Language of document : ECLI:EU:T:2019:216

Υπόθεση T-5/17

(Δημοσίευση αποσπασμάτων)

Ammar Sharif

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

 Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 4ης Απριλίου 2019

«Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας – Δέσμευση κεφαλαίων – Δικαιώματα άμυνας – Δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας – Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως – Δικαίωμα ιδιοκτησίας – Αναλογικότητα – Προσβολή της φήμης»

Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Συγκεκριμένα περιοριστικά μέτρα κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων λόγω της κατάστασης στη Συρία – Απόφαση 2013/255/ΚΕΠΠΑ και κανονισμός 36/2012 – Τεκμήριο περί στηρίξεως στο συριακό καθεστώς εφαρμοζόμενο έναντι εξεχόντων επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνται στη Συρία – Επιτρέπεται – Προϋποθέσεις – Αναλογικότητα – Μαχητό τεκμήριο – Σεβασμός των δικαιωμάτων άμυνας

(Άρθρο 29 ΣΕΕ· απόφαση 2013/255/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2015/1836, άρθρα 27 §§ 2, στοιχείο αʹ, και 3, και 28 §§ 2, στοιχείο αʹ, και 3· κανονισμός 36/2012 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2015/1828, άρθρο 15 §§ 1a και 1β]

(βλ. σκέψεις 91-95, 97, 105, 106, 109, 110)

Σύνοψη

Με την απόφαση Sharif κατά Συμβουλίου (T-5/17), που εκδόθηκε στις 4 Απριλίου 2019, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή ακυρώσεως που είχε ασκήσει επιχειρηματίας συριακής ιθαγένειας κατά των πράξεων με τις οποίες το όνομά του είχε καταχωρισθεί στον κατάλογο των φυσικών και νομικών προσώπων τα οποία υπόκεινται στα περιοριστικά μέτρα που ελήφθησαν κατά της Αραβικής Δημοκρατίας της Συρίας [ήτοι, της εκτελεστικής απόφασης (ΚΕΠΠΑ) 2016/1897 (1), του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1893 (2), της απόφασης (ΚΕΠΠΑ) 2017/917 (3), του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/907 (4), της απόφασης (ΚΕΠΠΑ) 2018/778 (5) και του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/774 (6)]. Με την προσφυγή αυτή, ο προσφεύγων είχε επίσης ζητήσει, επικουρικώς, να κηρυχθούν ανεφάρμοστες έναντι αυτού οι διατάξεις που θεσπίζουν το κριτήριο καταχώρισης που αφορά «εξέχοντες επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στη Συρία» (ήτοι το άρθρο 28, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της αποφάσεως 2013/255, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2015/1836 (7), και το άρθρο 15, παράγραφος 1α, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 36/2012, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2015/1828 (8)). Ο προσφεύγων υποστήριξε ότι το εν λόγω κριτήριο είναι δυσανάλογο σε σχέση με τους επιδιωκόμενους από τις προσβαλλόμενες πράξεις θεμιτούς σκοπούς, καθόσον καλύπτει οποιοδήποτε πρόσωπο της κατηγορίας «εξέχοντες επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στη Συρία», ανεξαρτήτως του εάν υφίσταται σχέση του εν λόγω προσώπου με το συριακό καθεστώς.

Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι τα θεσμικά όργανα μπορούν να κάνουν χρήση τεκμηρίων κατά τα οποία η διοικητική αρχή που φέρει το βάρος αποδείξεως έχει τη δυνατότητα να συναγάγει συγκεκριμένα συμπεράσματα από τους κανόνες της κοινής πείρας τα οποία απορρέουν από τη συνήθη πορεία των πραγμάτων. Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι ένα τεκμήριο, έστω και αν είναι δύσκολο να ανατραπεί, παραμένει εντός αποδεκτών ορίων εφόσον τελεί σε αναλογία προς τον επιδιωκόμενο σκοπό, υφίσταται δυνατότητα ανταποδείξεως και διασφαλίζονται τα δικαιώματα άμυνας. Ένα τέτοιο τεκμήριο πρέπει να περιορίζεται σε λογικά όρια που να λαμβάνουν υπόψη τη σοβαρότητα των διακυβευόμενων ζητημάτων και να διασφαλίζουν την προστασία των δικαιωμάτων άμυνας.

Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο επισήμανε, καταρχάς, ότι λόγω του στενού ελέγχου της οικονομίας που ασκεί το συριακό καθεστώς, η δέσμευση των κεφαλαίων και των χρηματοοικονομικών πόρων προσώπων που ανήκουν στην κατηγορία «εξέχοντες επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στη Συρία» θα εμπόδιζε την εν λόγω κατηγορία προσώπων να συνεχίσει να παρέχει υλική ή χρηματοοικονομική στήριξη στο συριακό καθεστώς και, λαμβάνοντας υπόψη την επιρροή της, θα ασκούσε μεγαλύτερη πίεση στο καθεστώς προκειμένου να μεταβάλει τις κατασταλτικές πολιτικές του. Επιπροσθέτως, λαμβανομένων υπόψη, καταρχάς, του αυταρχικού χαρακτήρα του συριακού καθεστώτος, εν συνεχεία, της σχέσης αλληλεξάρτησης που αναπτύχθηκε μεταξύ της επιχειρηματικής κοινότητας και του συριακού καθεστώτος λόγω της διαδικασίας της οικονομικής ελευθέρωσης που δρομολόγησε ο B. Al-Assad και, τέλος, του αυστηρού κρατικού ελέγχου επί της συριακής οικονομίας, το Συμβούλιο ορθώς δέχθηκε ως κανόνα της κοινής πείρας το γεγονός ότι τα πρόσωπα που ανήκουν στην κατηγορία «εξέχοντες επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στη Συρία» μπορούν να διατηρήσουν τη θέση τους αποκλειστικά λόγω της στενής σχέσης με το συριακό καθεστώς. Ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι ήταν εύλογο να θεωρηθεί ότι ένα πρόσωπο που εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία έχει σχέση με το καθεστώς του B. Al-Assad η οποία του επιτρέπει να αναπτύξει τις επιχειρήσεις του και να αντλήσει όφελος από την πολιτική του καθεστώτος αυτού.

Εν συνεχεία, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι το Συμβούλιο θέσπισε ένα μαχητό τεκμήριο περί ύπαρξης σχέσεως με το συριακό καθεστώς έναντι των προσώπων που ανήκουν στην κατηγορία «εξέχοντες επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στη Συρία». Συγκεκριμένα, τα ονόματα των προσώπων που εμπίπτουν στην κατηγορία αυτή δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο των προσώπων τα οποία υπόκεινται στα περιοριστικά μέτρα εφόσον αποδεικνύεται ότι τα πρόσωπα αυτά δεν συνδέονται ή δεν συνδέονται πλέον με το καθεστώς ή δεν ασκούν επιρροή ή δεν παρουσιάζουν πραγματικό κίνδυνο καταστρατήγησης.

Κατά συνέπεια, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι το αμφισβητούμενο κριτήριο καταχωρίσεως είναι σύμφωνο με την αρχή της αναλογικότητας και δεν έχει αυθαίρετο χαρακτήρα, στο μέτρο που το Συμβούλιο εισήγαγε το κριτήριο αυτό στην απόφαση 2015/1836 και τον κανονισμό 2015/1828 κατά τρόπο αιτιολογημένο και ανάλογο προς τους σκοπούς τους οποίους επιδιώκει η ρύθμιση που διέπει τα περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας, διατηρώντας παράλληλα τη δυνατότητα των οικείων προσώπων να ανατρέψουν το τεκμήριο της ύπαρξης σχέσεως με το συριακό καθεστώς. Ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την ένσταση ελλείψεως νομιμότητας.


1      Εκτελεστική απόφαση 2016/1897 του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2016, για την εφαρμογή της απόφασης 2013/255/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας (ΕΕ 2016, L 293, σ. 36).


2      Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1893 του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2016, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) 36/2012 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Συρία (ΕΕ 2016, L 293, σ. 25).


3      Απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2017/917 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2017, για την τροποποίηση της απόφασης 2013/255/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας (ΕΕ 2017, L 139, σ. 62).


4      Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/907 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2017, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) 36/2012 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Συρία (ΕΕ 2017, L 139, σ. 15).


5      Απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2018/778 του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2018, για την τροποποίηση της απόφασης 2013/255/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας (ΕΕ 2018, L 131, σ. 16).


6      Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/774 του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2018, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) 36/2012 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Συρία (ΕΕ 2018, L 131, σ. 1).


7      Απόφαση 2013/255/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 31ης Μαΐου 2013, σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας (ΕΕ 2013, L 147, σ. 14), όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2015/1836 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 2015 (ΕΕ 2015, L 266, σ. 75).


8      Κανονισμός (ΕΕ) 36/2012 του Συμβουλίου, της 18ης Ιανουαρίου 2012, σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Συρία και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) 442/2011 (ΕΕ 2012, L 16, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/1828 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 2015 (ΕΕ 2015, L 266, σ. 1).