Language of document : ECLI:EU:C:2017:566

Προσωρινό κείμενο

Υπόθεση C‑143/16

Abercrombie & Fitch Italia Srl

κατά

Antonino Bordonaro

(αίτηση του Corte suprema di cassazione
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Προδικαστική παραπομπή – Κοινωνική πολιτική – Οδηγία 2000/78/ΕΚ – Ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία – Άρθρο 2, παράγραφος 1 – Άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ – Άρθρο 6, παράγραφος 1 – Διάκριση λόγω ηλικίας – Σύμβαση διαλείπουσας απασχολήσεως συναπτόμενη με πρόσωπα ηλικίας κάτω των 25 ετών – Αυτοδίκαιη λύση με τη συμπλήρωση του 25ου έτους της ηλικίας του εργαζομένου»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 19ης Ιουλίου 2017

Κοινωνική πολιτική – Ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία – Οδηγία 2000/78 – Απαγόρευση των διακρίσεων λόγω ηλικίας – Διάταξη του εθνικού δικαίου που παρέχει στον εργοδότη τη δυνατότητα να συνάψει σύμβαση διαλείπουσας απασχολήσεως με εργαζόμενο ηλικίας κάτω των 25 ετών και να τον απολύσει όταν αυτός συμπληρώσει το όριο ηλικίας αυτό – Δικαιολογητικός λόγος στηριζόμενος στην επιδίωξη θεμιτού σκοπού – Αναλογικότητα σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό – Επιτρεπτό

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 21· οδηγία 2000/78 του Συμβουλίου, άρθρα 2 και 6 § 1)

Το άρθρο 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και το άρθρο 2, παράγραφος 1, το άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, και το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία, έχουν την έννοια ότι δεν αντιτίθενται σε διάταξη, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία επιτρέπει στον εργοδότη να συνάψει σύμβαση διαλείπουσας απασχολήσεως με εργαζόμενο ηλικίας κάτω των 25 ετών, ανεξαρτήτως της φύσεως της προς παροχή εργασίας, και να απολύσει τον εργαζόμενο όταν αυτός συμπληρώσει το 25ο έτος της ηλικίας του, εφόσον η διάταξη αυτή επιδιώκει την επίτευξη θεμιτού σκοπού της πολιτικής στον τομέα της απασχολήσεως και της αγοράς εργασίας και τα προβλεπόμενα για την επίτευξη του σκοπού αυτού μέσα είναι πρόσφορα και αναγκαία.

Υπενθυμίζεται ότι, κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2000/78, η διαφορετική μεταχείριση είναι δυνατόν να συνίσταται στην «καθιέρωση ειδικών συνθηκών για την πρόσβαση στην απασχόληση και την επαγγελματική κατάρτιση, για την απασχόληση και την εργασία, συμπεριλαμβανομένων των όρων απόλυσης και αμοιβής, για τους νέους, τους ηλικιωμένους και τους εργαζομένους που συντηρούν άλλα πρόσωπα, προκειμένου να ευνοείται η επαγγελματική τους ένταξη ή να εξασφαλίζεται η προστασία τους».

Επιπλέον, υπενθυμίζεται ότι η προώθηση των προσλήψεων συνιστά αναμφισβήτητα θεμιτό σκοπό της κοινωνικής πολιτικής των κρατών μελών ή της πολιτικής τους στον τομέα της απασχολήσεως, και μάλιστα όταν πρόκειται για τη διευκόλυνση της προσβάσεως των νέων σε ορισμένο επάγγελμα (απόφαση της 21ης Ιουλίου 2011, Fuchs και Köhler, C‑159/10 και C‑160/10, EU:C:2011:508, σκέψη 49 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

Ομοίως, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι ο σκοπός που συνίσταται στη βελτίωση της θέσεως των νέων στην αγορά εργασίας ώστε να ευνοείται η επαγγελματική τους ένταξη ή να εξασφαλίζεται η προστασία τους μπορεί να χαρακτηριστεί ως θεμιτός σκοπός, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/78 (απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2016, de Lange, C‑548/15, EU:C:2016:850, σκέψη 27). Επίσης, έχει κρίνει ότι η διευκόλυνση της προσλήψεως νέων εργαζομένων μέσω αυξήσεως της ελαστικότητας στη διαχείριση του προσωπικού συνιστά, μεταξύ άλλων, θεμιτό σκοπό (βλ. υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 19ης Ιανουαρίου 2010, Kücükdeveci, C‑555/07, EU:C:2010:21, σκέψεις 35 και 36).

(βλ. σκέψεις 36-38, 47 και διατακτ.)