Language of document : ECLI:EU:F:2008:66

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

(πρώτο τμήμα)

της 22ας Μαΐου 2008

Υπόθεση F-101/07

Philippe Cova

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Αποδοχές – Άρθρο 7, παράγραφος 2, του ΚΥΚ – Εξισωτική αποζημίωση για προσωρινή άσκηση καθηκόντων – Απαράδεκτο»

Αντικείμενο: Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει των άρθρων 236 ΕΚ και 152 ΕΑ, με την οποία ο P. Cova ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 2007, στο μέτρο που η απόφαση αυτή δεν του χορηγεί για περίοδο ανωτέρα του ενός έτους την προβλεπόμενη στο άρθρο 7, παράγραφος 2, του ΚΥΚ αποζημίωση.

Απόφαση: Η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά έξοδά του.

Περίληψη

Διαδικασία – Παραδεκτό των διαδικαστικών εγγράφων – Εκτίμηση κατά το χρόνο καταθέσεως του εγγράφου

(Κανονισμός Διαδικασία του Πρωτοδικείου, άρθρο 114· Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, άρθρο 78)

Όταν προβάλλεται ένσταση απαραδέκτου κατά προσφυγής κατατεθείσας στη Γραμματεία του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης προ της ημερομηνίας θέσεως σε ισχύ του οικείου Κανονισμού Διαδικασίας, έχουν εφαρμογή, αφενός, οι κανόνες διαδικασίας του άρθρου 78 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, και, κυρίως, ο κανόνας της παραγράφου 3 του εν λόγω άρθρου, ο οποίος παρέχει τη δυνατότητα στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης να αποφανθεί με διάταξη χωρίς να εισέλθει στην ουσία και, αφετέρου, οι κανόνες περί παραδεκτού της προσφυγής στους οποίους παρέπεμπε το άρθρο 114 του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, ο οποίος εφαρμοζόταν mutatis mutandis στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης μέχρις ότου τεθεί σε ισχύ ο δικός του Κανονισμός Διαδικασίας.

Δεδομένου ότι η προθεσμία προβολής ενστάσεως απαραδέκτου, είτε υπό το κράτος του άρθρου 114 του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου είτε υπό το κράτος του άρθρου 78 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, αρχίζει από της επιδόσεως του δικογράφου της προσφυγής, στην περίπτωση κατά την οποία η επίδοση αυτή έγινε προ της θέσεως σε ισχύ του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, η προθεσμία που έπρεπε να τηρηθεί είναι αναγκαστικά η τότε ισχύουσα προθεσμία η οποία προβλεπόταν από τον Κανονισμό Διαδικασίας του Πρωτοδικείου. Έτσι, σύμφωνα με την αρχή της ασφάλειας δικαίου, η θέση σε ισχύ του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης δεν είχε ως νόμιμο αποτέλεσμα τη μείωση της προθεσμίας, που είχε ήδη αρχίσει κατά την ημερομηνία της θέσεως του σε ισχύ, προς προβολή ενστάσεως απαραδέκτου με χωριστό έγγραφο.

Η κρίσιμη για τη βεβαίωση τηρήσεως της προθεσμίας αυτής ημερομηνία είναι αυτή της προβολής της ενστάσεως απαραδέκτου ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης κι όχι αυτή της επιδόσεως της ενστάσεως αυτής στον προσφεύγοντα.

(βλ. σκέψεις 23, 25 και 26)

Παραπομπή:

ΠΕΚ: 14 Δεκεμβρίου 1992, T‑47/92, Lenz κατά Επιτροπής, Συλλογή 1992, σ. II‑2523, σκέψη 34

ΔΔΔ: 26 Απριλίου 2006, F‑16/05, Falcione κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2006, σ. I‑A‑1‑3 και II‑A‑1‑7, σκέψη 84· 14 Δεκεμβρίου 2007, F‑82/06, Duyster κατά Επιτροπής, που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 40· 25 Ιανουαρίου 2008, F‑80/06, Duyster κατά Επιτροπής, που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψεις 38 έως 43