Language of document :

Προσφυγή της 29ης Ιουλίου 2013 – Kėdainių rajono Okainių ŽŪB κ.λπ. κατά Επιτροπής και Συμβουλίου

(Υπόθεση T-386/13)

Γλώσσα της διαδικασίας: η λιθουανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Kėdainių rajono Okainių ŽŪB (Περιφέρεια Kėdainių, Λιθουανία) και 134 άλλες επιχειρήσεις ή πρόσωπα (εκπρόσωπος: I. Vėgėlė, δικηγόρος)

Καθών: Ευρωπαϊκή Επιτροπή και Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να κρίνει την προσφυγή παραδεκτή,

Να ακυρώσει, σύμφωνα με το άρθρο 263 ΣΛΕΕ, την εκτελεστική απόφαση C(2012) 4391 τελικό της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 2012, για την έγκριση των συμπληρωματικών εθνικών άμεσων ενισχύσεων στη Λιθουανία για το έτος 2012 [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό K(2012) 4391],

να κηρυχθεί ανεφάρμοστο, σύμφωνα με το άρθρο 277 ΣΛΕΕ, το άρθρο 132, παράγραφος 2, τελευταίο εδάφιο, του κανονισμού (EΚ) 73/2009, που διέπει τις συμπληρωματικές εθνικές άμεσες ενισχύσεις και τις άμεσες ενισχύσεις, το οποίο ορίζει ότι «[η] συνολική άμεση στήριξη που είναι δυνατόν να χορηγείται σε γεωργό στα νέα κράτη μέλη μετά την προσχώρηση δυνάμει της σχετικής άμεσης ενίσχυσης, συμπεριλαμβανόμενων όλων των συμπληρωματικών εθνικών άμεσων ενισχύσεων, δεν υπερβαίνει το ύψος της άμεσης στήριξης που θα είχε δικαίωμα να λάβει ο γεωργός στο πλαίσιο της αντίστοιχης άμεσης ενίσχυσης που ίσχυε τότε στα κράτη μέλη, πλην των νέων κρατών μελών, από το 2012 και μετά, λαμβανομένης υπόψη της εφαρμογής του άρθρου 7 σε συνδυασμό με το άρθρο 10»,

να κηρυχθεί ανεφάρμοστη, σύμφωνα με το άρθρο 277 ΣΛΕΕ, η διευκρίνιση «λαμβανομένων υπόψη των τυχόν μειώσεων που εφαρμόζονται δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 1» του άρθρου 10, παράγραφος 1, του κανονισμού 73/2009, για τον καθορισμό ειδικών κανόνων για τη διαφοροποίηση στα νέα κράτη μέλη,

να καταδικάσει τους καθών στο σύνολο των δικαστικών εξόδων στα οποία υποβλήθηκαν οι προσφεύγουσες, για τα οποία θα προσκομιστούν αποδείξεις ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής τους οι προσφεύγουσες προβάλλουν πέντε λόγους.

Ο πρώτος λόγος αντλείται από έλλειψη αιτιολογίας και από το αβάσιμο της εκτελεστικής αποφάσεως C(2012) 4391 τελικό της Επιτροπής.

Η εκτελεστική απόφαση C(2012) 4391 τελικό της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 2012, στερείται αιτιολογίας και είναι αβάσιμη λόγω της παντελούς έλλειψης στοιχείων που να αποδεικνύουν την ομοιομορφία (εξίσωση) του ύψους των άμεσων πληρωμών στα νέα και στα παλαιά κράτη μέλη.

Ο δεύτερος λόγος αντλείται από το γεγονός ότι το ύψος των άμεσων πληρωμών στη Λιθουανία δεν αντιστοιχεί στο ύψος που συμφωνήθηκε με την πράξη προσχώρησης και στο ύψος των άμεσων πληρωμών προς τα παλαιά κράτη μέλη.

Το πραγματικό ύψος των άμεσων πληρωμών στη Λιθουανία δεν αντιστοιχεί στο επίπεδο που συμφωνήθηκε με την πράξη προσχώρησης της 23ης Σεπτεμβρίου 2003. Κατά παράβαση της πράξης προσχώρησης, ο κανονισμός (ΕΚ) 583/2004, της 22ας Μαρτίου 2004, για τον καθορισμό των εθνικών ανώτατων ορίων των γεωργικών επιδοτήσεων στα νέα κράτη μέλη (άρθρο 71γ και παράρτημα VIIIα του κανονισμού 1782/2003), επέφερε τροποποιήσεις στον κανονισμό (ΕΚ) 1782/2003.

Το 2012, το ποσοστιαίο επίπεδο των άμεσων πληρωμών στη Λιθουανία δεν έφθασε στο ύψος των άμεσων πληρωμών προς τα παλαιά κράτη μέλη: στα παλαιά κράτη μέλη, η διαφοροποίηση εφαρμόστηκε μόνο για τα ποσά άνω των 5 000 ευρώ, πράγμα που σημαίνει ότι δεν διαφοροποιήθηκαν (μειώθηκαν) κατά 10% όλες οι άμεσες πληρωμές προς τους αγρότες των παλαιών κρατών μελών, αλλά μόνον εκείνες που υπερέβαιναν τα 5 000 ευρώ. Επομένως, είναι αβάσιμος και παράνομος ο ισχυρισμός ότι το επίπεδο των άμεσων πληρωμών στα παλαιά κράτη μέλη το 2012 ήταν 90% (100% − διαφοροποίηση κατά 10%). Το επίπεδο των άμεσων πληρωμών στα παλαιά κράτη μέλη είναι υψηλότερο από 90%, δεδομένου ότι μέρος των κάτω των 5 000 ευρώ ποσών δεν διαφοροποιήθηκαν.

Ο τρίτος λόγος αντλείται από τη διαφορά του ποσού των άμεσων πληρωμών προς τη Λιθουανία σε σύγκριση με τις πληρωμές προς τα παλαιά κράτη μέλη.

Οι άμεσες πληρωμές που πράγματι καταβλήθηκαν στους Λιθουανούς καλλιεργητές με τον προϋπολογισμό της Ένωσης για το έτος 2012 είναι μεταξύ των χαμηλότερων, ανερχόμενοι σε λιγότερο από το ήμισυ αυτών που δόθηκαν στα παλαιά κράτη μέλη, ακόμη και μετά τη διαφοροποίηση κατά 10%.

Ο τέταρτος λόγος αντλείται από παράβαση της πράξης προσχώρησης από το άρθρο 10, παράγραφος 1, in fine, και το άρθρο 132, παράγραφος 2, τελευταίο εδάφιο, του κανονισμού 73/2009, καθώς και από την εκτελεστική απόφαση C(2012 ) 4391 τελικό της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου, 2012, που εκδόθηκε βάσει του εν λόγω κανονισμού.

Η πράξη προσχώρησης δεν περιείχε καμία διάταξη για τη διαφοροποίηση των άμεσων ενισχύσεων ή/και τη μείωση των συμπληρωματικών εθνικών άμεσων πληρωμών στη Λιθουανία.

Η διευκρίνιση «λαμβανομένων υπόψη των τυχόν μειώσεων που εφαρμόζονται δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 1» του άρθρου 10, παράγραφος 1, του κανονισμού 73/2009, που περιλαμβάνεται στο κεφάλαιό του 2, αντιβαίνει στην πράξη προσχώρησης, στο βαθμό που η διάταξη αυτή συνεπάγεται επιτάχυνση της υποτιθέμενης εξίσωσης του επιπέδου των άμεσων πληρωμών στα παλαιά κράτη μέλη και στα νέα.

Η διάταξη του άρθρου 132, παράγραφος 2, του κανονισμού 73/2009, κατά την οποία «[η] συνολική άμεση στήριξη […],από το 2012 και μετά, λαμβανομένης υπόψη της εφαρμογής του άρθρου 7 σε συνδυασμό με το άρθρο 10», η οποία καθιερώνει μία υποτιθέμενη εξίσωση του ύψους των άμεσων πληρωμών στα παλαιά και στα νέα κράτη μέλη το 2012, έρχεται σε αντίθεση με την πράξη προσχώρησης, στο μέτρο που καθορίζει ένα συγκεκριμένο έτος (το 2012) κατά το οποίο υποτίθεται ότι θα εξισωθεί το ύψος των λαμβανομένων ενισχύσεων.

Στο άρθρο 132, παράγραφος 2, του κανονισμού 73/2009, ο όρος «στήριξη» αντικαταστάθηκε, κατά παράβαση της πράξης προσχώρησης, με τον όρο «ύψος», ο οποίος δεν αναφέρεται στις πράγματι καταβληθείσες ενισχύσεις, αλλά σε ένα υποθετικό ποσοστό.

Είναι παράνομη η σύγκριση των άμεσων πληρωμών στα παλαιά και στα νέα κράτη μέλη με αντιπαράθεση των ενισχύσεων που έλαβαν τα παλαιά κράτη μέλη (100% - διαφοροποίηση) με εκείνες που έλαβαν τα νέα κράτη μέλη σύμφωνα με το ποσοστό που προβλέπεται στη πράξη προσχώρησης για την καθιέρωση της ενίσχυσης.

Ο πέμπτος λόγος αντλείται από το ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι αντίθετη προς τους στόχους της κοινής γεωργικής πολιτικής τους οποίους κατοχυρώνει η Συνθήκη ΛΕΕ.

Σύμφωνα με την πράξη προσχώρησης, οι γεωργικές ενισχύσεις προς τα νέα κράτη μέλη υπολογίζονται βάσει της απόδοσης αναφοράς και της βασικής έκτασης. Το 2012, η απόδοση αναφοράς και η βασική έκταση είχαν μεταβληθεί σημαντικά στη Λιθουανία, επομένως, η διαφοροποίηση που εφαρμόστηκε και η μείωση των συμπληρωματικών εθνικών άμεσων ενισχύσεων είναι αντίθετες προς τους στόχους της κοινής γεωργικής πολιτικής, ιδίως στον στόχο της αύξησης της γεωργικής παραγωγικότητας.