Language of document :

Ανακοίνωση στην ΕΕ

 

Αγωγή της Nuova Agricast κατά της Επιτροπής που ασκήθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 2005

(Υπόθεση T-362/05)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Ενάγουσα: Nuova Agricast s.r.l. (Cerignola, Ιταλία) (Εκπρόσωπος: Michele Arcangelo Calabrese, δικηγόρος)

Εναγόμενη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της ενάγουσας

Η ενάγουσα, επιφυλασσόμενη παντός νομίμου δικαιώματός της, ζητεί από το Πρωτοδικείο να αναγνωρίσει ότι η Επιτροπή, ακολουθώντας την παράνομη συμπεριφορά που περιγράφεται στο δικόγραφο της αγωγής, παρέβη κατά τρόπο σοβαρό και πρόδηλο το κοινοτικό δίκαιο και προκάλεσε οικονομική ζημία στην ενάγουσα· ως εκ τούτου ζητεί από το Πρωτοδικείο να υποχρεώσει την εναγομένη να της καταβάλει:

α)    701 692,77 ευρώ για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη από τη μη καταβολή της πρώτης δόσης της ενισχύσεως,

β)    701 692,77 ευρώ για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη από τη μη καταβολή της δεύτερης δόσης της ενισχύσεως,

γ)    701 692,77 ευρώ για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη από τη μη καταβολή της τρίτης δόσης της ενισχύσεως,

δ)    τόκους επί των ως άνω ποσών,

ε)    1 453 387,03 ευρώ, ή άλλο μικρότερο ή μεγαλύτερο ποσό, όπως αυτό καθοριστεί -ενδεχομένως σε συμφωνία με την Επιτροπή- κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη λόγω του ότι τα αποτελέσματα της χρήσεως της επιχειρήσεως, κατά το οικονομικό έτος που έκλεισε στις 30 Ιουνίου 2002, ήταν μειωμένα σε σχέση με εκείνα που θα είχαν προκύψει αν είχε ολοκληρωθεί το πρόγραμμα επενδύσεων,

στ)    τόκους επί του ποσού που θα καθοριστεί σύμφωνα με το προηγούμενο στοιχείο ε΄,

ζ)    τα δικαστικά έξοδα, περιλαμβανομένων των εξόδων για την παροχή νομικών ή τεχνικών συμβουλών.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η ενάγουσα στην υπό κρίση υπόθεση, καθώς και στις υποθέσεις T-139/03 1, T-151/03 2 και T-98/04 3, προσάπτει στην Επιτροπή παράνομη συμπεριφορά κατά τη διάρκεια της προκαταρκτικής εξετάσεως της κρατικής ενισχύσεως υπ' αριθ. 715/99, η οποία κατέληξε στην έκδοση εγκριτικής αποφάσεως χωρίς αντιρρήσεις. Με την ως άνω εγκριτική απόφαση παρατάθηκε για την επταετία 2000-2006 το σύστημα κρατικών ενισχύσεων που θεσπίστηκε με τον νόμο 488/92 και εγκρίθηκε αρχικώς το 1997 για το διάστημα μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1999.

Υπενθυμίζεται, συναφώς, ότι η ειδική διοικητική διαδικασία για τη λήψη της ενισχύσεως προέβλεπε ότι η Ιταλική Κυβέρνηση όφειλε να διοργανώνει διαγωνισμούς ανά εξάμηνο, στους οποίους θα μπορούσαν να μετάσχουν οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις. Οι οικονομικοί πόροι για τη χρηματοδότηση των διαγωνισμών θα χορηγούνταν στις επιχειρήσεις που θα εγγράφονταν στον κατάλογο των μειοδοτών μέχρι εξαντλήσεως των πόρων αυτών. Η ενάγουσα έλαβε μέρος στον τρίτο διαγωνισμό, αλλά δεν μπόρεσε να λάβει την ενίσχυση, διότι είχαν εξαντληθεί οι διαθέσιμοι για τη χρηματοδότηση των μειοδοτών πόροι.

Στο πλαίσιο της εξετάσεως της ενισχύσεως υπ' αριθ. 715/99, η Ιταλική Κυβέρνηση ζήτησε από την Επιτροπή να επιτρέψει να υποβληθούν εκ νέου στον πρώτο διαγωνισμό του νέου συστήματος οι προσφορές που είχαν υποβληθεί για τον τρίτο και τον τέταρτο διαγωνισμό. Η Επιτροπή όμως το επέτρεψε μόνο για τις προσφορές του τέταρτου διαγωνισμού.

Προς στήριξη των ισχυρισμών της, η ενάγουσα προσάπτει στην Επιτροπή:

-    ότι δεν κίνησε την τυπική διαδικασία έρευνας, μολονότι, όταν η Ιταλική Κυβέρνηση της πρότεινε να εγκρίνει την εκ νέου υποβολή των προσφορών του τρίτου διαγωνισμού του προγενέστερου συστήματος, έκρινε το σύστημα ασυμβίβαστο με την κοινή αγορά και ότι, ως εκ τούτου, η εναγόμενη παρέβη το άρθρο 88, παράγραφος 2, της Συνθήκης και παραβίασε την αρχή του σεβασμού των δικαιωμάτων άμυνας,

-    ότι παραβίασε την αρχή της ασφάλειας δικαίου και των εννόμων καταστάσεων,

-    ότι υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως.

Κατά την ενάγουσα, η Επιτροπή, εξετάζοντας εκ νέου τη συμβατότητα του συστήματος με την κοινή αγορά, λόγω της προτάσεως να γίνει δεκτή η εκ νέου υποβολή των προσφορών που είχαν υποβληθεί για τον τρίτο διαγωνισμό, και καταλήγοντας στην ασυμβατότητά του, χωρίς ουδεμία κατ' αντιπαράθεση συζήτηση με τους ενδιαφερόμενους, τροποποίησε την απόφαση για την έγκριση του συστήματος του 1997, προϋπόθεση της οποίας όμως ήταν η διεξαγωγή εξετάσεως βάσει του άρθρου 87 της Συνθήκης.

Εξάλλου, ενεργώντας στο πλαίσιο υφισταμένων εννόμων καταστάσεων και καταργώντας τις καταστάσεις αυτές, η εναγόμενη ανακάλεσε στην πράξη την εγκριτική απόφαση του 1997, χωρίς ωστόσο να τηρήσει τις διαδικαστικές εγγυήσεις που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΚ) 659/99 για την ανάκληση ενισχύσεως.

____________

1 - Διάταξη του Πρωτοδικείου, της 8ης Ιουνίου 2005, που δεν έχει δημοσιευθεί.

2 - Διάταξη του Πρωτοδικείου, της 8ης Ιουνίου 2005, που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή.

3 - Διάταξη του Πρωτοδικείου, της 15ης Ιουνίου 2005, που δεν έχει δημοσιευθεί.