Language of document : ECLI:EU:T:2009:77

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-318/06 έως T-321/06

Alberto Jorge Moreira da Fonseca, Lda

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

«Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας – Κοινοτικά εικονιστικά σήματα GENERAL OPTICA σε διάφορα χρώματα – Προγενέστερη εμπορική επωνυμία Generalóptica – Σχετικός λόγος απαραδέκτου – Τοπική ισχύς του προγενέστερου σημείου – Άρθρο 8, παράγραφος 4, και άρθρο 52, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού (EK) 40/94»

Περίληψη της αποφάσεως

1.      Κοινοτικό σήμα – Παραίτηση, έκπτωση και ακυρότητα – Λόγοι σχετικής ακυρότητας – Καταχώριση αντίθετα προς το άρθρο 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 40/94

(Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, άρθρα 8 § 4 και 52 § 1, στοιχείο γ΄)

2.      Κοινοτικό σήμα – Παραίτηση, έκπτωση και ακυρότητα – Λόγοι σχετικής ακυρότητας – Καταχώριση αντίθετα προς το άρθρο 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 40/94

(Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου άρθρα 8 § 4 και 52 § 1, στοιχείο γ΄)

3.      Κοινοτικό σήμα – Παραίτηση, έκπτωση και ακυρότητα – Λόγοι σχετικής ακυρότητας – Καταχώριση αντίθετα προς το άρθρο 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 40/94

(Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, άρθρα 8 § 4 και 52 § 1, στοιχείο γ΄)

4.      Κοινοτικό σήμα – Παραίτηση, έκπτωση και ακυρότητα – Λόγοι σχετικής ακυρότητας – Καταχώριση αντίθετα προς το άρθρο 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 40/94

(Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, άρθρα 8 §§ 2, στοιχείο α΄, και 4 και 52 § 1, στοιχείο γ΄)

1.      Δυνάμει του άρθρου 52, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94, για το κοινοτικό σήμα, σε συνδυασμό με το άρθρο 8, παράγραφος 4, του ίδιου κανονισμού, η ύπαρξη σημείου το οποίο δεν είναι σήμα δικαιολογεί την κήρυξη ακυρότητας ενός κοινοτικού σήματος αν το σημείο αυτό πληροί σωρευτικά τέσσερις προϋποθέσεις: το εν λόγω σημείο πρέπει να χρησιμοποιείται στις εμπορικές συναλλαγές· πρέπει να μην έχει μόνον τοπική ισχύ· το δικαίωμα επί του σημείου πρέπει να έχει κτηθεί σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους όπου χρησιμοποιήθηκε το σημείο πριν από την ημερομηνία καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος· τέλος, το σημείο αυτό πρέπει να παρέχει στον δικαιούχο τη δυνατότητα να απαγορεύει τη χρήση πλέον προσφάτου σήματος. Οι τέσσερις αυτές προϋποθέσεις περιορίζουν τον αριθμό των σημείων που δεν είναι σήματα τα οποία μπορεί να επικαλεστεί κάποιος ενδιαφερόμενος για να αμφισβητήσει το κύρος κοινοτικού σήματος στο σύνολο του κοινοτικού εδάφους, σύμφωνα με το άρθρο 1, παράγραφος 2, του κανονισμού 40/94.

Οι δύο πρώτες προϋποθέσεις, σχετικές με τη χρήση και την όχι μόνον τοπική ισχύ του σημείου του οποίου γίνεται επίκληση, προκύπτουν από το γράμμα του άρθρου 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 40/94 και, επομένως, πρέπει να ερμηνεύονται βάσει του κοινοτικού δικαίου. Έτσι, ο κανονισμός 40/94 θεσπίζει ενιαίους κανόνες, σχετικούς με τη χρήση των σημείων και την ισχύ τους, οι οποίοι συνάδουν προς τις αρχές που διέπουν το προβλεπόμενο από τον κανονισμό αυτό σύστημα.

Αντιθέτως, από τη φράση «όταν και εφόσον, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους που διέπει το σημείο αυτό» προκύπτει ότι οι δύο άλλες προϋποθέσεις, που προβλέπει στη συνέχεια το άρθρο 8, παράγραφος 4, στοιχεία α΄ και β΄, του κανονισμού 40/94, είναι προϋποθέσεις τις οποίες θέτει ο κανονισμός, οι οποίες, σε αντίθεση προς τις προηγούμενες, εκτιμώνται λαμβανομένων υπόψη των κριτηρίων που προβλέπει το δίκαιο που διέπει το σημείο του οποίου γίνεται επίκληση. Η εν λόγω παραπομπή στο δίκαιο που διέπει το σημείο του οποίου γίνεται επίκληση είναι απολύτως δικαιολογημένη, δεδομένου ότι ο κανονισμός 40/94 αναγνωρίζει τη δυνατότητα επικλήσεως σημείων μη καλυπτόμενων από το κοινοτικό σύστημα έναντι κοινοτικού σήματος. Επομένως, μόνο βάσει του δικαίου που διέπει το σημείο του οποίου γίνεται επίκληση μπορεί να διαπιστωθεί αν το σημείο αυτό είναι προγενέστερο από το κοινοτικό σήμα και αν δικαιολογείται η απαγόρευση χρησιμοποιήσεως πλέον πρόσφατου σήματος.

(βλ. σκέψεις 32-34)

2.      Το άρθρο 52, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, και το άρθρο 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 40/94 για το κοινοτικό σήμα δικαιολογούν την κήρυξη ακυρότητας κοινοτικού σήματος με βάση ένα μη καταχωρισμένο σήμα ή άλλο σημείο το οποίο χρησιμοποιείται στις εμπορικές συναλλαγές που δεν έχει μόνον τοπική ισχύ.

Όσον αφορά την ερμηνεία της σχετικής με την όχι μόνον τοπική ισχύ του ως άνω σημείου προϋποθέσεως, πρέπει να υπογραμμιστεί καταρχάς ότι η ratio legis της διατάξεως αυτής έγκειται στον περιορισμό των συγκρούσεων μεταξύ σημείων, καθόσον εμποδίζεται το ενδεχόμενο ένα προγενέστερο σημείο το οποίο δεν είναι αρκούντως σημαντικό ή γνωστό να δίδει λαβή για να αμφισβητείται είτε η καταχώριση είτε το κύρος ενός κοινοτικού σήματος.

Εξάλλου, πρέπει να σημειωθεί ότι η ισχύς ενός σημείου που χρησιμοποιείται για συγκεκριμένες εμπορικές δραστηριότητες πρέπει να προσδιορίζεται σε συνάρτηση με τη διακριτική ικανότητά του. Τούτο επιβάλλει να λαμβάνεται υπόψη, πρώτον, η γεωγραφική διάσταση της ισχύος του σημείου, δηλαδή το έδαφος στο οποίο χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει την οικονομική δραστηριότητα του δικαιούχου του, όπως αυτό προκύπτει από γραμματική ερμηνεία του άρθρου 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 40/94. Δεύτερον, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η οικονομική διάσταση της ισχύος του σημείου, που εκτιμάται σε σχέση με το χρονικό διάστημα κατά το οποίο αυτό εκπλήρωσε τη λειτουργία του στις εμπορικές συναλλαγές και η ένταση της χρήσεώς του, σε σχέση με τον κύκλο των αποδεκτών του σημείου οι οποίοι αναγνωρίζουν σ’ αυτό διακριτική ικανότητα, ήτοι σε σχέση με τους καταναλωτές, τους ανταγωνιστές, πιθανώς τους προμηθευτές, ή ακόμη η διάδοση του σημείου, για παράδειγμα, με διαφημίσεις ή στο διαδίκτυο.

Η σημασία της εξετάσεως της οικονομικής διαστάσεως μπορεί να γίνει αντιληπτή με μια τελολογική ερμηνεία της προϋποθέσεως σχετικά με την ισχύ του σημείου του οποίου γίνεται επίκληση. Έτσι, όπως διαπιστώθηκε στη σκέψη 36 ανωτέρω, η προϋπόθεση αυτή έχει ως σκοπό να περιορίσει τις ενδεχόμενες συγκρούσεις σε εκείνες που μπορούν να υπάρξουν με σημεία τα οποία είναι όντως σημαντικά. Επομένως, προκειμένου να διαπιστωθεί η ουσιαστική και πραγματική σημασία του σημείου του οποίου γίνεται επίκληση εντός του οικείου εδάφους, η σχετική εκτίμηση δεν πρέπει να είναι καθαρά τυπική, αλλά πρέπει να εξετάζεται ο αντίκτυπος του σημείου αυτού στο οικείο έδαφος, αφού το εν λόγω σημείο χρησιμοποιήθηκε ως διακριτικό στοιχείο.

Έτσι, το γεγονός ότι ένα σημείο παρέχει στον δικαιούχο του αποκλειστικό δικαίωμα στο σύνολο της εθνικής επικράτειας δεν αρκεί καθαυτό για να αποδείξει ότι η ισχύς του δεν είναι μόνον τοπική υπό την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 40/94.

Όσον αφορά το σχετικό έδαφος, για να διαπιστωθεί ότι η ισχύς του σημείου του οποίου γίνεται επίκληση δεν είναι μόνον τοπική, πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι τα σημεία που υπάρχει κίνδυνος να συγκρουστούν με κοινοτικό σήμα συνιστούν αποκλειστικά δικαιώματα απορρέοντα από νομικούς κανόνες που ισχύουν στο έδαφος διαφορετικών χωρών. Επομένως, το κρίσιμο έδαφος εντός του οποίου πρέπει να εξετάζεται η ισχύς των εν λόγω αποκλειστικών δικαιωμάτων είναι εκείνο εντός του οποίου ισχύει καθένας από τους ως άνω νομικούς κανόνες. Πράγματι, οι ως άνω κανόνες παρέχουν αποκλειστικά δικαιώματα που ενδέχεται να συγκρούονται με κοινοτικό σήμα εντός αυτού του εδάφους, στο σύνολό του ή σε μέρος αυτού.

Από πλευράς κοινοτικού δικαίου, το ως άνω σημείο έχει ισχύ που δεν είναι μόνον τοπική στο κρίσιμο έδαφος όταν ο αντίκτυπός του δεν περιορίζεται σε μέρος μόνον του εν λόγω εδάφους, όπως συμβαίνει γενικά όταν πρόκειται για μια πόλη ή μια επαρχία. Εντούτοις, δεν είναι δυνατό να προσδιορίζεται a priori και αφηρημένα ποιο μέρος ενός εδάφους πρέπει να λαμβάνεται υπόψη προκειμένου να αποδειχθεί ότι η ισχύς ενός σημείου δεν έχει μόνον τοπική διάσταση. Επομένως, η εκτίμηση της ισχύος του σημείου πρέπει να πραγματοποιείται, in concreto, στο πλαίσιο των περιστάσεων της κάθε περιπτώσεως.

Σε τελική ανάλυση, για να μπορεί βασίμως να εμποδιστεί η καταχώριση ενός κοινοτικού σήματος ή για να κηρυχθεί άκυρο ένα τέτοιο σήμα απαιτείται να αποδειχθεί ότι, σύμφωνα με τη χρήση του, το σημείο του οποίου γίνεται επίκληση έχει αποκτήσει σημασία η οποία δεν περιορίζεται σε μικρό τμήμα του κρίσιμου εδάφους, κατά την άποψη των τρίτων ενδιαφερομένων.

(βλ. σκέψεις 36-42)

3.      Το άρθρο 52, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, και το άρθρο 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 40/94 για το κοινοτικό σήμα δικαιολογούν την κήρυξη ακυρότητας κοινοτικού σήματος με βάση ένα μη καταχωρισμένο σήμα ή άλλο σημείο το οποίο χρησιμοποιείται στις εμπορικές συναλλαγές που δεν έχει μόνον τοπική ισχύ.

Ο κανονισμός 40/94 παρέχει στον δικαιούχο σήματος δυνατότητα επιλογής των στοιχείων τα οποία θα προσκομίσει για να αποδείξει ότι η ισχύς του σημείου που επικαλείται δεν είναι μόνον τοπική. Η σχετική απόδειξη μπορεί να στηριχθεί στην ύπαρξη δικτύου οικονομικά ενεργών υποκαταστημάτων στο σύνολο του κρισίμου εδάφους, αλλά και, απλούστερα, για παράδειγμα, σε τιμολόγια αφορώντα περιοχές εκτός εκείνης στην οποία αυτή εδρεύει, σε άρθρα του Τύπου από τα οποία να προκύπτει ο βαθμός στον οποίο το κοινό γνωρίζει το σημείο του οποίου γίνεται επίκληση ή στο γεγονός ότι υπάρχουν οδηγοί ταξιδίων οι οποίοι μνημονεύουν τη σχετική επιχείρηση.

(βλ. σκέψη 43)

4.      Το άρθρο 52, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄), και το άρθρο 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 40/94 για το κοινοτικό σήμα δικαιολογούν την κήρυξη ακυρότητας κοινοτικού σήματος με βάση ένα μη καταχωρισμένο σήμα ή άλλο σημείο το οποίο χρησιμοποιείται στις εμπορικές συναλλαγές που δεν έχει μόνον τοπική ισχύ.

Η απόδειξη της χρήσεως του σημείου του οποίου γίνεται επίκληση είναι μια από τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την παροχή της προστασίας που προβλέπει το άρθρο 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 40/94 και, επομένως, μόνον οι δικαιούχοι σημείων που χρησιμοποιούνται στις εμπορικές συναλλαγές μπορούν να ζητούν μια τέτοια προστασία.

Τούτο αποτελεί μια σημαντική διαφορά σε σχέση με τα κοινοτικά και τα εθνικά σήματα περί των οποίων γίνεται λόγος στο άρθρο 8, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, του κανονισμού 40/94, των οποίων γίνεται επίκληση στο πλαίσιο διαδικασίας ανακοπής ή ακυρότητας. Σύμφωνα με το άρθρο 43, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 40/94 και με τον κανόνα 22 και τον κανόνα 40, παράγραφος 6, του κανονισμού 2868/95, περί της εφαρμογής του κανονισμού 40/94, η χρήση των σημάτων αυτών πρέπει να αποδεικνύεται μόνο στην περίπτωση που το απαιτεί ο αιτών την καταχώριση ή ο δικαιούχος κοινοτικού σήματος. Στην περίπτωση αυτή, το Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) υποχρεούται να καλεί τον ανακόπτοντα ή τον αιτούντα την κήρυξη της ακυρότητας να προσκομίσει αποδείξεις περί της χρήσεως εντός συγκεκριμένης προθεσμίας.

(βλ. σκέψη 52)