Language of document : ECLI:EU:C:2022:688

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

LΑILA MEDINA

της 15ης Σεπτεμβρίου 2022 (1)

Υπόθεση C396/21

KT,

NS

κατά

FTI Touristik GmbH

[αίτηση του Landgericht München I
(πρωτοδικείου Μονάχου I, Γερμανία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Άρθρο 267 ΣΛΕΕ – Οδηγία 2015/2302 – Εκτέλεση σύμβασης οργανωμένου ταξιδιού – Έλλειψη συμμόρφωσης κατά την εκτέλεση ταξιδιωτικής υπηρεσίας που περιλαμβάνεται στη σύμβαση οργανωμένου ταξιδιού – Μείωση της τιμής για οποιαδήποτε περίοδο έλλειψης συμμόρφωσης – Αναπόφευκτες και έκτακτες περιστάσεις – Περιορισμοί που επιβλήθηκαν στον ταξιδιωτικό προορισμό λόγω της παγκόσμιας μετάδοσης λοιμώδους νόσου – COVID‑19»






 Εισαγωγή

1.        Η πανδημία της νόσου COVID‑19 συγκαταλέγεται στις σοβαρότερες καταστάσεις έκτακτης υγειονομικής ανάγκης που έχουμε ζήσει μέχρι σήμερα, πυροδότησε δε αλλεπάλληλες κρίσεις. Προκειμένου να αντιμετωπίσουν την εξάπλωση της πανδημίας, οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο επέβαλαν περιορισμούς, η διάρκεια και το εύρος των οποίων δεν έχουν προηγούμενο σε καιρό ειρήνης. Οι προκλήσεις που θέτει η πανδημία της νόσου COVID‑19 είναι πολλαπλές και πολυδιάστατες. Σε ορισμένες περιπτώσεις, το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο και η αποτελεσματικότητά του όσον αφορά τη διαχείριση των συνεπειών τέτοιων κρίσεων δοκιμάστηκαν από την πανδημία.

2.        Μεταξύ των τομέων που επλήγησαν σφοδρότερα από την πανδημία ήταν και ο τομέας του τουρισμού (2). Οι επιπτώσεις της πανδημίας στον εν λόγω τομέα παραμένουν αισθητές μέχρι και σήμερα, ενώ οι περισσότεροι ειδικοί του χώρου δεν αναμένουν πλήρη ανάκαμψη πριν από το 2024 (3). Η υπό κρίση υπόθεση αφορά μια πολύ συγκεκριμένη πτυχή των επιπτώσεων της πανδημίας, ήτοι την εκτέλεση των διεπόμενων από την οδηγία (ΕΕ) 2015/2302 (4) συμβάσεων οργανωμένων ταξιδιών και την άσκηση των δικαιωμάτων που σχετίζονται με την έλλειψη συμμόρφωσης κατά την εκτέλεση συμβάσεων αυτού του είδους. Η υπό κρίση υπόθεση, καθώς και η συναφής υπόθεση C‑407/21, UFC – Que choisir και CLCV, επί της οποίας αναπτύσσω τις προτάσεις μου σήμερα, έχουν –παρά τον ειδικό χαρακτήρα τους– ευρύτερη σημασία, καθώς το Δικαστήριο καλείται για πρώτη φορά να εξετάσει τις συνέπειες που έχει επιφέρει η πανδημία στην εκτέλεση συμβάσεων σχετικών με οργανωμένα ταξίδια.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

 Η οδηγία 2015/2302

3.        Στο άρθρο 3, σημεία 12 και 13, της οδηγίας 2015/2302 περιλαμβάνονται οι ακόλουθοι ορισμοί:

«12)      ως “αναπόφευκτες και έκτακτες περιστάσεις” νοούνται καταστάσεις που εκφεύγουν από τον έλεγχο του μέρους που επικαλείται τέτοια κατάσταση, και οι συνέπειες της οποίας δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν ακόμη και αν είχαν ληφθεί όλα τα εύλογα μέτρα·

13)      ως “έλλειψη συμμόρφωσης” νοείται η μη εκτέλεση ή η πλημμελής εκτέλεση των ταξιδιωτικών υπηρεσιών που περιλαμβάνονται σε πακέτο·».

4.        Το άρθρο 14 της οδηγίας 2015/2302, το οποίο φέρει τον τίτλο «Μείωση της τιμής και αποζημίωση», έχει ως εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο ταξιδιώτης δικαιούται κατάλληλη μείωση της τιμής για οποιαδήποτε περίοδο έλλειψης συμμόρφωσης, εκτός εάν ο διοργανωτής αποδείξει ότι η έλλειψη συμμόρφωσης καταλογίζεται στον ταξιδιώτη.

2.      Ο ταξιδιώτης δικαιούται να λάβει κατάλληλη αποζημίωση από τον διοργανωτή για οποιαδήποτε ζημία υφίσταται λόγω τυχόν έλλειψης συμμόρφωσης. Η αποζημίωση καταβάλλεται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

3.      Ο ταξιδιώτης δεν έχει δικαίωμα αποζημίωσης, εάν ο διοργανωτής αποδείξει ότι η έλλειψη συμμόρφωσης:

α)      καταλογίζεται στον ταξιδιώτη·

β)      καταλογίζεται σε τρίτο πρόσωπο ξένο προς την παροχή των ταξιδιωτικών υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στη σύμβαση οργανωμένου ταξιδιού και έχει απρόβλεπτο ή αναπότρεπτο χαρακτήρα· ή

γ)      οφείλεται σε αναπόφευκτες και έκτακτες περιστάσεις.

[…]»

 Το εθνικό δίκαιο

5.        Το άρθρο 651i του Bürgerliches Gesetzbuch (αστικού κώδικα, στο εξής: BGB) προβλέπει τα εξής:

«(1)      Ο διοργανωτής του ταξιδιού οφείλει να παράσχει στον ταξιδιώτη το οργανωμένο ταξίδι απαλλαγμένο από ελαττώματα.

(2)      Το οργανωμένο ταξίδι είναι απαλλαγμένο από ελαττώματα εφόσον διαθέτει τα συμφωνημένα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Εάν δεν υφίσταται συμφωνία ως προς τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ταξιδιού, το οργανωμένο ταξίδι είναι απαλλαγμένο από ελαττώματα εφόσον

1.      είναι κατάλληλο για να καλύψει τη χρήση που προβλέπει η σύμβαση, άλλως

2.      είναι κατάλληλο για να καλύψει τη συνήθη χρήση και διαθέτει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά τα οποία διαθέτουν συνήθως τα οργανωμένα ταξίδια του ίδιου τύπου και τα οποία μπορεί να αναμένει ο ταξιδιώτης ανάλογα με τον τύπο του οργανωμένου ταξιδιού.

Ελάττωμα υφίσταται και στην περίπτωση που ο διοργανωτής του ταξιδιού δεν παρέχει ορισμένες ταξιδιωτικές υπηρεσίες ή τις παρέχει με αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

(3)      Εάν το οργανωμένο ταξίδι παρουσιάζει ελαττώματα, ο ταξιδιώτης δύναται, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζουν οι ακόλουθες διατάξεις και δεν υφίσταται άλλη πρόβλεψη,

[…]

6.      να ασκήσει τα δικαιώματα που απορρέουν από μείωση της τιμής του ταξιδιού (άρθρο 651m) […]

[…]».

6.        Το άρθρο 651m του BGB ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Η τιμή του ταξιδιού μειώνεται για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο υφίσταται η έλλειψη συμμόρφωσης. Σε περίπτωση μειώσεως, η τιμή του ταξιδιού μειώνεται κατά τον λόγο της αξίας που θα είχε το απαλλαγμένο από ελαττώματα οργανωμένο ταξίδι, κατά τον χρόνο συνάψεως της συμβάσεως, διά την πραγματική του αξία. Εφόσον απαιτείται, το ύψος της μειώσεως καθορίζεται κατόπιν εκτιμήσεως.»

 Τα πραγματικά περιστατικά, η διαδικασία και το προδικαστικό ερώτημα

7.        Στις 30 Δεκεμβρίου 2019 οι εκκαλούντες της κύριας δίκης έκαναν κράτηση για ταξίδι αναψυχής διάρκειας 14 ημερών, από τη Γερμανία στις Κανάριες Νήσους της Ισπανίας, για το χρονικό διάστημα από τις 13 Μαρτίου 2020 έως τις 27 Μαρτίου 2020. Οι εκκαλούντες αναχώρησαν για τις διακοπές τους όπως είχαν προγραμματίσει.

8.        Ωστόσο, στις 15 Μαρτίου 2020 η πρόσβαση στις παραλίες αποκλείστηκε και τέθηκε σε ισχύ απαγόρευση κυκλοφορίας προκειμένου να περιοριστεί η πανδημία της νόσου COVID‑19. Στο ξενοδοχειακό συγκρότημα όπου διέμεναν οι εκκαλούντες απαγορεύτηκε η πρόσβαση στις πισίνες και τις ξαπλώστρες, το δε πρόγραμμα ψυχαγωγίας διακόπηκε. Στους εκκαλούντες επιτρεπόταν να εξέλθουν από το δωμάτιό τους μόνο για την παροχή γευμάτων ή ποτών. Στις 18 Μαρτίου 2020 οι εκκαλούντες ενημερώθηκαν από τις αρχές ότι όφειλαν να είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμοι να μεταβούν στο αεροδρόμιο εντός μίας ώρας από τη λήψη σχετικής ειδοποίησης. Μετά από επτά ημέρες, το ταξίδι τους τελείωσε και επέστρεψαν στη Γερμανία.

9.        Οι εκκαλούντες άσκησαν αγωγή ενώπιον του Amtsgericht München (ειρηνοδικείου Μονάχου, Γερμανία) κατά της εφεσίβλητης, FTI Touristik GmbH, με αίτημα τη μείωση της τιμής που αναλογούσε στις επτά ημέρες του ταξιδιού κατά 70 %. Με την απόφασή του της 26ης Νοεμβρίου 2020, το εν λόγω δικαστήριο απέρριψε την αγωγή με το σκεπτικό ότι μέτρα που ελήφθησαν για την προστασία της υγείας των ταξιδιωτών από θανατηφόρο ιό δεν συνιστούν ελάττωμα του ταξιδιού κατά την έννοια του άρθρου 651i του BGB.

10.      Οι εκκαλούντες άσκησαν έφεση ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου. Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι το άρθρο 651i του BGB προβλέπει ότι η ευθύνη του διοργανωτή του ταξιδιού είναι αντικειμενική. Επομένως, μπορεί να υποστηριχθεί ότι ο διοργανωτής του ταξιδιού υπέχει ευθύνη και για τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν υπό μορφή μέτρων προστασίας της υγείας. Εντούτοις, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, κατά τον χρόνο του ταξιδιού, παρόμοιοι περιορισμοί είχαν επιβληθεί και στη Γερμανία. Κατά συνέπεια, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι τα μέτρα που ελήφθησαν από τις ισπανικές αρχές δεν συνιστούν εξαιρετικές περιστάσεις εντοπισμένες στον τόπο προορισμού, αλλά εύλογα μέτρα που ελήφθησαν πανευρωπαϊκά προς αντιμετώπιση της πανδημίας.

11.      Περαιτέρω, το αιτούν δικαστήριο διατηρεί αμφιβολίες σχετικά με το αν είναι δυνατόν οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν να θεωρηθούν ως «γενικός κίνδυνος της ζωής», ο οποίος θα έπρεπε να παραμείνει εκτός του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2015/2302. Όπως εκθέτει το αιτούν δικαστήριο, η θεωρία αυτή απορρέει από τη νομολογία του Bundesgerichtshof (Ανωτάτου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου, Γερμανία). Σύμφωνα με την εν λόγω θεωρία, η ευθύνη για την καταβολή αποζημίωσης στο πλαίσιο συμβάσεων ταξιδιού μπορεί να περιορίζεται λαμβανομένων υπόψη περιστάσεων οι οποίες ανάγονται αποκλειστικά στην προσωπική σφαίρα του ταξιδιώτη ή κατά τις οποίες πραγματώνονται κίνδυνοι που αντιμετωπίζει ο ταξιδιώτης στην καθημερινή του ζωή. Κατά συνέπεια, ο ταξιδιώτης φέρει τους κινδύνους που εμπίπτουν στην κατηγορία των γενικών κινδύνων της ζωής σε περιπτώσεις στις οποίες δεν υφίσταται αθέτηση υποχρέωσης εκ μέρους του διοργανωτή ή στις οποίες, εν πάση περιπτώσει, η ζημία που προκλήθηκε δεν οφείλεται σε γεγονός που γεννά ευθύνη του διοργανωτή. Τούτο συμβαίνει, για παράδειγμα, σε περιπτώσεις στις οποίες ο ταξιδιώτης, ευρισκόμενος εκτός του πλαισίου παροχής των ταξιδιωτικών υπηρεσιών, υφίσταται ατύχημα, ασθενεί, καθίσταται θύμα εγκληματικής ενέργειας στον τόπο διακοπών του ή δεν είναι πλέον σε θέση να δεχθεί την παροχή ταξιδιωτικών υπηρεσιών για προσωπικούς λόγους.

12.      Κατά τη γνώμη του αιτούντος δικαστηρίου, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι το ενδεχόμενο πανδημικής έξαρσης δεν είχε ληφθεί υπόψη κατά τον χρόνο θέσπισης της οδηγίας 2015/2302.

13.      Υπό τις περιστάσεις αυτές, το Landgericht München I (πρωτοδικείο Μονάχου Ι, Γερμανία) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Συνιστούν οι περιορισμοί που έχουν επιβληθεί λόγω λοιμώδους νόσου η οποία έχει εξαπλωθεί στον ταξιδιωτικό προορισμό έλλειψη συμμόρφωσης κατά την έννοια του άρθρου 14, παράγραφος 1, της [οδηγίας 2015/2302] ακόμη και αν, λόγω της παγκόσμιας μετάδοσης της λοιμώδους νόσου, τέτοιοι περιορισμοί έχουν επιβληθεί τόσο στον τόπο κατοικίας του ταξιδιώτη όσο και σε άλλες χώρες;»

 Ανάλυση

14.      Με το ερώτημά του το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2015/2302 έχει την έννοια ότι παρέχει στον ταξιδιώτη δικαίωμα μείωσης της τιμής σε περίπτωση έλλειψης συμμόρφωσης κατά την εκτέλεση της σύμβασης οργανωμένου ταξιδιού όταν η έλλειψη συμμόρφωσης οφείλεται σε περιορισμούς που επιβλήθηκαν για την αποτροπή της μετάδοσης λοιμώδους νόσου που έχει εξαπλωθεί στον ταξιδιωτικό προορισμό, ενώ τέτοιοι περιορισμοί έχουν επίσης επιβληθεί στον τόπο κατοικίας του ταξιδιώτη αλλά και παγκοσμίως.

 α) Το δικαίωμα μείωσης της τιμής στο πλαίσιο της πανδημίας της νόσου COVID19

15.      Κατά πάγια νομολογία, οι ερμηνευτικές μέθοδοι που χρησιμοποιεί το Δικαστήριο επιτάσσουν να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνον το γράμμα της συγκεκριμένης διάταξης, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο αυτή εντάσσεται καθώς και οι σκοποί που επιδιώκει η πράξη της οποίας αποτελεί μέρος (5). Το ιστορικό της θέσπισης μιας διάταξης του δικαίου της Ένωσης μπορεί επίσης να προσφέρει στοιχεία χρήσιμα για την ερμηνεία της (6).

16.      Κατ’ αρχάς, σύμφωνα με το γράμμα του άρθρου 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2015/2302, ο ταξιδιώτης δικαιούται «κατάλληλη μείωση της τιμής για οποιαδήποτε περίοδο έλλειψης συμμόρφωσης, εκτός εάν ο διοργανωτής αποδείξει ότι η έλλειψη συμμόρφωσης καταλογίζεται στον ταξιδιώτη». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το δικαίωμα μείωσης της τιμής υπόκειται σε μία προϋπόθεση, ήτοι την «έλλειψη συμμόρφωσης», ενώ προβλέπεται μία εξαίρεση, ήτοι η περίπτωση στην οποία η έλλειψη συμμόρφωσης καταλογίζεται στον ταξιδιώτη.

17.      Η έννοια της «έλλειψης συμμόρφωσης» ορίζεται στο άρθρο 3, σημείο 13, της οδηγίας 2015/2302 ως «η μη εκτέλεση ή η πλημμελής εκτέλεση των ταξιδιωτικών υπηρεσιών που περιλαμβάνονται σε πακέτο». Με βάση τον ορισμό αυτό, δεν απαιτείται να συντρέχει το στοιχείο του πταίσματος ούτε εξετάζονται οι περιστάσεις στις οποίες οφείλεται η έλλειψη συμμόρφωσης. Επομένως, για τη διαπίστωση της έλλειψης συμμόρφωσης απαιτείται μόνον η σύγκριση των υπηρεσιών που περιλαμβάνονταν στο πακέτο με εκείνες που πράγματι παρασχέθηκαν. Πρόκειται για αντικειμενική διαπίστωση. Συνεπώς, το δικαίωμα του ταξιδιώτη για μείωση της τιμής σε περίπτωση έλλειψης συμμόρφωσης δεν εξαρτάται από τον λόγο στον οποίο οφείλεται η έλλειψη συμμόρφωσης ή, κατά τη διατύπωση που χρησιμοποιεί η Επιτροπή, από τη γενεσιουργό αιτία της.

18.      Η εξαίρεση που εισάγει το άρθρο 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2015/2302 στο δικαίωμα μείωσης της τιμής είναι σαφής: αφορά την περίπτωση στην οποία η έλλειψη συμμόρφωσης καταλογίζεται στον ταξιδιώτη. Καθόσον πρόκειται για εξαίρεση στον κανόνα, θα πρέπει να ερμηνεύεται στενά. Επομένως, η εφαρμογή της εξαίρεσης δεν θα πρέπει να επεκτείνεται σε περιπτώσεις όπου κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται ρητώς.

19.      Ως εκ τούτου, το δικαίωμα του ταξιδιώτη για μείωση της τιμής δεν αποκλείεται στις περιπτώσεις στις οποίες η έλλειψη συμμόρφωσης καταλογίζεται σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο (τον διοργανωτή, τον πάροχο υπηρεσιών ή τρίτο που δεν συνδέεται με τη σύμβαση οργανωμένου ταξιδιού) ή οφείλεται σε αναπόφευκτες και έκτακτες περιστάσεις, κατά την έννοια του άρθρου 3, σημείο 12, της οδηγίας 2015/2302. Όπως ορθώς επισημαίνει στις γραπτές παρατηρήσεις της η Φινλανδική Κυβέρνηση, κατά την εκτίμηση της έλλειψης συμμόρφωσης δεν ασκούν επιρροή οι προσδοκίες ενός συνετού καταναλωτή λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων που ανέκυψαν μετά τη σύναψη της σύμβασης οργανωμένου ταξιδιού. Για την εν λόγω εκτίμηση, κρίσιμες είναι μόνον οι υπηρεσίες που πράγματι προβλέπονταν στη σύμβαση ταξιδιού.

20.      Επιπλέον, η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώνεται από το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2015/2302, που περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο IV της οδηγίας, το οποίο περιέχει τους σχετικούς με την εκτέλεση του πακέτου κανόνες. Προκειμένου να επιτευχθεί ο σκοπός της εναρμόνισης των διατάξεων σχετικά με τις συμβάσεις οργανωμένων ταξιδιών, η οδηγία θεσπίζει καθεστώς συμβατικής ευθύνης των διοργανωτών οργανωμένων ταξιδιών έναντι των καταναλωτών που έχουν συνάψει με αυτούς σύμβαση για τέτοια ταξίδια (7). Το εν λόγω καθεστώς συμβατικής ευθύνης παρουσιάζει δύο σημαντικά χαρακτηριστικά. Πρώτον, η ευθύνη είναι αντικειμενική και οι λόγοι απαλλαγής προβλέπονται εξαντλητικά. Δεύτερον, συγκεντρώνει στο πρόσωπο διοργανωτή την ευθύνη για τυχόν έλλειψη συμμόρφωσης.

21.      Ειδικότερα, το άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας 2015/2302 προβλέπει ότι τα κράτη μέλη οφείλουν να διασφαλίζουν ότι ο διοργανωτής είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση των ταξιδιωτικών υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στη σύμβαση οργανωμένου ταξιδιού, ανεξάρτητα από το εάν οι υπηρεσίες αυτές πρόκειται να εκτελεστούν από τον διοργανωτή ή από άλλους παρόχους ταξιδιωτικών υπηρεσιών. Κατά το άρθρο 13, παράγραφος 3, της ίδιας οδηγίας, εάν κάποια από τις ταξιδιωτικές υπηρεσίες δεν εκτελείται σύμφωνα με τη σύμβαση οργανωμένου ταξιδιού, ο διοργανωτής υποχρεούται να αποκαταστήσει την έλλειψη συμμόρφωσης, εκτός εάν αυτό είναι αδύνατον ή συνεπάγεται δυσανάλογες δαπάνες, λαμβανομένης υπόψη της έκτασης της μη συμμόρφωσης και της αξίας των ταξιδιωτικών υπηρεσιών που θίγονται. Στις περιπτώσεις στις οποίες ο διοργανωτής δεν αποκαθιστά την έλλειψη συμμόρφωσης, εφαρμόζεται το άρθρο 14 της οδηγίας 2015/2302.

22.      Το άρθρο 14 της οδηγίας 2015/2302 προβλέπει, με τη σειρά του, δύο διακριτά δικαιώματα του ταξιδιώτη σε περίπτωση έλλειψης συμμόρφωσης: το δικαίωμα μείωσης της τιμής, που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, και το δικαίωμα κατάλληλης αποζημίωσης, που προβλέπεται στις παραγράφους 2 και 3 του ίδιου άρθρου. Τα δικαιώματα αυτά υπόκεινται σε διαφορετικές προϋποθέσεις. Αφενός, όπως αναφέρεται στο σημείο 16 των παρουσών προτάσεων, το δικαίωμα μείωσης της τιμής γεννάται εφόσον υπάρχει έλλειψη συμμόρφωσης και αποκλείεται μόνον εφόσον ο διοργανωτής αποδείξει ότι η έλλειψη συμμόρφωσης καταλογίζεται στον ταξιδιώτη. Αφετέρου, το δικαίωμα αποζημίωσης γεννάται οσάκις υφίσταται ζημία  λόγω έλλειψης συμμόρφωσης, ενώ οι μόνες εξαιρέσεις είναι εκείνες που απαριθμούνται εξαντλητικά στο άρθρο 14, παράγραφος 3, της οδηγίας 2015/2302. Ειδικότερα, ο διοργανωτής καλείται να αποδείξει ότι η έλλειψη συμμόρφωσης καταλογίζεται στον ταξιδιώτη ή σε τρίτο πρόσωπο ξένο προς την παροχή των ταξιδιωτικών υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στη σύμβαση οργανωμένου ταξιδιού, ή οφείλεται σε αναπόφευκτες και έκτακτες περιστάσεις.

23.      Από τη διάρθρωση του άρθρου 14 της οδηγίας 2015/2302 συνάγεται ότι οι εξαιρέσεις από το δικαίωμα αποζημίωσης αφορούν ειδικά το δικαίωμα αυτό και δεν είναι δυνατόν να επεκταθούν και στο δικαίωμα μείωσης της τιμής.

24.      Τέλος, η ερμηνεία αυτή επιρρωννύεται από τον σκοπό που επιδιώκει η οδηγία 2015/2302, ο οποίος συνίσταται, μεταξύ άλλων, κατά το άρθρο 1 της οδηγίας, στη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών. Λαμβανομένου υπόψη του σκοπού αυτού, οι υποχρεώσεις εκ συμβάσεως οργανωμένου ταξιδιού, των οποίων η παράλειψη εκπλήρωσης ή η μη προσήκουσα εκπλήρωση στοιχειοθετούν ευθύνη του διοργανωτή, δεν μπορούν να ερμηνεύονται περιοριστικώς (8). Όπως αναφέρει κατ’ ουσίαν η Επιτροπή στις γραπτές παρατηρήσεις της (9), η ερμηνεία αυτή συνάδει με τον σκοπό του θεσπιζόμενου με την εν λόγω οδηγία καθεστώτος συμβατικής ευθύνης, το οποίο συγκεντρώνει την ευθύνη στο πρόσωπο του διοργανωτή για όλες τις περιπτώσεις μη εκτέλεσης ή πλημμελούς εκτέλεσης της σύμβασης. Στις περιπτώσεις αυτές, ο καταναλωτής μπορεί να στραφεί κατά του διοργανωτή χωρίς να απαιτείται να προβεί σε περαιτέρω έρευνα προκειμένου να εντοπίσει το πρόσωπο ή τον λόγο στον οποίο οφείλεται η έλλειψη συμμόρφωσης, με αποτέλεσμα να διασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών.

25.      Η αποσύνδεση του δικαιώματος μείωσης της τιμής από τον λόγο στον οποίο οφείλεται η έλλειψη συμμόρφωσης βρίσκει έρεισμα και στο ιστορικό της θέσπισης της επίμαχης διάταξης. Η νομοθετική πρόταση της Επιτροπής προέβλεπε, στο άρθρο 12, τις ίδιες εξαιρέσεις όσον αφορά τόσο το δικαίωμα μείωσης της τιμής όσο και το δικαίωμα αποζημίωσης (10). Συγκεκριμένα, ο ταξιδιώτης δεν θα είχε δικαίωμα μείωσης της τιμής εάν ο διοργανωτής αποδείκνυε, μεταξύ άλλων, ότι η έλλειψη συμμόρφωσης οφείλεται σε αναπόφευκτες και έκτακτες περιστάσεις. Ωστόσο, κατά την εξέλιξη της νομοθετικής διαδικασίας, το δικαίωμα μείωσης της τιμής αποσυνδέθηκε από το δικαίωμα αποζημίωσης. Όπως επισημαίνει, κατ’ ουσίαν, η Επιτροπή στις γραπτές παρατηρήσεις της, το γεγονός αυτό ενισχύει το συμπέρασμα ότι ο νομοθέτης θέλησε να κατοχυρώσει το δικαίωμα του ταξιδιώτη για μείωση της τιμής ανεξάρτητα από εκτιμήσεις περί πταίσματος ή από τον λόγο στον οποίο οφείλεται η έλλειψη συμμόρφωσης, ακόμη και όταν πρόκειται για αναπόφευκτες και έκτακτες περιστάσεις.

26.      Από το γράμμα του άρθρου 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2015/2302, το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η διάταξη αυτή και τον σκοπό της, καθώς και από το ιστορικό της θέσπισής της, προκύπτει ότι ο ταξιδιώτης έχει δικαίωμα μείωσης της τιμής και στην περίπτωση που δεν υπάρχει πταίσμα του διοργανωτή, αλλά και στην περίπτωση που η έλλειψη συμμόρφωσης οφείλεται σε αναπόφευκτες και έκτακτες περιστάσεις.

27.      Στην υπό κρίση υπόθεση, δεν αμφισβητείται ότι η έλλειψη συμμόρφωσης οφείλεται στους περιορισμούς που επέβαλαν οι διοικητικές αρχές προκειμένου να αποτρέψουν την εξάπλωση της πανδημίας της νόσου COVID‑19 τον Μάρτιο του 2020. Τα σχετικά μέτρα συνιστούν νομικής φύσεως συνέπειες της πανδημίας, οι οποίες διακρίνονται από τις πραγματικές συνέπειές της (όπως είναι, για παράδειγμα, η ασθένεια, η απομόνωση ή ο θάνατος μελών του βασικού προσωπικού) (11). Στη νομική θεωρία χρησιμοποιείται η έννοια του «fait du prince» ως χαρακτηρισμός για κανονιστικά μέτρα ή απαγορεύσεις που καθιστούν αδύνατη την εκτέλεση σύμβασης και οδηγούν σε απαλλαγή του οφειλέτη από την ευθύνη για καταβολή αποζημίωσης (12). Η παρέμβαση των δημοσίων αρχών στη συμβατική σχέση συνιστά, γενικώς, ανωτέρα βία (13). Όπως εξηγώ στις προτάσεις μου στη συναφή υπόθεση C‑407/21, UFC – Que choisir και CLCV, στο πλαίσιο της οδηγίας 2015/2302, η έννοια της ανωτέρας βίας καλύπτεται από την έννοια των «αναπόφευκτων και έκτακτων περιστάσεων» του άρθρου 3, σημείο 12, της εν λόγω οδηγίας. Στην υπό κρίση υπόθεση, θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι οι κανονιστικοί περιορισμοί που επιβλήθηκαν τον Μάρτιο του 2020 με σκοπό την αντιμετώπιση της πανδημίας εμπίπτουν στην έννοια αυτή. Πράγματι, οι εν λόγω περιορισμοί συνιστούν κατάσταση που εκφεύγει του ελέγχου του διοργανωτή, οι δε συνέπειές της δεν θα ήταν δυνατόν να αποφευχθούν ακόμη και αν είχαν ληφθεί όλα τα εύλογα μέτρα (14).

28.      Όπως προαναφέρθηκε, η συνδρομή αναπόφευκτων και έκτακτων περιστάσεων δεν απαλλάσσει τον διοργανωτή από την υποχρέωσή του να προβεί σε μείωση της τιμής. Προκειμένου ο ταξιδιώτης να δικαιούται μείωση της τιμής, το εθνικό δικαστήριο πρέπει να διαπιστώσει, απλώς, ότι οι ταξιδιωτικές υπηρεσίες που περιλαμβάνονταν στο πακέτο δεν εκτελέστηκαν ή εκτελέστηκαν πλημμελώς. Επομένως, το γεγονός ότι η έλλειψη συμμόρφωσης οφείλεται σε περιορισμούς επιβληθέντες με σκοπό την αντιμετώπιση της πανδημίας, οι οποίοι συνιστούν αναπόφευκτες και έκτακτες περιστάσεις, καθώς και το γεγονός ότι παρόμοια μέτρα επιβλήθηκαν και στον τόπο κατοικίας του ταξιδιώτη δεν θίγουν το δικαίωμα του τελευταίου για μείωση της τιμής.

29.      Ωστόσο, στο πλαίσιο της πανδημίας της νόσου COVID‑19, διάφορα επιχειρήματα έχουν προβληθεί προς αντίκρουση της ερμηνείας αυτής. Κατ’ αρχάς, η Τσεχική Κυβέρνηση υποστηρίζει στις γραπτές παρατηρήσεις της ότι η οδηγία 2015/2302 δεν εφαρμόζεται σε τέτοιες περιστάσεις. Το αιτούν δικαστήριο διατηρεί επίσης αμφιβολίες σχετικά με το αν η περίσταση της πανδημίας εμπίπτει στο πεδίο προστασίας της εν λόγω οδηγίας. Για τους λόγους τους οποίους εκθέτω στις προτάσεις μου στη συναφή υπόθεση C‑407/21, UFC – Que choisir και CLVC –τις οποίες επίσης αναπτύσσω σήμερα–, κατά την ανάλυση του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος, δεν συμμερίζομαι την άποψη αυτή. Πράγματι, στο παρόν στάδιο εξέλιξης του δικαίου, η εφαρμογή της οδηγίας 2015/2302 δεν περιορίζεται μόνο σε περιπτώσεις στις οποίες η διακοπή των ταξιδιών είναι συγκεκριμένης κλίμακας ή τοπικού επιπέδου.

30.      Όσον αφορά το ζήτημα αν ασκεί επιρροή η θεωρία του «γενικού κινδύνου της ζωής», όπως αυτή εξηγείται από το αιτούν δικαστήριο (15), επισημαίνω ότι η εν λόγω θεωρία δεν αφορά το δικαίωμα μείωσης της τιμής, αλλά την ευθύνη του διοργανωτή να καταβάλει αποζημίωση. Ωστόσο, όπως διευκρίνισα στο σημείο 22 των παρουσών προτάσεων, η οδηγία 2015/2302 προβλέπει ότι το δικαίωμα μείωσης της τιμής και το δικαίωμα αποζημίωσης υπόκεινται σε διαφορετικές προϋποθέσεις. Επομένως, φρονώ ότι η θεωρία αυτή δεν ασκεί επιρροή όσον αφορά τη θεμελίωση του δικαιώματος μείωσης της τιμής. Επιπλέον, εν προκειμένω, δεν πρόκειται για αδυναμία του ταξιδιώτη να κάνει χρήση των υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στη σύμβαση οργανωμένου ταξιδιού λόγω του γεγονότος ότι πραγματώθηκε στο πρόσωπό του γενικός κίνδυνος της ζωής (για παράδειγμα, διότι μολύνθηκε ο ίδιος από τον ιό). Πρόκειται για μη εκτέλεση των υπηρεσιών, των οποίων η εκτέλεση κατέστη νομικά αδύνατη συνεπεία της θέσπισης κυβερνητικών μέτρων.

31.      Η Τσεχική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η τήρηση της κείμενης νομοθεσίας αποτελεί σιωπηρό όρο κάθε σύμβασης. Οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν κατά τον χρόνο κατά τον οποίο ο ταξιδιώτης βρισκόταν στον ταξιδιωτικό προορισμό είχαν εφαρμογή erga omnes, και τόσο ο διοργανωτής όσο και ο πάροχος των υπηρεσιών και ο ταξιδιώτης όφειλαν να συμμορφωθούν με αυτούς. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με την Τσεχική Κυβέρνηση, ο διοργανωτής δεν θα έπρεπε να υπέχει ευθύνη για ελάττωμα που ανέκυψε ως συνέπεια περιορισμών τους οποίους επέβαλε το κράτος.

32.      Πράγματι, τα μέρη οφείλουν να τηρούν την κείμενη νομοθεσία της χώρας προορισμού. Στις περιστάσεις της υπό κρίση υπόθεσης, τούτο σημαίνει ότι ο διοργανωτής, όπως και ο πάροχος της υπηρεσίας, ήταν υποχρεωμένοι να συμμορφωθούν με τους περιορισμούς που επέβαλε η Ισπανική Κυβέρνηση. Συνέπεια της υποχρέωσης συμμόρφωσης με τα ισχύοντα νομικά μέτρα ήταν ότι η εκτέλεση ορισμένων υπηρεσιών οι οποίες συνεπάγονται κοινωνικές επαφές κατέστη νομικά αδύνατη. Οι κυβερνητικοί περιορισμοί θα έπρεπε λοιπόν να οδηγούν σε απαλλαγή του διοργανωτή από την υποχρέωση να εκτελέσει τις συμβατικές υποχρεώσεις που θίγονται από τους κυβερνητικούς περιορισμούς. Επιπλέον, δυνάμει του άρθρου 14, παράγραφος 3, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2015/2302, ο διοργανωτής δεν θα πρέπει, κατ’ αρχήν, να υπέχει ευθύνη προς αποζημίωση. Εντούτοις, λαμβανομένης υπόψη της διάρθρωσης του άρθρου 14 της εν λόγω οδηγίας η οποία αναλύεται στα σημεία 20 επ. των παρουσών προτάσεων, ο διοργανωτής δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωσή του να προβεί σε κατάλληλη μείωση της τιμής του οργανωμένου ταξιδιού. Επομένως, θεωρώ ότι το επιχείρημα που προβάλλει η Τσεχική Κυβέρνηση σχετικά με τον σιωπηρό όρο της σύμβασης δεν ασκεί επιρροή όσον αφορά το δικαίωμα του ταξιδιώτη για μείωση της τιμής.

33.      Το αιτούν δικαστήριο τονίζει ότι οι περιορισμοί επιβλήθηκαν όχι μόνο στον τόπο προορισμού, αλλά και στον τόπο κατοικίας του ταξιδιώτη. Η διαπίστωση αυτή θα συνεπαγόταν εκτίμηση της μη εκτέλεσης υπό το πρίσμα των περιστάσεων που επικρατούσαν κατά τον χρόνο της μη εκτέλεσης. Ωστόσο, όπως ήδη διευκρινίστηκε, η μη εκτέλεση δεν εκτιμάται υπό το πρίσμα περιστάσεων που ανέκυψαν μετά τη σύναψη της σύμβασης. Εκτιμάται λαμβανομένων υπόψη των ταξιδιωτικών υπηρεσιών που περιλαμβάνονταν στη σύμβαση και που δεν ήταν πλέον δυνατόν να εκτελεστούν μετά την έναρξη του οργανωμένου ταξιδιού. Διαφορετικό είναι το ζήτημα –το οποίο δεν τίθεται εν προκειμένω– αν υφίσταται έλλειψη συμμόρφωσης όταν τα μέρη συνάπτουν τη σύμβαση μετά την επιβολή των περιορισμών.

34.      Θα πρέπει επίσης να τονιστεί ότι η εκπλήρωση, εκ μέρους του διοργανωτή, της υποχρέωσής του να προβεί σε μείωση της τιμής, ακόμη και σε περίπτωση που η έλλειψη συμμόρφωσης οφείλεται σε αναπόφευκτες και έκτακτες περιστάσεις, δεν θίγει το προβλεπόμενο στο άρθρο 22 της οδηγίας 2015/2302 δικαίωμα αποζημίωσής του. Το άρθρο αυτό προβλέπει ότι τα κράτη μέλη οφείλουν να διασφαλίζουν ότι ο διοργανωτής, σε περίπτωση που προβεί σε μείωση των τιμών, έχει το δικαίωμα να λάβει αποζημίωση από τυχόν τρίτους που συνέβαλαν στο συμβάν από το οποίο προέκυψε η ανάγκη μείωσης των τιμών. Η διάταξη αυτή αποτελεί αντιστάθμισμα του καθεστώτος της αντικειμενικής ευθύνης που θεσπίζει το άρθρο 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2015/2302. Η υποχρέωση του διοργανωτή να προβεί σε μείωση της τιμής μπορεί επίσης να αποτελέσει στοιχείο που θα συνεκτιμηθεί από τα κράτη μέλη κατά τον προσδιορισμό των κατάλληλων μέτρων στήριξης των διοργανωτών έναντι των επιπτώσεων της πανδημίας, σύμφωνα με το προσωρινό πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης (16).

35.      Επομένως, το ενδιάμεσο συμπέρασμά μου είναι ότι ο ταξιδιώτης δικαιούται μείωση της τιμής λόγω έλλειψης συμμόρφωσης κατά την εκτέλεση της σύμβασης οργανωμένου ταξιδιού, δυνάμει του άρθρου 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2015/2302, όταν η έλλειψη συμμόρφωσης οφείλεται σε περιορισμούς που επιβλήθηκαν προκειμένου να περιοριστεί η μετάδοση λοιμώδους νόσου και τέτοιοι περιορισμοί επιβλήθηκαν επίσης στον τόπο κατοικίας του ταξιδιώτη και παγκοσμίως.

36.      Πάντως, μολονότι ο λόγος στον οποίο οφείλεται η έλλειψη συμμόρφωσης δεν ασκεί επιρροή όσον αφορά αυτό καθεαυτό το δικαίωμα του καταναλωτή για μείωση της τιμής, θα πρέπει να ασκεί επιρροή, όπως θα εξηγήσω στην επόμενη υποενότητα, όσον αφορά το ποσό της μείωσης που δικαιούται ο ταξιδιώτης.

 β) Περιορισμός του δικαιώματος μείωσης της τιμής στο πλαίσιο της πανδημίας της νόσου COVID19

37.      Η έκταση της υποχρέωσης που υπέχει ο διοργανωτής, βάσει του άρθρου 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2015/2302, να προβεί σε μείωση της τιμής δεν είναι απεριόριστη. Πρώτον, η υποχρέωση αυτή μπορεί να εκτιμηθεί μόνο λαμβανομένου υπόψη του εύρους των υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στο πακέτο του οποίου η μη εκτέλεση ή η πλημμελής εκτέλεση συνιστά έλλειψη συμμόρφωσης. Ως εκ τούτου, όπως επισημαίνει η Γαλλική Κυβέρνηση στις γραπτές παρατηρήσεις της, η έλλειψη συμμόρφωσης έχει έναν «εγγενή περιορισμό»,  καθώς μπορεί να εκτιμηθεί μόνον υπό το πρίσμα της σύμβασης ταξιδιού. Επομένως, ο διοργανωτής δεν μπορεί να υπέχει ευθύνη για το γεγονός ότι ο ταξιδιώτης στερήθηκε υπηρεσίες που δεν εμπίπτουν στο πεδίο της σύμβασης ταξιδιού. Εν προκειμένω, φαίνεται ότι η πρόσβαση σε δημόσιες παραλίες ή καταστήματα, εστιατόρια και χώρους ψυχαγωγίας εκτός του ξενοδοχειακού συγκροτήματος δεν καλυπτόταν από τη σύμβαση ταξιδιού. Το ζήτημα αυτό, ωστόσο, εναπόκειται στην κρίση του αιτούντος δικαστηρίου.

38.      Δεύτερον, σύμφωνα με το άρθρο 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2015/2302, ο ταξιδιώτης δικαιούται «κατάλληλη» μείωση της τιμής. Ο νομοθέτης δεν προσδιορίζει συγκεκριμένο ποσοστό, κατ’ αποκοπήν ποσό ή άλλη μέθοδο υπολογισμού της μείωσης. Ο προσδιορισμός της «κατάλληλης» μείωσης εναπόκειται στην κρίση του δικαστηρίου, το οποίο λαμβάνει υπόψη το σύνολο των περιστάσεων της εκάστοτε συγκεκριμένης υπόθεσης. Επομένως, το εθνικό δικαστήριο μπορεί κατά την εκτίμησή του να λάβει υπόψη τη γενεσιουργό αιτία της έλλειψης συμμόρφωσης, τυχόν πταίσμα του διοργανωτή, καθώς και το ενδεχόμενο να μπορεί ο τελευταίος να ανακτήσει τα ποσά που κατέβαλε στον ταξιδιώτη από προηγούμενου σταδίου μέλη της επιχειρηματικής αλυσίδας ή από το κράτος. Στους σχετικούς με την εκτίμηση αυτή παράγοντες περιλαμβάνεται το γεγονός ότι, εν προκειμένω, η έλλειψη συμμόρφωσης οφείλεται αποκλειστικά στα μέτρα που ελήφθησαν λόγω της κατάστασης έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία και αποσκοπούσαν στην προστασία του κοινού, συμπεριλαμβανομένων των ταξιδιωτών.

39.      Τέλος, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η οδηγία 2015/2302 δεν προβλέπει ειδική προθεσμία για την καταβολή του ποσού της μείωσης της τιμής που δικαιούται ο ταξιδιώτης σε περίπτωση έλλειψης συμμόρφωσης. Όσον αφορά την αποζημίωση, το άρθρο 14, παράγραφος 2, της οδηγίας 2015/2302 επιβάλλει να καταβάλλεται «χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση». Παρά το γεγονός ότι δεν γίνεται αντίστοιχη μνεία όσον αφορά την καταβολή του ποσού της μείωσης της τιμής, θα ήταν σύμφωνο προς τον προστατευτικό σκοπό της οδηγίας να θεωρηθεί ότι το ποσό της μείωσης της τιμής πρέπει επίσης να καταβάλλεται «χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση». Στην υπό κρίση υπόθεση, η ερμηνεία αυτή θα παρείχε στο εθνικό δικαστήριο τη δυνατότητα να συνεκτιμήσει τα προβλήματα ρευστότητας των διοργανωτών ταξιδιών, οι οποίοι επλήγησαν σφόδρα από την πανδημία της νόσου COVID‑19.

40.      Κατόπιν των προεκτεθέντων, φρονώ ότι το ποσό της μείωσης της τιμής που δικαιούται ο ταξιδιώτης δυνάμει του άρθρου 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2015/2302 πρέπει να είναι κατάλληλο λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των περιστάσεων της υπόθεσης, ζήτημα το οποίο εναπόκειται στην κρίση του εθνικού δικαστηρίου.

 Πρόταση

41.      Βάσει της ανάλυσης που προηγήθηκε, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στο προδικαστικό ερώτημα του Landgericht München I (πρωτοδικείου Μονάχου I, Γερμανία) ως ακολούθως:

Το άρθρο 14, παράγραφος 1, της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2302 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια και τους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς, η οποία τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και την οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και καταργεί την οδηγία 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου,

έχει την έννοια ότι:

ο ταξιδιώτης δικαιούται μείωση της τιμής λόγω έλλειψης συμμόρφωσης κατά την εκτέλεση της σύμβασης οργανωμένου ταξιδιού όταν η έλλειψη συμμόρφωσης οφείλεται σε περιορισμούς επιβληθέντες προκειμένου να περιοριστεί η μετάδοση λοιμώδους νόσου που έχει εξαπλωθεί στον ταξιδιωτικό προορισμό, ενώ τέτοιοι περιορισμοί έχουν επίσης επιβληθεί στον τόπο κατοικίας του ταξιδιώτη και παγκοσμίως. Ωστόσο, το ποσό της μείωσης της τιμής πρέπει να είναι κατάλληλο λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των περιστάσεων της υπόθεσης, ζήτημα το οποίο εναπόκειται στην κρίση του εθνικού δικαστηρίου.


1      Γλώσσα του πρωτοτύπου: η αγγλική.


2      Βλ. τα στοιχεία που έχει συλλέξει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού (https://www.unwto.org/tourism-data/international-tourism-and-covid-19).


3      Βλ. World Economic Forum, «This is the impact of COVID‑19 on the travel sector» (https://www.weforum.org/agenda/2022/01/global-travel-tourism-pandemic-covid-19/).


4      Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια και τους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς, η οποία τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και την οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και καταργεί την οδηγία 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ 2015, L 326, σ. 1).


5      Απόφαση της 30ής Σεπτεμβρίου 2021, Commerzbank (C‑296/20, EU:C:2021:784, σκέψη 40 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).


6      Απόφαση της 1ης Οκτωβρίου 2019, Planet49 (C‑673/17, EU:C:2019:801, σκέψη 48).


7      Βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 18ης Μαρτίου 2021, Kuoni Travel (C‑578/19, EU:C:2021:213, σκέψη 34).


8      Πρβλ. απόφαση της 18ης Μαρτίου 2021, Kuoni Travel (C‑578/19, EU:C:2021:213, σκέψη 45).


9      Η Επιτροπή αναφέρεται συναφώς στις προτάσεις του γενικού εισαγγελέα M. Szpunar στην υπόθεση Kuoni Travel (C‑578/19, EU:C:2020:894, σημείο 40).


10      Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια (ταξιδιωτικά πακέτα) και τους εξατομικευμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς, η οποία τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και την οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και καταργεί την οδηγία 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου [COM/2013/0512 final – 2013/0246 (COD)].


11      Berger, K. P., και Behn, D., «Force Majeure and Hardship in the Age of Corona: A Historical and Comparative Study», McGill Journal of Dispute Resolution, τόμος 6 (2019-2020), αριθ. 4, σ. 79-130, σ. 91.


12      Βλ. Heinich, J., «L’incidence de l’épidemie de coronavirus sur les contrats d’affaires: de la force majeure à l’imprévision», Recueil Dalloz, 2020, σ. 611, και Philippe, D., «The Impact of the Coronavirus Crisis on the Analysis and Drafting of Contract Clauses», σε Hondius, E., Santos Silva, M., Nicolussi, A., Salvador Coderch, P., Wenderhorst, C., και Zoll, F. (επιμ.), Coronavirus and the Law in Europe, Intersentia, Cambridge, Antwerp, Chicago, 2021, σ. 527 έως 552, σ. 537. Γενικότερα, βλ. Aune, A.C., Le «fait du prince» en droit privé, RLDC, 2008, 2930.


13      Βλ. Philippe, D., «The Impact of the Coronavirus Crisis on the Analysis and Drafting of Contract Clauses», σε Hondius, E., κ.λπ., όπ.π., σ. 527 και 537.


14      Βλ. Borghetti, J.-S., «Non-Performance and the Change of Circumstances under French Law», σε Hondius, E., κ.λπ., όπ.π., σ. 509 έως 526, σ. 515, ο οποίος επισημαίνει ότι «πέραν της εξαιρετικής περίπτωσης στην οποία τα μέτρα απαγόρευσης της κυκλοφορίας μπορούσαν ευλόγως να προβλεφθούν κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης, θα πρέπει […] να θεωρείται ότι τα μέτρα αυτά συνιστούν ανωτέρα βία […]».


15      Βλ. σημείο 11 των παρουσών προτάσεων.


16      Ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Προσωρινό πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η οικονομία κατά τη διάρκεια της τρέχουσας έξαρσης της νόσου COVID‑19» 2020/C 91 Ι/01, C/2020/1863 (ΕΕ 2020, C 91 I, σ. 1) (στο εξής: προσωρινό πλαίσιο). Μετά τη θέσπισή του, το προσωρινό πλαίσιο έχει τροποποιηθεί έξι φορές.