Language of document : ECLI:EU:C:2017:805

Υπόθεση C201/16

Majid Shiri

(αίτηση του Verwaltungsgerichtshof για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Προδικαστική παραπομπή – Κανονισμός (ΕΕ) 604/2013 – Προσδιορισμός του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αιτήσεως διεθνούς προστασίας υποβαλλόμενης σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας – Άρθρο 27 – Ένδικο βοήθημα – Έκταση του δικαστικού ελέγχου – Άρθρο 29 – Προθεσμία για την πραγματοποίηση της μεταφοράς – Μη πραγματοποίηση της μεταφοράς εντός της ταχθείσας προθεσμίας – Υποχρεώσεις του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο – Μεταβίβαση της ευθύνης – Προϋπόθεση να έχει ληφθεί απόφαση από το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 25ης Οκτωβρίου 2017

1.        Ένδικη διαδικασία – Προφορική διαδικασία – Έναρξη νέας προθεσμίας – Υποχρέωση επαναλήψεως της προφορικής διαδικασίας προκειμένου να δοθεί στους διαδίκους η δυνατότητα να καταθέσουν παρατηρήσεις επί των νομικών ζητημάτων που τέθηκαν με τις προτάσεις του γενικού εισαγγελέα – Δεν συντρέχει

(Άρθρο 252, εδ. 2, ΣΛΕΕ· Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου, άρθρο 83)

2.        Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Πολιτική ασύλου – Κριτήρια και μηχανισμοί προσδιορισμού του κράτους μέλους το οποίο είναι υπεύθυνο για την εξέταση αιτήσεως διεθνούς προστασίας – Κανονισμός 604/2013 – Διαδικασίες αναδοχής και εκ νέου αναλήψεως – Προβλεπόμενη προθεσμία για τη μεταφορά του αιτούντος διεθνή προστασία – Συνέπεια της μη τηρήσεως της προθεσμίας αυτής – Μεταβίβαση της ευθύνης για την εξέταση της αιτήσεως διεθνούς προστασίας στο κράτος που υπέβαλε το αίτημα

(Κανονισμός 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 29 §§ 1 και 2)

3.        Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Πολιτική ασύλου – Κριτήρια και μηχανισμοί προσδιορισμού του κράτους μέλους το οποίο είναι υπεύθυνο για την εξέταση αιτήσεως διεθνούς προστασίας – Κανονισμός 604/2013 – Προσφυγή ασκηθείσα κατά αποφάσεως μεταφοράς αιτούντος διεθνή προστασία – Δυνατότητα επικλήσεως της επελθούσας μετά την έκδοση της αποφάσεως περί μεταφοράς παρέλευσης της προθεσμίας – Υποχρέωση των κρατών μελών να προβλέπουν αποτελεσματικό και ταχύ ένδικο βοήθημα

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 47· κανονισμός 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, αιτιολογική σκέψη 19 και άρθρα 27 § 1 και 29 §§ 1 και 2)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 22-25)

2.      Το άρθρο 29, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΕ) 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αιτήσεως διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα, έχει την έννοια ότι, εάν η μεταφορά δεν πραγματοποιηθεί εντός της εξάμηνης προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 29, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού αυτού, η ευθύνη μεταβιβάζεται αυτοδικαίως στο κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα, χωρίς να απαιτείται άρνηση, από το υπεύθυνο κράτος μέλος, της αναδοχής ή της εκ νέου αναλήψεως του ενδιαφερόμενου προσώπου. Η διάταξη αυτή, όπως προκύπτει από το ίδιο το γράμμα της, προβλέπει αυτοδίκαιη μεταβίβαση της ευθύνης στο κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα, χωρίς να εξαρτά τη μεταβίβαση αυτή από οποιαδήποτε αντίδραση του υπεύθυνου κράτους μέλους (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 26ης Ιουλίου 2017, Mengesteab, C‑670/16, EU:C:2017:587, σκέψη 61).

(βλ. σκέψεις 30, 34, διατακτ. 1)

3.      Το άρθρο 27, παράγραφος 1, του κανονισμού 604/2013, σε συνδυασμό με την αιτιολογική σκέψη 19 του κανονισμού αυτού, καθώς και το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν την έννοια ότι ο αιτών διεθνή προστασία πρέπει να έχει στη διάθεσή του αποτελεσματικό και ταχύ ένδικο βοήθημα που να του παρέχει τη δυνατότητα να επικαλεσθεί την επελθούσα μετά την έκδοση της αποφάσεως περί μεταφοράς παρέλευση της εξάμηνης προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 29, παράγραφοι 1 και 2, του εν λόγω κανονισμού. Το δικαίωμα που αναγνωρίζει εθνική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, στον αιτούντα διεθνή προστασία να επικαλεσθεί περιστάσεις μεταγενέστερες της εκδόσεως της αποφάσεως περί μεταφοράς του, στο πλαίσιο προσφυγής κατά της αποφάσεως αυτής, καλύπτει την εν λόγω υποχρέωση προβλέψεως αποτελεσματικού και ταχέος ενδίκου βοηθήματος.

Το περιεχόμενο της προσφυγής που μπορεί να ασκήσει ο αιτών διεθνή προστασία κατά αποφάσεως περί μεταφοράς του διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 19 του κανονισμού αυτού, όπου αναφέρεται ότι, προς εξασφάλιση της τηρήσεως του διεθνούς δικαίου, η αποτελεσματική προσφυγή που καθιερώνει ο εν λόγω κανονισμός κατά των αποφάσεων περί μεταφοράς πρέπει να αφορά την εξέταση, αφενός, της εφαρμογής του ίδιου αυτού κανονισμού και, αφετέρου, της νομικής και πραγματικής καταστάσεως στο κράτος μέλος προς το οποίο μεταφέρεται ο αιτών (απόφαση της 26ης Ιουλίου 2017, Mengesteab, C‑670/16, EU:C:2017:587, σκέψη 43). Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τη νομολογία του Δικαστηρίου, υπό το φως ιδίως της γενικής εξελίξεως του συστήματος προσδιορισμού του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την αίτηση ασύλου που υποβλήθηκε σε ένα από τα κράτη μέλη, κατόπιν της εκδόσεως του κανονισμού Δουβλίνου ΙΙΙ, καθώς και από τους σκοπούς που ο κανονισμός αυτός επιδιώκει, το άρθρο 27, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού έχει την έννοια ότι η προσφυγή που προβλέπει μπορεί να αφορά, μεταξύ άλλων, την τήρηση των διαδικαστικών εγγυήσεων τις οποίες προβλέπει ο εν λόγω κανονισμός (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 26ης Ιουλίου 2017, Mengesteab, C‑670/16, EU:C:2017:587, σκέψεις 44 έως 48 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

Οι διαδικασίες αναδοχής και εκ νέου αναλήψεως που θεσπίζονται από τον κανονισμό Δουβλίνο III πρέπει, ειδικότερα, να διεξάγονται τηρουμένων ορισμένων επιτακτικών προθεσμιών, στις οποίες περιλαμβάνεται η εξάμηνη προθεσμία του άρθρου 29, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού αυτού. Οι διατάξεις αυτές αποσκοπούν μεν στη ρύθμιση αυτών των διαδικασιών, πλην όμως συμβάλλουν επίσης, όπως και τα κριτήρια που προβλέπονται στο κεφάλαιο III του εν λόγω κανονισμού, στον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους.

Υπό τις συνθήκες αυτές, προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση περί μεταφοράς έχει ληφθεί κατόπιν ορθής εφαρμογής των εν λόγω διαδικασιών, το δικαστήριο που επιλαμβάνεται προσφυγής κατά αποφάσεως περί μεταφοράς πρέπει να είναι σε θέση να εξετάσει τους ισχυρισμούς του αιτούντος διεθνή προστασία με τους οποίους προβάλλεται ότι η εν λόγω απόφαση ελήφθη κατά παραβίαση των διατάξεων του άρθρου 29, παράγραφος 2, του κανονισμού Δουβλίνο III, καθόσον το κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα έχει ήδη καταστεί το υπεύθυνο κράτος μέλος κατά την ημερομηνία εκδόσεως της εν λόγω αποφάσεως λόγω της προηγηθείσας παρελεύσεως της εξάμηνης προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 29, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού αυτού (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 26ης Ιουλίου 2017, Mengesteab, C‑670/16, EU:C:2017:587, σκέψη 55).

Πρέπει όμως να τονιστεί ότι, αντιθέτως προς τις επίμαχες προθεσμίες στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση της 26ης Ιουλίου 2017, Mengesteab (C‑670/16, EU:C:2017:587), οι οποίες ρυθμίζουν την υποβολή αιτήσεως περί αναδοχής, οι προθεσμίες που προβλέπονται στο άρθρο 29 του κανονισμού Δουβλίνο III έχουν ως αντικείμενο τη ρύθμιση όχι μόνο της εκδόσεως της αποφάσεως περί μεταφοράς, αλλά και της εκτελέσεώς της. Επομένως, οι προθεσμίες αυτές μπορούν να εκπνεύσουν μετά την έκδοση της αποφάσεως περί μεταφοράς.

Συναφώς, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους που υπέβαλε το αίτημα δεν μπορούν, στην περίπτωση αυτή, να προβούν σε μεταφορά του ενδιαφερόμενου προσώπου προς άλλο κράτος μέλος αλλά, αντιθέτως, υποχρεούνται να λάβουν αυτεπαγγέλτως τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να αναγνωρίσουν την ευθύνη του πρώτου κράτους μέλους και να αρχίσουν αμελλητί την εξέταση της αιτήσεως διεθνούς προστασίας που υπέβαλε το πρόσωπο αυτό.

(βλ. σκέψεις 37-43, 46, διατακτ. 2)