Language of document : ECLI:EU:T:2009:212

Υπόθεση T-48/04

Qualcomm Wireless Business Solutions Europe BV

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Ανταγωνισμός – Συγκεντρώσεις – Αγορά των συστημάτων τηλεματικής οδικών μεταφορών – Απόφαση κηρύσσουσα τη συγκέντρωση συμβατή με την κοινή αγορά – Δεσμεύσεις – Πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως – Κατάχρηση εξουσίας – Υποχρέωση αιτιολογήσεως»

Περίληψη της αποφάσεως

1.      Προσφυγή ακυρώσεως – Προθεσμίες – Έναρξη – Απόφαση που πρέπει να δημοσιευθεί – Η ημέρα της κοινοποιήσεως, μόνον για τους προσδιοριζόμενους στην απόφαση αποδέκτες

(Άρθρο 230, εδ. 5, ΕΚ και 254 § 3, ΕΚ· κανονισμός 4064/89 του Συμβουλίου)

2.      Προσφυγή ακυρώσεως – Προθεσμίες – Έναρξη – Ημερομηνία δημοσιεύσεως

(Άρθρο 230, εδ. 5, ΕΚ)

3.      Ανταγωνισμός – Συγκεντρώσεις – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Δεσμεύσεις των οικείων επιχειρήσεων δυνάμενες να καταστήσουν την κοινοποιηθείσα πράξη συμβατή με την κοινή αγορά

(Κανονισμός 4064/89 του Συμβουλίου, άρθρα 2 § 2 και 8 § 2)

4.      Ανταγωνισμός – Συγκεντρώσεις – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Εκτιμήσεις οικονομικής φύσεως–Διακριτική ευχέρεια

(Κανονισμός 4064/89 του Συμβουλίου, άρθρο 2)

5.      Προσφυγή ακυρώσεως – Λόγοι ακυρώσεως – Κατάχρηση εξουσίας – Έννοια

(Άρθρο 230 ΕΚ)

6.      Πράξεις των οργάνων – Αιτιολογία – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Έκταση – Λόγος ακυρώσεως που αφορά έλλειψη ή ανεπάρκεια της αιτιολογίας – Λόγος ακυρώσεως που αφορά ανακρίβεια της αιτιολογίας – Διάκριση

(Άρθρο 253 ΕΚ)

1.      Οσάκις, όπως τούτο προβλέπεται από τον κανονισμό 4064/89, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων, μια απόφαση της Επιτροπής πρέπει να δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή δεν μπορεί, κοινοποιώντας άμεσα την απόφαση αυτή σε άλλους πέραν των ρητώς προσδιοριζομένων με την απόφαση αυτή αποδεκτών, να προκαλέσει έναντι των τρίτων αυτών την έναρξη της προθεσμίας ασκήσεως της προσφυγής ακυρώσεως όπως αυτή προβλέπεται για τον αποδέκτη πράξεως που του έχει κοινοποιηθεί, όπως απαιτεί το άρθρο 254, παράγραφος 3, ΕΚ, αντί της προθεσμίας που τρέχει όσον αφορά τις πράξεις που πρέπει να δημοσιευθούν.

Συγκεκριμένα η Επιτροπή δεν μπορεί, υπό το πρόσχημα της διασφαλίσεως, το συντομότερο δυνατόν, της ασφαλείας δικαίου με περιορισμό της δυνατότητας αμφισβητήσεως της αποφάσεως, να παρέχει στον εαυτό της τη διακριτική εξουσία να προσδιορίζει, μεταξύ των τρίτων μη αποδεκτών της αποφάσεως, ενδιαφερομένους των οποίων θα πρέπει να λήξει γρήγορα η δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής, παραβιάζοντας έτσι την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως.

(βλ. σκέψεις 46-50)

2.      Από το γράμμα του άρθρου 230, πέμπτο εδάφιο, ΕΚ προκύπτει ότι το κριτήριο της ημερομηνίας κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος λαμβάνει γνώση της προσβαλλομένης πράξεως ως σημείου αφετηρίας της προθεσμίας για την άσκηση προσφυγής έχει δευτερεύουσα σημασία σε σχέση με τη δημοσίευση ή την κοινοποίηση.

(βλ. σκέψη 55)

3.      Στο πλαίσιο του κανονισμού 4064/89, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων, η Επιτροπή έχει την εξουσία να κηρύξει συμβατή με την κοινή αγορά μια συγκέντρωση που περιλαμβάνει δεσμεύσεις, μόνον αν οι δεσμεύσεις αυτές της παρέχουν τη δυνατότητα να συμπεράνει ότι η συγκέντρωση δεν δημιουργεί ή δεν ενισχύει δεσπόζουσα θέση με αποτέλεσμα να παρακωλύεται σε μεγάλο βαθμό ο ουσιαστικός ανταγωνισμός στην κοινή αγορά.

Επομένως, δεν εναπόκειται στην Επιτροπή να εκτιμά αν οι δεσμεύσεις καθιστούν δυνατό τον περιορισμό του αντίκτυπου στον ανταγωνισμό μιας συγκέντρωσης, Εναπόκειται στην Επιτροπή να αποδείξει, με επαρκή πιθανότητα, στην απόφασή της με την οποία κηρύσσει μια συγκέντρωση συμβατή με την κοινή αγορά, ότι η συγκέντρωση αυτή, όπως τροποποιήθηκε με τις δεσμεύσεις που πρότειναν τα μέρη της συγκέντρωσης, δεν πρόκειται να δημιουργήσει ή να ενισχύσει δεσπόζουσα θέση με αποτέλεσμα να παρακωλύεται σε μεγάλο βαθμό ο ουσιαστικός ανταγωνισμός στην κοινή αγορά ή σε σημαντικό τμήμα της. Το βάρος της αποδείξεως που φέρει συνεπώς η Επιτροπή τελεί ωστόσο υπό την επιφύλαξη της εξουσίας της εκτιμήσεως όσον αφορά τις περίπλοκες οικονομικές εκτιμήσεις.

Ενπόκειται επομένως στους τρίτους ενδιαφερόμενους, των οποίων η προσφυγή αποσκοπεί στην ακύρωση αποφάσεως η οποία κηρύσσει μια συγκέντρωση συνοδευόμενη από δεσμεύσεις συμβατή με την κοινή αγορά, να αποδείξουν ότι η Επιτροπή εκτίμησε εσφαλμένως τις δεσμεύσεις αυτές, οπότε το συμβατό της συγκέντρωσης προς την κοινή αγορά τίθεται εν αμφιβόλω.

(βλ. σκέψεις 89-90, 112)

4.      Οι ουσιαστικοί κανόνες του κανονισμού 4064/89, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων,, ιδίως δε το άρθρο του 2, παρέχουν στην Επιτροπή ορισμένο περιθώριο εκτιμήσεως, ιδίως όσον αφορά ζητήματα οικονομικής φύσεως. Κατά συνέπεια, ο εκ μέρους του κοινοτικού δικαστή έλεγχος της ασκήσεως της εξουσίας αυτής, που είναι ουσιώδης για τον καθορισμό των κανόνων στον τομέα των συγκεντρώσεων, πρέπει να ασκείται λαμβανομένου υπόψη του περιθωρίου εκτιμήσεως, το οποίο στηρίζεται στους οικονομικής φύσεως κανόνες που απαρτίζουν το καθεστώς των συγκεντρώσεων.

O κοινοτικός δικαστής αναγνωρίζει στην Επιτροπή περιθώριο εκτιμήσεως ιδίως σε οικονομικά ζητήματα, πλην όμως τούτο δεν συνεπάγεται ότι ο δικαστής αυτός δεν πρέπει να ελέγχει την εκ μέρους της Επιτροπής ερμηνεία στοιχείων οικονομικής φύσεως. Συγκεκριμένα, ο κοινοτικός δικαστής οφείλει, μεταξύ άλλων, να εξακριβώνει όχι μόνο την ακρίβεια των αποδεικτικών στοιχείων των οποίων έγινε επίκληση, την αξιοπιστία και τη συνοχή τους, αλλά οφείλει και να ελέγχει αν τα στοιχεία αυτά αποτελούν το σύνολο των κρίσιμων δεδομένων που πρέπει να ληφθούν υπόψη για να αξιολογηθεί μια περίπλοκη κατάσταση και αν μπορούν να στηρίξουν τα συμπεράσματα που συνήχθησαν βάσει αυτών.

(βλ. σκέψεις 91-92)

5.      Ως κατάχρηση εξουσίας νοείται το να χρησιμοποιεί μια διοικητική αρχή τις εξουσίες της για σκοπό διαφορετικό από εκείνον για τον οποίον της έχουν απονεμηθεί. Μια απόφαση θεωρείται εκδοθείσα κατά κατάχρηση εξουσίας μόνον αν προκύπτει, βάσει αντικειμενικών, κρισίμων και συγκλινουσών ενδείξεων, ότι ελήφθη για σκοπούς άλλους από αυτούς των οποίων έγινε επίκληση. Σε περίπτωση που οι επιδιωκόμενοι σκοποί είναι πολλαπλοί, ακόμη και αν μεταξύ των αιτιολογικών σκέψεων μιας αποφάσεως υπάρχουν και ορισμένες μη έγκυρες, η απόφαση αυτή δεν ενέχει κατάχρηση εξουσίας, εφόσον δεν αφίσταται του βασικού σκοπού.

(βλ. σκέψη 161)

6.      Η επιβαλλόμενη από το άρθρο 253 ΕΚ αιτιολογία πρέπει να είναι προσαρμοσμένη στη φύση της οικείας πράξεως και πρέπει να διαφαίνεται από αυτήν κατά τρόπο σαφή και μη διφορούμενο η συλλογιστική της κοινοτικής αρχής που εκδίδει την προσβαλλόμενη πράξη, κατά τρόπο που να καθιστά δυνατό στους ενδιαφερομένους να γνωρίζουν τους λόγους που δικαιολογούν τη λήψη του μέτρου και στο αρμόδιο δικαιοδοτικό όργανο να ασκεί τον έλεγχό του. Συνεπώς, το ζήτημα αν η αιτιολογία είναι σύμφωνη με τις επιταγές του άρθρου 253 ΕΚ πρέπει να εκτιμάται βάσει της φύσης της επίμαχης πράξης και του πλαισίου εντός του οποίου αυτή εκδόθηκε.

Επομένως, η έλλειψη ή η ανεπάρκεια αιτιολογίας συνιστά λόγο ακυρώσεως αντλούμενο από παράβαση ουσιώδους τύπου, ο οποίος διαφέρει, αυτός καθεαυτόν, από τον λόγο που στηρίζεται στην ανακρίβεια της αιτιολογίας της αποφάσεως, ο έλεγχος της οποίας εμπίπτει στην εξέταση του βασίμου της αποφάσεως αυτής και όχι της αιτιολογίας της.

(βλ. σκέψεις 174-175, 179)