Language of document :

Ανακοίνωση στην ΕΕ

 

Προσφυγή της Wieland-Werke Aktiengesellschaft κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 24 Μαρτίου 2004

(Υπόθεση Τ-116/04)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Η Wieland-Werke Aktiengesellschaft, Ulm (Γερμανία), άσκησε προσφυγή, στις 24 Μαρτίου 2004, κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η προσφεύγουσα εκπροσωπείται από τους R. Bechtold και U. Soltész., Rechtsanwälte.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής (υπόθεση COMP/E-1/38.240 - Βιομηχανικοί σωλήνες)·

επικουρικώς, να μειώσει το ύψος του επιβληθέντος διά της αποφάσεως προστίμου·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας.

Προβαλλόμενοι με την προσφυγή λόγοι και κύρια επιχειρήματα:

Με την προσβαλλομένη απόφαση, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η προσφεύγουσα και πέντε ακόμη επιχειρήσεις, συμμετέχοντας σε σειρά συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών με αντικείμενο τον καθορισμό των τιμών και την κατανομή αγορών στον τομέα των βιομηχανικών σωλήνων, παρέβησαν το άρθρο 81, παράγραφος 1, ΕΚ, καθώς και, από της 1ης Ιανουαρίου 1994, το άρθρο 53, παράγραφος 1, της Συμφωνίας ΕΟΧ. Η Επιτροπή επέβαλε πρόστιμα στις εμπλεκόμενες επιχειρήσεις.

Η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η Επιτροπή, κατά τον καθορισμό του προστίμου, δεν έλαβε προσηκόντως υπόψη το μέγεθος των εμπλεκομένων επιχειρήσεων. Το επιβληθέν στην προσφεύγουσα πρόστιμο είναι δυσανάλογα υψηλό σε σχέση με τον συνολικό κύκλο εργασιών της. Κατ' αυτόν τον τρόπο παραβιάζονται η θεμελιώδης αρχή της αναλογικότητας και οι κατευθυντήριες γραμμές της ίδιας της Επιτροπής. Περαιτέρω, η μέθοδος αυτή συνεπάγεται χειροτέρευση της θέσεως των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και, επομένως, προσκρούει στη γενική αρχή της ισότητας καθώς και στη θεμελιώδη αρχή της ατομικής επιμετρήσεως των προστίμων.

Η προσφεύγουσα διατείνεται, ακολούθως, ότι, κατά τον καθορισμό του προστίμου, δεν ελήφθη επαρκώς υπόψη η οικονομική σημασία της παραβάσεως, καθόσον η Επιτροπή δεν υπολόγισε ορθώς το μέγεθος της αγοράς. Περαιτέρω, η επιβληθείσα από την Επιτροπή προσαύξηση 10% ανά έτος, λόγω της διάρκειας της παραβάσεως, στηρίχθηκε επί εσφαλμένης αιτιολογίας.

Η προσφεύγουσα προβάλλει ακόμη ότι η χρησιμοποιούμενη από την Επιτροπή μέθοδος καθορισμού των προστίμων δεν συνάδει προς την απορρέουσα από την αρχή του κράτους δικαίου επιταγή της ειδικότητας. Ιδίως, ο καθορισμός του βασικού ποσού, ο οποίος διενεργείται κατά τρόπο πλήρως ανεξάρτητο από τις συγκεκριμένες οικονομικές συνθήκες της εμπλεκομένης επιχειρήσεως και από την οικονομική σημασία της παραβάσεως, παρέχει στην Επιτροπή πρακτικώς απεριόριστη διακριτική ευχέρεια. Το άρθρο 15 του κανονισμού 17/62 δεν συνάδει πλέον προς την απαίτηση της ειδικότητας και, ως εκ τούτου, προς το υπέρτερης ισχύος κοινοτικό δίκαιο. Τέλος, η Επιτροπή, εφαρμόζοντας τη ρύθμιση του 1996 περί επιεικείας προς τους μεταμεληθέντες, υπέβαλε την προσφεύγουσα σε δυσμενέστερη έναντι άλλων επιχειρήσεων μεταχείριση, χωρίς προφανή λόγο.

...

____________