Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 24 Απριλίου 2024 η Société Air France και η Air France-KLM κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) στις 7 Φεβρουαρίου 2024 στην υπόθεση T-146/22, Ryanair κατά Επιτροπής (KLM II· COVID-19)

(Υπόθεση C-289/24 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσες: Société Air France, Air France-KLM (εκπρόσωποι: J. Derenne και Δ. Βάλληνδας, avocats, A. Álvarez Vidal, abogada)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Ryanair DAC, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Γαλλική Δημοκρατία, Βασίλειο των Κάτω Χωρών, Koninklijke Luchtvaart Maatschappij NV

Αιτήματα

Οι αναιρεσείουσες ζητούν από το Δικαστήριο:

να εξαφανίσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση·

να αποφανθεί το ίδιο οριστικά επί της διαφοράς, κατ’ ενάσκηση της εξουσίας του δυνάμει του άρθρου 61, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και να απορρίψει την προσφυγή ακυρώσεως στην υπόθεση T-146/22·

επικουρικώς, να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο προκειμένου να αποφανθεί εκείνο επί των μη εξετασθέντων ισχυρισμών· και

να καταδικάσει τη Ryanair DAC τόσο στα έξοδα της παρούσας διαδικασίας όσο και σε εκείνα της πρωτόδικης διαδικασίας, εφόσον αποφανθεί το ίδιο οριστικά επί της διαφοράς, ή να επιφυλαχθεί ως προς τα έξοδα της παρούσας διαδικασίας, εφόσον αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αιτήσεως αναιρέσεώς τους, οι αναιρεσείουσες προβάλλουν τρεις λόγους.

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο εφάρμοσε εσφαλμένο κριτήριο προκειμένου να κρίνει ποιος είναι ο δικαιούχος της ενίσχυσης εντός πλαισίου εταιρικού ομίλου και, συνεπώς, εσφαλμένως διαπίστωσε ότι η Air France-KLM (εταιρία χαρτοφυλακίου) και η Air France δεν μπορούσαν να αποκλειστούν από τον κύκλο των δικαιούχων του επίμαχου μέτρου.

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο υποκατέστησε, με τη δική του κρίση, την κρίση της Επιτροπής σχετικά με τον δικαιούχο της ενίσχυσης, χωρίς μάλιστα να τεκμηριώσει επαρκώς ότι η προσβαλλόμενη απόφαση της Επιτροπής ενείχε πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως.

Τρίτον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα κατά την ερμηνεία των εννοιών του έμμεσου πλεονεκτήματος και των δευτερογενών αποτελεσμάτων στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων.

____________