Language of document : ECLI:EU:T:2015:215

Υπόθεση T‑359/12

Louis Vuitton Malletier

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

«Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας — Κοινοτικό εικονιστικό σήμα που αναπαριστά σχέδιο σκακιέρας καφέ και μπεζ χρώματος — Απόλυτος λόγος απαραδέκτου — Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα — Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα που αποκτήθηκε διά της χρήσεως — Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, και παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 — Άρθρο 52, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 207/2009»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα)
της 21ης Απριλίου 2015

1.      Κοινοτικό σήμα — Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος — Απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου — Σήματα στερούμενα διακριτικού χαρακτήρα — Τρισδιάστατα σήματα αποτελούμενα από τη μορφή του προϊόντος — Διακριτικός χαρακτήρας — Κριτήρια εκτιμήσεως

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 7 § 1, στοιχείο β΄)

2.      Κοινοτικό σήμα — Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος — Απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου — Σήματα στερούμενα διακριτικού χαρακτήρα — Εικονιστικό σήμα το οποίο συνίσταται στη δισδιάστατη αναπαράσταση ενός προϊόντος — Διακριτικός χαρακτήρας — Κριτήρια εκτιμήσεως

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 7 § 1, στοιχείο β΄)

3.      Κοινοτικό σήμα — Παραίτηση, έκπτωση και ακυρότητα — Απόλυτοι λόγοι ακυρότητας — Καταχώριση αντίθετη προς το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο δ΄, του κανονισμού 207/2009 — Εξαίρεση — Κτήση διακριτικού χαρακτήρα διά της χρήσεως — Εικονιστικό σήμα που αναπαριστά σχέδιο σκακιέρας καφέ και μπεζ χρώματος

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρα 7 § 1, στοιχείο δ΄, και 52)

4.      Κοινοτικό σήμα — Αποφάσεις του ΓΕΕΑ — Αρχή της ίσης μεταχειρίσεως — Αρχή της χρηστής διοικήσεως — Προγενέστερες αποφάσεις του ΓΕΕΑ — Αρχή της νομιμότητας

5.      Κοινοτικό σήμα — Δικονομικές διατάξεις — Αυτεπάγγελτη εξέταση των πραγματικών περιστατικών — Διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας σε σχέση με τους απόλυτους λόγους απαραδέκτου — Εξέταση περιοριζόμενη στους προβαλλόμενους λόγους

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρα 7 § 1, 52, 55, 57 § 1 και 76 § 1)

6.      Κοινοτικό σήμα — Παραίτηση, έκπτωση και ακυρότητα — Απόλυτοι λόγοι ακυρότητας — Καταχώριση αντίθετη προς το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχεία β΄ έως δ΄, του κανονισμού 207/2009 — Εξαίρεση — Κτήση διακριτικού χαρακτήρα διά της χρήσεως — Προϋποθέσεις

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρα 7 §§ 1, στοιχεία β΄ έως δ΄, και 3, 52 § 2 και 165 §§ 1 και 4)

7.      Κοινοτικό σήμα — Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος — Απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου — Σήματα στερούμενα διακριτικού χαρακτήρα — Εξαίρεση — Κτήση διακριτικού χαρακτήρα διά της χρήσεως — Σήμα στερούμενο διακριτικού χαρακτήρα σε ολόκληρη την Ένωση

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρα 1 § 1 και 7 § 3)

1.      Τα κριτήρια εκτιμήσεως του διακριτικού χαρακτήρα των τρισδιάστατων σημάτων που συνίστανται στη μορφή του ίδιου του προϊόντος δεν διαφέρουν από τα ισχύοντα για τις λοιπές κατηγορίες σημάτων.

Πάντως, στο πλαίσιο εφαρμογής των κριτηρίων αυτών, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η αντίληψη του μέσου καταναλωτή δεν είναι κατ’ ανάγκη η ίδια στην περίπτωση τρισδιάστατου σήματος, αποτελούμενου από την εικόνα του ίδιου του προϊόντος, και στην περίπτωση λεκτικού ή εικονιστικού σήματος, αποτελούμενου από σημείο ανεξάρτητο της όψεως των προϊόντων που προσδιορίζει.

Πράγματι, ο μέσος καταναλωτής δεν έχει τη συνήθεια να αναγνωρίζει την προέλευση των προϊόντων βάσει του σχήματος του προϊόντος ή της συσκευασίας του, χωρίς να υπάρχει κάποιο εικονιστικό ή λεκτικό στοιχείο, και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να καταστεί δυσχερέστερη η απόδειξη του διακριτικού χαρακτήρα ενός τέτοιου τρισδιάστατου σήματος, σε σχέση με κάποιο λεκτικό ή εικονιστικό σήμα.

Εξάλλου, όσο περισσότερο το σχήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση ως σήματος ομοιάζει προς το πλέον πιθανό σχήμα που θα λάβει το επίμαχο προϊόν, τόσο πιθανότερο είναι το εν λόγω σχήμα να στερείται διακριτικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009 για το κοινοτικό σήμα. Υπό τις συνθήκες αυτές, διακριτικό χαρακτήρα, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του εν λόγω κανονισμού, διαθέτει μόνον το σήμα το οποίο αποκλίνει σημαντικά από τα γενικώς ή συνήθως ισχύοντα στον κλάδο και, λόγω αυτού του γεγονότος, μπορεί να επιτελεί τη βασική του λειτουργία προσδιορισμού της προελεύσεως του προϊόντος.

(βλ. σκέψεις 20-23)

2.      Η νομολογία σχετικά με τα κριτήρια εκτιμήσεως του διακριτικού χαρακτήρα των τρισδιάστατων σημάτων που αποτελούνται από την όψη του ίδιου του προϊόντος, ισχύει επίσης όταν, όπως εν προκειμένω, το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση είναι εικονιστικό σήμα αποτελούμενο από τη δισδιάστατη παράσταση του εν λόγω προϊόντος. Πράγματι, ούτε σε παρόμοια περίπτωση το σήμα αποτελείται από σημείο ανεξάρτητο από την όψη των προϊόντων που προσδιορίζει.

Όμοια είναι, επίσης, η περίπτωση εικονιστικού σήματος αποτελούμενου από τμήμα του σήματος του προϊόντος που αυτό προσδιορίζει, στο μέτρο που το ενδιαφερόμενο κοινό το αναγνωρίζει αμέσως και χωρίς ιδιαίτερο προβληματισμό ως παράσταση μιας ιδιαζόντως ενδιαφέρουσας ή ελκυστικής λεπτομέρειας του επίμαχου προϊόντος, παρά ως ένδειξη της εμπορικής του προελεύσεως.

(βλ. σκέψεις 24, 25)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 35-45, 104, 120)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 47-51)

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 58-62)

6.      Δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009 για το κοινοτικό σήμα, ο απόλυτος λόγος απαραδέκτου του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του ίδιου κανονισμού δεν αποκλείει την καταχώριση σήματος εφόσον αυτό έχει αποκτήσει διακριτικό χαρακτήρα διά της χρήσεώς του, όσον αφορά τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση.

Ομοίως, το άρθρο 52, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι, όταν η καταχώριση του κοινοτικού σήματος έγινε κατά παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, το κοινοτικό σήμα δεν κηρύσσεται άκυρο, εάν, λόγω της χρήσεως που του έγινε, απέκτησε, μετά την καταχώρισή του, διακριτικό χαρακτήρα για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες καταχωρίσθηκε.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 165, παράγραφοι 1 και 4, του κανονισμού 207/2009, ο διά της χρήσεως κτηθείς διακριτικός χαρακτήρας πρέπει να αποδεικνύεται μόνον στα κράτη μέλη που ήταν μέλη της Ένωσης κατά τον χρόνο καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως του αμφισβητούμενου σήματος.

Ένα στερούμενο εγγενούς διακριτικού χαρακτήρα σημείο το οποίο, λόγω της χρήσεώς του πριν από την κατάθεση αιτήσεως για καταχώρισή του ως κοινοτικό σήμα, απέκτησε τέτοιο χαρακτήρα για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως, γίνεται δεκτό για καταχώριση, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 2077/2009, εφόσον δεν πρόκειται για σήμα που «καταχωρίσθηκε κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 7». Επομένως, το άρθρο 52, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 ουδόλως είναι κρίσιμο στην περίπτωση αυτή. Η τελευταία αυτή διάταξη αφορά, κυρίως, τα σήματα των οποίων η καταχώριση ήταν αντίθετη στους λόγους απαραδέκτου του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία β΄ έως δ΄, του κανονισμού 207/2009 και τα οποία, ελλείψει τέτοιας διατάξεως, έπρεπε να ακυρωθούν, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 52, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009. Το άρθρο 52, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 έχει, ακριβώς, ως σκοπό τη διατήρηση της καταχωρίσεως των σημάτων τα οποία, διά της χρήσεως που τους έγινε, έχουν, εν τω μεταξύ, δηλαδή μετά την καταχώρισή τους, αποκτήσει διακριτικό χαρακτήρα για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες για τα οποία καταχωρίσθηκαν, παρά το γεγονός ότι όταν έγινε η καταχώρισή τους ήταν αντίθετη προς το άρθρο 7 του κανονισμού 207/2009.

(βλ. σκέψεις 79-82)

7.      Κατά το άρθρο 1, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 για το κοινοτικό σήμα, το τελευταίο έχει «ενιαίο χαρακτήρα», με συνέπεια να «παράγει τα ίδια αποτελέσματα στο σύνολο της Κοινότητας». Από τον ενιαίο χαρακτήρα του κοινοτικού σήματος προκύπτει ότι, για να γίνει δεκτή η καταχώριση σημείου, αυτό πρέπει να έχει διακριτικό χαρακτήρα στο σύνολο της Ένωσης. Για τον λόγο αυτό, κατά το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, η αίτηση καταχωρίσεως σήματος απορρίπτεται εάν αυτό στερείται διακριτικού χαρακτήρα σε τμήμα της Ένωσης.

Το άρθρο 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009, το οποίο επιτρέπει την καταχώριση σημείων που έχουν αποκτήσει διακριτικό χαρακτήρα διά της χρήσεως, πρέπει να ερμηνεύεται με γνώμονα τις ως άνω επιταγές. Κατά συνέπεια, είναι απαραίτητο να αποδεικνύεται η διά της χρήσεως κτήση τέτοιου χαρακτήρα σε όλο το έδαφος εντός του οποίου το σήμα στερούνταν εξ υπαρχής τέτοιου χαρακτήρα.

Από τα προαναφερθέντα προκύπτει οπωσδήποτε ότι, όταν το αμφισβητούμενο σήμα στερείται διακριτικού χαρακτήρα σε όλη την Ένωση, πρέπει να αποδειχθεί ότι απέκτησε διακριτικό χαρακτήρα σε κάθε ένα από τα κράτη μέλη.

Πάντως, το Δικαστήριο έκρινε ότι, μολονότι είναι αληθές ότι η κτήση από ένα σήμα διακριτικού χαρακτήρα διά της χρήσεως πρέπει να αποδεικνύεται για το τμήμα της Ένωσης στο οποίο το σήμα αυτό δεν είχε ab initio τέτοιο χαρακτήρα, θα ήταν υπερβολικό να απαιτείται να αποδειχθεί η κτήση αυτή για κάθε κράτος μέλος μεμονωμένα.

Εντούτοις, πρέπει να επισημανθεί ότι, υπενθυμίζοντας τη νομολογία, κατά την οποία ένα σήμα μπορεί να καταχωριστεί μόνον εφόσον αποδειχθεί ότι έχει αποκτήσει, δια της χρήσεώς του, διακριτικό χαρακτήρα σε τμήμα της Ένωσης όπου δεν είχε εξ υπαρχής τέτοιο χαρακτήρα και ότι αυτό πρέπει να είναι το σύνολο της Ένωσης, το Δικαστήριο δεν απέκλινε από τη νομολογία του.

(βλ. σκέψεις 84, 85, 91-93)