Language of document : ECLI:EU:T:2012:493

Υπόθεση T-370/06

Kuwait Petroleum Corp. κ.λπ.

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Ανταγωνισμός — Συμπράξεις — Ολλανδική αγορά της πίσσας οδοποιίας — Απόφαση διαπιστώνουσα παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ — Πρόστιμα — Συνεργασία κατά τη διοικητική διαδικασία — Σημαντική πρόσθετη αποδεικτική αξία — Ίση μεταχείριση — Δικαιώματα άμυνας»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (έκτο τμήμα)
της 27ης Σεπτεμβρίου 2012

1.      Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Μείωση του προστίμου σε αντάλλαγμα της συνεργασίας της κατηγορουμένης επιχειρήσεως — Προϋποθέσεις — Αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία η Επιτροπή προηγουμένως αγνοούσε — Περιοριστική ερμηνεία — Αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης — Συμβιβάζεται

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2· ανακοίνωση της Επιτροπής 2002/C 45/03, σημεία 23, στοιχείο β΄, εδ. 3, και 29)

2.      Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Μη επιβολή προστίμου ή μείωσή του σε αντάλλαγμα της συνεργασίας της κατηγορουμένης επιχειρήσεως — Ανάγκη υπάρξεως συμπεριφοράς η οποία να διευκόλυνε την εκ μέρους της Επιτροπής διαπίστωση της παραβάσεως — Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής — Δικαστικός έλεγχος — Όρια

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ· κανονισμός 17 του Συμβουλίου, άρθρα 11 §§ 4 και 5, και 15 § 2· ανακοινώσεις της Επιτροπής 96/C 207/04 και 2002/C 45/03)

3.      Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Μείωση του προστίμου σε αντάλλαγμα της συνεργασίας της κατηγορουμένης επιχειρήσεως — Προϋποθέσεις — Σημαντική προστιθέμενη αποδεικτική αξία των στοιχείων που προσκομίζει η εμπλεκόμενη επιχείρηση — Κριτήρια εκτιμήσεως

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2· ανακοίνωση 2002/C 45/03 της Επιτροπής, σημεία 7, 21 και 22)

4.      Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Μείωση του προστίμου σε αντάλλαγμα της συνεργασίας της κατηγορουμένης επιχειρήσεως — Προϋποθέσεις — Επιχείρηση που ανασκευάζει τις δηλώσεις της — Επίπτωση

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2· ανακοίνωση 2002/C 45/03, σημείο 27)

5.      Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός —Μείωση του προστίμου σε αντάλλαγμα της συνεργασίας της κατηγορουμένης επιχειρήσεως — Συνεκτίμηση του χρόνου της παρασχεθείσας συνεργασίας — Ειδική προθεσμία για την υποβολή αιτήσεως επιείκειας — Δεν υφίσταται

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ· κανονισμοί του Συμβουλίου 17, άρθρο 15 § 2, και 1/2003, άρθρο 23 § 2· ανακοινώσεις της Επιτροπής 96/C 207/04 και 2002/C 45/03, σημεία 7, 21 και 23, στοιχείο β΄)

6.      Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Σεβασμός των δικαιωμάτων άμυνας — Πρόσβαση στον φάκελο — Αντικείμενο — Γνωστοποίηση των απαντήσεων στην ανακοίνωση αιτιάσεων — Προϋποθέσεις — Όρια

(Άρθρα 81 ΕΚ και 82 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 27 § 2· ανακοίνωση 2005/C 325/07 της Επιτροπής, σημεία 8 και 27)

7.      Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Σεβασμός των δικαιωμάτων άμυνας — Πρόσβαση στον φάκελο — Κοινοποίηση εγγράφων μεταγενέστερων της ανακοινώσεως αιτιάσεων και της ακροάσεως των εμπλεκομένων — Προϋποθέσεις — Έγγραφα δυνάμενα να επηρεάσουν το ύψος του προστίμου

(Άρθρα 81 ΕΚ και 82 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 27 § 2)

8.      Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Σεβασμός των δικαιωμάτων άμυνας — Πρόσβαση στον φάκελο — Περιεχόμενο — Άρνηση κοινοποιήσεως εγγράφου — Συνέπειες — Απαραίτητη η διάκριση μεταξύ εγγράφων με επιβαρυντικά στοιχεία και εγγράφων με ελαφρυντικά στοιχεία, ως προς το βάρος αποδείξεως — Έγγραφα δυνάμενα να επηρεάσουν το ύψος του προστίμου

(Άρθρα 81 ΕΚ και 82 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 27 § 2)

1.      H ερμηνεία της παραγράφου 23, στοιχείο β΄, τελευταίο εδάφιο, της ανακοινώσεως του 2002, σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων, πρέπει να είναι περιοριστική, ώστε αυτή να εφαρμόζεται μόνο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες μια μετέχουσα σε σύμπραξη εταιρία γνωστοποιεί στην Επιτροπή νέα πληροφοριακά στοιχεία, σχετικά με τη σοβαρότητα ή τη διάρκεια της παραβάσεως, αποκλειομένων των περιπτώσεων κατά τις οποίες η εταιρία απλώς προσκομίζει στοιχεία που ενισχύουν τα στοιχεία που αποδεικνύουν την ύπαρξη της παραβάσεως.

Η σχετική με την επιείκεια διαδικασία αποτελεί εξαίρεση από τον κανόνα κατά τον οποίο μια επιχείρηση τιμωρείται για κάθε παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού, οπότε οι κανόνες που διέπουν τη διαδικασία αυτή πρέπει να ερμηνεύονται περιοριστικά.

Εξάλλου, αν οι επιχειρήσεις δεν είχαν το κίνητρο να καταγγείλουν πρώτες αυτές μια σύμπραξη στην Επιτροπή, θα επηρεαζόταν η αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων επιείκειας.

Η λιγότερο περιοριστική ερμηνεία της διατάξεως αυτής θα καθιστούσε άνευ αντικειμένου τη διάκριση που έχει καθιερώσει η Επιτροπή με την ανακοίνωση, μεταξύ της επιχειρήσεως που μπορεί να τύχει πλήρους απαλλαγής από το πρόστιμο (τίτλος A της ανακοινώσεως περί συνεργασίας) και των επιχειρήσεων που μπορούν να ζητήσουν μείωση του προστίμου (τίτλος B της ανακοινώσεως περί συνεργασίας), διότι έτσι θα έπρεπε και οι δεύτερες να απαλλαγούν εντελώς από το πρόστιμο. Συγκεκριμένα, η ανακοίνωση περί συνεργασίας διαχωρίζει την επιχείρηση που πρώτη προσκόμισε αποδεικτικά στοιχεία βάσει των οποίων η Επιτροπή δύναται να διαπιστώσει μια παράβαση ή να διατάξει τη διενέργεια επιτόπιων ελέγχων, επιχείρηση η οποία δικαιούται πλήρη απαλλαγή από το πρόστιμο, από τις λοιπές επιχειρήσεις, οι οποίες δεν πληρούν τις προϋποθέσεις αυτές και δικαιούνται μόνο μείωση του προστίμου έως 50 %.

Επομένως, δεν συνιστά πλάνη περί το δίκαιο το να λαμβάνει η Επιτροπή υπόψη της, κατά τον καθορισμό του προστίμου, περιστατικά τα οποία ήδη γνώριζε και στην τεκμηρίωση των οποίων η εν λόγω εταιρία απλώς συνέβαλε, προσκομίζοντας ορισμένα αποδεικτικά στοιχεία.

Η ερμηνεία αυτή δεν προσκρούει στην αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, εφόσον η Επιτροπή δεν έχει παράσχει στην επιχείρηση συγκεκριμένες διαβεβαιώσεις όσον αφορά τη δυνατότητα απαλλαγής από το πρόστιμο. Εν γένει, οι αιτούντες επιείκεια υποβάλλουν στην Επιτροπή πληροφοριακά στοιχεία, χωρίς να γνωρίζουν ποια στοιχεία έχει αυτή ήδη στη διάθεσή της, οπότε δεν μπορούν να διατηρούν καμία βάσιμη προσδοκία όσον αφορά το αν και κατά πόσον θα μειωθεί το πρόστιμο ως προς αυτούς.

(βλ. σκέψεις 33-38)

2.      Η συνεργασία κατά την έρευνα που δεν υπερβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχουν οι επιχειρήσεις από το άρθρο 11, παράγραφοι 4 και 5, του κανονισμού 17 δεν δικαιολογεί μείωση του προστίμου, βάσει της ανακοινώσεως του 1996, σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων. Αντιθέτως, μια τέτοια μείωση δικαιολογείται όταν η επιχείρηση παρείχε πληροφορίες βαίνουσες πέραν αυτών που η Επιτροπή θα απαιτούσε να προσκομισθούν δυνάμει του άρθρου 11 του κανονισμού 17. Μείωση του προστίμου, στο πλαίσιο της συνεργασίας, δικαιολογείται εφόσον η επιχείρηση διευκολύνει το έργο της Επιτροπής, που συνίσταται στη διαπίστωση και τη δίωξη των παραβάσεων των κανόνων του ανταγωνισμού, και η συμπεριφορά της μαρτυρεί ειλικρινές πνεύμα συνεργασίας. Κατά συνέπεια, αφενός, εναπόκειται στο Γενικό Δικαστήριο να εξετάσει αν η Επιτροπή παρέβλεψε το ζήτημα σε ποιον βαθμό η συνεργασία των εμπλεκομένων επιχειρήσεων υπερέβη αυτό που απαιτείται σύμφωνα με το άρθρο 11 του κανονισμού 17. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο ασκεί πλήρη έλεγχο, όσον αφορά ιδίως τα όρια τα οποία προκύπτουν από τα δικαιώματα άμυνας των επιχειρήσεων για την υποχρέωσή τους να απαντήσουν στις αιτήσεις παροχής πληροφοριών. Αφετέρου, το Γενικό Δικαστήριο καλείται να εξακριβώσει, όπως εν προκειμένω, αν η Επιτροπή εκτίμησε ορθώς, υπό το πρίσμα της ανακοινώσεως περί της συνεργασίας του 1996, τη λυσιτέλεια της συνεργασίας για την απόδειξη της παραβάσεως. Εντός των ορίων που χαράσσει η εν λόγω ανακοίνωση, η Επιτροπή απολαύει εξουσίας εκτιμήσεως προκειμένου να αξιολογήσει αν οι πληροφορίες ή τα έγγραφα, που παρασχέθηκαν οικειοθελώς από τις επιχειρήσεις, διευκόλυναν το έργο της και αν πρέπει να χορηγηθεί μείωση σε μια επιχείρηση δυνάμει της ως άνω ανακοινώσεως. Η εκτίμηση αυτή υπόκειται σε περιορισμένο δικαστικό έλεγχο.

Ομοίως, στο πλαίσιο της ανακοινώσεως του 2002, σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων, η Επιτροπή δύναται να εκτιμήσει, κατά διακριτική ευχέρεια, αν οι πληροφορίες ή τα έγγραφα που παρασχέθηκαν εκουσίως από τις επιχειρήσεις διευκόλυναν το έργο της και αν πρέπει να χορηγηθεί μείωση σε μια επιχείρηση δυνάμει της ως άνω ανακοινώσεως, η εκτίμηση δε αυτή υπόκειται σε περιορισμένο δικαστικό έλεγχο.

(βλ. σκέψεις 49-50)

3.      Από τις παραγράφους 7, 21 και 22 της ανακοινώσεως του 2002, σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων, προκύπτει ότι η Επιτροπή πρέπει να συνεκτιμά την πραγματική συμβολή εκάστης επιχειρήσεως, από άποψη ποιότητας και χρόνου, στη διαπίστωση της παραβάσεως, η δε έννοια της «σημαντικής πρόσθετης αποδεικτικής αξίας» αναφέρεται στον βαθμό κατά τον οποίο τα προσκομισθέντα αποδεικτικά στοιχεία ενισχύουν, λόγω της φύσεως και της ακρίβειάς τους, την ικανότητα της Επιτροπής να αποδείξει τα περιστατικά που στοιχειοθετούν την παράβαση. Επομένως, η Επιτροπή προσδίδει ιδιαίτερη αξία σε στοιχεία τα οποία της παρέχουν τη δυνατότητα, σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της, να αποδείξει την ύπαρξη παραβάσεως ή σε στοιχεία τα οποία επιβεβαιώνουν άλλα διαθέσιμα στοιχεία ή, ακόμη, σε στοιχεία τα οποία έχουν άμεση επίδραση όσον αφορά τον προσδιορισμό της σοβαρότητας ή της διάρκειας της παραβάσεως.

(βλ. σκέψη 53)

4.      Κατά την παράγραφο 27 της ανακοινώσεως του 2002, σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων, σε οποιαδήποτε απόφαση λαμβάνει, η Επιτροπή αξιολογεί την τελική θέση κάθε επιχείρησης που έχει υποβάλει αίτηση για μείωση προστίμου. Επομένως, η Επιτροπή οφείλει να εκτιμήσει την αξία των προσκομισθέντων από μια επιχείρηση στοιχείων στο τέλος της διοικητικής διαδικασίας, οπότε δεν μπορεί να της προσαφθεί ότι, εν προκειμένω, εκτίμησε ότι δεν μπορεί να ανταμείψει την επιχείρηση για δηλώσεις οι οποίες σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας θεωρήθηκαν καθοριστικές, αλλά στη συνέχεια της διοικητικής διαδικασίας αποδείχθηκαν άχρηστες, επειδή η επιχείρηση τις ανασκεύασε.

(βλ. σκέψη 54)

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 59, 61-62, 65)

6.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 77-80)

7.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 81)

8.      Στο πλαίσιο διαδικασίας λόγω παραβάσεως των κανόνων ανταγωνισμού της Ένωσης, η μη κοινοποίηση εγγράφου σε μια επιχείρηση δεν συνιστά προσβολή των δικαιωμάτων άμυνάς της παρά μόνον αν η επιχείρηση αυτή αποδεικνύει, αφενός, ότι η Επιτροπή στηρίχθηκε στο έγγραφο αυτό προς θεμελίωση της αιτιάσεώς της όσον αφορά την ύπαρξη παραβάσεως και, αφετέρου, ότι η αιτίαση αυτή μπορούσε να αποδειχθεί μόνο με επίκληση του εν λόγω εγγράφου. Το Δικαστήριο έχει καθιερώσει διάκριση ανάλογα με το αν το έγγραφο έχει επιβαρυντικό ή απαλλακτικό χαρακτήρα. Αν πρόκειται για έγγραφο με επιβαρυντικό χαρακτήρα, εναπόκειται στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση να αποδείξει ότι το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε η Επιτροπή με την απόφασή της θα ήταν διαφορετικό αν το μη κοινοποιηθέν έγγραφο δεν είχε ληφθεί υπόψη. Αντιθέτως, όταν πρόκειται για μη κοινοποίηση απαλλακτικού εγγράφου, η ενδιαφερόμενη επιχείρηση οφείλει απλώς να αποδείξει ότι η παράλειψη κοινοποίησης του εγγράφου αυτού μπόρεσε να επηρεάσει, σε βάρος της επιχείρησης αυτής, την εξέλιξη της διαδικασίας και το περιεχόμενο της απόφασης της Επιτροπής. Η διάκριση αυτή ισχύει τόσο για τον φάκελο της διαδικασίας που προηγείται της ανακοινώσεως αιτιάσεων όσο και για τα μεταγενέστερα της ανακοινώσεως αυτής έγγραφα.

Προκειμένου περί εγγράφου το οποίο ενδέχεται να επηρεάσει την προσαύξηση του προστίμου που πρόκειται να επιβάλει η Επιτροπή με την τελική απόφασή της, απόκειται στην οικεία επιχείρηση να αποδείξει ότι το αποτέλεσμα στο οποίο κατέληξε η Επιτροπή θα ήταν διαφορετικό αν το έγγραφο αυτό δεν είχε ληφθεί υπόψη.

(βλ. σκέψεις 82-83)