Language of document : ECLI:EU:T:2010:68

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-407/06 και T-408/06

Zhejiang Aokang Shoes Co., Ltd και Wenzhou Taima Shoes Co., Ltd

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

«Ντάμπινγκ – Εισαγωγές υποδημάτων με δερμάτινο επάνω μέρος καταγωγής Κίνας και Βιετνάμ – Εταιρία που ασκεί τις δραστηριότητές της υπό καθεστώς οικονομίας της αγοράς – Ιδιαίτερη μεταχείριση – Δειγματοληψία – Δικαιώματα άμυνας – Ίση μεταχείριση – Ζημία – Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη – Υποχρέωση αιτιολογήσεως»

Περίληψη της αποφάσεως

1.      Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Περιθώριο ντάμπινγκ – Καθορισμός της κανονικής αξίας – Δειγματοληψία

(Κανονισμός 384/96 του Συμβουλίου, άρθρα 9 § 6 και 17 §§ 1, 2 και 3)

2.      Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Περιθώριο ντάμπινγκ – Καθορισμός της κανονικής αξίας – Εισαγωγές από χώρες που δεν διαθέτουν οικονομία της αγοράς κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 7, στοιχείο β΄, του κανονισμού 384/96 – Δειγματοληψία

(Κανονισμός 384/96 του Συμβουλίου, άρθρα 2 § 7, στοιχείο β΄, 9 § 6 και 17 §§ 1 και 3)

3.      Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Διαδικασία αντιντάμπινγκ – Δικαιώματα άμυνας – Κοινοποίηση, από την Επιτροπή στις επιχειρήσεις, του εγγράφου τελικής ενημερώσεως

(Κανονισμός 384/96 του Συμβουλίου, άρθρο 20 §§ 2 και 4)

4.      Κοινοτικό δίκαιο – Αρχές – Δικαιώματα άμυνας – Σεβασμός των δικαιωμάτων άμυνας στο πλαίσιο διοικητικών διαδικασιών – Αντιντάμπινγκ – Υποχρέωση των θεσμικών οργάνων να ενημερώνουν τις εμπλεκόμενες επιχειρήσεις – Συμπληρωματικό έγγραφο τελικής ενημερώσεως

(Κανονισμός 384/96 του Συμβουλίου, άρθρο 20 § 5)

5.      Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Ζημία – Χρονικό διάστημα που λαμβάνεται υπόψη

(Κανονισμός 384/96 του Συμβουλίου, άρθρο 3 § 2)

1.      Κατά το γράμμα του άρθρου 17, παράγραφοι 1 και 3, του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ 384/96, η μέθοδος της δειγματοληψίας, ως τεχνική που καθιστά δυνατή την εξέταση υποθέσεων με μεγάλο αριθμό καταγγελλόντων, εξαγωγέων, εισαγωγέων, προϊόντων ή συναλλαγών, συνεπάγεται περιορισμό του αντικειμένου της έρευνας. Η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνεται από το άρθρο 9, παράγραφος 6, του βασικού κανονισμού, κατά το οποίο οι εκτός του δείγματος παραγωγοί δεν περιλαμβάνονται στην έρευνα.

Ο βασικός κανονισμός προβλέπει, πάντως, ότι, οσάκις περιορίζεται το αντικείμενο της έρευνας, τα θεσμικά όργανα υπέχουν δύο υποχρεώσεις. Καταρχάς, το καταρτιζόμενο δείγμα πρέπει να είναι αντιπροσωπευτικό κατά την έννοια του άρθρου 17, παράγραφοι 1 και 2, του βασικού κανονισμού. Εν συνεχεία, το άρθρο 9, παράγραφος 6, του εν λόγω κανονισμού προβλέπει ότι το περιθώριο ντάμπινγκ που καθορίζεται για τους εκτός του δείγματος παραγωγούς δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το μέσο σταθμισμένο περιθώριο ντάμπινγκ που έχει καθοριστεί για τους περιλαμβανόμενους στο δείγμα.

(βλ. σκέψεις 83-84)

2.      Αν χρησιμοποιηθεί η τεχνική της δειγματοληψίας, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 17 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ 384/96, οι παραγωγοί που δεν περιλαμβάνονται στο δείγμα μπορούν να ζητήσουν τον υπολογισμό ατομικού περιθωρίου ντάμπινγκ, υπό την προϋπόθεση ότι θα γίνει δεκτή η αίτηση αναγνωρίσεως της ιδιότητας της επιχειρήσεως που δραστηριοποιείται υπό καθεστώς οικονομίας της αγοράς ή ιδιαίτερης μεταχειρίσεως, οσάκις πρόκειται για τις αναφερόμενες στο άρθρο 2, παράγραφος 7, στοιχείο β΄, του βασικού κανονισμού χώρες, μόνο βάσει του άρθρου 17, παράγραφος 3, του κανονισμού αυτού. Ωστόσο, η διάταξη αυτή παρέχει στην Επιτροπή την ευχέρεια να εκτιμήσει αν, λόγω του αριθμού των αιτήσεων αυτών, η εξέτασή τους συνεπάγεται υπερβολικό φόρτο εργασίας και παρεμποδίζεται η έγκαιρη ολοκλήρωση της έρευνας.

Συνεπώς, ο βασικός κανονισμός δεν παρέχει στις επιχειρήσεις που δεν περιλαμβάνονται στο δείγμα απόλυτο δικαίωμα για υπολογισμό ατομικού περιθωρίου ντάμπινγκ. Η αποδοχή του σχετικού αιτήματος εξαρτάται από την απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 17, παράγραφος 3, του βασικού κανονισμού. Εξάλλου, δεδομένου ότι η αναγνώριση της ιδιότητας της επιχειρήσεως που δραστηριοποιείται υπό καθεστώς οικονομίας της αγοράς ή η ιδιαίτερη μεταχείριση έχουν σημασία, κατά το άρθρο 2, παράγραφος 7, στοιχείο β΄, του βασικού κανονισμού, μόνο για τον καθορισμό της μεθόδου υπολογισμού της κανονικής αξίας για τον υπολογισμό ατομικών περιθωρίων ντάμπινγκ, η Επιτροπή δεν είναι υποχρεωμένη να εξετάζει τις αιτήσεις που υποβάλλονται από επιχειρήσεις μη περιλαμβανόμενες στο δείγμα, εφόσον κρίνει, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 17, παράγραφος 3, του βασικού κανονισμού, ότι ο υπολογισμός των εν λόγω περιθωρίων συνεπάγεται υπερβολικό φόρτο εργασίας και παρεμποδίζει την έγκαιρη ολοκλήρωση της έρευνας.

Η εφαρμογή των κανόνων αυτών δεν συνεπάγεται παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ περιλαμβανόμενων και μη περιλαμβανόμενων στο δείγμα εταιριών, διότι οι εταιρίες αυτές βρίσκονται σε διαφορετική κατάσταση, καθώς, για τις πρώτες, η Επιτροπή πρέπει οπωσδήποτε να υπολογίσει ατομικό περιθώριο ντάμπινγκ, πράγμα που προϋποθέσει εξέταση και αποδοχή της αιτήσεως αναγνωρίσεως της ιδιότητας της επιχειρήσεως που δραστηριοποιείται υπό καθεστώς οικονομίας της αγοράς ή ιδιαίτερης μεταχειρίσεως, ενώ, για τις δεύτερες, δεν υποχρεούται να καθορίσει ατομικό περιθώριο.

Επιπλέον, η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως των εταιριών που δεν περιλαμβάνονται στο δείγμα δεν υποχρεώνει την Επιτροπή να εξετάσει όλες τις υποβληθείσες σε αυτήν αιτήσεις αναγνωρίσεως της ιδιότητας της επιχειρήσεως που δραστηριοποιείται υπό καθεστώς οικονομίας της αγοράς ή ιδιαίτερης μεταχειρίσεως, ούτως ώστε στους παραγωγούς ή στους εξαγωγείς που δεν περιλαμβάνονται στο δείγμα, αλλά των οποίων έγιναν δεκτές οι αιτήσεις αυτές να εφαρμοστεί το μέσο περιθώριο ντάμπινγκ των εταιριών του δείγματος των οποίων οι εν λόγω αιτήσεις έγιναν δεκτές.

Συγκεκριμένα, αν ο αριθμός των αιτήσεων αυτών είναι τόσο μεγάλος ώστε η εξέτασή τους δεν επιτρέπει στα θεσμικά όργανα να ολοκληρώσουν εγκαίρως την έρευνα, τα θεσμικά όργανα δεν είναι υποχρεωμένα, σύμφωνα με το άρθρο 17, παράγραφος 3, του βασικού κανονισμού, να εξετάσουν όλες αυτές τις αιτήσεις και μάλιστα προκειμένου απλώς και μόνο να διακρίνουν τις εταιρίες που δεν περιλαμβάνονται στο δείγμα ανάλογα με το αν μπορεί να γίνει δεκτή η αίτησή τους, ώστε να εφαρμοστεί ως προς αυτές το μέσο περιθώριο ντάμπινγκ των εταιριών του δείγματος των οποίων έγιναν δεκτές οι αιτήσεις αυτές, χωρίς, όμως, να υπολογιστεί ατομικό περιθώριο ντάμπινγκ.

(βλ. σκέψεις 87-89, 92-94)

3.      Οι επιχειρήσεις που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας που προηγείται της εκδόσεως κανονισμού αντιντάμπινγκ πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να γνωστοποιήσουν λυσιτελώς, κατά τη διοικητική διαδικασία, την άποψή τους σχετικά με το υποστατό και τη βαρύτητα των προβαλλομένων πραγματικών περιστατικών και περιστάσεων, καθώς και με τα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία η Επιτροπή στήριξε τη διαπίστωσή της σχετικά με την ύπαρξη ντάμπινγκ και την εντεύθεν προκληθείσα ζημία.

Στο πλαίσιο αυτό, επισημαίνεται ακόμη ότι ο ελλιπής χαρακτήρας της τελικής γνωστοποιήσεως των στοιχείων, σύμφωνα με το αίτημα που έχουν υποβάλει οι ενδιαφερόμενοι δυνάμει του άρθρου 20, παράγραφος 2, του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ 384/96, καθιστά παράνομο τον κανονισμό με τον οποίον επιβάλλονται οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ μόνο στην περίπτωση που τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν ήταν σε θέση, λόγω της παραλείψεως αυτής, να υπερασπισθούν λυσιτελώς τα συμφέροντά τους. Τούτο συμβαίνει, ιδίως, στην περίπτωση που η παράλειψη αφορά περιστατικά και εκτιμήσεις διαφορετικές από εκείνες βάσει των οποίων επιβλήθηκαν τα προσωρινά μέτρα και στις οποίες πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα κατά την τελική ενημέρωση, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή. Για τους ίδιους λόγους, τούτο συμβαίνει επίσης στην περίπτωση που η παράλειψη αφορά περιστατικά ή εκτιμήσεις διαφορετικές σε σχέση με εκείνες στις οποίες στηρίχθηκε η απόφαση που εκδόθηκε από την Επιτροπή ή το Συμβούλιο μετά την κοινοποίηση του εγγράφου τελικής ενημέρωσης, όπως προκύπτει από το άρθρο 20, παράγραφος 4, τελευταίο εδάφιο, του βασικού κανονισμού.

Η εκ μέρους της Επιτροπής τροποποίηση της αναλύσεώς της, κατόπιν των παρατηρήσεων των ενδιαφερομένων επί του εγγράφου τελικής ενημέρωσης, δεν συνιστά από μόνη της προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από το άρθρο 20, παράγραφος 4, τελευταίο εδάφιο, του βασικού κανονισμού, το έγγραφο τελικής ενημέρωσης δεν θίγει οποιαδήποτε μεταγενέστερη απόφαση της Επιτροπής ή του Συμβουλίου. Η διάταξη αυτή απλώς υποχρεώνει την Επιτροπή να γνωστοποιήσει, το συντομότερο δυνατόν, τα περιστατικά και τις εκτιμήσεις που διαφέρουν από εκείνα στα οποία στηρίχθηκε η περιγραφόμενη στο έγγραφο τελικής ενημέρωσης αρχική πρότασή της. Κατά συνέπεια, για να διαπιστωθεί αν η Επιτροπή σεβάστηκε τα δικαιώματα που αντλούν οι ενδιαφερόμενοι από το άρθρο 20, παράγραφος 4, τελευταίο εδάφιο, του βασικού κανονισμού, πρέπει επιπλέον να εξετάζεται αν η Επιτροπή τους γνωστοποίησε τα περιστατικά και τις εκτιμήσεις στις οποίες στηρίχθηκε η νέα ανάλυσή της σχετικά με τη ζημία και τη μορφή των μέτρων που απαιτούνται για την εξάλειψή της, στον βαθμό που αυτά διαφέρουν από τα ληφθέντα υπόψη με το έγγραφο τελικής ενημέρωσης.

(βλ. σκέψεις 108, 132-133, 138-139)

4.      Η Επιτροπή, τάσσοντας στις προσφεύγουσες προθεσμία μικρότερη των δέκα ημερών για να υποβάλουν παρατηρήσεις επί του συμπληρωματικού εγγράφου τελικής ενημέρωσης, παραβιάζει το άρθρο 20, παράγραφος 5, του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ 384/96. Πάντως, το γεγονός αυτό δεν συνεπάγεται, άνευ ετέρου, την ακύρωση του προσβαλλόμενου κανονισμού. Συγκεκριμένα, πρέπει επιπλέον να αποδειχθεί ότι η χορήγηση προθεσμίας μικρότερης της νόμιμης προσέβαλε με συγκεκριμένο τρόπο τα δικαιώματα άμυνας των προσφευγουσών στο πλαίσιο της επίμαχης διαδικασίας.

(βλ. σκέψη 145)

5.      Η επιβολή δασμού αντιντάμπινγκ δεν συνιστά κύρωση για παλαιότερη συμπεριφορά, αλλά μέτρο άμυνας και προστασίας κατά του αθέμιτου ανταγωνισμού ο οποίος προκύπτει από την πρακτική του ντάμπινγκ. Επομένως, για να είναι δυνατόν να καθορισθούν οι κατάλληλοι δασμοί αντιντάμπινγκ προς προστασία της κοινοτικής βιομηχανίας από την πρακτική του ντάμπινγκ, είναι απαραίτητο να διεξαχθεί η έρευνα με βάση τις πλέον πρόσφατες, κατά το δυνατόν, πληροφορίες.

Τα κοινοτικά όργανα, εφόσον διαπιστώσουν ότι οι εισαγωγές προϊόντος υποκείμενου σε ποσοτικούς περιορισμούς αυξάνονται μετά την κατάργηση των περιορισμών αυτών, μπορούν να λάβουν υπόψη τους την αύξηση αυτή για την εκτίμηση της ζημίας που υπέστη η κοινοτική βιομηχανία.

(βλ. σκέψεις 155-156)