Language of document : ECLI:EU:C:2013:592

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα)

της 26ης Σεπτεμβρίου 2013 (*)

«Αίτηση αναίρεσης – Κανονισμοί (ΕΚ) 207/2009 και 2868/95 – Αίτηση για κήρυξη έκπτωσης – Κοινοτικό λεκτικό σήμα CENTROTHERM – Ουσιαστική χρήση – Έννοια – Αποδεικτικά μέσα – Υπεύθυνη δήλωση – Άρθρο 134, παράγραφοι 1 έως 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου – Εξουσία του Γενικού Δικαστηρίου να μεταρρυθμίσει απόφαση του τμήματος προσφυγών – Περιεχόμενο των ισχυρισμών και των αιτημάτων που προβάλλει ο παρεμβαίνων»

Στην υπόθεση C‑609/11 P,

με αντικείμενο αίτηση αναίρεσης δυνάμει του άρθρου 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ασκήθηκε στις 25 Νοεμβρίου 2011,

Centrotherm Systemtechnik GmbH, με έδρα το Brilon (Γερμανία), εκπροσωπούμενη από τους A. Schulz και C. Onken, Rechtsanwälte, καθώς και από τον F. Schmidt, Patentanwalt,

αναιρεσείουσα,

όπου οι έτεροι διάδικοι είναι:

η centrotherm Clean Solutions GmbH & Co. KG, με έδρα το Blaubeuren (Γερμανία), εκπροσωπούμενη από τους O. Löffel και P. Lange, Rechtsanwälte,

προσφεύγουσα πρωτοδίκως,

το Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενο από τον G. Schneider,

καθού πρωτοδίκως,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),

συγκείμενο από τους L. Bay Larsen, πρόεδρο τμήματος, J. Malenovský, U. Lõhmus, M. Safjan και A. Prechal (εισηγήτρια), δικαστές,

γενική εισαγγελέας: E. Sharpston

γραμματέας: K. Malacek, υπάλληλος διοίκησης,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζήτησης της 7ης Φεβρουαρίου 2013,

αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 16ης Μαΐου 2013,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Με το δικόγραφό της, η Centrotherm Systemtechnik GmbH (στο εξής: Centrotherm Systemtechnik) ζητεί την αναίρεση της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου της 15ης Σεπτεμβρίου 2011, T-427/09, centrotherm Clean Solutions κατά ΓΕΑΑ – Centrotherm Systemtechnik (CENTROTHERM) (Συλλογή 2011, σ. ΙΙ‑6207,, στο εξής: αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση), με την οποία έγινε δεκτή η προσφυγή της centrotherm Clean Solutions GmbH & Co. KG (στο εξής: centrotherm Clean Solutions) με αίτημα τη μερική ακύρωση της απόφασης του τέταρτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) της 25ης Αυγούστου 2009 (υπόθεση R 6/2008-4) (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), σχετικά με διαδικασία που κίνησε η Clean Solutions προκειμένου να κηρυχθεί η Centrotherm Systemtechnik έκπτωτη από τα δικαιώματά της επί του κοινοτικού λεκτικού σήματος CENTROTHERM.

2        Επισημαίνεται, εξάλλου, ότι στις 15 Σεπτεμβρίου 2011 το Γενικό Δικαστήριο εξέδωσε, σε παράλληλη υπόθεση με τους ίδιους διαδίκους και με αντικείμενο την προσβαλλόμενη απόφαση, και την απόφασή του T-434/09, Centrotherm Systemtechnik κατά ΓΕΕΑ – centrotherm Clean Solutions (CENTROTHERM) (Συλλογή 2011, σ. ΙΙ‑6227), με την οποία απέρριψε την προσφυγή της Centrotherm Systemtechnik που είχε ως αίτημα τη μερική ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.

3        Η Centrotherm Systemtechnik άσκησε αναίρεση κατά της ως άνω απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου (υπόθεση C-610/11 P).

 Το νομικό πλαίσιο

4        Το άρθρο 134, παράγραφοι 1 έως 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, έχει ως εξής:

«1.      Οι διάδικοι της ενώπιον του τμήματος προσφυγών διαδικασίας πλην του προσφεύγοντος μπορούν να συμμετάσχουν στην ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου διαδικασία ως παρεμβαίνοντες απαντώντας στο δικόγραφο της προσφυγής νομοτύπως και εμπροθέσμως.

2.      Οι κατά την παράγραφο 1 παρεμβαίνοντες έχουν τα ίδια δικονομικά δικαιώματα με τους κυρίους διαδίκους.

Έχουν τη δυνατότητα να στηρίξουν τα αιτήματα ενός των κυρίων διαδίκων και να προβάλουν αιτήματα και ισχυρισμούς αυτοτελείς σε σχέση με εκείνους των κυρίων διαδίκων.

3.      Οι κατά την παράγραφο 1 παρεμβαίνοντες μπορούν, με το υπόμνημα αντικρούσεως που καταθέτουν σύμφωνα με το άρθρο 135, παράγραφος 1, να αιτούνται την ακύρωση ή τη μεταρρύθμιση της αποφάσεως του τμήματος προσφυγών ως προς […] θέμα στο οποίο δεν αναφέρεται η προσφυγή και να προβάλλουν ισχυρισμούς που δεν έχουν προβληθεί στην προσφυγή.

[…]»

 Ο κανονισμός (ΕΚ) 207/2009

5        Ο κανονισμός (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78, σ. 1), κωδικοποίησε και κατήργησε τον κανονισμό (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 11, σ. 1).

6        Το άρθρο 15 του κανονισμού 207/2009, το οποίο φέρει τον τίτλο «Χρήση του κοινοτικού σήματος» ορίζει τα ακόλουθα:

«1.      Εάν, εντός προθεσμίας πέντε ετών από την καταχώριση, ο δικαιούχος δεν έχει κάνει ουσιαστική χρήση του κοινοτικού σήματος μέσα στην Κοινότητα για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες αυτό έχει καταχωριστεί ή εάν έχει αναστείλει τη χρήση του επί μια συνεχή πενταετία, το κοινοτικό σήμα υπόκειται στις κυρώσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, εκτός εάν υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση.

[…]»

7        Το άρθρο 51 του κανονισμού αυτού προβλέπει τα κάτωθι:

«1.      Ο δικαιούχος του κοινοτικού σήματος κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του, μετά από αίτηση που υποβάλλεται στο [ΓΕΕΑ] ή μετά από ανταγωγή στο πλαίσιο αγωγής για παραποίηση/απομίμηση:

α)      εάν, επί διάστημα πέντε συνεχών ετών, δεν έχει γίνει ουσιαστική χρήση του σήματος στην Κοινότητα για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει καταχωριστεί και δεν υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση·[…]»

[…]

2.      Εάν ο λόγος έκπτωσης αφορά μέρος μόνο των προϊόντων ή υπηρεσιών για τις οποίες έχει καταχωρισθεί το κοινοτικό σήμα, ο δικαιούχος κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του μόνο για τα συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες.»

8        Στο τμήμα 5 του τίτλου VI του κανονισμού 207/2009, το οποίο επιγράφεται «Διαδικασία έκπτωσης ή ακυρότητας ενώπιον του [ΓΕΕΑ]», περιλαμβάνεται το ακόλουθο άρθρο 57:

«1.      Κατά την εξέταση της αίτησης έκπτωσης ή ακυρότητας, το [ΓΕΕΑ] καλεί, όποτε είναι αναγκαίο, τους διάδικους, να υποβάλουν, στις προθεσμίες που τους τάσσει, τις παρατηρήσεις τους για τις κοινοποιήσεις που τους έχει απευθύνει ή τις γνωστοποιήσεις που προέρχονται από τους λοιπούς διάδικους.

2.      Μετά από αίτηση του δικαιούχου του κοινοτικού σήματος, ο δικαιούχος προγενέστερου κοινοτικού σήματος, διάδικος σε διαδικασία ακυρότητας, οφείλει να αποδείξει ότι, κατά τη διάρκεια των πέντε ετών που προηγούνται της ημερομηνίας της αίτησης ακυρότητας, είχε γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου κοινοτικού σήματος στην Κοινότητα για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία είχε καταχωρισθεί, και τα οποία επικαλείται προς αιτιολόγηση της αίτησής του, ή ότι υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση, εφόσον κατά την ημερομηνία αυτή το προγενέστερο κοινοτικό σήμα ήταν από πενταετίας τουλάχιστον καταχωρισμένο. […] Αν δεν αποδειχθούν τα ανωτέρω, η αίτηση ακυρότητας απορρίπτεται. […]

[…]»

9        Το άρθρο 65 του κανονισμού 207/2009 ορίζει ότι:

«1.      Οι αποφάσεις που εκδίδουν επί προσφυγής τα τμήματα προσφυγών υπόκεινται σε προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

[…]

3.      Το Δικαστήριο μπορεί, όχι μόνο να ακυρώσει, αλλά και να μεταρρυθμίσει την προσβαλλόμενη απόφαση.

4.Δικαίωμα προσφυγής έχει κάθε διάδικος της διαδικασίας ενώπιον του τμήματος προσφυγών, εφόσον η απόφαση του τμήματος αυτού δεν τον δικαιώνει.

[…]»

10      Στο τιτλοφορούμενο «Γενικές διατάξεις» τμήμα 1 του τίτλου IX του κανονισμού 207/2009, ο οποίος επιγράφεται «Δικονομικές διατάξεις», περιλαμβάνεται το άρθρο 76, που προβλέπει, υπό τον τίτλο «Αυτεπάγγελτη εξέταση των πραγματικών περιστατικών», τα εξής:

«1.      Κατά την ενώπιόν του διαδικασία, το [ΓΕΕΑ] εξετάζει τα πραγματικά περιστατικά· εντούτοις, σε διαδικασία που αφορά τους σχετικούς λόγους απαραδέκτου της καταχώρισης, η εξέταση περιορίζεται στα επιχειρήματα που προβάλλουν οι διάδικοι καθώς και τα υποβληθέντα από αυτούς αιτήματα.

2.      Το [ΓΕΕΑ] μπορεί να μη λαμβάνει υπόψη πραγματικά περιστατικά που δεν επικαλέστηκαν ή αποδείξεις που δεν προσκόμισαν εγκαίρως οι διάδικοι.»

11      Κατά το άρθρο 78, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009:

«Σε κάθε διαδικασία ενώπιον του [ΓΕΕΑ], επιτρέπονται ιδίως τα ακόλουθα αποδεικτικά μέσα:

[…]

στ)      οι έγγραφες ένορκες βεβαιώσεις ή υπεύθυνες δηλώσεις ή οι δηλώσεις οι οποίες έχουν ισοδύναμο αποτέλεσμα σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους στο οποίο συντάσσονται.»

 Ο κανονισμός (ΕΚ) 2868/95

12      Ο κανόνας 22, παράγραφοι 2 έως 4, του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, περί της εφαρμογής του κανονισμού 40/94 (ΕΕ L 303, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 1041/2005 της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 2005 (ΕΕ L 172, σ. 4, στο εξής: κανονισμός 2868/95), ορίζει τα κάτωθι:

«2.      Αν ο ανακόπτων υποχρεούται να αποδείξει ότι έγινε χρήση του σήματος ή ότι συντρέχουν βάσιμοι λόγοι για τη μη χρήση, το [ΓΕΕΑ] τον καλεί να προσκομίσει, εντός προθεσμίας που του τάσσει, τα απαιτούμενα αποδεικτικά στοιχεία. Αν ο ανακόπτων δεν προσκομίσει αυτά τα αποδεικτικά στοιχεία εμπρόθεσμα, το [ΓΕΕΑ] απορρίπτει την ανακοπή.

3.      Οι αναφορές και τα αποδεικτικά στοιχεία για την απόδειξη της χρήσης αφορούν τον τόπο, τον χρόνο, την έκταση και τη φύση της χρήσης του αντιτάξιμου σήματος των προϊόντων και υπηρεσιών για τις οποίες καταχωρήθηκε και ως προς τις οποίες ασκήθηκε η ανακοπή και σχετικά αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με την παράγραφο 4.

4.      Τα αποδεικτικά στοιχεία πρέπει να υποβάλλονται σύμφωνα με τους κανόνες 79 και 79α και πρέπει, κατ’ αρχήν, να περιορίζονται μόνο στην κατάθεση δικαιολογητικών και απτών πειστηρίων όπως π.χ. συσκευασίες, ετικέτες, τιμοκατάλογοι, κατάλογοι, τιμολόγια, φωτογραφίες, αγγελίες στις εφημερίδες καθώς και γραπτές δηλώσεις για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο [78, παράγραφος 1, στοιχείο στ΄, του κανονισμού 207/2009].»

13      Κατά τον κανόνα 40, παράγραφος 5, του κανονισμού 2868/95:

«Σε περίπτωση αίτησης για κήρυξη έκπτωσης βάσει του άρθρου [51, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του κανονισμού 207/2009], το [ΓΕΕΑ] καλεί τον δικαιούχο του κοινοτικού σήματος να παράσχει αποδείξεις πραγματικής χρήσης του σήματος εντός προθεσμίας που καθορίζει. Εάν οι αποδείξεις δεν παρασχεθούν εντός της καθορισθείσας προθεσμίας, ο δικαιούχος του κοινοτικού σήματος κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του. Ο κανόνας 22, παράγραφοι 2, 3 και 4, εφαρμόζεται mutatis mutandis.»

 Το ιστορικό της διαφοράς

14      Το ιστορικό της διαφοράς εκτέθηκε από το Γενικό Δικαστήριο στις σκέψεις 1 έως 12 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης ως εξής:

«1      Στις 7 Σεπτεμβρίου 1999 η [Centrotherm Systemtechnik] υπέβαλε στο [ΓΕΕΑ] αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος δυνάμει του κανονισμού [40/94].

2      Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το λεκτικό σημείο CENTROTHERM.

3      Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες, για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση, εμπίπτουν στις κλάσεις 11, 17, 19 και 42 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και έχει τροποποιηθεί […]

4      Το σήμα CENTROTHERM καταχωρίστηκε ως κοινοτικό για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που αναφέρονται στη σκέψη 3 ανωτέρω, στις 19 Ιανουαρίου 2001.

5      Στις 7 Φεβρουαρίου 2007 η [centrotherm Clean Solutions] υπέβαλε στο ΓΕΕΑ αίτηση για κήρυξη εκπτώσεως από τα δικαιώματα επί του σήματος CENTROTHERM, δυνάμει των άρθρων 15 και 50, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του κανονισμού 40/94 [νυν άρθρα 15 και 51, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του κανονισμού 207/2009] σε σχέση με όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες για τις οποίες είχε καταχωριστεί το σήμα αυτό.

6      Στις 15 Φεβρουαρίου 2007 κοινοποιήθηκε στη [Centrotherm Systemtechnik] η αίτηση για κήρυξη εκπτώσεως και της τάχθηκε τρίμηνη προθεσμία να υποβάλει τυχόν παρατηρήσεις και αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ουσιαστική χρήση του επίμαχου σήματος […].

7      Με τις παρατηρήσεις [που υπέβαλε στις] 11 Μαΐου 2007 η [Centrotherm Systemtechnik] αμφισβήτησε την αίτηση για κήρυξη εκπτώσεως και παρέθεσε, προς απόδειξη της ουσιαστικής χρήσεως του επίμαχου σήματος, τα εξής στοιχεία:

–        δεκατέσσερις ψηφιακές φωτογραφίες,

–        τέσσερα τιμολόγια,

–        μια «eidesstattliche Versicherung» (υπεύθυνη δήλωση), υπογεγραμμένη από τον W. υπό την ιδιότητα του διαχειριστή της [Centrotherm Systemtechnik].

8      Η [Centrotherm Systemtechnik] δήλωσε ότι διαθέτει πολλά αντίγραφα τιμολογίων, τα οποία, όμως, δεν προσκόμισε, επικαλούμενη, αρχικώς, λόγους απορρήτου. Ισχυριζόμενη ότι δύναται να προσκομίσει και άλλα έγγραφα, ζήτησε από το τμήμα ακυρώσεων του ΓΕΕΑ να λάβει τα κατάλληλα διαδικαστικά μέτρα, ώστε, εφόσον απαιτηθεί, να καταστεί δυνατόν να κατατεθούν και άλλα αποδεικτικά στοιχεία και ατομικά έγγραφα στον φάκελο της υποθέσεως.

9      Στις 30 Οκτωβρίου 2007 το τμήμα ακυρώσεων, διαπιστώνοντας ότι τα προσκομισθέντα από τη [Centrotherm Systemtechnik] αποδεικτικά στοιχεία δεν επαρκούν προς απόδειξη της ουσιαστικής χρήσεως του σήματος CENTROTHERM, [την] κήρυξε […] έκπτωτη από τα δικαιώματά της επί του σήματος αυτού.

10      Στις 14 Δεκεμβρίου 2007 η [Centrotherm Systemtechnik] άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του τέταρτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, το οποίο δέχθηκε εν μέρει την προσφυγή με [την προσβαλλόμενη απόφαση].

11      Το τμήμα προσφυγών ακύρωσε την απόφαση του τμήματος ακυρώσεων και απέρριψε την αίτηση εκπτώσεως για τα προϊόντα “αγωγοί απομάκρυνσης καυσαερίων θερμότητας, συσκευές απομάκρυνσης καπνού για καμινάδες, σωλήνες για λέβητες θέρμανσης· πρόσθετα τμήματα για καυστήρες αερίου· μηχανικά μέρη εγκαταστάσεων θερμότητας· μηχανικά μέρη εγκαταστάσεων αερίου· κρουνοί σωληνώσεων· ολισθητήρες καμινάδων”, της κλάσεως 11, “συνδετικά τμήματα σωλήνων, στόμια σωλήνων, ενισχύσεις αγωγών, εύκαμπτοι σωλήνες, όλα τα προαναφερθέντα είδη όχι από μέταλλο”, της κλάσεως 17, και “σωλήνες, σωληνώσεις, ειδικότερα για κατασκευαστικές χρήσεις· σωλήνες διακλάδωσης· σωλήνες καμινάδων”, της κλάσεως 19. Το τμήμα προσφυγών απέρριψε την προσφυγή κατά τα λοιπά.

12      Ειδικότερα, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι αποδείχθηκε η ουσιαστική χρήση του σήματος CENTROTHERM κατά την πενταετία πριν την υποβολή της αιτήσεως, δηλαδή πριν τις 7 Φεβρουαρίου 2007 (στο εξής: κρίσιμο χρονικό διάστημα), για τα προϊόντα που παρατίθενται στη σκέψη 11 ανωτέρω, διότι οι μεν φωτογραφίες που προσκόμισε η [Centrotherm Systemtechnik καταδεικνύουν] τη φύση της χρήσεως του σήματος, τα δε προσκομισθέντα τιμολόγια αποδεικνύουν ότι τα προαναφερθέντα προϊόντα κυκλοφορούσαν στο εμπόριο με το επίμαχο σήμα.»

15      Συμπληρωματικώς προς τη σύνοψη αυτή του ιστορικού της διαφοράς από το Γενικό Δικαστήριο πρέπει να γίνουν οι ακόλουθες διευκρινίσεις.

16      Κατ’ αρχάς, όπως προκύπτει ιδίως από τη σκέψη 13 της προαναφερθείσας απόφασης Centrotherm Systemtechnik κατά ΓΕΕΑ – centrotherm Clean Solutions (CENTROTHERM), την οποία εξέδωσε το Δικαστήριο στην παράλληλη υπόθεση T-434/09, το τμήμα προσφυγών έκρινε ως προς τα λοιπά προϊόντα και υπηρεσίες που αφορούσε η καταχώριση του σήματος CENTROTHERM ότι η Centrotherm Systemtechnik είχε προσκομίσει ως αποδεικτικό στοιχείο αποκλειστικώς και μόνον την υπεύθυνη δήλωση του διαχειριστή της, όπερ δεν αρκούσε, κατά το τμήμα προσφυγών, προς απόδειξη της ουσιαστικής χρήσης του εν λόγω σήματος. Το τμήμα προσφυγών σημείωσε συναφώς ότι το τμήμα ακυρώσεων δεν ήταν υποχρεωμένο να ζητήσει άλλα έγγραφα ούτε να λάβει υπόψη του τον φάκελο άλλης υπόθεσης η οποία εκκρεμούσε επίσης ενώπιον του ΓΕΕΑ.

17      Επιπλέον, από το σημείο 36 της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι, όσον αφορά τα συμπληρωματικά αποδεικτικά στοιχεία τα οποία υπέβαλε η Centrotherm Systemtechnik στο τμήμα προσφυγών, αυτό κατέληξε ότι τα σχετικά «πρόσθετα στοιχεία προσκομίστηκαν εκπροθέσμως και δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη, εφόσον «η προθεσμία του κανόνα 40, παράγραφος 5, δεύτερη περίοδος, του [κανονισμού 2868/95] είναι αποκλειστική και η μη τήρησή της συνεπάγεται έκπτωση από τα δικαιώματα επί του σήματος, σύμφωνα με τον κανόνα 40, παράγραφος 5, τρίτη περίοδος, [του ως άνω κανονισμού]». Στο σημείο 37 της ίδιας απόφασης, το τμήμα προσφυγών πρόσθεσε συναφώς ότι, ακόμη και αν γινόταν δεκτό ότι είναι ελεύθερο, βάσει του άρθρου 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, να εκτιμά κατά περίπτωση αν πρέπει να λάβει υπόψη αποδεικτικά στοιχεία που έχουν προσκομιστεί εκπροθέσμως, δεν συνέτρεχε εν προκειμένω λόγος να ασκήσει τη διακριτική του αυτή ευχέρεια υπέρ της Centrotherm Systemtechnik. Διευκρίνισε δε επ’ αυτού ότι η τελευταία προέβαλε γενικόλογα μόνον επιχειρήματα σχετικά με τη σημασία και την αξία του δικαιώματος επί του σήματος και ότι δεν είχε επικαλεστεί κατά τα προηγούμενα στάδια της διαδικασίας ενώπιον του ΓΕΕΑ αδυναμία προσκόμισης αποδεικτικών στοιχείων για τη χρήση του σήματός της.

 Η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση

18      Με δικόγραφο το οποίο κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 22 Οκτωβρίου 2009, η centrotherm Clean Solutions άσκησε προσφυγή ακύρωσης κατά της προσβαλλόμενης απόφασης, στο μέτρο που απορρίφθηκε με αυτήν το αίτημα έκπτωσης από τα δικαιώματα επί του σήματος CENTROTHERM.

19      Προς στήριξη της προσφυγής της, η centrotherm Clean Solutions προέβαλε έναν και μόνον λόγο, σχετικό με εσφαλμένη εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων. Συγκεκριμένα υποστήριξε ότι το τμήμα προσφυγών, δεχόμενο ότι τα στοιχεία που προσκόμισε η Centrotherm Systemtechnik ενώπιον του τμήματος ακυρώσεων αρκούσαν προς απόδειξη της ουσιαστικής χρήσης του επίμαχου σήματος, παρέβη το άρθρο 51, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του κανονισμού 207/2009, καθώς και τους κανόνες 22, παράγραφοι 2 και 3, και 40, παράγραφος 5, του κανονισμού 2868/95.

20      Με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, το Γενικό Δικαστήριο έκανε δεκτή την προσφυγή και ακύρωσε την προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέτρο που το τμήμα προσφυγών είχε ακυρώσει εν μέρει την απόφαση του τμήματος ακυρώσεων της 30ής Οκτωβρίου 2007.

21      Στις σκέψεις 21 έως 24 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, το Γενικό Δικαστήριο αναφέρθηκε εισαγωγικώς στον σκοπό που επιδιώκεται με την κύρωση της έκπτωσης από τα δικαιώματα επί του σήματος, καθώς επίσης στους διαδικαστικούς κανόνες και στις αρχές οι οποίες διέπουν τη διεξαγωγή των αποδείξεων στο πλαίσιο της σχετικής διαδικασίας, όπως προκύπτουν ιδίως τόσο από το άρθρο 51, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του κανονισμού 207/2009 όσο και από τον κανόνα 40, παράγραφος 5, του κανονισμού 2868/95.

22      Στη συνέχεια, το Γενικό Δικαστήριο υπενθύμισε, με τις σκέψεις 25 έως 30 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, την ακόλουθη νομολογία:

«25      Κατά τη νομολογία, ουσιαστική χρήση ενός σήματος γίνεται όταν αυτό χρησιμοποιείται σύμφωνα με τη βασική του λειτουργία, που συνίσταται στην εγγύηση της ταυτότητας προελεύσεως των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία έχει καταχωριστεί, με σκοπό την εξεύρεση ή διατήρηση δυνατοτήτων πωλήσεως των εν λόγω προϊόντων και υπηρεσιών, αποκλειομένης της συμβολικής χρήσεως που αποσκοπεί στη διατήρηση των δικαιωμάτων που παρέχει το σήμα. Επιπλέον, η προϋπόθεση περί ουσιαστικής χρήσεως του σήματος επιτάσσει το σήμα αυτό, όπως προστατεύεται στην οικεία επικράτεια, να χρησιμοποιείται δημόσια και έναντι των τρίτων [βλ. απόφαση του Πρωτοδικείου της 27ης Σεπτεμβρίου 2007, T‑418/03, La Mer Technology κατά ΓΕΕΑ – Laboratoires Goëmar (LA MER), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 54 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

26      Μολονότι δεν μπορεί να γίνει δεκτό, βάσει της έννοιας της ουσιαστικής χρήσεως, ότι ένα σήμα χρησιμοποιείται πραγματικά και ουσιαστικά σε συγκεκριμένη αγορά όταν η χρήση του είναι ελάχιστη και ανεπαρκής, εντούτοις η απαίτηση για ουσιαστική χρήση δεν αποσκοπεί στην εκτίμηση της εμπορικής επιτυχίας ούτε στον έλεγχο της οικονομικής στρατηγικής μιας επιχειρήσεως ούτε, ακόμη, στην προστασία μόνον των σημάτων που ανήκουν στις σημαντικές από απόψεως μεγέθους εμπορικές εκμεταλλεύσεις [απόφαση του Πρωτοδικείου της 23ης Φεβρουαρίου 2006, T‑194/03, Il Ponte Finanziaria κατά ΓΕΕΑ – Marine Enterprise Projects (BAINBRIDGE), Συλλογή 2006, σ. II‑445, σκέψη 32].

27      Ειδικότερα, κατά την εξέταση του ουσιαστικού χαρακτήρα της χρήσεως του σήματος σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, απαιτείται συνολική εκτίμηση των στοιχείων που περιλαμβάνονται στον φάκελο της υποθέσεως, λαμβανομένων υπόψη όλων των κρίσιμων για τη συγκεκριμένη περίπτωση παραμέτρων. Μια τέτοια εκτίμηση πρέπει να στηρίζεται στο σύνολο των γεγονότων και περιστάσεων που μπορούν να αποδείξουν το υποστατό της εμπορικής εκμεταλλεύσεως, ιδίως στη χρήση που θεωρείται δικαιολογημένη στον οικείο οικονομικό τομέα για τη διατήρηση ή δημιουργία μεριδίων αγοράς υπέρ των προϊόντων ή των υπηρεσιών που προστατεύει το σήμα, τη φύση των εν λόγω προϊόντων ή υπηρεσιών, τα χαρακτηριστικά της αγοράς, την έκταση και τη συχνότητα χρήσεως του σήματος (βλ. απόφαση [La Mer Technology κατά ΓΕΕΑ – Laboratoires Goëmar (LA MER)], προπαρατεθείσα, σκέψεις 53 έως 55 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

28      Όσον αφορά την έκταση της χρήσεως του επίμαχου σήματος, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, μεταξύ άλλων, αφενός, η εμπορική αξία του συνόλου των δηλωτικών της χρήσεως πράξεων και, αφετέρου, η χρονική διάρκεια κατά την οποία οι δηλωτικές της χρήσεως πράξεις πραγματοποιήθηκαν, καθώς και η συχνότητα των πράξεων αυτών (βλ. απόφαση [La Mer Technology κατά ΓΕΕΑ – Laboratoires Goëmar (LA MER)], προπαρατεθείσα, σκέψη 56 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Οι παράμετροι που λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο της εκτιμήσεως λειτουργούν σε ορισμένο βαθμό συμπληρωματικά μεταξύ τους. Συγκεκριμένα, ο χαμηλός όγκος πωλήσεων προϊόντων ή υπηρεσιών με το επίμαχο σήμα μπορεί να αντισταθμιστεί με τη μεγάλη συχνότητα ή τη μακρά χρονική συνέχεια της χρήσεως του σήματος αυτού και αντιστρόφως (βλ. απόφαση [La Mer Technology κατά ΓΕΕΑ – Laboratoires Goëmar (LA MER)], προπαρατεθείσα, σκέψη 57 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

29      Πάντως, όσο πιο περιορισμένη είναι η εμπορική αξία της εκμεταλλεύσεως του σήματος τόσο περισσότερο καθίσταται αναγκαία η προσκόμιση από τον δικαιούχο του σήματος πρόσθετων ενδείξεων προκειμένου να αρθούν τυχόν αμφιβολίες για τον ουσιαστικό χαρακτήρα της χρήσεως του οικείου σήματος [απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 18ης Ιανουαρίου 2011, T‑382/08, Advance Magazine Publishers κατά ΓΕΕΑ – Capela & Irmãos (VOGUE), […] σκέψη 31].

30      Περαιτέρω, για την απόδειξη της ουσιαστικής χρήσεως ενός σήματος δεν αρκούν πιθανότητες ή εικασίες, αλλ’ απαιτούνται συγκεκριμένα και αντικειμενικά στοιχεία που να αποδεικνύουν την πραγματική και επαρκή χρήση του σήματος στην οικεία αγορά (βλ. απόφαση [La Mer Technology κατά ΓΕΕΑ – Laboratoires Goëmar (LA MER)], προπαρατεθείσα, σκέψη 59 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).»

23      Αφού επισήμανε, στη σκέψη 31 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, ότι βάσει αυτής ακριβώς της νομολογίας που υπενθυμίστηκε με τις σκέψεις 21 έως 30 της ίδιας απόφασης, έπρεπε να εξεταστεί το ζήτημα αν ορθώς το τμήμα προσφυγών κατέληξε, με την προσβαλλόμενη απόφαση, στο συμπέρασμα ότι τα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία προσκόμισε η Centrotherm Systemtechnik ενώπιον του τμήματος ακυρώσεων αποδείκνυαν πράγματι την ουσιαστική χρήση του επίμαχου σήματος σε σχέση με τα προαναφερθέντα στη σκέψη 11 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προϊόντα, το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε τα εξής με τις επόμενες σκέψεις 32 έως 37:

«32      Εν προκειμένω, τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η [Centrotherm Systemtechnik] στο τμήμα ακυρώσεων προς απόδειξη της ουσιαστικής χρήσεως του σήματος του οποίου είναι δικαιούχος είναι η υπεύθυνη δήλωση του διαχειριστή της, τέσσερα τιμολόγια και δεκατέσσερις ψηφιακές φωτογραφίες.

33      Διαπιστώνεται, κατ’ αρχάς, ότι από το σκεπτικό του τμήματος προσφυγών δεν προκύπτει ότι το συμπέρασμά του περί ουσιαστικής χρήσεως του σήματος για τα προϊόντα που παρατίθενται στη σκέψη 11 ανωτέρω στηρίζεται στην υπεύθυνη δήλωση του διαχειριστή της [Centrotherm Systemtechnik]. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από τα σημεία 26 έως 30 της προσβαλλομένης αποφάσεως, η διαπίστωση του τμήματος προσφυγών ότι αποδείχθηκε η ουσιαστική χρήση του σήματος CENTROTHERM στηρίχθηκε στον συνδυασμό της αποδεικτικής αξίας των φωτογραφιών και της αποδεικτικής αξίας των τεσσάρων τιμολογίων.

34      Πρέπει, εν συνεχεία, να εξεταστεί αν η συνολική εξέταση των φωτογραφιών και των τεσσάρων τιμολογίων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το επίμαχο σήμα αποτελεί αντικείμενο ουσιαστικής χρήσεως βάσει των αρχών που διατύπωσε το Δικαστήριο με την παρατιθέμενη στις σκέψεις 25 έως 29 ανωτέρω νομολογία του.

35      Τονίζεται, συναφώς, ότι, όσον αφορά τα τέσσερα τιμολόγια, τρία εξ αυτών εκδόθηκαν τον Ιούλιο του 2006 και αφορούν τη Δανία, την Ουγγαρία και τη Σλοβακία, ενώ ένα εξ αυτών εκδόθηκε τον Ιανουάριο του 2007 και αφορά τη Γερμανία. Η λέξη «centrotherm» εμφανίζεται στην επικεφαλίδα των τιμολογίων αυτών μαζί με τον λογότυπο της [Centrotherm Systemtechnik], ως επωνυμία της επιχειρήσεως, και με την ταχυδρομική διεύθυνσή της.

36      Από τα τιμολόγια αυτά προκύπτει ότι η παρεμβαίνουσα πώλησε διάφορα υλικά υδραυλικών εργασιών (σωλήνες, συνδέσμους, συστήματα συνδέσεως με καυστήρα, γωνίες, καλύμματα συστημάτων απομακρύνσεως καπνού) σε τέσσερις πελάτες έναντι ποσού που αντιστοιχεί, περιλαμβανομένου του τιμολογίου του 2007, σε λιγότερο από το 0,03 % του κύκλου εργασιών που κατά δήλωση του διαχειριστή της πραγματοποίησε η [Centrotherm Systemtechnik] το 2006 από την πώληση προϊόντων με το σήμα CENTROTHERM.

37      Κατά συνέπεια, οι πωλήσεις βάσει των στοιχείων που η [Centrotherm Systemtechnik] προσκόμισε στο ΓΕΕΑ είναι σχετικά περιορισμένες σε σχέση με το ποσό που δήλωσε ο διαχειριστής. Επομένως, το τμήμα προσφυγών, ακόμη και αν λάμβανε υπόψη την εν λόγω δήλωση, θα διαπίστωνε ότι ο φάκελος της υποθέσεως δεν περιλαμβάνει στοιχεία ικανά να επιβεβαιώσουν το περιεχόμενο της δηλώσεως αυτής. Επιπλέον, όσον αφορά τη χρονική διάσταση της χρήσεως του σήματος, τα εν λόγω τιμολόγια καλύπτουν πολύ περιορισμένο χρονικό διάστημα, και μάλιστα συγκεκριμένες μόνον ημερομηνίες, δηλαδή τις 12, 18 και 21 Ιουλίου 2006 και 9 Ιανουαρίου 2007.»

24      Με τις σκέψεις 38 έως 42 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε επίσης την αποδεικτική αξία των φωτογραφιών που προσκόμισε η Centrotherm Systemtechnik.

25      Με το πέρας της εξέτασης αυτής, αποφάνθηκε ότι έπρεπε να γίνει δεκτή η προσφυγή, κρίνοντας τα εξής:

«43      Διαπιστώνεται, συνεπώς, ότι, κατά συνολική εκτίμηση των στοιχείων που παρατίθενται στις σκέψεις 35 έως 42, το συμπέρασμα ότι το σήμα CENTROTHERM αποτέλεσε αντικείμενο ουσιαστικής χρήσεως κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα για τα αναφερόμενα στη σκέψη 11 ανωτέρω προϊόντα και υπηρεσίες μπορεί να στηριχθεί μόνο σε πιθανολόγηση ή εικασίες.

44      Επομένως, είναι εσφαλμένη η εκτίμηση του τμήματος προσφυγών ότι η [Centrotherm Systemtechnik] απέδειξε την ουσιαστική χρήση του σήματος CENTROTHERM για τα εν λόγω προϊόντα.

45      Τα παρατιθέμενα στις σκέψεις 18 έως 20 ανωτέρω επιχειρήματα της [Centrotherm Systemtechnik], ότι, λόγω της ιδιαιτερότητας της συγκεκριμένης αγοράς, είναι δυσχερής η συλλογή αποδείξεων, δεν αναιρούν τη διαπίστωση αυτή.

46      Συγκεκριμένα, δεν υπάρχουν περιορισμοί όσον αφορά τη διαδικασία και τα αποδεικτικά μέσα για την απόδειξη της ουσιαστικής χρήσεως του σήματος. Η διαπίστωση του Γενικού Δικαστηρίου ότι δεν αποδείχθηκε εν προκειμένω η ουσιαστική χρήση δεν είναι απόρροια υπερβολικών απαιτήσεων όσον αφορά την ισχύ των αποδεικτικών στοιχείων, αλλά του γεγονότος ότι η [Centrotherm Systemtechnik] προσκόμισε, κατ’ επιλογήν της, περιορισμένα αποδεικτικά στοιχεία (βλ. σκέψη 8 ανωτέρω). Στο τμήμα ακυρώσεων προσκομίστηκαν φωτογραφίες χαμηλότερης ποιότητας, για αντικείμενα των οποίων οι αριθμοί δεν αντιστοιχούν στα προϊόντα που πωλήθηκαν, όπως προκύπτει από τα ελάχιστα τιμολόγια που προσκομίστηκαν. Εξάλλου, τα εν λόγω τιμολόγια καλύπτουν περιορισμένο χρονικό διάστημα και εμφαίνουν πωλήσεις χαμηλότερης αξίας από αυτές που η [Centrotherm Systemtechnik] ισχυρίζεται ότι πραγματοποίησε. Διαπιστώνεται επίσης ότι η [Centrotherm Systemtechnik] επιβεβαίωσε κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση ότι δεν υπήρχε άμεση σχέση μεταξύ των τιμολογίων και των φωτογραφιών που προσκόμισε στο ΓΕΕΑ.

47      Συνεπώς, η προσφυγή γίνεται δεκτή.»

 Αιτήματα των διαδίκων ενώπιον του Δικαστηρίου

26      Με το δικόγραφό της, η Centrotherm Systemtechnik ζητεί από το Δικαστήριο να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, να απορρίψει την προσφυγή που άσκησε πρωτοδίκως η centrotherm Clean Solutions και να καταδικάσει την τελευταία στα δικαστικά έξοδα.

27      Το ΓΕΕΑ ζητεί να γίνει δεκτή η αίτηση αναίρεσης και να καταδικαστεί η centrotherm Clean Solutions στα δικαστικά έξοδα.

28      Η centrotherm Clean Solutions ζητεί να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης και να καταδικαστεί η Centrotherm Systemtechnik στα δικαστικά έξοδα.

 Επί της αίτησης αναίρεσης

29      Η Centrotherm Systemtechnik προβάλλει τέσσερις λόγους προς στήριξη της αίτησης αναίρεσης.

 Εισαγωγική διευκρίνιση

30      Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τη σύνοψη του ιστορικού της διαφοράς που προεκτέθηκε στη σκέψη 14 της παρούσας απόφασης, μολονότι η διαδικασία για την κήρυξη έκπτωσης κινήθηκε ενόσω ίσχυε ο κανονισμός 40/94, η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε από το τμήμα προσφυγών του ΓΕΕΑ αφότου τέθηκε σε εφαρμογή ο κανονισμός 207/2009.

31      Δεδομένου ότι ο εν λόγω κανονισμός κωδικοποίησε τον κανονισμό 40/94 και οι κρίσιμες διατάξεις του τελευταίου παρέμειναν ως είχαν κατόπιν της κωδικοποίησής του αυτής, θα γίνεται στο εξής αναφορά αποκλειστικώς στις διατάξεις του κανονισμού 207/2009.

 Επί του πρώτου λόγου αναίρεσης, ο οποίος αφορά παράβαση του άρθρου 65 του κανονισμού 207/2009 και του άρθρου 134, παράγραφοι 2 και 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου

 Επιχειρήματα των διαδίκων

32      Με τον πρώτο λόγο αναίρεσης, η Centrotherm Systemtechnik υποστηρίζει ότι δεν ελήφθη υπόψη, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, ότι αυτή, ως παρεμβαίνουσα, είχε δυνάμει των άρθρων 65 του κανονισμού 207/2009 και 134, παράγραφοι 2 και 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου το δικαίωμα να προβάλει αυτοτελή αιτήματα και ισχυρισμούς, προκειμένου να επιτύχει ιδίως τη μεταρρύθμιση της απόφασης του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ.

33      Πιο συγκεκριμένα, κατά την άποψη της Centrotherm Systemtechnik, από τις σκέψεις 33 και 34 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης συνάγεται ότι το Γενικό Δικαστήριο, προκειμένου να αποφανθεί επί της προσφυγής της οποίας επιλήφθηκε, περιορίστηκε να εξετάσει το ζήτημα αν οι φωτογραφίες και τα τιμολόγια που προσκόμισε η Centrotherm Systemtechnik ενώπιον του τμήματος ακυρώσεων δικαιολογούσαν το συμπέρασμα, στο οποίο κατέληξε και το τμήμα προσφυγών με την προσβαλλόμενη απόφαση, ότι είχε αποδειχθεί η ουσιαστική χρήση του επίμαχου σήματος.

34      Όπως όμως προκύπτει από το υπόμνημα αντίκρουσης που κατέθεσε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, η Centrotherm Systemtechnik δεν προέβαλε μόνον αίτημα απόρριψης της προσφυγής της centrotherm Clean Solutions. Η Centrotherm Systemtechnik διατείνεται ότι, στο εν λόγω υπόμνημα, ανέπτυξε επίσης μια ολόκληρη επιχειρηματολογία, αφενός, προσάπτοντας στο τμήμα προσφυγών ότι κακώς δεν έλαβε υπόψη την υπεύθυνη δήλωση του διαχειριστή της, τα συμπληρωματικά αποδεικτικά στοιχεία τα οποία αυτή προσκόμισε ενώπιόν του, καθώς και άλλα έγγραφα που περιλαμβάνονταν στον φάκελο του σήματός της και, αφετέρου, ζητώντας από το Γενικό Δικαστήριο να διαπιστώσει, βάσει των ως άνω αποδεικτικών στοιχείων, ότι η ουσιαστική χρήση του σήματός της είχε όντως αποδειχθεί. Υπό το πρίσμα της συγκεκριμένης επιχειρηματολογίας, το Γενικό Δικαστήριο όφειλε να ερμηνεύσει το αίτημα της Centrotherm Systemtechnik υπό την έννοια ότι αυτή ζητούσε επίσης να διατηρηθεί σε ισχύ το κεφάλαιο της προσβαλλόμενης απόφασης κατά του οποίου στρεφόταν η προσφυγή, με αντικατάσταση της σχετικής αιτιολογίας.

35      Το ΓΕΕΑ ισχυρίζεται ότι η Centrotherm Systemtechnik ζήτησε απλώς και μόνο να απορριφθεί η προσφυγή της centrotherrn Clean Solutions και ουδέποτε προέβαλε αίτημα ακύρωσης ή μεταρρύθμισης της προσβαλλόμενης απόφασης.

36      Η centrotherm Clean Solutions υποστηρίζει ότι από τις σκέψεις 32 και 37 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι το Γενικό Δικαστήριο έλαβε γνώση των υποβληθέντων από τη Centrotherm Systemtechnik αποδεικτικών στοιχείων και αποφάνθηκε επί του επιχειρήματος της τελευταίας σχετικά με την απαίτηση να ληφθεί υπόψη η υπεύθυνη δήλωση του διαχειριστή της, διαπιστώνοντας ότι το περιεχόμενό της δεν επιβεβαιωνόταν από τα έγγραφα του φακέλου. Εξάλλου, το Γενικό Δικαστήριο δεν είναι υποχρεωμένο να αποφαίνεται ρητώς επί κάθε χωριστού σημείου της επιχειρηματολογίας των διαδίκων.

 Εκτίμηση του Δικαστηρίου

37      Υπενθυμίζεται εισαγωγικώς ότι το άρθρο 65, παράγραφοι 1 και 3, του κανονισμού 207/2009 ορίζει ότι οι αποφάσεις που εκδίδουν επί προσφυγής τα τμήματα προσφυγών υπόκεινται σε προσφυγή ενώπιον του δικαστή της Ένωσης και ότι ο τελευταίος μπορεί, όχι μόνο να ακυρώσει, αλλά και να μεταρρυθμίσει την προσβαλλόμενη απόφαση.

38      Επιπλέον, το άρθρο 134, παράγραφοι 1 και 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου προβλέπει ότι και οι λοιποί διάδικοι της ενώπιον του τμήματος προσφυγών διαδικασίας, πέραν του προσφεύγοντος, μπορούν να μετάσχουν στη διαδικασία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου ως παρεμβαίνοντες και ότι έχουν τη δυνατότητα, υπό την ιδιότητά τους αυτή, να προβάλουν αιτήματα και ισχυρισμούς αυτοτελείς σε σχέση με εκείνους των κυρίων διαδίκων. Το άρθρο 134, παράγραφος 3, του ίδιου Κανονισμού Διαδικασίας διευκρινίζει συναφώς ότι ο παρεμβαίνων έχει δικαίωμα να ζητήσει, με το υπόμνημα αντίκρουσης που καταθέτει, την ακύρωση ή τη μεταρρύθμιση της απόφασης του τμήματος προσφυγών επί σημείου στο οποίο δεν αναφέρεται το δικόγραφο της προσφυγής, καθώς και να προβάλει ισχυρισμούς που δεν περιλαμβάνονται στο δικόγραφο αυτό.

39      Επομένως, η Centrotherm Systemtechnik μπορούσε, ως παρεμβαίνουσα στη διαδικασία επί της ασκηθείσας από τη centrotherm Clean Solutions προσφυγής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου με αίτημα τη μερική ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, να προβάλει παραδεκτώς αίτημα ακύρωσης ή μεταρρύθμισης της εν λόγω απόφασης.

40      Εν προκειμένω, επισημαίνεται ευθύς εξαρχής ότι η Centrotherm Systemtechnik δεν υποστηρίζει με τον υπό κρίση λόγο αναίρεσης ότι είχε προβάλει ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου αίτημα ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης.

41      Αντιθέτως, διατείνεται ότι το αιτητικό του υπομνήματος αντίκρουσης που κατέθεσε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου θα έπρεπε, λαμβανομένου υπόψη του περιεχομένου του υπομνήματος αυτού, να ερμηνευθεί από το Γενικό Δικαστήριο υπό την έννοια ότι του ζητήθηκε να απορρίψει την προσφυγή της centrotherm Clean Solutions, έχοντας προηγουμένως υποκαταστήσει, εφόσον το έκρινε αναγκαίο, το τμήμα προσφυγών στην εκτίμησή του, κάνοντας χρήση της εξουσίας του να μεταρρυθμίσει την απόφαση του τμήματος προσφυγών.

42      Συναφώς, διαπιστώνεται κατ’ αρχάς ότι η Centrotherm Systemtechnik, στο αιτητικό του υπομνήματος αντίκρουσης που κατέθεσε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, περιορίστηκε να ζητήσει από το Γενικό Δικαστήριο την «απόρριψη της προσφυγής», χωρίς να κάνει λόγο για οποιοδήποτε, έστω επικουρικό, αίτημα ακύρωσης ή μεταρρύθμισης της προσβαλλόμενης απόφασης.

43      Όπως όμως προκύπτει από το ίδιο το γράμμα του άρθρου 134, παράγραφοι 2 και 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, η εν λόγω διάταξη επιτρέπει στον παρεμβαίνοντα να προβάλει, με το υπόμνημα αντίκρουσης που καταθέτει, αυτοτελή «αιτήματα» ακύρωσης ή μεταρρύθμισης της προσβαλλόμενης απόφασης. Κατά συνέπεια, αυτό που ενδεχομένως προτίθεται να ζητήσει ο παρεμβαίνων βάσει της ως άνω διάταξης πρέπει να προκύπτει από τα αιτήματα τα οποία περιέχει το υπόμνημα αντίκρουσης (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, ως προς το εισαγωγικό της δίκης δικόγραφο, διάταξη της 28ης Ιουνίου 2011, C‑93/11 P, Verein Deutsche Sprache κατά Συμβουλίου, σκέψη 18).

44      Ακολούθως, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, όπως άλλωστε συμβαίνει και με το αιτητικό του υπομνήματος αντίκρουσης της Centrotherm Systemtechnik, ούτε στην επιχειρηματολογία που αναπτύσσεται με το εν λόγω υπόμνημα υπάρχει σαφής και ρητή αναφορά σε αίτημα μεταρρύθμισης της προσβαλλόμενης απόφασης.

45      Τέλος, τονίζεται ότι, ακόμη και αν υποτεθεί ότι τα επιχειρήματα στα σημεία 49 έως 56 του υπομνήματος αντίκρουσης, σχετικά με την υπεύθυνη δήλωση, και στα σημεία 23 και 57 του ίδιου υπομνήματος, σχετικά, αφενός, με τα αποδεικτικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στον φάκελο του επίμαχου σήματος και, αφετέρου, με τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η Centrotherm Systemtechnik ενώπιον του τμήματος προσφυγών, θα μπορούσαν, όπως αυτή ισχυρίζεται, να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι ζητήθηκε από το Γενικό Δικαστήριο να λάβει υπόψη τα οικεία αποδεικτικά στοιχεία στο πλαίσιο της άσκησης της εξουσίας του να μεταρρυθμίσει την απόφαση του τμήματος προσφυγών, γεγονός παραμένει ότι δεν πρέπει να ευδοκιμήσει, εν προκειμένω, ο λόγος αναίρεσης με τον οποίο υποστηρίζεται ότι κακώς το Γενικό Δικαστήριο δεν έκανε χρήση της ως άνω εξουσίας του.

46      Αφενός, διαπιστώνεται ότι ο συγκεκριμένος λόγος, στο μέτρο που με αυτόν προσάπτεται κατ’ ουσίαν στο Γενικό Δικαστήριο ότι δεν έλαβε υπόψη τη σχετική υπεύθυνη δήλωση, είναι ανυπόστατος. Συγκεκριμένα, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε, με τη σκέψη 37 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, ότι ακόμη και αν η δήλωση αυτή είχε ληφθεί υπόψη από το τμήμα προσφυγών, θα έπρεπε και πάλι να γίνει δεκτό ότι δεν υπήρχαν στον φάκελο επαρκή στοιχεία προς επίρρωση του περιεχομένου της όσον αφορά την αξία των πωλήσεων που είχαν πραγματοποιηθεί.

47      Επομένως, στο πλαίσιο της σφαιρικής εκτίμησης των εκτεθέντων στις σκέψεις 35 έως 42 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης στοιχείων, κατόπιν της οποίας το Γενικό Δικαστήριο κατέληξε, με τη σκέψη 43 της ίδιας απόφασης, ότι τα στοιχεία αυτά δεν δικαιολογούσαν το συμπέρασμα ότι είχε γίνει ουσιαστική χρήση του επίμαχου σήματος, το Γενικό Δικαστήριο συνεκτίμησε την υπεύθυνη δήλωση και προέβη σε εκτίμηση της αποδεικτικής ισχύος τόσο της συγκεκριμένης δήλωσης όσο και των λοιπών στοιχείων που εξετάστηκαν.

48      Αφετέρου, και στο μέτρο που με τον υπό κρίση λόγο προσάπτεται κατ’ ουσίαν στο Γενικό Δικαστήριο ότι δεν έλαβε υπόψη, στο πλαίσιο της εξουσίας του να μεταρρυθμίσει την απόφαση του τμήματος προσφυγών, τα αποδεικτικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στον φάκελο του επίμαχου σήματος και τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν ενώπιον του τμήματος προσφυγών, υπενθυμίζεται ότι η αναγνώριση της ως άνω εξουσίας στο Γενικό Δικαστήριο δεν σημαίνει ότι αυτό έχει και την εξουσία να προβεί σε εκτίμηση επί της οποίας το τμήμα προσφυγών δεν έχει ακόμη λάβει θέση. Η άσκηση της εν λόγω εξουσίας πρέπει συνεπώς, κατ’ αρχήν, να περιορίζεται στις περιπτώσεις όπου το Γενικό Δικαστήριο, έχοντας ελέγξει την εκτίμηση στην οποία προέβη το τμήμα προσφυγών, είναι σε θέση να κρίνει, βάσει του ισχύοντος νομικού πλαισίου και των διαπιστωθέντων πραγματικών περιστατικών, ποια απόφαση έπρεπε να είχε λάβει το τμήμα προσφυγών (βλ. απόφαση της 5ης Ιουλίου 2011, C‑263/09 P, Edwin κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2011, σ. Ι‑5853, σκέψη 72).

49      Εν προκειμένω όμως, όπως προκύπτει από τα σημεία 32 έως 37 της προσβαλλόμενης απόφασης, το τμήμα προσφυγών αρνήθηκε ακριβώς να λάβει υπόψη τα οικεία αποδεικτικά στοιχεία και, ως εκ τούτου, δεν προέβη σε οποιαδήποτε εκτίμηση επί της αποδεικτικής τους αξίας.

50      Υπό τις συνθήκες αυτές, διαπιστώνεται ότι η Centrotherm Systemtechnik δεν είχε δικαίωμα να ζητήσει από το Γενικό Δικαστήριο να εκτιμήσει, προς ενδεχόμενη μεταρρύθμιση της προσβαλλόμενης απόφασης, την αποδεικτική ισχύ στοιχείων τα οποία το τμήμα προσφυγών δεν εξέτασε με την εν λόγω απόφαση.

51      Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, ο πρώτος λόγος αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί.

 Επί του δεύτερου λόγου αναίρεσης, ο οποίος αφορά παράβαση των άρθρων 51, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, και 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009

 Επιχειρήματα των διαδίκων

52      Με τον δεύτερο λόγο αναίρεσης, η Centrotherm Systemtechnik υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα κρίνοντας, όπως συνάγεται σιωπηρώς από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση και, ιδίως, από τη σκέψη της 46, ότι η ίδια έφερε το βάρος απόδειξης της ουσιαστικής χρήσης του επίμαχου σήματος.

53      Αφενός, ο κανόνας του άρθρου 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009, ότι το ΓΕΕΑ εξετάζει αυτεπαγγέλτως τα πραγματικά περιστατικά, έχει εφαρμογή, κατά την άποψη της αναιρεσείουσας, και στο πλαίσιο διαδικασίας για την κήρυξη έκπτωσης.

54      Αφετέρου, ενώ τα άρθρα 42, παράγραφος 2, και 57, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 προβλέπουν ότι ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος οφείλει να αποδείξει ότι έχει γίνει ουσιαστική χρήση του, ειδάλλως απορρίπτεται η ανακοπή του ή αίτησή του για κήρυξη της ακυρότητας του μεταγενέστερου σήματος, το άρθρο 51 του ίδιου κανονισμού δεν παρέχει, κατά την αναιρεσείουσα πάντοτε, αντίστοιχες διευκρινίσεις ως προς την τύχη της διαδικασίας για κήρυξη έκπτωσης.

55      Η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι η διάταξη του κανόνα 40, παράγραφος 5, του κανονισμού 2868/95 σχετικά με το βάρος απόδειξης έρχεται, ως εκ τούτου, σε αντίθεση προς τον κανονισμό 207/2009 και πρέπει, κατά συνέπεια, να μείνει ανεφάρμοστη. Επομένως, το Γενικό Δικαστήριο όφειλε να λάβει υπόψη το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων που είχε στη διάθεσή του.

56      Κατά το ΓΕΕΑ, λαμβανομένου υπόψη ότι η διαδικασία για κήρυξη έκπτωσης είναι μια inter partes και sui generis διαδικασία, η αρχή της αυτεπάγγελτης εξέτασης των πραγματικών περιστατικών δεν τυγχάνει εφαρμογής και απόκειται στον δικαιούχο του σήματος, ο οποίος έχει στη διάθεσή του τα κατάλληλα προς τούτο αποδεικτικά στοιχεία, να αποδείξει ότι το έχει χρησιμοποιήσει ουσιαστικά.

57      Η centrotherm Clean Solutions συμφωνεί ότι το άρθρο 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 δεν ισχύει στις διαδικασίες για κήρυξη έκπτωσης. Αντιθέτως, ο κανόνας 40, παράγραφος 5, του κανονισμού 2868/95 θέτει τις λεπτομέρειες εφαρμογής της διαδικασίας για την κήρυξη έκπτωσης, προβλέποντας ρητώς ότι ο δικαιούχος του σήματος οφείλει να αποδείξει την ουσιαστική χρήση αυτού. Επιπλέον, σε καμία περίπτωση δεν προκύπτει ρητώς από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ότι, κατά το Γενικό Δικαστήριο, το βάρος απόδειξης φέρει ο δικαιούχος του σήματος.

 Εκτίμηση του Δικαστηρίου

58      Πρέπει, πρώτον, να σημειωθεί ότι σε κανένα σημείο της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης το Γενικό Δικαστήριο δεν έκρινε ρητώς ότι το βάρος απόδειξης της ουσιαστικής χρήσης φέρει ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος.

59      Δεύτερον, επισημαίνεται ότι η σκέψη 46 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, όπου, κατά την αναιρεσείουσα, το Γενικό Δικαστήριο υιοθετεί τη συγκεκριμένη θέση, δεν περιέχει καμία διαπίστωση η οποία να είναι τόσο κατηγορηματική ώστε να μπορεί να συναχθεί το ως άνω συμπέρασμα.

60      Τρίτον και κυριότερο, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η Centrotherm Systemetechnik δεν εξηγεί για ποιον λόγο η σιωπηρή αυτή εκτίμηση και το συνακόλουθο νομικό σφάλμα θα επέσυραν, σε περίπτωση που διαπιστώνονταν, την αναίρεση της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου.

61      Συναφώς, τονίζεται κατ’ αρχάς ότι, όπως ήδη υπογραμμίστηκε με τις σκέψεις 40 και 42 της παρούσας απόφασης, η Centrotherm Systemtechnik επ’ ουδενί ζήτησε με το υπόμνημα αντίκρουσης που κατέθεσε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης. Ομοίως δεν είναι δυνατό να προσάψει, στο πλαίσιο της υπό κρίση αίτησης αναίρεσης, στο Γενικό Δικαστήριο ότι παρέλειψε να ακυρώσει την ως άνω απόφαση λόγω του νομικού σφάλματος στο οποίο φέρεται να υπέπεσε το τμήμα προσφυγών, καθόσον έκρινε ότι το βάρος απόδειξης της ουσιαστικής χρήσης του σήματος έφερε ο δικαιούχος του.

62      Ούτε μπορεί η Centrotherm Systemtechnik να προσάψει στο Γενικό Δικαστήριο ότι δεν έλαβε υπόψη τα αποδεικτικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στον φάκελο του επίμαχου σήματος και τα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία προσκομίστηκαν ενώπιον του τμήματος προσφυγών ώστε να διαπιστώσει, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, ότι η αναιρεσείουσα δεν έπρεπε να κηρυχθεί έκπτωτη από τα δικαιώματά της επί του σήματος αυτού, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 48 έως 50 της παρούσας απόφασης, όχι μόνο ουδέποτε προβλήθηκε αίτημα μεταρρύθμισης της προσβαλλόμενης απόφασης, αλλά το Γενικό Δικαστήριο δεν είχε, εν πάση περιπτώσει, την εξουσία να μεταρρυθμίσει την εν λόγω απόφαση λαμβάνοντας υπόψη τα ως άνω αποδεικτικά στοιχεία.

63      Τέλος, υπενθυμίζεται ότι η centrotherm Clean Solutions υποστήριξε απλώς και μόνο με την προσφυγή της ότι εσφαλμένως το τμήμα προσφυγών κατέληξε ότι τα προσκομισθέντα ενώπιον του τμήματος ακυρώσεων αποδεικτικά στοιχεία αρκούσαν προς θεμελίωση της ουσιαστικής χρήσης του επίμαχου σήματος.

64      Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι σε καμία περίπτωση δεν όφειλε το Γενικό Δικαστήριο, προκειμένου να αποφανθεί επί της προσφυγής και επί των λόγων που προβλήθηκαν ενώπιόν του, να κρίνει το ζήτημα ποιος έφερε το βάρος απόδειξης της ουσιαστικής χρήσης του επίμαχου σήματος.

65      Συνάγεται επίσης το συμπέρασμα ότι το σιωπηρό νομικό σφάλμα το οποίο η Centrotherm Systemtechnik διατείνεται ότι εντόπισε στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, ακόμη και αν υποτεθεί ότι όντως υπήρχε, δεν δικαιολογεί την ακύρωση της εν λόγω απόφασης.

66      Κατόπιν των σκέψεων αυτών, ο δεύτερος λόγος αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί.

 Επί του τρίτου λόγου αναίρεσης, ο οποίος αφορά παράβαση του άρθρου 51, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του κανονισμού 207/2009

 Επιχειρήματα των διαδίκων

67      Με τον τρίτο λόγο αναίρεσης, η Centrotherm Systemtechnik υποστηρίζει ότι, όπως συνάγεται από τη σκέψη 26 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, το Γενικό Δικαστήριο στηρίχθηκε στην παραδοχή ότι δεν επιτρέπεται να γίνει δεκτό ότι έχει γίνει ουσιαστική χρήση, όταν η χρήση του οικείου σήματος ήταν ελάχιστη και ανεπαρκής. Κατά την αναιρεσείουσα, τούτο έρχεται σε αντίθεση προς τη νομολογία του Δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία η απαίτηση της ουσιαστικής χρήσης μπορεί να δικαιολογήσει τον αποκλεισμό μόνον των χρήσεων συμβολικού χαρακτήρα, που έχουν ως μοναδικό σκοπό τη διατήρηση σε ισχύ των δικαιωμάτων τα οποία παρέχει η καταχώριση του σήματος.

68      Κατά τη Centrotherm Systemtechnik, σε αυτό ακριβώς το νομικό σφάλμα οφείλεται η εσφαλμένη εκτίμηση στην οποία προέβη το Γενικό Δικαστήριο με τις σκέψεις 36 και 37 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, όπου έκρινε ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν αφορούσαν σχετικά περιορισμένες πωλήσεις, οι οποίες αντιστοιχούσαν συνολικά μόλις στο 0,03 % του δηλωθέντος κύκλου εργασιών.

69      Το ΓΕΕΑ και η centrotherm Clean Solutions ισχυρίζονται, αφενός, ότι η σκέψη 26 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, όπου αναφέρεται ότι όταν η χρήση είναι ελάχιστη και ανεπαρκής «δεν μπορεί να γίνει δεκτό […] ότι ένα σήμα χρησιμοποιείται πραγματικά και ουσιαστικά σε συγκεκριμένη αγορά» συνάδει απολύτως με τη νομολογία του Δικαστηρίου. Αφετέρου, κατά την άποψή τους, δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο η εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν σχετικά με τις πωλήσεις δεν αρκούν για να θεμελιώσουν ουσιαστική χρήση του σήματος.

 Εκτίμηση του Δικαστηρίου

70      Επιβάλλεται, πρώτον, η διαπίστωση ότι ο τρίτος αυτός λόγος αναίρεσης στηρίζεται σε παρερμηνεία της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης. Συγκεκριμένα, απομονώνοντας μία συγκεκριμένη φράση που χρησιμοποιείται στη σκέψη 26 της απόφασης αυτής από τα συμφραζόμενά της, η Centrotherm Systemtechnik αλλοιώνει το όλο νόημα της εν λόγω σκέψης.

71      Κατ’ αρχάς, η εκτίμηση στην οποία προέβη το Γενικό Δικαστήριο με τη σκέψη 26 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης πρέπει οπωσδήποτε να διαβαστεί σε συνέχεια της αμέσως προηγούμενης σκέψης 25, όπου το Γενικό Δικαστήριο υπενθύμισε, μεταξύ άλλων, ότι ουσιαστική χρήση ενός σήματος γίνεται όταν αυτό χρησιμοποιείται σύμφωνα με τη βασική του λειτουργία, που συνίσταται στην εγγύηση της ταυτότητας προελεύσεως των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία έχει καταχωριστεί, με σκοπό την εξεύρεση ή διατήρηση δυνατοτήτων πωλήσεως των εν λόγω προϊόντων και υπηρεσιών, αποκλειομένης της συμβολικής χρήσεως που αποσκοπεί στη διατήρηση των δικαιωμάτων που παρέχει το σήμα.

72      Εν συνεχεία, το Γενικό Δικαστήριο προχωρεί με τη σκέψη 26 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, υπό το πρίσμα αυτής της νομολογίας που μόλις υπενθύμισε, στη διαπίστωση ότι «[επομένως] δεν μπορεί να γίνει δεκτό, βάσει της έννοιας της ουσιαστικής χρήσεως, ότι ένα σήμα χρησιμοποιείται πραγματικά και ουσιαστικά σε συγκεκριμένη αγορά όταν η χρήση του είναι ελάχιστη και ανεπαρκής», προτού αναφερθεί, με την ίδια σκέψη, στη νομολογία σύμφωνα με την οποία η απαίτηση για ουσιαστική χρήση δεν αποσκοπεί στην εκτίμηση της εμπορικής επιτυχίας ούτε στον έλεγχο της οικονομικής στρατηγικής μιας επιχείρησης ούτε, ακόμη, στην προστασία μόνον των σημάτων που ανήκουν στις σημαντικές από άποψης μεγέθους εμπορικές εκμεταλλεύσεις.

73      Επιπροσθέτως, δεν πρέπει να παραβλεφθεί ότι οι εν λόγω σκέψεις 25 και 26 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης εντάσσονται στο πλαίσιο μιας γενικότερης αναδρομής στη νομολογία που αφορά την ουσιαστική χρήση του σήματος, εξ αφορμής της οποίας δίνονται και διάφορες πρόσθετες διευκρινίσεις ως προς την έκταση της χρήσης και, ιδίως, ως προς την εμπορική αξία της εκμετάλλευσης του οικείου σήματος, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 27 έως 29 της απόφασης αυτής.

74      Συνεπώς, ουδέν νομικό σφάλμα ενέχουν οι διαπιστώσεις που γίνονται στη σκέψη 26 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, με την οποία το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει απλώς ορισμένες πάγιες νομολογιακές θέσεις.

75      Δεύτερον, όσον αφορά τις σκέψεις 36 και 37 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, επισημαίνεται ότι αυτές εντάσσονται στο πλαίσιο μιας σύνθετης ανάλυσης, αποτελώντας μάλιστα μία μόνον από τις πτυχές της, η οποία γίνεται, όπως διευκρινίζεται εκ προοιμίου με τη σκέψη 34 της ίδιας απόφασης, προκειμένου να εξετάσει το Γενικό Δικαστήριο αν από τη συνολική εκτίμηση των φωτογραφιών και των τεσσάρων τιμολογίων μπορούσε πράγματι να συναχθεί ότι είχε γίνει ουσιαστική χρήση του επίμαχου σήματος, λαμβανομένων υπόψη των νομολογιακών αρχών που υπενθυμίστηκαν με τις σκέψεις 25 έως 29 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης.

76      Σε αυτή την αλληλουχία, οι περιεχόμενες, ιδίως, στις σκέψεις 36 και 37 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης διαπιστώσεις και εκτιμήσεις του Γενικού Δικαστηρίου ως προς τη συχνότητα των εμπορικών πράξεων τις οποίες επικαλέστηκε η αναιρεσείουσα, ως προς την περίοδο πραγματοποίησής τους και ως προς τον όγκο πωλήσεων που μαρτυρούν δεν πρέπει να διαχωριστούν από το πλέγμα των λοιπών σκέψεων βάσει των οποίων το Γενικό Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν είχε αποδειχθεί εν προκειμένω η ουσιαστική χρήση του οικείου σήματος, προπαντός δε από τις επισημάνσεις του στο πλαίσιο της εξέτασης των φωτογραφιών στις σκέψεις 38 έως 42 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης.

77      Εξάλλου, οι ως άνω διαπιστώσεις και εκτιμήσεις αφορούν τα πραγματικά περιστατικά (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 13ης Σεπτεμβρίου 2007, C‑234/06 P, Il Ponte Finanziaria κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2007, σ. I‑7333, σκέψη 75) και δεν συνιστούν επομένως, εκτός αν συντρέχει περίπτωση παραμόρφωσης των οικείων πραγματικών περιστατικών, νομικό ζήτημα υποκείμενο, ως τέτοιο, στον αναιρετικό έλεγχο του Δικαστηρίου.

78      Κατόπιν των ανωτέρω, ο τρίτος λόγος αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί.

 Επί του τέταρτου λόγου αναίρεσης, ο οποίος αφορά παράβαση του άρθρου 78, παράγραφος 1, στοιχείο στ΄, του κανονισμού 207/2009 και του κανόνα 22 του κανονισμού 2868/95

 Επιχειρήματα των διαδίκων

79      Με τον τέταρτο λόγο αναίρεσης, η Centrotherm Systemtechnik υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα καθόσον δεν αντέκρουσε τη θέση την οποία διατύπωσε το τμήμα προσφυγών, ότι η υπεύθυνη δήλωση δεν αποτελεί αποδεικτικό στοιχείο, κατά την έννοια του κανόνα 22, παράγραφος 4, του κανονισμού 2868/95, σε συνδυασμό με το άρθρο 78, παράγραφος 1, στοιχείο στ΄, του κανονισμού 207/2009.

80      Κατά την αναιρεσείουσα, αν το Γενικό Δικαστήριο είχε αντικρούσει την ως άνω θέση και είχε λάβει υπόψη ότι δεν είναι δυνατό να απαιτείται κάθε πληροφορία που δίνεται στο πλαίσιο μιας υπεύθυνης δήλωσης να επιβεβαιώνεται και από άλλα αποδεικτικά στοιχεία, τότε θα είχε καταλήξει σε διαφορετικό συμπέρασμα ως προς το ζήτημα της ουσιαστικής χρήσης του επίμαχου σήματος.

81      Κατά το ΓΕΕΑ, τόσο από τη σκέψη 37 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης όσο και από τη σκέψη 34 της προαναφερθείσας απόφασης Centrotherm Systemtechnik κατά ΓΕΕΑ – centrotherm Clean Solutions (CENTROTHERM), η οποία εκδόθηκε στην παράλληλη υπόθεση Τ‑434/09, προκύπτει ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν απέρριψε in abstracto την αποδεικτική αξία των υπεύθυνων δηλώσεων εν γένει, αλλά εξέτασε τη συγκεκριμένη, διαπιστώνοντας κατόπιν μιας εκτίμησης που δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο ότι, εν προκειμένω, ήταν απαραίτητη η προσκόμιση πρόσθετων αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένης υπόψη της σχέσης μεταξύ του υπογράφοντος την υπεύθυνη δήλωση και της Centrotherm Systemtechnik.

82      Η centrotherm Clean Solutions ισχυρίζεται ότι, εφόσον η αναιρεσείουσα δεν είχε αμφισβητήσει την προσβαλλόμενη διαπίστωση του τμήματος προσφυγών κατά το στάδιο της προσφυγής, το Γενικό Δικαστήριο δεν ήταν υποχρεωμένο να ανατρέψει την εν λόγω διαπίστωση. Ούτε όμως και την επικύρωσε, καθόσον περιορίστηκε να παρατηρήσει, στη σκέψη 37 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης ότι, ακόμη και αν το τμήμα προσφυγών είχε λάβει υπόψη την υπεύθυνη δήλωση, θα έπρεπε να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το περιεχόμενό της, όσον αφορά την αξία των πωλήσεων, δεν υποστηριζόταν επαρκώς από τα έγγραφα του φακέλου.

 Εκτίμηση του Δικαστηρίου

83      Υπογραμμίζεται, πρώτον, ότι ο υπό κρίση τέταρτος λόγος ταυτίζεται εν μέρει με τον πρώτο λόγο, στο μέτρο που με αυτόν προσήφθη στο Γενικό Δικαστήριο ότι δεν έλαβε υπόψη, όπως προηγουμένως και το τμήμα προσφυγών, την υπεύθυνη δήλωση ως αποδεικτικό στοιχείο της χρήσης του σήματος, τη στιγμή που, αν το είχε κάνει, θα μπορούσε να διαπιστώσει, στο πλαίσιο της άσκησης της εξουσίας του να μεταρρυθμίσει την απόφαση του τμήματος προσφυγών, ότι είχε αποδειχθεί η απαιτούμενη ουσιαστική χρήση.

84      Συναφώς αρκεί η επισήμανση ότι, όπως απορρέει από την ανάλυση που πραγματοποιήθηκε ήδη στις ανωτέρω σκέψεις 46 και 47 της παρούσας απόφασης σε σχέση με τον πρώτο αυτό λόγο αναίρεσης, τόσο από τις σκέψεις 37 και 43 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης όσο, άλλωστε, και από τη σκέψη 46 της ίδιας απόφασης προκύπτει ότι, εφόσον κατά τη σφαιρική εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων, βάσει της οποίας το Γενικό Δικαστήριο κατέληξε ότι δεν αποδείχθηκε η ουσιαστική χρήση, ελήφθησαν υπόψη τόσο η υπεύθυνη δήλωση όσο και τα υπόλοιπα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν ενώπιον του τμήματος ακυρώσεων του ΓΕΕΑ, το Γενικό Δικαστήριο επ’ ουδενί αποφάνθηκε ότι η ως άνω δήλωση δεν αποτελεί παραδεκτό αποδεικτικό στοιχείο.

85      Δεύτερον, ως προς το επιχείρημα της Centrotherm Systemtechnik ότι κακώς το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι κάθε πληροφορία που περιλαμβάνεται σε υπεύθυνη δήλωση πρέπει να επιβεβαιώνεται και από άλλα αποδεικτικά στοιχεία, στερώντας έτσι από τις υπεύθυνες δηλώσεις τέτοιου είδους κάθε αυτοτελή αποδεικτική ισχύ, διαπιστώνεται ότι αυτό δεν είναι σε καμία περίπτωση το περιεχόμενο της εκτίμησης στην οποία προέβη το Γενικό Δικαστήριο με τη σκέψη 37 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης. Συγκεκριμένα, στην εν λόγω σκέψη, το Γενικό Δικαστήριο τόνισε απλώς το χάσμα που υπήρχε μεταξύ, αφενός, των ισχυρισμών τους οποίους περιείχε η υπεύθυνη δήλωση του διαχειριστή της Centrotherm Systemtechnik σχετικά με τους υποτιθέμενους ετήσιους κύκλους εργασιών της εταιρίας το 2002 και το 2006 και, αφετέρου, των συγκριτικά ελάχιστων και συγκυριακών, καθόσον αναφέρονταν σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, και μάλιστα σε συγκεκριμένες ημερομηνίες, πωλήσεων τις οποίες πιστοποιούν τα μοναδικά τιμολόγια που προσκόμισε η Centrotherm Systemtechnik.

86      Κατόπιν των ανωτέρω, ο τέταρτος λόγος αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί.

87      Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι ουδείς εκ των λόγων αναίρεσης τους οποίους προέβαλε η Centrotherm Systemtechnik έγινε δεκτός, η αίτηση αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί.

 Επί των δικαστικών εξόδων

88      Βάσει του άρθρου 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, το οποίο εφαρμόζεται κατ’ αναίρεση δυνάμει του άρθρου 184, παράγραφος 1, του ίδιου Κανονισμού, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η centrotherm Clean Solutions ζήτησε να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα μόνον η Centrotherm Systemtechnik και η τελευταία ηττήθηκε, πρέπει η Centrotherm Systemtechnik να φέρει, πέραν των δικών της δικαστικών εξόδων, και εκείνα στα οποία υποβλήθηκε η centrotherm Clean Solutions. Κατά συνέπεια, το ΓΕΕΑ φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την αίτηση αναίρεσης.

2)      Η Centrotherm Systemtechnik GmbH φέρει, πέραν των δικών της δικαστικών εξόδων, και εκείνα στα οποία υποβλήθηκε η centrotherm Clean Solutions GmbH & Co. KG.

3)      Το Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.