Language of document : ECLI:EU:C:2024:347

Υπόθεση C301/22

Peter Sweetman

κατά

An Bord Pleanála
και
Ireland and the Attorney General

[αίτηση του High Court (Ιρλανδία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

 Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 25ης Απριλίου 2024

«Προδικαστική παραπομπή – Περιβάλλον – Οδηγία 2000/60/ΕΚ – Πλαίσιο για μια πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα των υδάτων – Άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ– Περιβαλλοντικοί στόχοι για τα επιφανειακά ύδατα – Υποχρέωση των κρατών μελών να μην εγκρίνουν έργο που μπορεί να προκαλέσει υποβάθμιση της κατάστασης συστήματος επιφανειακών υδάτων – Άρθρο 5 και παράρτημα ΙΙ – Χαρακτηρισμός των τύπων συστημάτων επιφανειακών υδάτων – Άρθρο 8 και παράρτημα V – Ταξινόμηση της κατάστασης των επιφανειακών υδάτων – Άρθρο 11 – Πρόγραμμα μέτρων – Έργο άντλησης νερού από λίμνη επιφάνειας μικρότερης των 0,5 km²»

1.        Περιβάλλον – Πολιτική της Ένωσης στον τομέα των υδάτων – Οδηγία 2000/60 – Υποχρέωση καθορισμού τυποχαρακτηριστικών συνθηκών αναφοράς για τους διάφορους τύπους συστημάτων επιφανειακών υδάτων – Περιεχόμενο – Λίμνες μικρού μεγέθους – Δεν εμπίπτουν

(Οδηγία 2000/60 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 5 § 1, πρώτη περίπτωση, και παράρτημα II)

(βλ. σκέψεις 26-31, 41, διατακτ. 1)

2.        Περιβάλλον – Πολιτική της Ένωσης στον τομέα των υδάτων – Οδηγία 2000/60 – Υποχρέωση θέσπισης προγραμμάτων παρακολούθησης της κατάστασης των επιφανειακών υδάτων – Περιεχόμενο – Λίμνες μικρού μεγέθους – Δεν εμπίπτουν

(Οδηγία 2000/60 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 8 και παραρτήματα II και V)

(βλ. σκέψεις 32-41, διατακτ. 1)

3.        Περιβάλλον – Πολιτική της Ένωσης στον τομέα των υδάτων – Οδηγία 2000/60 – Περιβαλλοντικοί στόχοι για τα επιφανειακά ύδατα – Υποχρέωση εφαρμογής των αναγκαίων μέτρων για τη βελτίωση της κατάστασης των υδατικών συστημάτων και την πρόληψη της υποβάθμισής τους – Αίτηση αδειοδότησης έργου που μπορεί να έχει επιπτώσεις σε λίμνη μικρού μεγέθους – Υποχρέωση των αρμόδιων αρχών να εκτιμούν τις συνέπειες ενός τέτοιου έργου σε άλλα συστήματα επιφανειακών υδάτων – Περιεχόμενο

(Οδηγία 2000/60 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 1, στοιχείο aʹ)

(βλ. σκέψεις 45, 48-61, 69, διατακτ. 2)

4.        Περιβάλλον – Πολιτική της Ένωσης στον τομέα των υδάτων – Οδηγία 2000/60 – Περιβαλλοντικοί στόχοι για τα επιφανειακά ύδατα – Υποχρέωση εφαρμογής των αναγκαίων μέτρων για τη βελτίωση της κατάστασης των συστημάτων επιφανειακών υδάτων και για την πρόληψη της υποβάθμισής τους – Αίτηση αδειοδότησης έργου που μπορεί να επηρεάσει λίμνη μικρού μεγέθους – Υποχρέωση των αρμόδιων αρχών να εξασφαλίζουν ότι το έργο είναι συμβατό με το πρόγραμμα μέτρων που έχει καταρτιστεί για την οικεία περιοχή λεκάνης απορροής ποταμού – Περιεχόμενο

(Οδηγία 2000/60 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 1, στοιχείο aʹ, και άρθρο 11)

(βλ. σκέψεις 62-69, διατακτ. 2)

Σύνοψη

Κατόπιν αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως του High Court (ανώτερου δικαστηρίου, Ιρλανδία), το Δικαστήριο αποσαφηνίζει τις περιβαλλοντικές υποχρεώσεις που υπέχουν τα κράτη μέλη βάσει της οδηγίας 2000/60 (1) σε σχέση με τις λίμνες μικρού μεγέθους που βρίσκονται στο έδαφός τους.

Τον Ιούλιο του 2018 το An Bord Pleanála (συμβούλιο χωροταξικού σχεδιασμού, Ιρλανδία) ενέκρινε σχέδιο χωροταξικής διευθέτησης για την άντληση γλυκών υδάτων από λίμνη επιφάνειας 0,083 km², η οποία βρίσκεται στην κομητεία Galway (Ιρλανδία).

Με απόφαση της 15ης Ιανουαρίου 2021, το High Court ακύρωσε την εν λόγω απόφαση αδειοδότησης, για τον λόγο ότι η Environmental Protection Agency (ιρλανδική υπηρεσία προστασίας περιβάλλοντος, στο εξής: EPA) δεν είχε προβεί στην απαιτούμενη από την οδηγία 2000/60 ταξινόμηση της οικολογικής κατάστασης της λίμνης.

Κατόπιν της εκδόσεως της απόφασης αυτής, μία από τους διαδίκους στην ένδικη διαδικασία ενώπιον του ανώτερου δικαστηρίου ζήτησε τη γνώμη της ΕΡΑ. Η ΕΡΑ έκρινε με την απάντησή της ότι η επίμαχη λίμνη δεν αποτελούσε υδατικό σύστημα που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2000/60.

Εκτιμώντας ότι η θέση αυτή μπορεί να επηρεάσει την έκβαση της υπόθεσης, το High Court αποφάσισε την επανεξέταση της υπόθεσης και την υποβολή στο Δικαστήριο προδικαστικού ερωτήματος όσον αφορά τον χαρακτηρισμό και την ταξινόμηση της κατάστασης λιμνών μικρού μεγέθους, καθώς και τις προϋποθέσεις αδειοδότησης έργου που μπορεί να επηρεάσει λίμνη μικρού μεγέθους, η οποία δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο χαρακτηρισμού και της οποίας η κατάσταση δεν έχει ταξινομηθεί βάσει της οδηγίας αυτής.

Εκτίμηση του Δικαστηρίου

Όσον αφορά, πρώτον, την υποχρέωση των κρατών μελών να προβαίνουν σε χαρακτηρισμό των λιμνών και σε ταξινόμηση της οικολογικής τους κατάστασης, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, προκειμένου να εξασφαλιστεί η διατήρηση ή η αποκατάσταση της καλής κατάστασης των επιφανειακών υδάτων, η οδηγία 2000/60 προβλέπει σειρά διατάξεων οι οποίες καθιερώνουν μια πολύπλοκη διαδικασία με πολλά λεπτομερώς ρυθμιζόμενα στάδια, που επιτρέπει στα κράτη μέλη να θέτουν σε εφαρμογή τα αναγκαία μέτρα σε συνάρτηση με τις ιδιαιτερότητες και τα χαρακτηριστικά των καταγεγραμμένων στο έδαφός τους υδατικών συστημάτων.

Όσον αφορά ειδικότερα την υποχρέωση των κρατών μελών να προβαίνουν σε χαρακτηρισμό των λιμνών που βρίσκονται στο έδαφός τους, το άρθρο 5 της οδηγίας 2000/60 επιβάλλει τη διενέργεια ανάλυσης των χαρακτηριστικών κάθε περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού, σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές του παραρτήματος II της ίδιας οδηγίας. Από το γράμμα, δε, του παραρτήματος αυτού προκύπτει σαφώς ότι η προβλεπόμενη σε αυτό υποχρέωση καθορισμού των τυποχαρακτηριστικών συνθηκών αναφοράς για τους διαφόρους τύπους συστημάτων επιφανειακών υδάτων δεν αφορά τις λίμνες με επιφάνεια μικρότερη των 0,5 km².

Δεδομένου ότι τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να προβαίνουν στον χαρακτηρισμό, βάσει του άρθρου 5 και του παραρτήματος II της οδηγίας 2000/60, των λιμνών με επιφάνεια μικρότερη των 0,5 km², συνάγεται λογικά ότι δεν υπέχουν ούτε υποχρέωση ταξινόμησης της οικολογικής κατάστασης των λιμνών αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 8 και το παράρτημα V της οδηγίας. Η ερμηνεία αυτή επιρρωννύεται, μεταξύ άλλων, από τη συνδυασμένη ανάγνωση των παραρτημάτων II και V της οδηγίας 2000/60.

Πάντως, η σχετική διαπίστωση δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη που το κρίνουν σκόπιμο να υπάγουν ορισμένους τύπους λιμνών με επιφάνεια μικρότερη των 0,5 km² στις υποχρεώσεις χαρακτηρισμού και ταξινόμησης που προβλέπονται από την οδηγία 2000/60.

Δεύτερον, όσον αφορά τις υποχρεώσεις που υπέχουν οι εθνικές αρχές κατά την αδειοδότηση έργου δυνάμενου να επηρεάσει λίμνη μικρού μεγέθους η οποία δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο χαρακτηρισμού ή της οποίας η οικολογική κατάσταση δεν έχει ταξινομηθεί, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι ούτε οι υποχρεώσεις πρόληψης της υποβάθμισης και βελτίωσης των συστημάτων επιφανειακών υδάτων, τις οποίες προβλέπει το άρθρο 4 της οδηγίας 2000/60, αφορούν τις λίμνες με επιφάνεια μικρότερη των 0,5 km² οι οποίες δεν έχουν συνενωθεί με άλλες από τα κράτη μέλη για τις ανάγκες του προβλεπόμενου από την οδηγία χαρακτηρισμού, βάσει της σχετικής δυνατότητας που προβλέπεται στο παράρτημα II.

Πράγματι, θα ήταν ασύμβατο προς την οικονομία της οδηγίας 2000/60, και ειδικότερα προς τον πολύπλοκο χαρακτήρα της διαδικασίας που αυτή θεσπίζει, να αφορά ο δεσμευτικός χαρακτήρας των περιβαλλοντικών στόχων που καθορίζονται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας και συστήματα επιφανειακών υδάτων τα οποία δεν έχουν αποτελέσει αντικείμενο χαρακτηρισμού ή ταξινόμησης, στόχος των οποίων, ωστόσο, είναι να διευκολύνουν τη συλλογή των δεδομένων που είναι αναγκαία για την επίτευξη των εν λόγω σκοπών.

Τούτου δοθέντος, και δεδομένου ότι η επίμαχη στην κύρια δίκη λίμνη συνδέεται μέσω άμεσης διαπαλιρροιακής ζώνης με την ειδική ζώνη διατήρησης του όρμου και των νησιών του Kilkieran, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 2000/60 και υπό την επιφύλαξη της χορήγησης παρέκκλισης, η αρμόδια αρχή κράτους μέλους υποχρεούται να αρνηθεί την αδειοδότηση συγκεκριμένου έργου το οποίο θα μπορούσε να προκαλέσει υποβάθμιση της κατάστασης άλλου συστήματος επιφανειακών υδάτων, το οποίο έχει ή θα έπρεπε να έχει αποτελέσει αντικείμενο χαρακτηρισμού σύμφωνα με την οδηγία 2000/60, ή να διακυβεύσει την επίτευξη καλής κατάστασης των επιφανειακών υδάτων ή καλού οικολογικού δυναμικού και καλής χημικής κατάστασης αυτού του δεύτερου συστήματος επιφανειακών υδάτων.

Εξάλλου, εναπόκειται επίσης στην αρμόδια αρχή να εξακριβώσει αν η υλοποίηση του επίμαχου σχεδίου είναι συμβατή με τα μέτρα που υλοποιήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος που εκπονήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 11 της οδηγίας 2000/60, για την οικεία περιοχή λεκάνης απορροής ποταμού, προκειμένου να επιτευχθούν οι σκοποί της οδηγίας. Πράγματι, από το γράμμα της διάταξης αυτής προκύπτει ότι το πεδίο εφαρμογής ενός προγράμματος μέτρων δεν περιορίζεται μόνο στους «τύπους» συστημάτων επιφανειακών υδάτων που υπόκεινται σε χαρακτηρισμό στο πλαίσιο της εφαρμογής του εν λόγω άρθρου 5 και του παραρτήματος II της ίδιας οδηγίας.

Ειδικότερα, κατά το άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2000/60, τα «βασικά μέτρα», τα οποία πρέπει να περιλαμβάνονται σε κάθε πρόγραμμα μέτρων και αποτελούν τις στοιχειώδεις απαιτήσεις που πρέπει να τηρούνται, πρέπει να περιλαμβάνουν μέτρα για την προαγωγή μιας αποτελεσματικής και βιώσιμης χρήσης «ύδατος», προκειμένου να μη διακυβεύεται η επίτευξη των στόχων που ορίζονται στο άρθρο 4 της οδηγίας.

Δεδομένου, όμως, ότι η ποιότητα ενός στοιχείου επιφανειακών υδάτων μικρού μεγέθους μπορεί να επηρεάσει την ποιότητα ενός άλλου, μεγαλύτερου στοιχείου, μπορεί να αποδειχθεί αναγκαία στο πλαίσιο αυτό η προστασία των υδάτων που ανήκουν στα συστήματα επιφανειακών υδάτων τα οποία, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης λίμνη, δεν έχουν και δεν έπρεπε υποχρεωτικά να έχουν αποτελέσει αντικείμενο χαρακτηρισμού βάσει της οδηγίας 2000/60. Για τον ίδιο λόγο, είναι ενδεχομένως αναγκαίο να εφαρμόζονται στα εν λόγω συστήματα επιφανειακών υδάτων μικρού μεγέθους μέτρα παρακολούθησης της άντλησης υδάτων, όπως εκείνα για τα οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο εʹ, της οδηγίας 2000/60 και στο παράρτημά της VI, μέρος B, σημείο viii.


1      Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (ΕΕ 2000, L 327, σ. 1).