Language of document :

Προσφυγή της 5ης Μαρτίου 2023 – UJ κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-120/23)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: UJ και 12 λοιποί προσφεύγοντες (εκπρόσωπος: M. Velardo, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Οι προσφεύγοντες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει τις αποφάσεις της 5ης Μαΐου 2022 με τις οποίες οι προσφεύγοντες δεν περιελήφθησαν στον εφεδρικό πίνακα του διαγωνισμού EPSO/AD/380/19-AD7 και EPSO AD/380/19-AD9·

να ακυρώσει τις αποφάσεις της 7ης Ιουλίου 2022, με τις οποίες απορρίφθηκε το αίτημα επανεξετάσεως της μη εγγραφής στον εφεδρικό πίνακα του διαγωνισμού EPSO/AD/380/19-AD7 και EPSO AD/380/19-AD9 για τους προσφεύγοντες UJ, UL, UM και UU·

να ακυρώσει τις αποφάσεις της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής (ΑΔΑ) της 5ης Νοεμβρίου 2022, οι οποίες τεκμαίρονται ως εκδοθείσες κατόπιν της σιωπής την οποία τήρησε η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Επιλογής Προσωπικού (EPSO) επί τέσσερις ακόμη μήνες, με τις οποίες απορρίφθηκε η προσφυγή την οποία άσκησαν από κοινού οι προσφεύγοντες κατά την έννοια του άρθρου 90, παράγραφος 2, του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως (ΚΥΚ)· και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής, οι προσφεύγοντες προβάλλουν επτά λόγους.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται παράβαση των διατάξεων του νόμου περί του γλωσσικού καθεστώτος στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα. Η διεξαγωγή της γραπτής και προφορικής δοκιμασίας σε γλώσσα διαφορετική (αγγλική και γαλλική) από τη μητρική τους γλώσσα εμπόδισε την ορθή αξιολόγηση των ικανοτήτων τους, διότι το αποτέλεσμα των δοκιμασιών τους εξαρτήθηκε και από το επίπεδο γλωσσικών γνώσεων το οποίο είχαν. Ως εκ τούτου, συντρέχει παράβαση και του άρθρου 27 του ΚΥΚ.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ των υποψηφίων, απουσία αντικειμενικής αξιολογήσεως των υποψηφίων (νομολογία Glantenay) και παράβαση του άρθρου 5, παράγραφοι 1 και 3, του παραρτήματος III του ΚΥΚ. Ορισμένοι εξ αυτών, πράγματι, επανέλαβαν τις γραπτές δοκιμασίες, οι οποίες παρουσίαζαν σαφώς μικρότερο βαθμό δυσκολίας. Η σύγκριση μεταξύ των υποψηφίων κατά τη διεξαγωγή των δοκιμασιών στο κέντρο αξιολογήσεως μεταβλήθηκε εκ του λόγου ότι η εξεταστική επιτροπή δεν είχε προηγουμένως ελέγξει την ακρίβεια των δηλώσεων οι οποίες περιέχονταν στον «αξιολογητή ταλέντων».

Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως και παραβίαση της συναφούς με την υποχρέωση αυτή αρχής της ισότητας των μερών της διαδικασίας (άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων), διότι οι προσφεύγοντες δεν ήσαν σε θέση να γνωρίζουν την πλήρη αιτιολογία του αποκλεισμού τους πριν από την άσκηση της προσφυγής. Τούτο είχε επίσης ως συνέπεια την παραβίαση της αρχής της ισότητας των όπλων στο πλαίσιο της δίκης.

Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 5, πέμπτο και έκτο εδάφιο, του παραρτήματος III του ΚΥΚ, κατά το μέτρο που η εξεταστική επιτροπή δεν περιέλαβε στον εφεδρικό πίνακα τουλάχιστον τον διπλό αριθμό υποψηφίων σε σχέση προς τις θέσεις οι οποίες προκηρύχθηκαν με τον διαγωνισμό.

Με τον πέμπτο λόγο προβάλλεται παράβαση της προκηρύξεως του διαγωνισμού, άρθρο 5, πρώτο εδάφιο, του παραρτήματος III του ΚΥΚ και, συνεπεία τούτου, πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, διότι στο πλαίσιο του διαγωνισμού AD7 αξιολογήθηκαν επίσης οι ηγετικές ικανότητες των υποψηφίων, ενώ η παράμετρος αυτή αφορούσε αποκλειστικώς τους AD9.

Με τον έκτο λόγο προβάλλεται παραβίαση των αρχών οι οποίες απορρέουν από τη νομολογία Di Prospero κατά Επιτροπής και παράβαση του άρθρου  27 του ΚΥΚ και της αρχής της ισότητας, κατά το μέτρο που η προκήρυξη του διαγωνισμού δεν επέτρεψε τη συμμετοχή σε αμφότερους τους διαγωνισμούς για AD7 και AD9, μεταφέροντας ωστόσο οίκοθεν στον εφεδρικό πίνακα AD7 ορισμένους υποψηφίους οι οποίοι είχαν υποβάλει αίτηση για AD9.

Με τον έβδομο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της ισότητας μεταξύ των υποψηφίων και έλλειψη αντικειμενικότητας των αξιολογήσεων ελλείψει σταθερότητας ως προς τη σύνθεση της εξεταστικής επιτροπής, λόγω των συχνών μεταβολών στη σύνθεσή της και της απουσίας επισταμένης καθοδηγήσεως εκ μέρους του Προέδρου.

____________