προσπαθούν στην πραγματικότητα να επικαλεστούν το γεγονός ότι η δικαστική προστασία των προβαλλομένων δικαιωμάτων τους δικαιολογεί την άποψη ότι η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση τις αφορά άμεσα, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, μολονότι, κατά πάγια νομολογία, οι ιδιώτες πρέπει να μπορούν να απολαύουν αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας των δικαιωμάτων που αντλούν από την έννομη τάξη της Ένωσης, το δικαίωμα για την προστασία αυτή δεν μπορεί, πάντως, να θέσει υπό αμφισβήτηση τις τεθείσες με το άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ προϋποθέσεις (βλ. διάταξη Município de Gondomar κατά Επιτροπής, σκέψη 40 ανωτέρω, EU:C:2009:580, σκέψη 38 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

55      Στο πλαίσιο αυτό, παρατηρείται ότι, στην προσφυγή, οι προσφεύγουσες προβάλλουν επί της ουσίας τρεις λόγους κατά της πρώτης προσβαλλομένης αποφάσεως. Πρώτον, θεωρούν ότι η Επιτροπή συνήψε συμφωνία με την Κινεζική Κυβέρνηση και το CCCME, το οποίο ενεργούσε επ’ ονόματι μεγάλου ομίλου Κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων, χωρίς να δημοσιοποιήσει με προσήκοντα και πρόσφορο τρόπο τα ουσιώδη στοιχεία της υπό διαπραγμάτευση αναλήψεως υποχρεώσεως και χωρίς να παράσχει τη δυνατότητα έγκαιρης και λυσιτελούς υποβολής παρατηρήσεων επί της εν λόγω αναλήψεως υποχρεώσεως. Δεύτερον, οι προσφεύγουσες διατείνονται ότι η Επιτροπή αποδέχθηκε αυθαιρέτως επίπεδα ελάχιστων τιμών τα οποία είναι προδήλως ακατάλληλα προς αποκλεισμό της προκαλούμενης στους παραγωγούς της Ένωσης ζημίας. Τρίτον, οι προσφεύγουσες προβάλλουν ότι η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση αποδέχθηκε και ενίσχυσε συμφωνία οριζόντιας τιμής.

56      Εν πάση περιπτώσει, όσον αφορά τον πρώτο λόγο ακυρώσεως για τα διαδικαστικά δικαιώματα, οι προσφεύγουσες διατείνονται κατ’ ουσίαν ότι η έκδοση της πρώτης προσβαλλομένης αποφάσεως προσέβαλε το δικαίωμά τους προσβάσεως σε μη εμπιστευτικό κείμενο της αναλήψεως υποχρεώσεως δυνάμει του άρθρου 8, παράγραφος 4, του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ. Ωστόσο, κατά τη νομολογία, το άρθρο 8, παράγραφος 4, του εν λόγω κανονισμού δεν περιέχει κανένα στοιχείο ούτε, κατά μείζονα λόγο, επιβάλλει υποχρέωση σχετικά με το χρονικό σημείο κατά το οποίο πρέπει να προστίθεται αντίγραφο της προτάσεως περί αναλήψεως υποχρεώσεων στον μη εμπιστευτικό φάκελο της διαδικασίας (απόφαση της 25ης Οκτωβρίου 2011, CHEMK και KF κατά Συμβουλίου, T‑190/08, Συλλογή, EU:T:2011:618, σκέψη 85). Κακώς οι προσφεύγουσες θεωρούν ότι η νομολογία αυτή δεν έχει εν προκειμένω εφαρμογή λόγω του προβαλλομένου ρόλου της Κινεζικής Κυβερνήσεως στις διαπραγματεύσεις της επίμαχης αναλήψεως υποχρεώσεων.

57      Με τον δεύτερο και τον τρίτο λόγο ακυρώσεως, οι προσφεύγουσες απλώς αμφισβητούν τη βασιμότητα της πρώτης προσβαλλομένης αποφάσεως.

58      Επομένως, τα επιχειρήματα αυτά δεν αποδεικνύουν εν προκειμένω ότι η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση παράγει άμεσα αποτελέσματα στη νομική κατάσταση των προσφευγουσών. Συναφώς, επισημαίνεται ότι δεν αποκλείεται ότι οι προσφεύγουσες μπορούν να επικαλεστούν τους λόγους αυτούς στο πλαίσιο προσφυγής ακυρώσεως κατά του προσωρινού ή οριστικού κανονισμού αντιντάμπινγκ, καθόσον νομιμοποιούνται ενεργητικά σε τέτοιου είδους υπόθεση.

59      Δεύτερον, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι το άμεσο αποτέλεσμα της πρώτης προσβαλλομένης αποφάσεως απορρέει από το γεγονός ότι η απόφαση αυτή δεν συνεπάγεται εκτελεστικά μέτρα και ισχύει άμεσα στο σύνολο των κρατών μελών.

60      Πρέπει να υπομνησθεί ότι, όσον αφορά τις προϋποθέσεις του παραδεκτού της προσφυγής περί των οποίων γίνεται λόγος στο άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, το κριτήριο κατά το οποίο η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να αφορά τις προσφεύγουσες άμεσα και το κριτήριο κατά το οποίο δεν πρέπει να περιλαμβάνει εκτελεστικά μέτρα είναι διαφορετικά κριτήρια. Επομένως, η προβαλλόμενη τήρηση ενός από τα κριτήρια αυτά που περιλαμβάνεται στο άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ δεν υποδηλώνει την τήρηση του άλλου.

61      Εν πάση περιπτώσει, στη σκέψη 48 ανωτέρω υπομνήσθηκε ότι η απαλλαγή από τους δασμούς αντιντάμπινγκ των εισαγωγών τις οποίες αφορούν οι αναλήψεις υποχρεώσεων προκύπτει από τις διατάξεις οι οποίες πρέπει να εκδοθούν, είτε από την Επιτροπή στον τροποποιημένο προσωρινό κανονισμό αντιντάμπινγκ είτε από το Συμβούλιο στον οριστικό κανονισμό αντιντάμπινγκ, για να εκτελεσθούν οι επίμαχες αναλήψεις υποχρεώσεων. Εν προκειμένω, η απαλλαγή αυτή επήλθε επομένως, με την ευκαιρία της ασκήσεως της υπό κρίση προσφυγής, με τον προσωρινό κανονισμό αντιντάμπινγκ, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 748/2013. Συνεπώς, δεδομένου ότι η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση είχε τεθεί σε εφαρμογή με άλλη πράξη, δυνάμενη να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής είτε ενώπιον του δικαστή της Ένωσης είτε ενώπιον των δικαστηρίων των κρατών μελών (βλ., υπό την έννοια αυτή, διάταξη της 21ης Ιανουαρίου 2014, Bricmate κατά Συμβουλίου, T‑596/11, EU:T:2014:53, σκέψη 23 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία), η πρώτη αυτή προσβαλλόμενη απόφαση περιελάμβανε εκτελεστικά μέτρα.

62      Επομένως και αντιθέτως προς το τρίτο επιχείρημα των προσφευγουσών, ακόμη και αν υποτεθεί ότι υπήρξε η προβαλλόμενη απώλεια του κύκλου εργασιών, προκληθείσα από τις εισαγωγές του επίμαχου προϊόντος προελεύσεως Κίνας σε τιμές χαμηλότερες από τις τιμές των προσφευγουσών, η απώλεια αυτή δεν προκύπτει, όσον αφορά τις προσφεύγουσες, από την πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση.

63      Δεδομένου ότι η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση δεν αφορά άμεσα τις προσφεύγουσες και, ως εκ τούτου, δεν πληρούται μία από τις προϋποθέσεις της δεύτερης περιπτώσεως του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, δεν είναι αναγκαίο να εξεταστεί αν έχουν τηρηθεί τα λοιπά κριτήρια της δεύτερης και της τρίτης περιπτώσεως περί των οποίων γίνεται λόγος στο άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ.

64      Εν πάση περιπτώσει, επισημαίνεται ότι η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση δεν αποτελεί κανονιστική πράξη κατά την έννοια της τρίτης περιπτώσεως του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ. Όσον αφορά το επιχείρημα των προσφευγουσών ότι η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση είναι κανονιστική πράξη διότι συνιστά μη νομοθετική πράξη, διαπιστώνεται ότι είναι αληθές ότι η έννοια της κανονιστικής πράξεως, κατά την τρίτη περίπτωση του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, πρέπει να ερμηνεύεται ως περιλαμβάνουσα κάθε πράξη γενικής ισχύος, πλην των νομοθετικών πράξεων (διατάξεις της 4ης Ιουνίου 2012, Eurofer κατά Επιτροπής, T‑381/11, Συλλογή, EU:T:2012:273, σκέψη 42, και της 7ης Μαρτίου 2014, FESI κατά Συμβουλίου, T‑134/10, EU:T:2014:143, σκέψη 23). Εν προκειμένω, η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι νομοθετική πράξη εφόσον δεν εκδόθηκε ούτε με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία ούτε με ειδική νομοθετική διαδικασία κατά την έννοια του άρθρου 289, παράγραφοι 1 έως 3, ΣΛΕΕ [βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 25ης Οκτωβρίου 2011, Microban International και Microban (Europe) κατά Επιτροπής, T‑262/10, Συλλογή, EU:T:2011:623, σκέψη 21· διάταξη FESI κατά Συμβουλίου, προπαρατεθείσα, EU:T:2014:143, σκέψη 25]. Ωστόσο, δεν έχει γενική ισχύ, δεδομένου ότι δεν εφαρμόζεται σε αντικειμενικώς προσδιοριζόμενες καταστάσεις και δεν παράγει έννομα αποτελέσματα έναντι κατηγοριών προσώπων που καθορίζονται κατά τρόπο γενικό και αφηρημένο (βλ., υπό την έννοια αυτή, διατάξεις Bricmate κατά Συμβουλίου, σκέψη 61 ανωτέρω, EU:T:2014:53, σκέψη 65, και FESI κατά Συμβουλίου, προπαρατεθείσα, EU:T:2014:143, σκέψη 24). Συγκεκριμένα, η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση αφορά την εκ μέρους της Επιτροπής αποδοχή αναλήψεως συγκεκριμένης υποχρεώσεως και απευθύνεται μόνο στις εταιρίες που απαριθμούνται στο παράρτημά της, αποδεχόμενη την προσφορά τους προς ανάληψη υποχρεώσεων. Ως εκ τούτου, δεν αποτελεί κανονιστική πράξη, όπερ αποκλείει επίσης το παραδεκτό της προσφυγής δυνάμει της τρίτης περιπτώσεως του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ.

65      Από το σύνολο των προεκτεθέντων προκύπτει ότι η προσφυγή, καθόσον αποσκοπεί στην ακύρωση της πρώτης προσβαλλομένης αποφάσεως, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη σε σχέση με τη δεύτερη και την τρίτη περίπτωση του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ. Για τον λόγο αυτόν, θα πρέπει επίσης, υπό το πρίσμα της νομολογίας που μνημονεύθηκε στη σκέψη 33 ανωτέρω, να κριθεί απαράδεκτη η αίτηση προσαρμογής των προτάσεων. Υπό τις περιστάσεις αυτές, παρέλκει επίσης να κριθεί η πρόταση περί λήψεως μέτρων οργανώσεως της διαδικασίας και διεξαγωγής αποδείξεων.

 Επί των δικαστικών εξόδων

66      Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα. Δεδομένου ότι οι προσφεύγουσες ηττήθηκαν, πρέπει να καταδικαστούν στα δικαστικά τους έξοδα και στα δικαστικά έξοδα της Επιτροπής, σύμφωνα με το σχετικό αίτημά της.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα)

διατάσσει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή ως απαράδεκτη.

2)      Καταδικάζει τις SolarWorld AG, Brandoni solare SpA, Global Sun Ltd, Silicio Solar, SAU και Solaria Energia y Medio Ambiente, SA στα δικαστικά έξοδα.

Λουξεμβούργο, 14 Ιανουαρίου 2015.

Ο Γραμματέας

 

      Ο Πρόεδρος

E. Coulon

 

      A. Dittrich


* Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.