Language of document : ECLI:EU:C:2017:5

Υπόθεση C-491/15 P

Rainer Typke

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Αίτηση αναιρέσεως – Πρόσβαση στα έγγραφα των θεσμικών οργάνων – Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 – Άρθρο 3 – Έννοια του εγγράφου – Άρθρο 2, παράγραφος 3 – Έγγραφα που κατείχε θεσμικό όργανο – Νομικός χαρακτηρισμός των πληροφοριών που περιέχονται σε βάση δεδομένων – Υποχρέωση καταρτίσεως μη υφιστάμενου εγγράφου – Δεν υφίσταται – Υφιστάμενα έγγραφα τα οποία μπορούν να αντληθούν από βάση δεδομένων»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα)της 11ης Ιανουαρίου 2017

1.        Ένδικη διαδικασία – Αίτηση επαναλήψεως της προφορικής διαδικασίας – Αίτηση καταθέσεως παρατηρήσεων επί νομικών ζητημάτων που ανακίνησαν οι προτάσεις του γενικού εισαγγελέα – Προϋποθέσεις της επαναλήψεως

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 23· Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου, άρθρο 83)

2.        Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός 1049/2001 – Πεδίο εφαρμογής – Αίτηση προσβάσεως για την αναζήτηση σε βάσεις δεδομένων – Εμπίπτει – Όρια – Διαβίβαση πληροφοριών που δεν μπορούν να αντληθούν από τις βάσεις αυτές με τα υπάρχοντα εργαλεία αναζητήσεως – Δεν εμπίπτει

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 2 § 3, 3, στοιχείο αʹ, και 4)

3.        Αναίρεση – Λόγοι – Εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων – Απαράδεκτο – Έλεγχος από το Δικαστήριο της εκτιμήσεως των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων – Αποκλείεται, πλην της περιπτώσεως παραμορφώσεως του περιεχομένου τους

(Άρθρο 256 § 1 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 58, εδ. 1)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 19)

2.      Βεβαίως, μια ηλεκτρονική βάση δεδομένων καθιστά δυνατή την άντληση οποιασδήποτε πληροφορίας αυτή περιέχει. Εντούτοις, η δυνατότητα δημιουργίας εγγράφου από μια τέτοια βάση δεν επιτρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι το έγγραφο αυτό πρέπει να χαρακτηριστεί υφιστάμενο κατά την έννοια του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής. Πράγματι, το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα των θεσμικών οργάνων αφορά μόνον τα ήδη υπάρχοντα και ευρισκόμενα στην κατοχή του οικείου θεσμικού οργάνου έγγραφα και ότι δεν μπορεί να γίνεται επίκληση του κανονισμού 1049/2001 προκειμένου να υποχρεωθεί το θεσμικό όργανο να καταρτίσει έγγραφο το οποίο δεν υπάρχει. Συνεπώς, αίτηση παροχής προσβάσεως που θα υποχρέωνε το οικείο θεσμικό όργανο να δημιουργήσει νέο έγγραφο, έστω και επί τη βάσει στοιχείων που περιλαμβάνονται ήδη σε υφιστάμενα έγγραφα που αυτό κατέχει, εξέρχεται του πλαισίου του κανονισμού 1049/2001.

Όσον αφορά τα έγγραφα στατικής φύσεως, ιδίως υπό τη μορφή εντύπου ή ενός απλού ηλεκτρονικού αρχείου, αρκεί να διαπιστώνεται η ύπαρξη του υποθέματος και το περιεχόμενό του προκειμένου να προσδιοριστεί εάν υφίσταται έγγραφο. Αντιθέτως, η δυναμική φύση των ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων ουδόλως είναι συμβατή με έναν τέτοιον τρόπο ενέργειας, δεδομένου ότι ένα έγγραφο που μπορεί να δημιουργηθεί πολύ εύκολα από πληροφορίες που υπάρχουν ήδη σε βάση δεδομένων δεν αποτελεί κατ’ ανάγκην υφιστάμενο έγγραφο κατά την κυριολεκτική έννοια του όρου. Ως εκ τούτου, όσον αφορά τις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων, η διάκριση μεταξύ ενός υφιστάμενου εγγράφου και ενός νέου εγγράφου πρέπει να χωρεί βάσει κριτηρίου προσαρμοσμένου στις τεχνικές ιδιαιτερότητες των βάσεων αυτών και συμβατού προς τον σκοπό του κανονισμού 1049/2001 ο οποίος είναι, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 4 και το άρθρο του 1, στοιχείο αʹ, να εξασφαλίζεται όσο το δυνατόν ευρύτερη πρόσβαση στα έγγραφα.

Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να χαρακτηρίζονται ως υφιστάμενο έγγραφο όλες οι πληροφορίες οι οποίες είναι δυνατόν να αντληθούν από ηλεκτρονική βάση δεδομένων στο πλαίσιο της τρέχουσας χρήσεώς της με τη βοήθεια εκ των προτέρων προγραμματισμένων εργαλείων αναζητήσεως, έστω και εάν οι πληροφορίες αυτές δεν εμφανίζονται ακόμη υπό αυτήν την μορφή ή ουδέποτε έχουν αποτελέσει αντικείμενο αναζητήσεως από τους υπαλλήλους των θεσμικών οργάνων. Εντεύθεν συνάγεται ότι, για να συμμορφωθούν προς τις απαιτήσεις του κανονισμού 1049/2001, τα θεσμικά όργανα ενδέχεται να χρειαστεί να καταρτίσουν ένα έγγραφο από πληροφορίες περιλαμβανόμενες σε βάση δεδομένων, χρησιμοποιώντας τα υπάρχοντα εργαλεία αναζητήσεως. Αντιθέτως, πρέπει να θεωρηθεί ως νέο και όχι ως υφιστάμενο έγγραφο οποιαδήποτε πληροφορία της οποίας η άντληση από βάση δεδομένων απαιτεί ουσιώδη επένδυση. Συνεπώς, οποιαδήποτε πληροφορία της οποίας η λήψη απαιτεί τροποποίηση είτε της οργανώσεως της ηλεκτρονικής βάσεως δεδομένων είτε των εργαλείων αναζητήσεως που προσφέρονται επί του παρόντος για την άντληση πληροφοριών πρέπει να χαρακτηρίζεται ως νέο έγγραφο.

(βλ. σκέψεις 30, 31, 33-35, 37-40)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 58)