Language of document : ECLI:EU:C:2014:249

Υπόθεση C‑190/12

Emerging Markets Series of DFA Investment Trust Company

κατά

Dyrektor Izby Skarbowej w Bydgoszczy

(αίτηση του Wojewódzki Sąd Administracyjny w Bydgoszczy

για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Προδικαστική παραπομπή — Ελευθερία εγκαταστάσεως — Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων — Άρθρα 63 ΣΛΕΕ και 65 ΣΛΕΕ — Φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων — Διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των μερισμάτων που καταβάλλονται σε ημεδαπούς οργανισμούς επενδύσεων και εκείνων που καταβάλλονται σε αλλοδαπούς οργανισμούς επενδύσεων — Αποκλεισμός από τη φορολογική απαλλαγή — Αδικαιολόγητος περιορισμός»

Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 10ης Απριλίου 2014

1.        Ένδικη διαδικασία — Προφορική διαδικασία — Επανάληψη — Υποχρέωση επαναλήψεως της προφορικής διαδικασίας για να δοθεί η δυνατότητα στους διαδίκους να υποβάλουν παρατηρήσεις επί νέου πραγματικού περιστατικού — Δεν υφίσταται — Δικαιολογία — Ύπαρξη επαρκών πληροφοριακών στοιχείων για την έκδοση αποφάσεως

(Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου, άρθρο 83)

2.        Ελευθερία εγκαταστάσεως — Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων — Πεδίο εφαρμογής — Φορολογική νομοθεσία — Φόρος εταιριών — Φορολογία των μερισμάτων — Απαλλαγή από τον φόρο των μερισμάτων ημεδαπής προελεύσεως που καταβάλλονται σε ημεδαπούς οργανισμούς επενδύσεων — Απαλλαγή η οποία ισχύει ανεξαρτήτως του είδους της εταιρικής συμμετοχής από την οποία προήλθαν τα εισπραχθέντα μερίσματα — Νομοθετική ρύθμιση η οποία δεν έχει σκοπό να θέσει προϋποθέσεις για την πρόσβαση των επιχειρηματιών που προέρχονται από τρίτες χώρες στην εγχώρια αγορά — Μη εφαρμογή των διατάξεων περί ελευθερίας εγκαταστάσεως — Εφαρμογή των διατάξεων περί ελεύθερης κυκλοφορίας κεφαλαίων

(Άρθρο 63 ΣΛΕΕ)

3.        Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων και ελευθερία των πληρωμών — Περιορισμοί — Φορολογική νομοθεσία — Φόρος εταιριών — Φορολόγηση των μερισμάτων που καταβάλλονται σε οργανισμό επενδύσεων — Απαλλαγή από τον φόρο των μερισμάτων ημεδαπής προελεύσεως που καταβάλλονται σε ημεδαπούς οργανισμούς επενδύσεων — Φορολόγηση των μερισμάτων ημεδαπής προελεύσεως τα οποία καταβάλλονται σε οργανισμούς επενδύσεων με έδρα σε τρίτο κράτος — Δεν επιτρέπεται — Δικαιολογία — Δεν συντρέχει

(Άρθρα 63 ΣΛΕΕ και 65 ΣΛΕΕ)

1.        Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 20, 21)

2.        Το άρθρο 63 ΣΛΕΕ περί ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων έχει εφαρμογή σε περιπτώσεις κατά τις οποίες βάσει της εθνικής φορολογικής νομοθεσίας δεν τυγχάνουν φορολογικής απαλλαγής τα μερίσματα που καταβάλλουν εγκατεστημένες σε κράτος μέλος εταιρίες σε οργανισμό επενδύσεων εγκατεστημένο σε τρίτη χώρα, ενώ τέτοια απαλλαγή ισχύει για τους οργανισμούς επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι στο εν λόγω κράτος μέλος.

Ειδικότερα, σε πλαίσιο το οποίο αφορά τη φορολογική μεταχείριση μερισμάτων προερχομένων από τρίτη χώρα αρκεί η εξέταση του αντικειμένου μιας εθνικής ρυθμίσεως προκειμένου να εκτιμηθεί αν η φορολογική μεταχείριση μερισμάτων προερχομένων από τρίτη χώρα εμπίπτει στις διατάξεις της Συνθήκης ΛΕΕ περί ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων. Αυτό ισχύει για φορολογική νομοθετική ρύθμιση η οποία δεν διακρίνει ανάλογα με το είδος της εταιρικής συμμετοχής από την οποία προήλθαν τα μερίσματα που εισέπραξε ο οργανισμός επενδύσεων που εδρεύει σε τρίτο κράτος.

Πρέπει εντούτοις να αποτρέπεται το ενδεχόμενο η ερμηνεία του άρθρου 63, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, ως προς τις σχέσεις με τις τρίτες χώρες, να παρέχει σε επιχειρηματίες, οι οποίοι δεν εμπίπτουν στο γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής της ελευθερίας εγκαταστάσεως, τη δυνατότητα να επωφεληθούν από την εν λόγω ελευθερία. Δεν υφίσταται όμως ενδεχόμενο να αντλήσει όφελος από την ελευθερία εγκαταστάσεως επιχειρηματίας ο οποίος δεν εμπίπτει στο γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής της, δεδομένου ότι η φορολογική νομοθεσία αφορά τη φορολογική μεταχείριση των μερισμάτων και δεν έχει σκοπό να θέσει προϋποθέσεις για την πρόσβαση των επιχειρηματιών που προέρχονται από τρίτες χώρες στην αγορά του οικείου κράτους μέλους.

(βλ. σκέψεις 29, 31, 33, 35, διατακτ. 1)

3.        Τα άρθρα 63 ΣΛΕΕ και 65 ΣΛΕΕ έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε φορολογική νομοθεσία κράτους μέλους δυνάμει της οποίας δεν μπορούν να τύχουν φορολογικής απαλλαγής τα μερίσματα που καταβάλλουν εγκατεστημένες σε αυτό το κράτος μέλος εταιρίες σε οργανισμό επενδύσεων εγκατεστημένο σε τρίτη χώρα, εφόσον μεταξύ του κράτους μέλους αυτού και του οικείου τρίτου κράτους υφίσταται συμβατική υποχρέωση αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής η οποία καθιστά δυνατή την εκ μέρους των εθνικών φορολογικών αρχών επαλήθευση των πληροφοριών που ενδεχομένως υποβάλλει ο οργανισμός επενδύσεων. Εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξετάσει, στο πλαίσιο της συγκεκριμένης υποθέσεως, εάν ο μηχανισμός ανταλλαγής πληροφοριών που προβλέπει το πλαίσιο αυτό συνεργασίας μπορεί όντως να καταστήσει δυνατή την εκ μέρους των φορολογικών αρχών του κράτους μέλους επαλήθευση, κατά περίπτωση, των πληροφοριακών στοιχείων που υποβάλλουν οι εγκατεστημένοι στο έδαφος του τρίτου κράτους οργανισμοί επενδύσεων αναφορικά με τις προϋποθέσεις ιδρύσεώς τους και ασκήσεως των δραστηριοτήτων τους, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν αυτοί λειτουργούν βάσει ρυθμιστικού πλαισίου αντίστοιχου προς εκείνο της Ένωσης.

Ειδικότερα, μια τέτοια διαφορά στη φορολογική μεταχείριση των μερισμάτων μεταξύ των ημεδαπών και των αλλοδαπών οργανισμών επενδύσεων μπορεί να αποτρέψει, αφενός, την απόκτηση συμμετοχών σε εταιρίες εγκατεστημένες στο εν λόγω κράτος μέλος από τους οργανισμούς επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι σε τρίτη χώρα και, αφετέρου, την απόκτηση από τους επενδυτές που κατοικούν στο κράτος μέλος αυτό μεριδίων σε αλλοδαπούς οργανισμούς επενδύσεων. Συνεπώς, τέτοια εθνική νομοθετική ρύθμιση μπορεί να αποτελεί περιορισμό στην ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων, ο οποίος αντιβαίνει, κατ’ αρχήν, στο άρθρο 63 ΣΛΕΕ.

Υπό το πρίσμα όμως φορολογικής νομοθεσίας κράτους μέλους κατά την οποία κύριο κριτήριο διακρίσεως το οποίο καθορίζει αν θα εισπραχθεί ή όχι φόρος παρακρατούμενος στην πηγή επί των μερισμάτων που διανέμουν ημεδαπές εταιρίες αποτελεί ο τόπος της έδρας των οργανισμών επενδύσεων, η κατάσταση των οργανισμών επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι σε τρίτες χώρες είναι από αντικειμενικής απόψεως συγκρίσιμη με την κατάσταση των οργανισμών επενδύσεων που εδρεύουν στο έδαφος του κράτους μέλους αυτού.

Εξάλλου, εφόσον το κράτος μέλος επέλεξε να μη φορολογήσει τους ημεδαπούς οργανισμούς επενδύσεων που εισπράττουν μερίσματα ημεδαπής προελεύσεως, δεν μπορεί να επικαλεσθεί την ανάγκη εξασφαλίσεως της ισόρροπης κατανομής της εξουσίας φορολογήσεως μεταξύ των κρατών μελών για να δικαιολογήσει τη φορολόγηση των αλλοδαπών οργανισμών επενδύσεων που αποκτούν τέτοια εισοδήματα.

Επιπλέον, εθνική νομοθετική ρύθμιση η οποία δεν συνδέει άμεσα την απαλλαγή από την παρακράτηση φόρου στην πηγή των μερισμάτων ημεδαπής προελεύσεως που εισπράττονται από ημεδαπό οργανισμό επενδύσεων και τη φορολόγηση των εν λόγω μερισμάτων ως εισοδήματος των μεριδιούχων του εν λόγω οργανισμού επενδύσεων δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από την ανάγκη διατηρήσεως της συνοχής του φορολογικού συστήματος.

Τέλος, ο κίνδυνος μειώσεως των φορολογικών εσόδων του κράτους μέλους προς όφελος τρίτου κράτους δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτακτικός λόγος γενικού συμφέροντος δυνάμενος να προβληθεί προς δικαιολόγηση μέτρου το οποίο κατ’ αρχήν αντιβαίνει σε θεμελιώδη ελευθερία.

(βλ. σκέψεις 42, 43, 69, 95, 99, 102, 105, διατακτ. 2)