Language of document :

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 28ης Μαΐου 2020 [αίτηση του Bundesverwaltungsgericht (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] – IL κ.λπ. κατά Land Nordrhein-Westfalen

(Υπόθεση C-535/18) 1

(Προδικαστική παραπομπή – Περιβάλλον – Σύμβαση του Aarhus – Οδηγία 2011/92/ΕΕ – Εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων έργων στο περιβάλλον – Συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων – Πλημμέλειες της διαδικασίας αδειοδότησης έργου – Πρόσβαση στη δικαιοσύνη – Περιορισμοί που προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο – Οδηγία 2000/60/ΕΚ – Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα των υδάτων – Υποβάθμιση συστήματος υπογείων υδάτων – Τρόπος αξιολόγησης – Δικαίωμα των ιδιωτών στη λήψη μέτρων για την πρόληψη της μόλυνσης – Ενεργητική νομιμοποίηση ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Bundesverwaltungsgericht

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

IL, JK, KJ, LI, NG, MH, OF, PE, RC και SB ως κληρονόμοι της QD, TA, UZ, VY, WX

κατά

Land Nordrhein-Westfalen

Διατακτικό

Το άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της οδηγίας 2011/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον, έχει την έννοια ότι, στην περίπτωση που διαδικαστική πλημμέλεια απόφασης για την αδειοδότηση έργου δεν είναι ικανή να μεταβάλει το περιεχόμενο της απόφασης, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι προσφυγή με αίτημα να ακυρωθεί η απόφαση αυτή είναι παραδεκτή μόνον αν η επίμαχη πλημμέλεια στέρησε από τον προσφεύγοντα το δικαίωμα συμμετοχής στη διαδικασία λήψης αποφάσεων που αφορούν το περιβάλλον, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 6 της ως άνω οδηγίας.

Κατ’ ορθή ερμηνεία του άρθρου 4 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων, δεν επιτρέπεται να προβλέπεται ότι o έλεγχος από την αρμόδια αρχή της τήρησης των προβλεπόμενων στη διάταξη αυτή υποχρεώσεων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η πρόληψη της υποβάθμισης της κατάστασης των συστημάτων επιφανειακών και υπόγειων υδάτων τα οποία επηρεάζονται από ορισμένο έργο, θα μπορεί να διενεργείται μόνο μετά την αδειοδότηση του έργου.

Το άρθρο 6 της οδηγίας 2011/92 έχει την έννοια ότι οι πληροφορίες που πρέπει να τίθενται στη διάθεση του κοινού κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αδειοδότησης ενός έργου πρέπει να περιλαμβάνουν τα αναγκαία στοιχεία για την εκτίμηση των επιπτώσεων του έργου επί των υδάτων, με βάση τα κριτήρια και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/60.

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, σημείο i, της οδηγίας 2000/60 έχει την έννοια ότι πρέπει να θεωρείται υποβάθμιση της χημικής κατάστασης συστήματος υπογείων υδάτων, λόγω ορισμένου έργου, αφενός, η υπέρβαση τουλάχιστον ενός ποιοτικού προτύπου ή μίας ανώτερης αποδεκτής τιμής, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/118/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με την προστασία των υπόγειων υδάτων από τη ρύπανση και την υποβάθμιση, και, αφετέρου, η προβλέψιμη αύξηση της συγκέντρωσης ενός ρύπου, στην περίπτωση που έχει ήδη σημειωθεί υπέρβαση του ορίου που έχει τεθεί για τον ρύπο αυτόν. Οι τιμές που μετρώνται σε κάθε σημείο παρακολούθησης πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μεμονωμένα.

Το άρθρο 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο β΄, και δεύτερο εδάφιο, πρώτη περίπτωση, καθώς και το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της οδηγίας 2000/60, σε συνδυασμό με το άρθρο 19 ΣΕΕ και το άρθρο 288 ΣΛΕΕ, έχουν την έννοια ότι τα μέλη του κοινού που επηρεάζονται από ένα έργο πρέπει να μπορούν να προβάλουν, ενώπιον των αρμόδιων εθνικών δικαστηρίων, την παράβαση των υποχρεώσεων πρόληψης της υποβάθμισης των υδατικών συστημάτων και βελτίωσης της κατάστασής τους, εάν θίγονται άμεσα από την παράβαση αυτή.

____________

1 ΕΕ C 427 της 26.11.2018.