Language of document : ECLI:EU:T:2007:349

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (πέμπτο τμήμα)

της 20ής Νοεμβρίου 2007 (*)

«Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία ακυρώσεως – Αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού κοινοτικού σήματος TEK – Αντικείμενο της διαφοράς – Σεβασμός των δικαιωμάτων άμυνας – Απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου – Περιγραφικός χαρακτήρας – Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχεία β΄, γ΄ και ζ΄, και άρθρο 51, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94»

Στην υπόθεση T‑458/05,

Tegometall International AG, με έδρα τη Lengwil-Oberhofen (Ελβετία), εκπροσωπούμενη από τον H. Timmann, avocat,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενο από τον J. Weberndörfer,

καθού,

αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ και παρεμβαίνουσα ενώπιον του Πρωτοδικείου:

Wuppermann AG, με έδρα το Leverkusen (Γερμανία), εκπροσωπούμενη αρχικώς από τον H. Huisken, στη συνέχεια από τον I. Friedhoff, avocats,

με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του δεύτερου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, της 21ης Οκτωβρίου 2005 (υπόθεση R 1063/2004-2), όπως διορθώθηκε στις 16 Νοεμβρίου 2005, σχετικά με διαδικασία ακυρότητας μεταξύ της Wuppermann AG και της Tegometall International AG,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ (πέμπτο τμήμα),

συγκείμενο από τους M. Βηλαρά, πρόεδρο, F. Dehousse και D. Šváby, δικαστές,

γραμματέας: K. Andová, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 30 Δεκεμβρίου 2005,

το υπόμνημα αντικρούσεως του ΓΕΕΑ, το οποίο κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 5 Απριλίου 2006,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως της παρεμβαίνουσας που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 12 Απριλίου 2006,

κατόπιν της συνεδριάσεως της 13ης Φεβρουαρίου 2007,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Στις 2 Ιουλίου 1999, η Tegometall International AG κατέθεσε, δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί, αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού λεκτικού σήματος ενώπιον του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ).

2        Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το λεκτικό σημείο TEK.

3        Τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση του σήματος εμπίπτουν στις κλάσεις 6 και 20 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας σχετικά με τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών όσον αφορά την καταχώριση των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως αυτός αναθεωρήθηκε και τροποποιήθηκε (στο εξής: Διακανονισμός της Νίκαιας), και αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 6: «Ράφια και μέρη ραφιών, ειδικότερα κρεμαστά καλάθια για ράφια, στο σύνολό τους τα προαναφερόμενα είδη από μέταλλο»·

–        κλάση 20: «Ράφια και μέρη ραφιών, ειδικότερα κρεμαστά καλάθια για ράφια.»

4        Στις 18 Μαΐου 2001, το σήμα TEK καταχωρίστηκε ως κοινοτικό σήμα.

5        Στις 23 Ιουλίου 2003, η Wuppermann AG ζήτησε να κηρυχθεί άκυρο το κοινοτικό σήμα TEK, δυνάμει του άρθρου 51, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του κανονισμού 40/94, με το αιτιολογικό ότι η καταχώριση προσέκρουε στους λόγους απαραδέκτου του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία β΄, γ΄ και ζ΄, του εν λόγω κανονισμού.

6        Στις 3 Φεβρουαρίου 2004, η προσφεύγουσα υπέβαλε αίτηση περιορισμού του καταλόγου των προϊόντων της κλάσεως 20, η οποία έγινε δεκτή από το τμήμα ακυρώσεων. Μετά τον περιορισμό, τα προϊόντα της κλάσεως 20 τα οποία αφορά το σήμα TEK είναι τα εξής:

«Ράφια και μέρη ραφιών, ειδικότερα κρεμαστά καλάθια για ράφια, στο σύνολό τους τα προαναφερόμενα είδη μη κατασκευασμένα από ξύλο.»

7        Με απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 2004, το τμήμα ακυρώσεων απέρριψε την αίτηση περί κηρύξεως ακυρότητας της παρεμβαίνουσας και την καταδίκασε στα δικαστικά έξοδα, κρίνοντας ότι οι λόγοι απαραδέκτου του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία β΄, γ΄ και ζ΄, του κανονισμού 40/94 δεν είχαν εφαρμογή εν προκειμένω.

8        Η παρεμβαίνουσα άσκησε στις 16 Νοεμβρίου 2004 προσφυγή κατά της αποφάσεως του τμήματος ακυρώσεων (υπόθεση R 1063/2004-2) με το αιτιολογικό ότι είχαν εφαρμογή καθένας από τους λόγους ακυρότητας που προκύπτουν από τον συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 51, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, και του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία β΄, γ΄ και ζ΄, του κανονισμού 40/94.

9        Με απόφαση της 21ης Οκτωβρίου 2005, όπως διορθώθηκε στις 16 Νοεμβρίου 2005 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το δεύτερο τμήμα προσφυγών δέχθηκε την προσφυγή της παρεμβαίνουσας, ακύρωσε την απόφαση του τμήματος ακυρώσεων και διέταξε τη διαγραφή του σήματος για τον λόγο ότι το σήμα ήταν περιγραφικό υπό την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94 και δεν είχε διακριτικό χαρακτήρα υπό την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του ίδιου κανονισμού.

10      Κατ’ ουσίαν, το δεύτερο τμήμα προσφυγών έκρινε, πρώτον, ότι, εφόσον η λέξη «tek» σημαίνει στα ιταλικά και στα γαλλικά ξύλο teak και εφόσον δεν αμφισβητείται ότι ράφια και μέρη ραφιών κατασκευάζονται από ξύλο teak και δεν αποκλείεται μεταλλικά και πλαστικά ράφια και μέρη ραφιών να μπορούν να είναι απομίμηση ξύλου teak, η λέξη «tek», χρησιμοποιούμενη για ράφια και μέρη ραφιών από μέταλλο και όχι από ξύλο, «δήλωνε την εμφάνιση, την εξωτερική μορφή και ενδεχομένως, άλλες ποιοτικές παραμέτρους του ξύλου teak». Συνεπώς, το τμήμα προσφυγών κατέληξε ότι το σήμα TEK συνιστούσε αποκλειστικά περιγραφική ένδειξη, υπό την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94, η οποία έπρεπε να παραμείνει διαθέσιμη στους ανταγωνιστές. Δεύτερον, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι, δεδομένου ότι η λέξη «tek» δεν είχε διακριτική ικανότητα όσον αφορά την προέλευση των προϊόντων για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση, έπρεπε επίσης να απορριφθεί το προς καταχώριση σήμα ως στερούμενο διακριτικού χαρακτήρα, υπό την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94. Αντιθέτως, το τμήμα προσφυγών εκτίμησε ότι δεν είχε υποχρέωση να εξετάσει αν το σήμα μπορούσε να παραπλανήσει το κοινό, υπό την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ζ΄, του κανονισμού 40/94.

11      Στις 29 Δεκεμβρίου 2005, η προσφεύγουσα δήλωσε, με έγγραφό της προς το ΓΕΕΑ, ότι περιόριζε τον κατάλογο των προϊόντων που αφορά το σήμα TEK στα εξής:

–        κλάση 6: «Ράφια και μέρη ραφιών, ειδικότερα κρεμαστά καλάθια για ράφια, στο σύνολό τους τα προαναφερόμενα είδη κατασκευασμένα από μέταλλο και όχι από απομίμηση ξύλου»·

–        κλάση 20: «Ράφια και μέρη ραφιών, ειδικότερα κρεμαστά καλάθια για ράφια, στο σύνολό τους τα προαναφερόμενα είδη μη κατασκευασμένα από ξύλο ή απομίμηση ξύλου».

 Αιτήματα των διαδίκων

12      Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

–        να τροποποιήσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

–        να απορρίψει την αίτηση περί κηρύξεως της ακυρότητας του λεκτικού κοινοτικού σήματος TEK·

–        επικουρικώς, να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση και να αναπέμψει την υπόθεση στο ΓΕΕΑ προς επανεξέταση·

–        να καταδικάσει την παρεμβαίνουσα στα δικαστικά έξοδα της διαδικασίας κηρύξεως της ακυρότητας, της διαδικασίας ενώπιον του ΓΓΕΑ και της ενώπιον του Πρωτοδικείου διαδικασίας.

13      Το ΓΕΕΑ ζητεί από το Πρωτοδικείο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

14      Η παρεμβαίνουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο να απορρίψει την προσφυγή.

 Σκεπτικό

 Επί του αντικειμένου της διαφοράς

 Επιχειρήματα των διαδίκων

15      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι ο περιορισμός της αιτήσεώς της καταχωρίσεως σήματος, της 29ης Δεκεμβρίου 2005, όσον αφορά τα προϊόντα των κλάσεων 6 και 20 που δεν είναι απομίμηση ξύλου πρέπει να ληφθεί υπόψη από το Πρωτοδικείο διότι πρόκειται για νέο στοιχείο υπό την έννοια του άρθρου 48, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, που προβλήθηκε μετά την έκδοση της αποφάσεως του δεύτερου τμήματος προσφυγών. Από τον συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 74, παράγραφος 2, του κανονισμού 40/94 και του άρθρου 48, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας προκύπτει a contrario ότι επιτρέπεται, κατ’ αρχήν, η προβολή νέων ισχυρισμών στο πλαίσιο της διαδικασίας ακυρώσεως [απόφαση του Πρωτοδικείου της 26ης Νοεμβρίου 2003, T‑222/02, HERON Robotunits κατά ΓΕΕΑ (ROBOTUNITS), Συλλογή 2003, σ. II‑4995, σκέψεις 50 επ.].

16      Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η προσφεύγουσα διευκρίνισε ότι η αίτηση περιορισμού υποβλήθηκε κατά την κατάθεση του δικογράφου της προσφυγής και ότι πρωτοκολλήθηκε από το ΓΕΕΑ. Προβάλλει επίσης ότι η απόφαση του Δικαστηρίου της 12ης Φεβρουαρίου 2004, C‑363/99, Koninklijke KPN Nederland (Συλλογή 2004, σ. I‑1619), δεν είναι αλυσιτελής εν προκειμένω, στον βαθμό που το σύστημα ταξινομήσεως που εισήγαγε ο Διακανονισμός της Νίκαιας προβλέπει αρνητικούς περιορισμούς.

17      Το ΓΕΕΑ προβάλλει ότι η δήλωση παραιτήσεως της προσφεύγουσας ως προς τα προϊόντα απομιμήσεως ξύλου δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη, δυνάμει του άρθρου 135, παράγραφος 4, του Κανονισμού Διαδικασίας, καθόσον συνεπάγεται μη νόμιμη τροποποίηση του αντικειμένου της διαφοράς [απόφαση του Πρωτοδικείου της 21ης Απριλίου 2005, T‑164/03, Ampafrance κατά ΓΕΕΑ – Johnson & Johnson (monBeBé), Συλλογή 2005, σ. II‑1401, σκέψη 21].

18      Το ΓΕΕΑ εκτιμά επίσης ότι το τμήμα ανακοπών εσφαλμένως επέτρεψε τον περιορισμό του καταλόγου των προϊόντων της 3ης Φεβρουαρίου 2004, στον βαθμό που αυτός ο περιορισμός των προϊόντων δεν ήταν νόμιμος από πλευράς νομολογίας (απόφαση Koninklijke KPN Nederland, προπαρατεθείσα, σκέψεις 114 και 115). Εν πάση περιπτώσει, κατά το ΓΕΕΑ, ακόμη και αν ληφθεί υπόψη ο περιορισμός αυτός, το τμήμα προσφυγών ορθώς έκρινε ότι είχαν εφαρμογή οι διατάξεις περί ακυρότητας.

 Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

19      Σύμφωνα με το άρθρο 63, παράγραφος 2, του κανονισμού 40/94, το Πρωτοδικείο δεν μπορεί να ακυρώσει ή να μεταρρυθμίσει την απόφαση τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ παρά μόνο «για λόγους αναρμοδιότητας, παράβασης ουσιώδους τύπου, παράβασης της Συνθήκης, του [κανονισμού 40/94] ή οποιουδήποτε κανόνα δικαίου σχετικού με την εφαρμογή τους ή για κατάχρηση εξουσίας». Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 74 του εν λόγω κανονισμού, ο έλεγχος αυτός πρέπει να γίνεται εντός του πραγματικού και νομικού πλαισίου της διαφοράς όπως αυτή ήχθη ενώπιον του τμήματος προσφυγών [αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 1ης Φεβρουαρίου 2005, Τ-57/03, SPAG κατά ΓΕΕΑ – Dann και Backer (HOOLIGAN), Συλλογή 2005, σ. II‑287, σκέψη 17· της 15ης Σεπτεμβρίου 2005, T‑320/03, Citicorp κατά ΓΕΕΑ (LIVE RICHLY), Συλλογή 2005, σ. II‑3411, σκέψη 16, και διάταξη του Πρωτοδικείου της 15ης Νοεμβρίου 2006, T‑366/05, Anheuser-Busch κατά ΓΕΕΑ – Budĕjovický Budvar (BUDWEISER), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 27].

20      Κατά συνέπεια, το Πρωτοδικείο δεν μπορεί να ακυρώσει ή να μεταρρυθμίσει την απόφαση κατά της οποίας στρέφεται η προσφυγή παρά μόνον αν, κατά τον χρόνο εκδόσεώς της, συνέτρεχε ένας από τους ως άνω λόγους ακυρώσεως ή μεταρρυθμίσεως. Αντιθέτως, το Πρωτοδικείο δεν μπορεί να ακυρώσει ή να μεταρρυθμίσει την εν λόγω απόφαση για λόγους που ανακύπτουν μετά την έκδοση της αποφάσεώς του (απόφαση του Δικαστηρίου της 11ης Μαΐου 2006, C‑416/04 P, Sunrider κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2006, σ. I‑4237, σκέψη 55).

21      Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 26, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94, «η αίτηση κοινοτικού σήματος πρέπει να περιλαμβάνει […] τον κατάλογο των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τις οποίες ζητείται η καταχώριση».

22      Το άρθρο 44, παράγραφος 1, του κανονισμού 40/94 προβλέπει ότι «[ο] καταθέτης μπορεί ανά πάσα στιγμή να ανακαλέσει την αίτηση κοινοτικού σήματος ή να περιορίσει τον κατάλογο προϊόντων ή υπηρεσιών που περιλαμβάνει».

23      Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι η προσφεύγουσα προέβη σε περιορισμό των προϊόντων που αφορούσε η αίτησή της καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος μετά την έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως. Επομένως, οποιαδήποτε και αν είναι η κρίση του ΓΕΕΑ επί της αιτήσεως αυτής, δεν μπορεί να επηρεάσει τη νομιμότητα της προσβαλλομένης αποφάσεως, η οποία είναι η μόνη που βάλλεται ενώπιον του Πρωτοδικείου (βλ., συναφώς, διάταξη BUDWEISER, προπαρατεθείσα, σκέψεις 40 έως 48).

24      Βεβαίως, πρέπει να τονιστεί ότι, ως προς την αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος που αφορά περισσότερα του ενός προϊόντα, το Πρωτοδικείο ερμήνευσε τη γενομένη ενώπιόν του δήλωση από τον αιτούντα την καταχώριση του σήματος, η οποία ήταν επομένως μεταγενέστερη της αποφάσεως του τμήματος προσφυγών, με την οποία ανακάλεσε την αίτησή του μόνο για ορισμένα από τα προϊόντα που αφορούσε το αρχικό σήμα είτε ως δήλωση ότι δεν αμφισβητείται η προσβαλλόμενη απόφαση παρά μόνο για τα υπόλοιπα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση [βλ., συναφώς, απόφαση του Πρωτοδικείου της 8ης Ιουλίου 2004, T‑289/02, Telepharmacy Solutions κατά ΓΕΕΑ (TELEPHARMACY SOLUTIONS), Συλλογή 2004, σ. II‑2851, σκέψεις 13 και 14] είτε, αν η δήλωση αυτή έγινε σε προχωρημένο στάδιο της ενώπιον του Πρωτοδικείου διαδικασίας, ως μερική παραίτηση [βλ., συναφώς, απόφαση του Πρωτοδικείου της 5ης Μαρτίου 2003, T‑194/01, Unilever κατά ΓΕΕΑ (Ωοειδής ταμπλέτα), Συλλογή 2003, σ. II‑383, σκέψεις 13 έως 17].

25      Ωστόσο, αν, με τον περιορισμό του καταλόγου των προϊόντων που αφορούσε η αίτηση καταχώρισης κοινοτικού σήματος, ο αιτών την καταχώριση δεν προσβλέπει στην αφαίρεση από τον κατάλογο ενός ή περισσότερων προϊόντων του καταλόγου αυτού, αλλά στη μεταβολή ενός χαρακτηριστικού όπως ο προορισμός όλων των προϊόντων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο αυτό, δεν μπορεί να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο η τροποποίηση του προορισμού των προϊόντων να έχει αποτέλεσμα επί της εξετάσεως του κοινοτικού σήματος την οποία πραγματοποιεί το ΓΕΕΑ κατά τη διοικητική διαδικασία. Υπό τις συνθήκες αυτές, αποδοχή της τροποποιήσεως αυτής στο στάδιο της προσφυγής ενώπιον του Πρωτοδικείου θα ισοδυναμούσε με τροποποίηση, κατά τη διάρκεια της δίκης, του αντικειμένου της διαφοράς, την οποία απαγορεύει το άρθρο 135, παράγραφος 4, του Κανονισμού Διαδικασίας. Επομένως, ο περιορισμός αυτός δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη από το Πρωτοδικείο κατά την εξέταση του βασίμου της προσφυγής (βλ., συναφώς, απόφαση monBeBé, προπαρατεθείσα, σκέψεις 20 έως 22).

26      Πρέπει, συνεπώς, να καθοριστεί αν η αναφορά της προσφεύγουσας, με το δικόγραφο της προσφυγής, στον περιορισμό, στις 29 Δεκεμβρίου 2005, των προϊόντων για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση του επίδικου σήματος μπορεί να ερμηνευθεί ως δήλωση της προσφεύγουσας ότι δεν αμφισβητεί την προσβαλλόμενη απόφαση παρά μόνον ως προς το μέρος της που αφορά τα προϊόντα του τροποποιηθέντος καταλόγου.

27      Αυτό δεν συμβαίνει εν προκειμένω. Με τον περιορισμό αυτό η προσφεύγουσα δεν αφαίρεσε από τον κατάλογο ορισμένα από τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση του εν λόγω σήματος, αλλά τροποποίησε τα χαρακτηριστικά όλων των προϊόντων του καταλόγου αυτού, προσθέτοντας τη διευκρίνιση ότι αυτά δεν πρέπει να έχουν κατασκευαστεί «ως απομίμηση ξύλου». Πάντως, όπως επισημάνθηκε με τις σκέψεις 11 και 25 ανωτέρω, ο περιορισμός αυτός δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη από το Πρωτοδικείο, διότι θα τροποποιούσε το αντικείμενο της διαφοράς.

28      Πρέπει, επομένως, να συναχθεί ότι τα προϊόντα που μπορούν να ληφθούν υπόψη στο πλαίσιο της υπό κρίση προσφυγής είναι αυτά που περιλαμβάνονται στον κατάλογο προϊόντων της αρχικής αιτήσεως καταχωρίσεως σήματος της προσφεύγουσας, όπως αυτός περιορίστηκε στις 3 Φεβρουαρίου 2004 (βλ. σκέψεις 3 και 6 ανωτέρω).

29      Ως προς τον ισχυρισμό του ΓΕΕΑ σύμφωνα με τον οποίο το τμήμα ακυρώσεων κακώς επέτρεψε τον περιορισμό των προϊόντων, στις 3 Φεβρουαρίου 2004, μόνο σε όσα δεν είναι κατασκευασμένα από ξύλο, πρέπει να επισημανθεί ότι, ακόμη και αν υποτεθεί ότι ο ισχυρισμός αυτός είναι παραδεκτός, αυτός ο περιορισμός των προϊόντων, όπως παρατηρεί το ΓΕΕΑ, δεν ασκεί επιρροή στην ανάλυση του τμήματος προσφυγών ως προς τον περιγραφικό χαρακτήρα και την έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα του επίδικου σήματος. Ο ισχυρισμός αυτός πρέπει επομένως να απορριφθεί ως μη ασκών επιρροή για την επίλυση της υπό κρίση διαφοράς.

 Επί της ουσίας

30      Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους ακυρώσεως, οι οποίοι αντλούνται από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία γ΄, β΄ και ζ΄, και του άρθρου 73, δεύτερη περίοδος, αντιστοίχως, του κανονισμού 40/94.

31      Πρέπει να εξεταστεί, πρώτον, ο τέταρτος λόγος ακυρώσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 73, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού 40/94.

 Ως προς τον λόγο ακυρώσεως που αντλείται από παράβαση του άρθρου 73, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού 40/94

–       Επιχειρήματα των διαδίκων

32      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, καθ’ όλη τη διοικητική διαδικασία ακυρώσεως, δεν μπόρεσε να προβάλει την άποψή της επί του ζητήματος αν ο απόλυτος λόγος απαραδέκτου του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94 χαρακτηριζόταν από το γεγονός ότι η σημασία του «ξύλου teak» που αναφερόταν στο επίδικο σήμα μπορούσε να χρησιμεύσει για την περιγραφή των προϊόντων που κατασκευάζονταν ως απομίμηση του ξύλου αυτού. Επειδή δεν υπήρξε προφορική διαδικασία, θεωρεί ότι δεν της δόθηκε η ευκαιρία να προβάλει την άποψή της επί των σκέψεων που διατύπωσε το τμήμα προσφυγών, οι οποίες έγιναν γνωστές μόνον όταν εκδόθηκε η απόφασή του.

33      Συναφώς, παρατηρεί ότι η παρεμβαίνουσα προέβαλε ενώπιον του τμήματος προσφυγών τους απόλυτους λόγους απαραδέκτου του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία β΄ και γ΄, του κανονισμού 40/94 και περιορίστηκε στο να υποστηρίξει ότι το επίδικο σήμα μπορούσε να φέρνει στον νου τις λέξεις «τεχνολογία» ή «τεχνική». Επισημαίνει επίσης ότι η παρεμβαίνουσα στηρίχθηκε αποκλειστικά στον λόγο απαραδέκτου που αντλείται από το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ζ΄, του κανονισμού 40/94, για να υποστηρίξει ότι το λεκτικό σήμα TEK μπορούσε να παραπλανήσει το γαλλόφωνο και ιταλόφωνο ενδιαφερόμενο κοινό υπονοώντας ότι τα προϊόντα της προσφεύγουσας μπορούσαν να αποτελούν απομίμηση του ξύλου teak.

34      Η προσφεύγουσα υπενθυμίζει ότι υφίσταται παράβαση της σχετικής με το δικαίωμα ακροάσεως αρχής, εφόσον ο δικαιούχος του σήματος δεν είχε την ευκαιρία να προβάλει τις απόψεις του επί της εφαρμογής των απόλυτων λόγων απαραδέκτου τους οποίους εφάρμοσε αυτεπαγγέλτως το τμήμα προσφυγών [απόφαση του Πρωτοδικείου της 27ης Φεβρουαρίου 2002, Τ-34/00, Eurocool Logistik κατά ΓΕΕΑ (EUROCOOL), Συλλογή 2002, σ. ΙΙ-663, σκέψη 21].

35      Παρατηρεί επίσης ότι στερήθηκε τη δυνατότητα να προβάλει τις απόψεις της επί της συλλογιστικής του τμήματος προσφυγών και ιδίως επί της δυνατότητας περαιτέρω περιορισμού του καταλόγου των προϊόντων για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση του σήματος.

36      Το ΓΕΕΑ απαντά ότι, αντιθέτως προς τους ισχυρισμούς της προσφεύγουσας, δεν παραβιάσθηκε η αρχή του δικαιώματος ακροάσεως.

37      Παρατηρεί, αφενός, ότι η παρεμβαίνουσα στήριξε ρητώς την προσφυγή της σε καθέναν από τους λόγους ακυρότητας του άρθρου 51, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, και του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία β΄, γ΄ και ζ΄, του κανονισμού 40/94. Αφετέρου, ακόμη και αν η παρεμβαίνουσα αναφέρθηκε σε απομιμήσεις ξύλου teak στο πλαίσιο της επιχειρηματολογίας της ως προς το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ζ΄, του κανονισμού 40/94, και όχι ως προς το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχεία β΄ και γ΄, του εν λόγω κανονισμού, δεν αμφισβητείται ότι αντικείμενο της διαφοράς αποτέλεσε το γεγονός ότι υπάρχουν απομιμήσεις ξύλου teak.

38      Επομένως, κατά το ΓΕΕΑ, η προσφεύγουσα έλαβε γνώση όχι μόνον όλων των λόγων ακυρότητας, αλλά και όλων των πραγματικών περιστατικών τα οποία έλαβε αυτό υπόψη του στην απόφασή του.

39      Το ΓΕΕΑ υπενθυμίζει ότι οι απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου αποτελούν πάντοτε αντικείμενο εκτιμήσεως, τουλάχιστον ως προς όλα τα είδη προϊόντων που αναφέρονται στον κατάλογο προϊόντων τα οποία είναι διαθέσιμα στην αγορά. Εκτιμά ότι, βάσει της αρχής αυτής, το τμήμα προσφυγών ήταν υποχρεωμένο να λάβει υπόψη του την αναμφισβήτητη ύπαρξη απομιμήσεων ξύλου στο πλαίσιο της συζητήσεως όλων των λόγων ακυρότητας, συμπεριλαμβανομένων των λόγων του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία β΄ και γ΄, του κανονισμού 40/94.

40      Προσθέτει, τέλος, ότι το τμήμα προσφυγών δεν υποχρεούται να παράσχει στους διαδίκους σχέδιο της αποφάσεως με όλες τις απόψεις και τα νομικά επιχειρήματα που θεωρεί λυσιτελή.

41      Η παρεμβαίνουσα υποστηρίζει ότι η προσφεύγουσα μπόρεσε να προβάλει την άποψή της επί του λόγου απαραδέκτου του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94, η οποία αντλείται από το γεγονός ότι τα προϊόντα της μπορούν να αποτελούν απομίμηση ξύλου teak.

–       Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

42      Εισαγωγικά, πρέπει να υπομνησθεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 73, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού 40/94, οι αποφάσεις του ΓΕΕΑ δεν μπορούν να στηρίζονται παρά μόνο σε λόγους επί των οποίων οι διάδικοι είχαν τη δυνατότητα να λάβουν θέση.

43      Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, τα τμήματα προσφυγών του ΓΕΕΑ μπορούν να στηρίξουν τις αποφάσεις τους μόνον επί των πραγματικών ή νομικών στοιχείων επί των οποίων οι διάδικοι είχαν τη δυνατότητα να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους [αποφάσεις του Δικαστηρίου της 21ης Οκτωβρίου 2004, C‑447/02 P, KWS Saat κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2004, σ. I‑10107, σκέψη 42, και του Πρωτοδικείου της 13ης Ιουλίου 2005, T‑242/02, Sunrider κατά ΓΕΕΑ (TOP), Συλλογή 2005, σ. II‑2793, σκέψη 59].

44      Η εν λόγω διάταξη κατοχυρώνει, στο πλαίσιο του δικαίου του κοινοτικού σήματος, τη γενική αρχή προστασίας των δικαιωμάτων άμυνας (απόφαση LIVE RICHLY, προπαρατεθείσα, σκέψη 21). Δυνάμει της εν λόγω γενικής αρχής του κοινοτικού δικαίου, οι αποδέκτες των αποφάσεων των δημοσίων αρχών οι οποίες θίγουν αισθητά τα συμφέροντά τους πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να εκφράζουν αποτελεσματικά την άποψή τους (απόφαση του Δικαστηρίου της 23ης Οκτωβρίου 1974, 17/74, Transocean Marine Paint κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1974, σ. 441, σκέψη 15, και προπαρατεθείσα απόφαση LIVE RICHLY, σκέψη 22).

45      Εξάλλου, κατά τη νομολογία, αν και το δικαίωμα ακροάσεως, όπως προβλέπεται από το άρθρο 73, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού 40/94, εκτείνεται σε όλα τα πραγματικά ή νομικά στοιχεία καθώς και στα αποδεικτικά στοιχεία που συνιστούν τη βάση της αποφάσεως του τμήματος προσφυγών, το δικαίωμα αυτό δεν ισχύει εντούτοις για την τελική θέση που προτίθεται να λάβει η διοίκηση [αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 7ης Ιουνίου 2005, T‑303/03, Lidl Stiftung κατά ΓΕΕΑ – REWE-Zentral (Salvita), Συλλογή 2005, σ. II‑1917, σκέψη 62, και της 5ης Απριλίου 2006, T‑388/04, Kachakil Amar κατά ΓΕΕΑ (Επίμηκες περίγραμμα που καταλήγει σε τρίγωνο), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 20]. Επομένως, το τμήμα προσφυγών δεν είναι υποχρεωμένο να ακούσει τον προσφεύγοντα όσον αφορά σχετική με την τελική του θέση εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών.

46      Στην υπό κρίση υπόθεση, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι, κατά τη σχετική περί της ακυρότητας διοικητική διαδικασία, δεν μπόρεσε να προβάλει τις απόψεις της για το αν ο απόλυτος λόγος απαραδέκτου που αντλείται από το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94 σήμαινε ότι η έννοια «ξύλο teak» μπορούσε ενδεχομένως να εφαρμοστεί σε απομίμηση ξύλου.

47      Πάντως, επιβάλλεται η διαπίστωση, πρώτον, ότι από το στάδιο της εξετάσεως του σήματος ενώπιον του τμήματος ακυρώσεων διεξήχθη συζήτηση για το αν το σήμα είχε περιγραφικό χαρακτήρα όσον αφορά τη σημασία του «ξύλου teak», υπό την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94.

48      Συγκεκριμένα, η παρεμβαίνουσα στήριξε την αίτησή της περί κηρύξεως της ακυρότητας του επίδικου κοινοτικού σήματος στον συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 51, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, και του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία β΄, γ΄ και ζ΄, του κανονισμού 40/94, επισημαίνοντας, ιδίως, ότι το καταχωρισθέν λεκτικό σημείο TEK αποτελούσε ένδειξη δηλωτική της ποιότητας των προϊόντων που περιείχαν ξύλο teak. Η αίτηση περί κηρύξεως της ακυρότητας κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα η οποία στη συνέχεια παραιτήθηκε ως προς τα ακόλουθα προϊόντα: «ράφια και μέρη ραφιών από ξύλο», που περιλαμβάνονταν στην περιγραφή των προϊόντων της κλάσης 20 τα οποία αφορούσε το επίδικο σήμα.

49      Υπό τις συνθήκες αυτές, το τμήμα ακυρώσεων έκρινε ότι, μετά την αφαίρεση των ξύλινων ραφιών και των μερών ραφιών από τον κατάλογο των καλυπτόμενων από το κοινοτικό σήμα προϊόντων, το σήμα TEK δεν μπορούσε πλέον να θεωρηθεί ως ένδειξη δηλωτική της ποιότητας του προϊόντος.

50      Διαπιστώνεται, δεύτερον, ότι το τμήμα προσφυγών δεν επικύρωσε το συμπέρασμα του τμήματος ακυρώσεων. Συγκεκριμένα, το τμήμα προσφυγών θεώρησε ότι, μολονότι, βεβαίως, ήταν ακριβές ότι ο δικαιούχος του σήματος είχε αφαιρέσει από τον κατάλογο των προϊόντων τα προϊόντα από ξύλο, αυτό δεν σήμαινε ότι ράφια από μέταλλο ή πλαστικό δεν μπορούν να είναι απομίμηση επίπλων από ξύλο teak. Κατέληξε ότι «η έκφραση “tek”, χρησιμοποιούμενη σε σχέση με ράφια από μέταλλο ή πλαστικό, χρησιμεύει, επομένως, προς δήλωση της εμφάνισης, της εξωτερικής μορφής και, ενδεχομένως, άλλων ποιοτικών παραμέτρων του ξύλου teak».

51      Θεωρώντας ότι ο αποκλεισμός των προϊόντων από ξύλο δεν αρκούσε για να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να έχει το επίδικο σήμα περιγραφικό χαρακτήρα, εφόσον τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση μπορούσαν να αποτελούν απομίμηση ξύλου teak, το τμήμα προσφυγών κινήθηκε στο ίδιο νομικό πλαίσιο –του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94– και στο ίδιο πραγματικό πλαίσιο με αυτό του τμήματος ακυρώσεων.

52      Πρέπει να επισημανθεί, τρίτον, ότι, μολονότι το τμήμα προσφυγών κατέληξε σε διαφορετικό συμπέρασμα από το τμήμα ακυρώσεων, αναφέρθηκε ωστόσο στο επιχείρημα που προέβαλε η παρεμβαίνουσα ενώπιόν του, σύμφωνα με το οποίο το επίδικο σήμα προκαλούσε στο γαλλόφωνο και ιταλόφωνο κοινό την ψευδαίσθηση ότι το προϊόν είχε τη σκληρότητα, το βάρος και τη μεγάλη αντοχή του ξύλου teak, διότι τα ράφια και τα μέρη ραφιών έχουν παύσει να κατασκευάζονται συχνά από ξύλο teak, αλλά από άλλα υλικά στα οποία προστίθεται λάδι, χρώμα, λάκα ή επικαλύπτονται ώστε να δίνουν την εντύπωση του ξύλου teak. Πάντως, το επιχείρημα αυτό της παρεμβαίνουσας καταδείκνυε σαφώς το γεγονός ότι δεν αποκλειόταν τα επίδικα προϊόντα να μπορούν να εξακολουθούν να φέρνουν στον νου την ποιότητα και τα χαρακτηριστικά του ξύλου teak.

53      Είναι αληθές, όπως προβάλλει η προσφεύγουσα, χωρίς να το αμφισβητεί το ΓΕΕΑ, ότι το γεγονός ότι τα ράφια και τα μέρη ραφιών μπορούν να αποτελούν απομίμηση ξύλου teak προβλήθηκε από την παρεμβαίνουσα ενώπιον του τμήματος ακυρώσεων μόνο στο πλαίσιο του απόλυτου λόγου απαραδέκτου του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ζ΄, του κανονισμού 40/94, και όχι στο πλαίσιο του λόγου που αντλείται από το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94. Παρ’ όλ’ αυτά, η προσφεύγουσα δεν μπόρεσε να διατυπώσει την άποψή της κατά τη διοικητική διαδικασία όσον αφορά το γεγονός στο οποίο στήριξε τη συλλογιστική του το τμήμα προσφυγών.

54      Συγκεκριμένα, δεν αμφισβητείται ότι η απομίμηση ξύλου teak ομοιάζει εξωτερικά με το αληθινό ξύλο teak. Εξάλλου, η εξωτερική εμφάνιση ξύλου teak των προϊόντων, όπως τα ράφια και τα μέρη ραφιών, έπρεπε αναπόφευκτα να είναι ίδια, είτε αυτά κατασκευάζονται από αληθινό ξύλο είτε αποτελούν απομίμηση του ξύλου teak, όταν, δηλαδή, κατασκευάζονται με υλικά διαφορετικά από το ξύλο αυτό.

55      Πάντως, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, κατά τη διαδικασία ακυρώσεως, η προσφεύγουσα διατύπωσε ή θα μπορούσε να διατυπώσει την άποψή της όσον αφορά το γεγονός ότι το καταχωρισθέν λεκτικό σημείο έφερνε ενδεχομένως στον νου την εμφάνιση του ξύλου teak. Συγκεκριμένα, διαπιστώνεται ότι η προσφεύγουσα είχε την ευκαιρία να διατυπώσει την άποψή της επί του απόλυτου λόγου απαραδέκτου της καταχωρίσεως του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94, τον οποίο προέβαλε η παρεμβαίνουσα με την αίτησή της ακυρώσεως, σύμφωνα με τον οποίο το καταχωρισθέν λεκτικό σημείο TEK αποτελούσε ένδειξη που χρησίμευε για την περιγραφή της ποιότητας των προϊόντων που περιέχουν ξύλο teak, και επί της διαπίστωσης του τμήματος ακυρώσεων κατά την οποία είναι αληθές ότι, σύμφωνα με τα αποσπάσματα του λεξικού η λέξη «tek», δηλώνει, στα ιταλικά και στα γαλλικά, το ξύλο teak (βλ. σκέψη 10 της αποφάσεως του τμήματος ακυρώσεων).

56      Υπό τις συνθήκες αυτές, το τμήμα προσφυγών δεν προσέβαλε τα δικαιώματα άμυνας της προσφεύγουσας, δεδομένου ότι αυτή είχε τη δυνατότητα να διατυπώσει την άποψή της ως προς όλα τα νομικά και πραγματικά στοιχεία στα οποία στήριξε το τμήμα προσφυγών την απόφασή του στο πλαίσιο του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94.

57      Οι λοιποί ισχυρισμοί της προσφεύγουσας δεν μπορούν να θίξουν την εκτίμηση αυτή.

58      Αντιθέτως προς όσα ισχυρίζεται η προσφεύγουσα, οι περιστάσεις της υπό κρίση υποθέσεως διαφέρουν από εκείνες που οδήγησαν στην έκδοση της προπαρατεθείσας αποφάσεως EUROCOOL. Συγκεκριμένα, στην υπόθεση εκείνη, το τμήμα προσφυγών δέχθηκε αυτεπαγγέλτως ένα νέο απόλυτο λόγο απαραδέκτου, χωρίς να δώσει τη δυνατότητα στον αιτούμενο την καταχώριση να διατυπώσει την άποψή του επί της εφαρμογής του. Εν προκειμένω, αντιθέτως, το τμήμα προσφυγών ερεύνησε κάθε έναν από τους απόλυτους λόγους απαραδέκτου και ιδίως τον λόγο απαραδέκτου του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94, τον οποίο είχε εξετάσει το τμήμα ακυρώσεων. Το τμήμα προσφυγών στήριξε τη συλλογιστική του στο σύνολο των χαρακτηριστικών των προϊόντων γνωρισμάτων τα οποία αφορούν την ιδιότητά τους να αποτελούν απομίμηση ξύλου και τα οποία συνιστούν τα κριτήρια αναλύσεως που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94.

59      Περαιτέρω, μικρή σημασία έχει το γεγονός ότι η παρεμβαίνουσα προέβαλε αυτό το επιχείρημα σχετικά με τις απομιμήσεις ξύλου στο πλαίσιο λόγου απαραδέκτου διαφορετικού από αυτόν που δέχθηκε το τμήμα προσφυγών. Συγκεκριμένα, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι, όπως προκύπτει από τη νομολογία, η εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών περιλαμβάνεται στην πράξη με την οποία λαμβάνεται η απόφαση και το δικαίωμα ακροάσεως δεν εκτείνεται στην τελική θέση που προτίθεται να λάβει η διοίκηση. Υπό τις συνθήκες αυτές, το τμήμα προσφυγών δεν ήταν υποχρεωμένο να παράσχει στην προσφεύγουσα τη δυνατότητα να διατυπώσει την άποψή της σχετικά με την εκτίμηση των πραγματικών στοιχείων στην οποία το τμήμα αυτό είχε αποφασίσει να βασίσει την απόφασή του (βλ., συναφώς, προπαρατεθείσες αποφάσεις Salvita, σκέψη 62, και Επίμηκες περίγραμμα που καταλήγει σε τρίγωνο, σκέψη 20).

60      Κατά συνέπεια, για όλους τους ανωτέρω λόγους, ο τέταρτος λόγος ακυρώσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 73, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού 40/94, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

 Επί του λόγου ακυρώσεως που αντλείται από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94

–       Επιχειρήματα των διαδίκων

61      Η προσφεύγουσα αμφισβητεί ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση μπορεί να θεωρηθεί ως περιγραφικό των εν λόγω προϊόντων.

62      Πρώτον, προβάλλει ότι ο μέσος καταναλωτής, που έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι προσεκτικός και ευλόγως ενημερωμένος δεν αντιλαμβάνεται τη λέξη «tek» ως περιγραφική των δηλούμενων προϊόντων, εφόσον το σήμα καταχωρίστηκε για προϊόντα που δεν είναι κατασκευασμένα από ξύλο και τα εν λόγω προϊόντα δεν έχουν εμφάνιση ούτε ξύλου teak ούτε απομίμησης ξύλου teak.

63      Κατ’ αυτήν, όσον αφορά τα ράφια και τα μέρη ραφιών που είναι κατασκευασμένα από άλλα υλικά πλην του ξύλου, ο μέσος καταναλωτής, που έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι προσεκτικός και ευλόγως ενημερωμένος, δεν δίνει στη λέξη «tek» τη σημασία του ξύλου teak και είναι, ιδίως, πιθανό να αντιλαμβάνεται το σήμα TEK ως συνδυασμό των δύο πρώτων γραμμάτων της επωνυμίας της εταιρίας Tegometall.

64      Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η προσφεύγουσα πρόσθεσε ότι, μολονότι η λέξη «tek» είχε όντως καταχωριστεί στα λεξικά με τη σημασία «ξύλο teak», ωστόσο η χρήση της ήταν σπάνια.

65      Ως προς το γεγονός ότι η λέξη «tek» παραπέμπει στο σκούρο καφέ χρώμα του ξύλου teak, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι αυτός ο ισχυρισμός της παρεμβαίνουσας είναι εκπρόθεσμος και ότι εν πάση περιπτώσει από το γεγονός ότι τα προϊόντα έχουν, ενδεχομένως, το χρώμα του ξύλου teak δεν μπορεί να συναχθεί ότι αυτά είναι πράγματι από ξύλο teak. Επιπλέον, το λεξικό των χρωμάτων χρησιμοποιεί την αγγλική λέξη «teak» και όχι τη λέξη «tek», το αγγλόφωνο κοινό όμως δεν είναι, εν προκειμένω, το ενδιαφερόμενο κοινό.

66      Η προσφεύγουσα προσθέτει ότι, για να αντιληφθεί το οικείο κοινό ότι το σήμα TEK λειτουργεί ως περιγραφικό των προϊόντων που δεν είναι κατασκευασμένα από ξύλο, η λέξη πρέπει να χρησιμοποιηθεί από τον χρήστη σε ένα πλαίσιο που να παραπέμπει κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτηση σε περιγραφική σημασία. Τούτο ακριβώς συμβαίνει στην περίπτωση των επικολλούμενων φύλλων τα οποία προσδίδουν στην επιφάνεια άλλου αντικειμένου το χρώμα, τη δομή και την υφή του ξύλου teak με αποκλειστικό σκοπό να δώσουν στα εν λόγω προϊόντα εμφάνιση όμοια με την εμφάνιση του ξύλου teak. Πάντως, τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση δεν χρησιμοποιούνται με ειδικό σκοπό την απομίμηση του ξύλου teak.

67      Συναφώς, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι, για την εκτίμηση της δυνατότητας καταχωρίσεως ενός σήματος, καθοριστικό κριτήριο δεν αποτελεί το αν, εντός ορισμένου πλαισίου, μπορεί το κοινό να αντιληφθεί το σήμα ως περιγραφικό, αλλά η εξέταση του αν το σήμα καθαυτό, ανεξαρτήτως των περιστάσεων υπό τις οποίες μπορεί να χρησιμοποιηθεί, μπορεί να έχει, για τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση, ένα ρόλο καθαρά περιγραφικό [αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 20ής Μαρτίου 2002, T‑356/00, DaimlerChrysler κατά ΓΕΕΑ (CARCARD), Συλλογή 2002, σ. II‑1963, σκέψη 46, και της 9ης Οκτωβρίου 2002, T‑360/00, Dart Industries κατά ΓΕΕΑ (UltraPlus), Συλλογή 2002, σ. II‑3867, σκέψη 52].

68      Δεύτερον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι δεν είναι δυνατόν να συνδέεται η λέξη «tech», η οποία γίνεται αντιληπτή από το κοινό ως συντομογραφία, ως ένα ακρωνύμιο που προφέρεται ως τέτοιο, με το λεκτικό σήμα TEK που γίνεται αντιληπτό ως συνδυασμός γραμμάτων και προφέρεται επομένως διαφορετικά, όπως η ακολουθία των γραμμάτων «t», «e» και «k».

69      Η προσφεύγουσα θεωρεί ότι, για να κριθεί η δυνατότητα καταχωρίσεως ενός σήματος, πρέπει να προσδιοριστεί αν το σημείο που αποτελεί το αντικείμενο της διαφοράς έχει ενδεχομένως καταχωριστεί και όχι να εξεταστεί αν έχουν ενδεχομένως καταχωριστεί παρόμοια σημεία. Έτσι, ακόμη και αν η προφορά τους είναι πανομοιότυπη, οι διαφορές των σημείων στον τρόπο που γράφονται μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα διαφορετική εκτίμηση ως προς την καταχώρισή τους.

70      Κατά την προσφεύγουσα, ακόμη και αν το λεκτικό σημείο TEK είχε τη σημασία της συντομογραφίας της λέξης «τεχνολογία» ή της λέξης «τεχνική», δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι το εν λόγω σήμα μπορεί να περιγράψει τα χαρακτηριστικά των προϊόντων που αποτελούν αντικείμενο της αιτήσεως καταχωρίσεως. Συγκεκριμένα, ως προς τα ράφια και τα μέρη ραφιών, οι λέξεις «τεχνική» ή «τεχνολογία» δεν έχουν καθορισμένη ή σαφή περιγραφική σημασία και δεν περιγράφουν τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά των προϊόντων αυτών.

71      Προβάλλει επίσης ότι, αν ορισμένα στοιχεία του ραφιού ενδέχεται να έχουν τεχνικό χαρακτήρα και, ως εκ τούτου, αποτελούν αντικείμενο διπλώματος ευρεσιτεχνίας, δεν μπορεί εξ αυτού να συναχθεί ότι το κοινό θεωρεί ότι τα προϊόντα αυτά προδίδουν, από τη φύση τους, τεχνικό χαρακτήρα.

72      Το ΓΕΕΑ παρατηρεί ότι δεν αμφισβητείται ότι, στα γαλλικά και στα ιταλικά, η λέξη «tek» σημαίνει ξύλο teak, και ότι τα ράφια και τα μέρη ραφιών μπορούν να είναι κατασκευασμένα από ξύλο teak. Κατά το ΓΕΕΑ, δεν φαίνεται να αμφισβητείται ότι το κοινό θα αντιληφθεί τη λέξη «tek» ως περιγραφική του ξύλου teak, τουλάχιστον στις περιπτώσεις που η επιφάνεια ενός αντικειμένου έχει απόχρωση, δομή και υφή που αντιστοιχούν σε αυτές του ξύλου teak.

73      Το ΓΕΕΑ υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών ορθώς έκρινε ότι το μόνο στοιχείο που είχε σημασία για την ανάλυση του περιγραφικού χαρακτήρα του σήματος ήταν ο κατάλογος των προϊόντων που συνοδεύουν το σήμα και ότι, ακόμη και αν ένα σήμα είναι περιγραφικό παρά μόνο για ένα τμήμα των προϊόντων που περιλαμβάνονται σε μια συγκεκριμένη κατηγορία, δεν μπορεί να καταχωριστεί για την κατηγορία αυτή [απόφαση του Πρωτοδικείου της 16ης Μαρτίου 2006, Τ-322/03, Telefon & Buch κατά ΓΕΕΑ – Herold Business Data (WEISSE SEITEN), Συλλογή 2006, σ. ΙΙ-835, σκέψη 83].

74      Η παρεμβαίνουσα υποστηρίζει, όπως το ΓΕΕΑ, ότι το σήμα TEK είναι περιγραφικό των εν λόγω προϊόντων. Κατ’ αυτήν, το «teak» είναι χρώμα καφέ απόχρωσης, δηλαδή καφέ teak όπως ορίζεται στο λεξικό χρωμάτων των Maerz και Paul. Επομένως, στον βαθμό που το χρώμα είναι μία συνήθης ένδειξη της εξωτερικής εμφάνισης των πραγμάτων και εν προκειμένω των ραφιών, δεν αποκλείεται το ενδιαφερόμενο ιταλόφωνο και γαλλόφωνο κοινό να αντιλαμβάνεται το σήμα TEK ως ένδειξη ποιότητας.

75      Η παρεμβαίνουσα προβάλλει ότι το σήμα TEK είναι καθαρά περιγραφικό των προϊόντων που αποτελούν αντικείμενο της αιτήσεως καταχωρίσεως, ανεξαρτήτως του πλαισίου εντός του οποίου μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Ακόμη και αν υποτεθεί ότι μπορεί να ληφθεί υπόψη ο περιορισμός των προϊόντων σε αυτά μόνον που δεν είναι απομίμηση ξύλου, υποστηρίζει ότι δεν μπορεί εν πάση περιπτώσει να απορριφθεί κάθε περιγραφικός σύνδεσμος μεταξύ του σημείου και των προϊόντων, εφόσον η λέξη «tek» περιγράφει το χρώμα των οικείων προϊόντων που δεν είναι κατασκευασμένα από ξύλο και δεν αποτελούν απομίμηση ξύλου.

76      Η παρεμβαίνουσα θεωρεί ότι η λέξη «tek» θα γίνει αντιληπτή από τους περισσότερους καταναλωτές ως συντομογραφία της λέξης «τεχνική». Συναφώς, παρατηρεί ότι, σύμφωνα με τις μόνιμες κατευθυντήριες γραμμές ελέγχου του τμήματος σημάτων του United Kingdom Intellectual Property Office (Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας του Ηνωμένου Βασιλείου), οι ενδείξεις «tek» και «tec» θεωρούνται ισοδύναμες και δεν γίνονται δεκτές για μη τεχνικά προϊόντα και ότι το τμήμα προσφυγών δεν δέχθηκε την αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού σήματος CYBERTEK στον βαθμό που ο μέσος καταναλωτής θα μπορέσει να συνδέσει την έννοια «tek» και τις λέξεις «τεχνική» ή «τεχνολογία» [βλ. απόφαση R 826/2004-1, της 15ης Δεκεμβρίου 2004 (CYBERTEK)].

–       Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

77      Κατά πάγια νομολογία, το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94 δεν επιτρέπει το να μπορούν τα μνημονευόμενα σ’ αυτό σημεία ή ενδείξεις να ανήκουν σε μία μόνον επιχείρηση λόγω της καταχωρίσεώς τους ως σήματος. Η διάταξη αυτή επιδιώκει ένα γενικού συμφέροντος σκοπό ο οποίος επιβάλλει τέτοια σημεία ή ενδείξεις να μπορούν να χρησιμοποιούνται ελευθέρως από όλους [απόφαση του Πρωτοδικείου της 27ης Νοεμβρίου 2003, T‑348/02, Quick κατά ΓΕΕΑ (Quick), Συλλογή 2003, σ. II‑5071, σκέψη 27· βλ. επίσης, κατ’ αναλογία, απόφαση του Δικαστηρίου της 4ης Μαΐου 1999, C‑108/97 και C‑109/97, Windsurfing Chiemsee, Συλλογή 1999, σ. I‑2779, σκέψη 25].

78      Εξάλλου, τα σημεία που αφορά το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94 είναι σημεία που θεωρούνται ακατάλληλα να ασκήσουν την ουσιώδη λειτουργία του σήματος, δηλαδή να χαρακτηρίσουν την προέλευση του προϊόντος ή της υπηρεσίας, προκειμένου να παράσχουν έτσι τη δυνατότητα στον καταναλωτή που αποκτά το προϊόν ή την υπηρεσία που το σήμα προσδιορίζει να προβεί, σε μεταγενέστερη κτήση, στην ίδια επιλογή, αν η εμπειρία αποβεί θετική, ή σε διαφορετική επιλογή, αν η εμπειρία αποβεί αρνητική (βλ. προπαρατεθείσα απόφαση Quick, σκέψη 28, και τη νομολογία που παρατίθεται εκεί).

79      Τα μνημονευόμενα στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94 σημεία και ενδείξεις είναι εκείνα τα οποία δύνανται να χρησιμοποιηθούν, στο πλαίσιο της συνήθους χρήσεως από το ενδιαφερόμενο κοινό, για να υποδηλώσουν, είτε άμεσα είτε με μνεία ενός ουσιώδους χαρακτηριστικού τους, προϊόν ή υπηρεσία για το οποίο προϊόν ή για την οποία υπηρεσία ζητήθηκε η καταχώριση [αποφάσεις του Δικαστηρίου της 20ής Σεπτεμβρίου 2001, C‑383/99 P, Procter & Gamble κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2001, σ. I‑6251, σκέψη 39, και του Πρωτοδικείου της 22ας Ιουνίου 2005, T‑19/04, Metso Paper Automation κατά ΓΕΕΑ (PAPERLAB), Συλλογή 2005, σ. II‑2383, σκέψη 24].

80      Επομένως, για να εμπίπτει ένα σημείο στην επιβαλλόμενη από τη διάταξη αυτή απαγόρευση, πρέπει να παρουσιάζει μία επαρκώς άμεση και συγκεκριμένη σχέση με τα σχετικά προϊόντα ή υπηρεσίες, βάσει της οποίας το οικείο κοινό δύναται να αντιληφθεί άμεσα και χωρίς περαιτέρω σκέψη την περιγραφή των σχετικών προϊόντων ή υπηρεσιών ή ένα χαρακτηριστικό τους [βλ., συναφώς, αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 20ής Ιουλίου 2004, T‑311/02, Lissotschenko και Hentze κατά ΓΕΕΑ (LIMO), Συλλογή 2004, σ. II‑2957, σκέψη 30, και PAPERLAB, προπαρατεθείσα, σκέψη 25].

81      Επομένως, η εκτίμηση του περιγραφικού χαρακτήρα ενός σημείου μπορεί να χωρήσει μόνον, αφενός, σε σχέση με τα ως άνω προϊόντα και υπηρεσίες και, αφετέρου, σε σχέση με την αντίληψη ενός συγκεκριμένου κοινού, που αποτελείται από τους καταναλωτές των συγκεκριμένων προϊόντων ή υπηρεσιών [προπαρατεθείσα απόφαση του Πρωτοδικείου CARCARD, σκέψη 25, και απόφαση της 12ης Ιανουαρίου 2005, T‑367/02 έως T‑369/02, Wieland-Werke κατά ΓΕΕΑ (SnTEM, SnPUR, SnMIX), Συλλογή 2005, σ. II‑47, σκέψη 17].

82      Εν προκειμένω, πρέπει να υπομνησθεί, εισαγωγικά, ότι η υπό κρίση προσφυγή αφορά μόνον τα εξής προϊόντα της αιτήσεως καταχωρίσεως: ράφια και μέρη ραφιών, ειδικότερα κρεμαστά καλάθια για ράφια, στο σύνολό τους τα προαναφερόμενα είδη από μέταλλο, της κλάσεως 6, και όλα τα προαναφερόμενα είδη μη κατασκευασμένα από ξύλο, της κλάσεως 20. Συγκεκριμένα, όπως αποδείχθηκε με τις σκέψεις 19 έως 29, το Πρωτοδικείο δεν μπορεί να λάβει υπόψη τον περιορισμό των προϊόντων που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως στο σύνολο των προϊόντων που δεν αποτελούν απομιμήσεις ξύλου teak, δεδομένου ότι ο περιορισμός αυτός έγινε μετά την έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως.

83      Το ενδιαφερόμενο κοινό θεωρείται ότι είναι ο μέσος καταναλωτής, ο οποίος έχει τη συνηθισμένη πληροφόρηση και είναι σε λογικό βαθμό προσεκτικός [απόφαση του Πρωτοδικείου της 27ης Φεβρουαρίου 2002, T‑219/00, Ellos κατά ΓΕΕΑ (ELLOS), Συλλογή 2002, σ. II‑753, σκέψη 30· βλ. επίσης, κατ’ αναλογία, απόφαση του Δικαστηρίου της 22ας Ιουνίου 1999, C‑342/97, Lloyd Schuhfabrik Meyer, Συλλογή 1999, σ. I‑3819, σκέψη 26]. Συγκεκριμένα, τα εν λόγω προϊόντα, λόγω της φύσεώς τους (ράφια και μέρη ραφιών και κρεμαστά καλάθια), προορίζονται για γενική κατανάλωση. Εξάλλου, ο τρόπος με τον οποίο γίνεται αντιληπτή η λέξη «tek» πρέπει να εκτιμηθεί σε σχέση με τον γαλλόφωνο και ιταλόφωνο καταναλωτή, δεδομένου ότι η επίδικη λέξη είναι όρος της γαλλικής και της ιταλικής γλώσσας.

84      Υπό τις περιστάσεις αυτές, πρέπει να διερευνηθεί, στο πλαίσιο εφαρμογής του απόλυτου λόγου απαραδέκτου του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94, αν κατά την αντίληψη του εν λόγω κοινού υφίσταται άμεση και συγκεκριμένη σχέση μεταξύ του σήματος TEK και των προϊόντων που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως σήματος, όπως αυτά αναλύθηκαν από το τμήμα προσφυγών.

85      Όσον αφορά τη σημασία του λεκτικού σημείου TEK, πρέπει πρώτον να αναφερθεί ότι η προσφεύγουσα δεν αμφισβήτησε, ενώπιον του τμήματος προσφυγών, το συμπέρασμα του τμήματος ανακοπών, που παρατίθεται στη σκέψη 10 της αποφάσεώς του, κατά το οποίο, είναι αληθές ότι, σύμφωνα με τα αποσπάσματα του λεξικού που προσκομίστηκαν, στα ιταλικά και στα γαλλικά, η λέξη «tek» δηλώνει το ξύλο teak. Συγκεκριμένα, τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας περιορίζονται, κατ’ ουσίαν, στον ισχυρισμό ότι η χρήση μεταλλικής δομής ραφιού με ράφια από μέταλλο ή γυαλί δεν δημιουργεί οπωσδήποτε την εντύπωση ότι το ράφι ή τα μέρη του ραφιού είναι κατασκευασμένα από ξύλο teak.

86      Η προσφεύγουσα διευκρίνισε κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση ενώπιον του Πρωτοδικείου, χωρίς να αμφισβητήσει ότι η λέξη «tek» περιλαμβάνεται πράγματι στα λεξικά της γαλλικής και της ιταλικής γλώσσας, ότι αμφέβαλε ωστόσο για το αν η λέξη αυτή χρησιμοποιείται όντως υπ’ αυτή την έννοια.

87      Δεν αμφισβητείται επομένως ότι η λέξη «tek» σημαίνει ξύλο teak κατά τα λεξικά της γαλλικής και της ιταλικής γλώσσας και ότι αποτελεί γραφικό σύμβολο του ξύλου teak στα λεξικά αυτά. Πρόκειται για είδος ξύλου καφετί, σκληρού, πολύ συμπαγούς και μεγάλης αντοχής και η λέξη «tek» δηλώνει έτσι ένα είδος ξύλου και τα χαρακτηριστικά του ξύλου αυτού.

88      Συναφώς, δεν έχει σημασία αν η λέξη «tek» χρησιμοποιείται με την έννοια του ξύλου teak. Συγκεκριμένα, προκειμένου το ΓΕΕΑ να αρνηθεί την καταχώριση στηριζόμενο στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94, δεν απαιτείται τα σημεία και οι ενδείξεις που συνθέτουν το σήμα και αποτελούν αντικείμενο του άρθρου αυτού να χρησιμοποιούνται στην πραγματικότητα κατά τον χρόνο της υποβολής της αιτήσεως καταχωρίσεως για σκοπούς περιγραφικούς προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία υποβάλλεται η αίτηση ή χαρακτηριστικών γνωρισμάτων των εν λόγω προϊόντων ή των εν λόγω υπηρεσιών. Αρκεί, όπως υποδηλώνει το γράμμα της ανωτέρω διατάξεως, τα οικεία σημεία και οι ενδείξεις να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τους σκοπούς αυτούς (απόφαση του Δικαστηρίου της 23ης Οκτωβρίου 2003, C‑191/01 P, ΓΕΕΑ κατά Wrigley, Συλλογή 2003, σ. I‑12447, σκέψη 32, και προπαρατεθείσα απόφαση LIMO, σκέψη 32).

89      Ως προς τη φύση της σχέσεως μεταξύ του λεκτικού σημείου TEK και των οικείων προϊόντων, το τμήμα προσφυγών έκρινε, με τις σκέψεις 13 έως 15 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι, εφόσον τα ράφια και τα μέρη ραφιών μπορούν να κατασκευαστούν από ξύλο teak και δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι τα μεταλλικά και πλαστικά αυτά προϊόντα μπορούν να αποτελούν απομίμηση ξύλου teak, η έκφραση «tek», χρησιμοποιούμενη σε σχέση με μεταλλικά ή πλαστικά ράφια, χρησίμευε για να προσδιορίσει την εμφάνιση, την εξωτερική μορφή και ενδεχομένως, άλλες ποιοτικές παραμέτρους του ξύλου teak.

90      Πρέπει να επισημανθεί ότι η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί ότι μπορούν να κατασκευαστούν από ξύλο teak ράφια, μέρη ραφιών και κρεμαστά καλάθια ούτε ότι τα προαναφερθέντα προϊόντα μπορούν εν πάση περιπτώσει να έχουν την εμφάνιση του ξύλου teak εφόσον κατασκευάζονται σήμερα ράφια από άλλα υλικά πλην του ξύλου teak στα οποία επιτίθεται λάδι, λάκα ή καλύπτονται με επικολλούμενα φύλλα που δίνουν την εντύπωση ξύλου αυτού του είδους. Η προσφεύγουσα προβάλλει ότι το ενδιαφερόμενο κοινό δεν αντιλαμβάνεται τη λέξη «tek» ως χαρακτηριστικό των προϊόντων της, στον βαθμό που τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση του σήματος είναι μεταλλικά και δεν έχουν την εμφάνιση ούτε του ξύλου teak ούτε της απομίμησης ξύλου teak.

91      Πάντως, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η προσφεύγουσα ζήτησε την καταχώριση του σήματός της για ράφια, μέρη ραφιών και κρεμαστά καλάθια, στο σύνολό τους τα προαναφερόμενα είδη από μέταλλο, της κλάσεως 6, και όλα τα προαναφερόμενα μη κατασκευασμένα από ξύλο προϊόντα, της κλάσεως 20. Επομένως, ορθώς το τμήμα προσφυγών έκρινε, με τη σκέψη 17 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι ο κατάλογος των προϊόντων «ουδόλως [περιοριζόταν] σε ράφια από γυαλί ή μέταλλο, που μπορούσαν να αναγνωριστούν ως αποτελούμενα από τα υλικά αυτά».

92      Επομένως, λαμβανομένου υπόψη του καταλόγου των προϊόντων για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση του σήματος TEK, η προσφεύγουσα μπορεί να κατασκευάσει στο μέλλον τα προϊόντα της από υλικά όπως το πλαστικό ή το μέταλλο δίνοντας όμως την εμφάνιση του ξύλου teak. Συγκεκριμένα, τα επίδικα προϊόντα, ιδίως αυτά που είναι κατασκευασμένα από πλαστικό, μπορούν με την απόχρωσή τους και την εξωτερική τους εμφάνιση, λόγω των τεχνικών απομίμησης ξύλου που υφίστανται σήμερα στην αγορά, να δώσουν την εντύπωση ότι είναι κατασκευασμένα από ξύλο teak ή ότι έχουν ορισμένα τουλάχιστον από τα χαρακτηριστικά του ξύλου teak.

93      Έτσι, η σχέση μεταξύ της έννοιας της λέξης «tek», αφενός, και των ραφιών, μερών ραφιών και κρεμαστών καλαθιών, όλων των προαναφερθέντων κατασκευασμένων από μέταλλο και όχι από ξύλο, αφετέρου, είναι τόσο στενή ώστε να εμπίπτει στην απαγόρευση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94 (βλ., συναφώς, απόφαση ELLOS, προπαρατεθείσα, σκέψη 37).

94      Συναφώς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι μικρή σημασία έχει αν η προσφεύγουσα δεν προτείνει τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση με σκοπό την απομίμηση του ξύλου teak. Συγκεκριμένα, όπως προαναφέρθηκε, η εκτίμηση του περιγραφικού χαρακτήρα ενός σημείου μπορεί να χωρήσει μόνο σε σχέση με καθεμία από τις κατηγορίες προϊόντων και υπηρεσιών που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως (βλ. σκέψη 81 ανωτέρω). Συναφώς, το γεγονός ότι ένα λεκτικό σημείο είναι περιγραφικό σε σχέση με τμήμα μόνον των προϊόντων ή υπηρεσιών μιας κατηγορίας που παρατίθεται ως τέτοια στην αίτηση καταχωρίσεως δεν εμποδίζει την απόρριψη αιτήσεως καταχωρίσεως [απόφαση του Πρωτοδικείου της 20ής Μαρτίου 2002, T‑355/00, DaimlerChrysler κατά ΓΕΕΑ (TELE AID), Συλλογή 2002, σ. II‑1939, σκέψη 40].

95      Επομένως, λαμβανομένης υπόψη της συγκεκριμένης και άμεσης σχέσης μεταξύ του λεκτικού σημείου TEK και των ραφιών, μερών ραφιών και κρεμαστών καλαθιών που είναι κατασκευασμένα από μέταλλο και όχι από ξύλο, ορθώς το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι, βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94, το λεκτικό σημείο TEK δεν ήταν δυνατό να συνιστά κοινοτικό σήμα.

96      Στον βαθμό που πρέπει να μη γίνεται καταχώριση λεκτικού σημείου, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94, αν, σε μία τουλάχιστον από τις δυνητικές σημασίες του, είναι δηλωτικό χαρακτηριστικού γνωρίσματος των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών (προπαρατεθείσα απόφαση ΓΕΕΑ κατά Wrigley, σκέψη 32), πρέπει να γίνει δεκτό ότι το τμήμα προσφυγών δεν υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως διότι δεν ανέλυσε αν το σήμα TEK μπορούσε επίσης να γίνει αντιληπτό ως ένδειξη περιγραφική ορισμένων τεχνικών ή τεχνολογικών πλευρών των προϊόντων σε αγγλόφωνες και γερμανόφωνες περιοχές.

97      Πρέπει, επομένως, να απορριφθεί ο πρώτος λόγος ακυρώσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94.

98      Όσον αφορά τον δεύτερο και τον τρίτο λόγο ακυρώσεως, που αντλούνται από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία β΄ και ζ΄, αντιστοίχως, του κανονισμού 40/94, πρέπει να υπομνησθεί ότι, όπως προκύπτει από το άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 40/94, αρκεί να ισχύει ένας από τους απόλυτους λόγους απαραδέκτου προκειμένου το σημείο να μην μπορεί να καταχωριστεί ως κοινοτικό σήμα (απόφαση του Δικαστηρίου της 19ης Σεπτεμβρίου 2002, C‑104/00 P, DKV κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2002, σ. I‑7561, σκέψη 29).

99      Συνεπώς, παρέλκει η εξέταση των επιχειρημάτων της προσφεύγουσας που αντλούνται από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία β΄ και ζ΄, του κανονισμού 40/94.

100    Κατόπιν των ανωτέρω, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.

 Επί των δικαστικών εξόδων

101    Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον διατυπωθεί σχετικό αίτημα. Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα του ΓΕΕΑ, σύμφωνα με το σχετικό αίτημά του.

102    Δεδομένου ότι η παρεμβαίνουσα δεν διατύπωσε σχετικό αίτημα, θα φέρει τα δικά της έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ (πέμπτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα, πλην των εξόδων της παρεμβαίνουσας.

3)      Η παρεμβαίνουσα φέρει τα δικαστικά της έξοδα.

Βηλαράς

Dehousse

Šváby

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο, στις 20 Νοεμβρίου 2007.

Ο Γραμματέας

 

       Ο Πρόεδρος

E. Coulon

 

       M. Βηλαράς


* Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.