Language of document : ECLI:EU:T:2016:478

Υπόθεση T‑392/13

Leone La Ferla SpA

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

και

Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων

«REACH – Οφειλόμενο τέλος για την καταχώριση ουσίας – Μείωση του τέλους στην περίπτωση πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων – Σφάλμα στη δήλωση σχετικά με το μέγεθος της επιχειρήσεως – Σύσταση 2003/361/ΕΚ – Απόφαση με την οποία επιβάλλεται διοικητική επιβάρυνση – Αίτηση για παροχή πληροφοριών – Εξουσίες του ECHA – Αναλογικότητα»

Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (έκτο τμήμα)
της 15ης Σεπτεμβρίου 2016

1.      Ένδικη διαδικασία – Εισαγωγικό δικόγραφο – Τυπικά στοιχεία – Προσδιορισμός του αντικειμένου της διαφοράς – Συνοπτική έκθεση των προβαλλόμενων ισχυρισμών

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρα 21, εδ. 1, και 53, εδ. 1· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 44 § 1, στοιχείο γʹ)

2.      Ένδικη διαδικασία – Νομική βάση της προσφυγής – Επιλογή του προσφεύγοντος και όχι του δικαστή της Ένωσης

3.      Προσφυγή ακυρώσεως – Φυσικά ή νομικά πρόσωπα – Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά – Κανονισμοί της Επιτροπής σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA) – Πράξεις που δεν περιλαμβάνουν εκτελεστικά μέτρα υπό την έννοια του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ – Πράξη μη αφορώσα άμεσα και ατομικά τον προσφεύγοντα – Απαράδεκτο

(Άρθρο 263, εδ. 4, ΣΛΕΕ· κανονισμοί της Επιτροπής 340/2008 και 254/2013)

4.      Ένσταση ελλείψεως νομιμότητας – Παρεμπίπτων χαρακτήρας – Ένσταση μη προβληθείσα με το δικόγραφο της προσφυγής – Απαράδεκτο

(Άρθρο 277 ΣΛΕΕ)

5.      Ένδικη διαδικασία – Εισαγωγικό δικόγραφο – Τυπικά στοιχεία – Συνοπτική έκθεση των προβαλλόμενων ισχυρισμών – Λόγοι που προβάλλονται προς στήριξη της ενστάσεως ελλείψεως νομιμότητας οι οποίοι δεν εκτίθενται στο δικόγραφο της προσφυγής – Απαράδεκτο της ενστάσεως

(Άρθρα 263 ΣΛΕΕ και 277 ΣΛΕΕ· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 44 § 1, στοιχείο γʹ)

6.      Ένδικη διαδικασία – Ένσταση απαραδέκτου για λόγους δημοσίας τάξεως – Αυτεπάγγελτη εξέταση από τον δικαστή

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 113)

7.      Προσφυγή ακυρώσεως – Πράξεις δεκτικές προσφυγής – Έννοια – Πράξεις παράγουσες δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα – Εκτίμηση των εν λόγω αποτελεσμάτων με γνώμονα την ουσία της πράξεως

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ)

8.      Προσφυγή ακυρώσεως – Προσφυγή βάλλουσα κατά αποφάσεως η οποία απλώς επιβεβαιώνει προηγούμενη απόφαση – Απαράδεκτο – Έννοια της επιβεβαιωτικής αποφάσεως

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ)

9.      Προσφυγή ακυρώσεως – Πράξεις δεκτικές προσφυγής – Έννοια – Πράξεις παράγουσες δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα – Έγγραφο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων (ECHA) το οποίο υπενθυμίζει το νομικό πλαίσιο που έχει εφαρμογή σε απόφαση επιβάλλουσα τέλος σε αιτούσα την καταχώριση επιχείρηση – Δεν εμπίπτει

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ· κανονισμός 340/2008 της Επιτροπής, άρθρο 13 § 4)

10.    Προσφυγή ακυρώσεως – Προϋποθέσεις παραδεκτού – Προσφυγή που στρέφεται κατά του εκδότη της προσβαλλομένης πράξεως – Αίτημα ακυρώσεως πράξεως του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων (ECHA) κατά της Επιτροπής – Απαράδεκτο

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ)

11.    Προσφυγή ακυρώσεως – Λόγοι – Παράβαση ουσιώδους τύπου – Ανεπαρκής αιτιολογία – Αυτεπάγγελτη εξέταση από τον δικαστή

(Άρθρα 263 ΣΛΕΕ και 296 ΣΛΕΕ)

12.    Πράξεις των οργάνων – Αιτιολογία – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο – Εκτίμηση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως αναλόγως των περιστάσεων της συγκεκριμένης υποθέσεως – Ανάγκη να διασαφηνίζονται όλα τα κρίσιμα πραγματικά και νομικά στοιχεία – Δεν υφίσταται

(Άρθρο 296 ΣΛΕΕ)

13.    Προσέγγιση των νομοθεσιών – Καταχώριση και αξιολόγηση των χημικών προϊόντων και χορήγηση αδειών για αυτά – Κανονισμός REACH – Τέλη και επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA) – Αρμοδιότητα του ECHA να ζητεί στοιχεία αποδεικνύοντα τη συνδρομή των προϋποθέσεων χορήγησης μειώσεως ή ατέλειας

(Κανονισμός 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 20 § 2· κανονισμός 340/2008 της Επιτροπής, άρθρο 13 §§ 3 και 4)

14.    Προσφυγή ακυρώσεως – Λόγοι – Κατάχρηση εξουσίας – Έννοια

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ)

15.    Πράξεις των οργάνων – Συστάσεις – Εφαρμογή μέσω παραπομπής ενός κανονισμού – Επιτρέπεται – Προϋπόθεση – Τήρηση της αρχής της ασφαλείας δικαίου – Ερμηνεία της παραπομπής των κανονισμών 1907/2006 και 340/2008 στη σύσταση 2003/361 υπό την έννοια ότι αποκλείει ορισμένα κριτήρια τα οποία μνημονεύονται σε αυτήν – Αποκλείεται

(Άρθρο 288, εδ. 5, ΣΛΕΕ· κανονισμός 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 3, σημείο 36· κανονισμός 340/2008 της Επιτροπής· σύσταση 2003/361 της Επιτροπής, παράρτημα, τίτλος I)

16.    Ένδικη διαδικασία – Προβολή νέων ισχυρισμών κατά τη διάρκεια της διαδικασίας – Προϋποθέσεις – Περαιτέρω ανάπτυξη υφιστάμενου λόγου – Παραδεκτό

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 48 § 2)

17.    Προσέγγιση των νομοθεσιών – Καταχώριση και αξιολόγηση των χημικών προϊόντων και χορήγηση αδειών για αυτά – Κανονισμός REACH – Τέλη και επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA) – Επιβαρύνσεις που εισπράττονται για τις διοικητικές και τεχνικές υπηρεσίες τις οποίες παρέχει ο ECHA – Αρμοδιότητα του ECHA να καθορίζει το ύψος τους

(Κανονισμοί της Επιτροπής 2343/2002, άρθρο 59, και 340/2008, άρθρα 11 § 5 και 13 § 4)

18.    Προσέγγιση των νομοθεσιών – Καταχώριση και αξιολόγηση των χημικών προϊόντων και χορήγηση αδειών για αυτά – Κανονισμός REACH – Τέλη και επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA) – Μείωση του τέλους που προβλέπεται για τις πολύ μικρές, τις μικρές και τις μεσαίες επιχειρήσεις – Καθορισμός του μεγέθους επιχειρήσεως – Συνεκτίμηση των σχέσεων της επιχειρήσεως με επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε διαφορετικές αγορές και τομείς – Επιτρέπεται

(Κανονισμός 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου· κανονισμός 340/2008 της Επιτροπής, άρθρο 2 § 1· σύσταση 2003/361 της Επιτροπής, αιτιολογική σκέψη 9 και παράρτημα, τίτλος I)

19.    Προσέγγιση των νομοθεσιών – Καταχώριση και αξιολόγηση των χημικών προϊόντων και χορήγηση αδειών για αυτά – Κανονισμός REACH – Τέλη και επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA) – Μείωση του τέλους που προβλέπεται για τις πολύ μικρές, τις μικρές και τις μεσαίες επιχειρήσεις – Καθορισμός του μεγέθους επιχειρήσεως – Συνυπολογισμός των επιχειρήσεων των οποίων κατέχει μερίδιο του κεφαλαίου – Προϋποθέσεις

(Κανονισμός 340/2008 της Επιτροπής, άρθρο 2 § 1· σύσταση 2003/361 της Επιτροπής, παράρτημα, άρθρο 3 § 3, εδ. 1, στοιχεία αʹ έως δʹ)

20.    Προσέγγιση των νομοθεσιών – Καταχώριση και αξιολόγηση των χημικών προϊόντων και χορήγηση αδειών για αυτά – Κανονισμός REACH – Τέλη και επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA) – Υπολογισμός – Συνυπολογισμός των εξόδων που πραγματοποίησε ο ECHA λόγω των εσφαλμένων πληροφοριών που προσκόμισε η αιτούσα την καταχώριση επιχείρηση – Επιτρέπεται

(Κανονισμός 340/2008 της Επιτροπής, αιτιολογική σκέψη 11 και άρθρο 13 § 4)

21.    Προσέγγιση των νομοθεσιών – Καταχώριση και αξιολόγηση των χημικών προϊόντων και χορήγηση αδειών για αυτά – Κανονισμός REACH – Τέλη και επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA) – Διοικητική επιβάρυνση επιβληθείσα σε επιχείρηση η οποία ζήτησε εις μάτην τη χορήγηση μειώσεως ή ατέλειας – Αντικείμενο

(Κανονισμός 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, αιτιολογική σκέψη 8 και άρθρο 74· κανονισμός 340/2008 της Επιτροπής, αιτιολογική σκέψη 9 και άρθρο 13 § 4)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 21-23, 59)

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 24)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 38)

4.      Η δυνατότητα επικλήσεως του ανίσχυρου πράξεως γενικής ισχύος, κατά το άρθρο 277 ΣΛΕΕ, δεν αποτελεί αυτοτελές μέσο έννομης προστασίας και μπορεί να γίνει χρήση της μόνον παρεμπιπτόντως. Επομένως, η απλή προβολή ενστάσεως ελλείψεως νομιμότητας κατά κανονιστικής ρυθμίσεως την οποία εξέδωσε θεσμικό όργανο δεν μπορεί να καθιστά δυνατή την άσκηση προσφυγής κατά του εν λόγω θεσμικού οργάνου ενώπιον του δικαστή της Ένωσης. Οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία θα αναιρούσε το γεγονός ότι η δυνατότητα επικλήσεως του ανίσχυρου πράξεως γενικής ισχύος κατά το άρθρο 277 ΣΛΕΕ δεν συνιστά αυτοτελές μέσο έννομης προστασίας.

Περαιτέρω, καθόσον η διαφορά καθορίζεται με το εισαγωγικό δικόγραφο της δίκης, είναι απαράδεκτη ένσταση ελλείψεως νομιμότητας όταν αυτή προβάλλεται σε μεταγενέστερο στάδιο της δίκης. Συναφώς, είναι απαράδεκτη ένσταση ελλείψεως νομιμότητας την οποία προβάλλει ο προσφεύγων κατά το στάδιο υποβολής των παρατηρήσεών του επί της ενστάσεως απαραδέκτου, καθόσον δεν γίνεται επίκληση του άρθρου 277 ΣΛΕΕ στο εισαγωγικό δικόγραφο προς στήριξη της προσφυγής και δεν στηρίζεται σε οποιοδήποτε νομικό ή πραγματικό στοιχείο αναδειχθέν κατά τη διάρκεια της δίκης.

(βλ. σκέψεις 40, 41)

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 42)

6.      Δεδομένου ότι οι προϋποθέσεις του παραδεκτού προσφυγής είναι δημοσίας τάξεως, ο δικαστής της Ένωσης οφείλει να τις εξετάσει αυτεπαγγέλτως, ο δε έλεγχός του δεν περιορίζεται στη συγκεκριμένη περίπτωση μόνον στην εξέταση των ενστάσεων απαραδέκτου που προβλήθηκαν από τους διαδίκους.

(βλ. σκέψη 44)

7.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 52, 53)

8.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 54, 55)

9.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 58)

10.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 60)

11.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 65)

12.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 66)

13.    Εναπόκειται ειδικότερα στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA), στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της εκτελέσεως του προϋπολογισμού που του έχουν ανατεθεί, να διασφαλίζει την είσπραξη όλων των εσόδων που του ανήκουν, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται τα τέλη που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις. Συναφώς, προκύπτει ρητώς από το άρθρο 13, παράγραφος 3, του κανονισμού 340/2008, σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον ECHA σύμφωνα με τον κανονισμό 1907/2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων, ότι ο ECHA δύναται να ζητήσει, ανά πάσα στιγμή, στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι εφαρμόζονται οι όροι για τη μείωση των τελών ή των επιβαρύνσεων ή για τη μη καταβολή τέλους. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 13, παράγραφος 4, του κανονισμού 340/2008, ο ECHA εισπράττει το πλήρες ποσό του τέλους ή της επιβαρύνσεως καθώς και διοικητική επιβάρυνση εάν το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ισχυρίζεται ότι δικαιούται μείωση τέλους ή ατέλεια δεν μπορεί να το αποδείξει. Επομένως, ο ECHA έχει την αναγκαία αρμοδιότητα να εξακριβώσει αν οι προβλεπόμενοι όροι πληρούνται προκειμένου αιτούσα την καταχώριση επιχείρηση να μπορεί να επωφεληθεί από τη μείωση των τελών ή των επιβαρύνσεων ή την ατέλεια.

Το άρθρο 20, παράγραφος 2, του κανονισμού 1907/2006 δεν αναιρεί την εν λόγω διαπίστωση καθόσον είναι διαφορετικός ο σκοπός του, ο οποίος έγκειται στη διασφάλιση του ότι οι φάκελοι που υποβάλλονται από τις αιτούσες την καταχώριση επιχειρήσεις είναι πλήρεις.

(βλ. σκέψεις 74, 75)

14.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 78)

15.    Δεν μπορεί καταρχήν να αποκλειστεί η δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεων μιας συστάσεως μέσω ρητής παραπομπής ενός κανονισμού στις διατάξεις της συστάσεως αυτής, υπό την επιφύλαξη της τηρήσεως των γενικών αρχών του δικαίου και ιδίως της αρχής της ασφάλειας δικαίου.

Συγκεκριμένα, όσον αφορά τη σύσταση 2003/361, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων, ουδόλως μπορεί να θεωρηθεί, ελλείψει κάθε συναφούς στοιχείου, ότι η ρητή παραπομπή από τους κανονισμούς 1907/2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων, και 340/2008, σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων σύμφωνα με τον κανονισμό 1907/2006, αφορά μόνον μέρος του εν λόγω ορισμού, αποκλείοντας ορισμένα κριτήρια τα οποία μνημονεύονται στο παράρτημα της εν λόγω συστάσεως. Συγκεκριμένα, το άρθρο 3, σημείο 36, του κανονισμού 1907/2006 παραπέμπει ακριβώς στον ορισμό των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων που περιλαμβάνεται στη σύσταση 2003/361. Ο ορισμός αυτός, όπως αναφέρεται στον τίτλο I του παραρτήματος της εν λόγω συστάσεως, περιλαμβάνει όχι μόνον τον αριθμό των απασχολουμένων και τα οικονομικά όρια που προσδιορίζουν τις κατηγορίες των επιχειρήσεων, αλλά και, μεταξύ άλλων, τους τύπους των επιχειρήσεων που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό του αριθμού των απασχολουμένων και των χρηματοοικονομικών ποσών. Πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα ώστε ο ορισμός αυτός να μην καταστρατηγείται για αμιγώς τυπικούς λόγους.

(βλ. σκέψεις 80, 81)

16.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 91)

17.    Σκοπός του άρθρου 11 του κανονισμού 340/2008, σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA) σύμφωνα με τον κανονισμό κανονισμού 1907/2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων, είναι να επιτρέπεται, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, η είσπραξη από τον ECHA επιβαρύνσεως για υπηρεσίες για τις οποίες δεν καταβάλλεται άλλο τέλος ή άλλη επιβάρυνση που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό. Επομένως, η ταξινόμηση στην οποία προβαίνει το διοικητικό συμβούλιο του ECHA περιλαμβάνει κατ’ ανάγκην τον καθορισμό του ύψους των επίμαχων επιβαρύνσεων, με την επιφύλαξη της θετικής γνώμης της Επιτροπής, άλλως θα καταλυόταν η πρακτική αποτελεσματικότητα του εν λόγω άρθρου 11. Στον βαθμό που το άρθρο 13, παράγραφος 4, του κανονισμού 340/2008, το οποίο αφορά ειδικώς τη διοικητική επιβάρυνση, παραπέμπει στην προβλεπόμενη στο άρθρο 11, παράγραφος 5, του ιδίου κανονισμού διαδικασία, δεν προκύπτει ότι ο ECHA δεν έχει την αναγκαία αρμοδιότητα για τον καθορισμό του ύψους της εν λόγω επιβαρύνσεως.

Συναφώς, δεν μπορεί να συναχθεί από άρθρο 59 του κανονισμού 2343/2002, για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει τον δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ότι τα διοικητικά συμβούλια των οργανισμών της Ένωσης δεν δύνανται να διαθέτουν, κατά περίπτωση, την αναγκαία αρμοδιότητα για τον καθορισμό των τελών ή επιβαρύνσεων.

Εξάλλου, καθόσον ο ECHA έχει την αναγκαία αρμοδιότητα να προβεί σε εξακρίβωση του μεγέθους των αιτουσών την καταχώριση επιχειρήσεων και, κατά συνέπεια, να ζητήσει την καταβολή των οφειλομένων τελών και διοικητικών επιβαρύνσεων, η υπογραφή από τον εκτελεστικό διευθυντή του ECHA αποφάσεως η οποία αφορά το μέγεθος επιχειρήσεως επιβάλλοντας το πλήρες τέλος και διοικητική επιβάρυνση δεν πάσχει από έλλειψη νομιμότητας.

(βλ. σκέψεις 93, 94, 104)

18.    Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 9 της συστάσεως 2003/361, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων, στην οποία παραπέμπει ο κανονισμός 340/2008, σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων σύμφωνα με τον κανονισμό κανονισμού 1907/2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων, σκοπός της αναλύσεως των σχέσεων που είναι δυνατόν να υπάρχουν μεταξύ διαφορετικών επιχειρήσεων είναι να αποκλειστούν από τον ορισμό των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων οι όμιλοι επιχειρήσεων των οποίων η οικονομική ισχύς υπερβαίνει εκείνη μιας μικρής ή μεσαίας επιχειρήσεως. Αυτή η οικονομική ισχύς, ελλείψει αντίθετων ενδείξεων, δεν μπορεί να περιοριστεί σε ομίλους επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στις ίδιες αγορές, ήτοι σε τομείς που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 1907/2006. Κάθε άλλη ερμηνεία θα καθιστούσε άνευ αντικειμένου τον ορισμό των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων που προβλέπει η σύσταση 2003/361 και ο οποίος έχει εφαρμογή, βάσει ρητής παραπομπής, στο πλαίσιο του κανονισμού 1907/2006.

(βλ. σκέψη 98)

19.    Το άρθρο 3, παράγραφος 3, τέταρτο εδάφιο, του παραρτήματος της συστάσεως 2003/361, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων, προβλέπει ότι οι επιχειρήσεις που διατηρούν μια από τις σχέσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 3, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, στοιχεία αʹ έως δʹ, του ίδιου παραρτήματος μέσω ενός φυσικού προσώπου ή ομάδας φυσικών προσώπων που ενεργούν από κοινού θεωρούνται επίσης συνδεδεμένες επιχειρήσεις καθόσον ασκούν το σύνολο ή τμήμα των δραστηριοτήτων τους στην ίδια αγορά ή σε όμορες αγορές. Συναφώς, επιχείρηση διατηρεί σχέσεις, όπως οι απαριθμούμενες στην εν λόγω διάταξη, απευθείας με άλλες επιχειρήσεις, καθόσον της ανήκει άνω του 50 % του κεφαλαίου τους και ισχύει επομένως τεκμήριο ότι έχει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου στις επιχειρήσεις αυτές. Το γεγονός ότι οι μετοχές της κατέχουσας επιχειρήσεως ανήκουν σε φυσικά πρόσωπα δεν μεταβάλλει το συμπέρασμα αυτό.

(βλ. σκέψη 99)

20.    Από την αιτιολογική σκέψη 11 του κανονισμού 340/2008, σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA) σύμφωνα με τον κανονισμό κανονισμού 1907/2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων προκύπτει ότι η επιβολή διοικητικής επιβαρύνσεως από τον ECHA υπηρετεί τον σκοπό της αποθαρρύνσεως της υποβολής ψευδών στοιχείων από τις αιτούσες την καταχώριση επιχειρήσεις. Από την εν λόγω αιτιολογική σκέψη προκύπτει επίσης ότι η διοικητική επιβάρυνση δεν μπορεί να εξομοιωθεί με πρόστιμο. Συναφώς, όσον αφορά το γεγονός ότι το ποσό της διοικητικής επιβαρύνσεως υπολογίστηκε βάσει των εξόδων εξακριβώσεως που πραγματοποίησε ο ECHA, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων τα οποία εν τέλει δεν πρόκειται να φέρουν οι επιχειρήσεις οι οποίες υπέβαλαν ορθώς τις πληροφορίες σχετικά με το μέγεθός τους, από μόνον το γεγονός αυτό δεν συνάγεται ότι το ύψος της διοικητικής επιβαρύνσεως εξομοιώνεται με πρόστιμο, καθόσον η διοικητική επιβάρυνση συμβάλλει επίσης στον σκοπό της αποθαρρύνσεως της υποβολής ψευδών πληροφοριών από τις επιχειρήσεις.

(βλ. σκέψη 112)

21.    Η χρήση στον ενικό αριθμό της φράσεως «διοικητική επιβάρυνση» στο πλαίσιο του άρθρου 13, παράγραφος 4, του κανονισμού 340/2008, σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA) σύμφωνα με τον κανονισμό κανονισμού 1907/2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων, σημαίνει ότι, όταν φυσικό ή νομικό πρόσωπο δεν μπορεί να αποδείξει ότι δικαιούται τη διεκδικούμενη μείωση, ο ECHA του επιβάλλει διοικητική επιβάρυνση. Τούτο δε σημαίνει ότι το ύψος της εν λόγω διοικητικής επιβαρύνσεως πρέπει να είναι όμοιο για όλες τις αιτούσες την καταχώριση επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως του μεγέθους τους. Ειδικότερα, ένας από τους σκοπούς του κανονισμού 1907/2006 είναι η συνεκτίμηση της ειδικής καταστάσεως των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, όπως τούτο προκύπτει μεταξύ άλλων από την αιτιολογική σκέψη 8 και από το άρθρο 74, παράγραφος 3, του εν λόγω κανονισμού. Εξάλλου, η αιτιολογική σκέψη 9 του κανονισμού 340/2008 αναφέρει ειδικότερα ότι μειωμένα τέλη και επιβαρύνσεις επιβάλλονται σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Περαιτέρω, η επιβολή διοικητικής επιβαρύνσεως υπηρετεί τον σκοπό της αποθαρρύνσεως της υποβολής ψευδών στοιχείων από τις επιχειρήσεις. Η επιδίωξη του σκοπού αυτού δύναται να συνεπάγεται, εφόσον απαιτείται, τη συνεκτίμηση του πραγματικού μεγέθους των αιτουσών την καταχώριση επιχειρήσεων.

(βλ. σκέψη 113)