Language of document : ECLI:EU:C:2024:225

Υπόθεση C752/22

EP

κατά

Maahanmuuttovirasto

(αίτηση του Korkein hallinto-oikeus για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

 Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 14ης Μαρτίου 2024

«Προδικαστική παραπομπή – Μεταναστευτική πολιτική – Καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες – Οδηγία 2003/109/ΕΚ – Άρθρα 12 και 22 – Ενισχυμένη προστασία από την απέλαση – Δυνατότητα εφαρμογής – Υπήκοος τρίτης χώρας ο οποίος διαμένει στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από εκείνο που του χορήγησε το καθεστώς επί μακρόν διαμένοντος – Απόφαση απέλασης στο κράτος μέλος που του χορήγησε το καθεστώς αυτό, ληφθείσα από αυτό το άλλο κράτος μέλος για λόγους δημόσιας τάξης και δημόσιας ασφάλειας – Προσωρινή απαγόρευση εισόδου στο έδαφος αυτού του άλλου κράτους μέλους επιβληθείσα από αυτό – Παράβαση της υποχρέωσης υποβολής σε αυτό το άλλο κράτος μέλος αίτησης για άδεια διαμονής βάσει των διατάξεων του κεφαλαίου III της οδηγίας 2003/109 – Απόφαση απέλασης του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας στη χώρα καταγωγής του ληφθείσα από το τελευταίο κράτος μέλος για τους ίδιους λόγους»

1.        Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Μεταναστευτική πολιτική – Καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες – Οδηγία 2003/109 – Επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών – Οδηγία 2008/115 – Πεδία εφαρμογής – Απομάκρυνση υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος δεν διαμένει νομίμως στο έδαφος κράτους μέλους, αλλά ο οποίος απολαύει του καθεστώτος επί μακρόν διαμένοντος σε άλλο κράτος μέλος – Εφαρμογή των διατάξεων της οδηγίας 2003/109

(Οδηγία 2008/115 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου· οδηγία 2003/109 του Συμβουλίου)

(βλ. σκέψη 50)

2.        Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Μεταναστευτική πολιτική – Καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες – Οδηγία 2003/109 – Προστασία από την απέλαση – Πεδίο εφαρμογής – Απόφαση απομάκρυνσης από το έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας, υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος είναι επί μακρόν διαμένων, εκδοθείσα από το δεύτερο κράτος μέλος – Απελαθείς υπήκοος ο οποίος διαμένει στο έδαφος του δεύτερου κράτους μέλους κατά παράβαση απαγόρευσης εισόδου και ο οποίος δεν έχει υποβάλει στο κράτος αυτό αίτηση για άδεια διαμονής βάσει των διατάξεων του κεφαλαίου III της οδηγίας 2003/109 – Εμπίπτει

(Οδηγία 2003/109 του Συμβουλίου, αιτιολογική σκέψη 16 και άρθρα 2, στοιχείο δʹ, 15 και 22)

(βλ. σκέψεις 54-71, διατακτ. 1)

3.        Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Μεταναστευτική πολιτική – Καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες – Οδηγία 2003/109 – Προστασία από την απέλαση – Απόφαση απομάκρυνσης από το έδαφος της Ένωσης, για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας, ληφθείσα εις βάρος υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος είναι επί μακρόν διαμένων – Διατάξεις που προβλέπουν προστασία από την απέλαση – Άμεσο αποτέλεσμα

(Οδηγία 2003/109 του Συμβουλίου, άρθρα 2, στοιχείο δʹ, 12 § 3, και 22 § 3)

(βλ. σκέψεις 73, 74, 76-79, διατακτ. 2)

Σύνοψη

Επιληφθέν αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Korkein hallinto-oikeus (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο, Φινλανδία), το Δικαστήριο αποφαίνεται επί του ζητήματος αν υπήκοος τρίτης χώρας ο οποίος είναι επί μακρόν διαμένων σε κράτος μέλος απολαύει της προβλεπόμενης στην οδηγία 2003/109 (1) ενισχυμένης προστασίας από την απομάκρυνση από το έδαφος της Ένωσης σε άλλο κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου μετέβη κατά παράβαση απαγόρευσης εισόδου.

Ο EP, Ρώσος υπήκοος, διαθέτει άδεια παραμονής επί μακρόν διαμένοντος – ΕΕ, χορηγηθείσα από την Εσθονία για χρονικό διάστημα πέντε ετών, με την οποία πιστοποιείται ότι απολαύει του καθεστώτος επί μακρόν διαμένοντος στο εν λόγω κράτος μέλος. Προτού του χορηγηθεί το καθεστώς αυτό, ο EP είχε επανειλημμένως μεταβεί στη Φινλανδία όπου ελήφθησαν σε βάρος του τέσσερις αποφάσεις απέλασης προς την Εσθονία, τρεις εκ των οποίων συνοδεύονταν από απαγόρευση εισόδου στη φινλανδική επικράτεια. Οι αποφάσεις αυτές ελήφθησαν κατόπιν καταδικών του EP στη Φινλανδία για διάφορα αδικήματα.

Με απόφαση της 19ης Νοεμβρίου 2019, η Maahanmuuttovirasto (Υπηρεσία Μετανάστευσης, Φινλανδία) αποφάσισε να απελάσει τον EP στη Ρωσία, με την αιτιολογία, μεταξύ άλλων, ότι έθετε σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη και τη δημόσια ασφάλεια στη Φινλανδία. Ο EP δεν αντιτίθετο στην απέλασή του στην Εσθονία, αλλά αντιτίθετο στην απέλασή του στη Ρωσία. Υποστήριζε ότι διέμενε στην Εσθονία σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια του βίου του και ότι δεν είχε κανέναν άλλον δεσμό με τη Ρωσία πέραν της ιθαγένειας. Κατόπιν απόρριψης, σε πρώτο βαθμό, της προσφυγής που άσκησε κατά της απόφασης απέλασης, ο EP άσκησε αναίρεση ενώπιον του Ανωτάτου Διοικητικού Δικαστηρίου, ήτοι του αιτούντος δικαστηρίου.

Ενώπιον του δικαστηρίου αυτού, η Υπηρεσία Μετανάστευσης προέβαλε, μεταξύ άλλων, ότι η οδηγία 2003/109 δεν τυγχάνει εφαρμογής στην απέλαση του EP, καθόσον ο EP δεν διέμενε νομίμως στη φινλανδική επικράτεια. Συγκεκριμένα, στον EP είχε επιβληθεί απαγόρευση εισόδου στη φινλανδική επικράτεια και ο ίδιος δεν είχε ζητήσει να του χορηγηθεί άδεια διαμονής στη Φινλανδία μετά την είσοδό του στο έδαφός της με άδεια παραμονής επί μακρόν διαμένοντος – ΕΕ χορηγηθείσα από άλλο κράτος μέλος. Επομένως, λαμβανομένων υπόψη των δύο προμνησθεισών περιστάσεων, εφαρμοστέα στην απέλασή του είναι η οδηγία 2008/115 (2). Πλην όμως, δυνάμει της οδηγίας αυτής, μια απόφαση επιστροφής μπορεί να έχει ως αντικείμενο μόνον την επιστροφή υπηκόου τρίτης χώρας σε τρίτη χώρα και όχι σε άλλο κράτος μέλος. Τίθεται, επιπλέον, το ζήτημα αν οι δύο προμνησθείσες περιστάσεις αντιτίθενται στη δυνατότητα να απολαύει ο EP της ενισχυμένης προστασίας από την απέλαση την οποία παρέχει το άρθρο 22, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/109 (3).

Υπό τις συνθήκες αυτές, το αιτούν δικαστήριο ζητεί από το Δικαστήριο να διευκρινίσει αν εφαρμόζονται εν προκειμένω οι διατάξεις της οδηγίας 2003/109 που προβλέπουν ενισχυμένη προστασία από την απέλαση υπηκόων τρίτων χωρών και αν οι διατάξεις αυτές παράγουν άμεσο αποτέλεσμα, ούτως ώστε να είναι δυνατή η επίκλησή τους έναντι των αρμόδιων δημόσιων αρχών. Το Δικαστήριο απαντά καταφατικά και στα δύο αυτά ερωτήματα.

Εκτίμηση του Δικαστηρίου

Πρώτον, το Δικαστήριο επισημαίνει προκαταρκτικώς ότι, δοθέντος ότι οι διατάξεις της οδηγίας 2003/109 που προβλέπουν ενισχυμένη προστασία από την απέλαση υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες είναι «ευνοϊκότερες» για τους εν λόγω υπηκόους τρίτων χωρών σε σχέση με τις διατάξεις περί απομάκρυνσης που προβλέπονται στην οδηγία 2008/115, σε περίπτωση απομάκρυνσης από το έδαφος της Ένωσης υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος είναι επί μακρόν διαμένων, όπως είναι ο υπήκοος της κύριας δίκης, εφαρμοστέες είναι οι διατάξεις της πρώτης οδηγίας (4).

Ακολούθως, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι τυχόν ερμηνεία του άρθρου 22, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/109 σύμφωνα με την οποία η ενισχυμένη προστασία από την απομάκρυνση από το έδαφος της Ένωσης την οποία προβλέπει η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται οσάκις υπήκοος τρίτης χώρας που απολαύει του καθεστώτος επί μακρόν διαμένοντος στο πρώτο κράτος μέλος, αφενός, διαμένει στο έδαφος του δεύτερου κράτους μέλους κατά παράβαση απόφασης που του έχει επιβάλει απαγόρευση εισόδου στο έδαφός του και, αφετέρου, δεν έχει υποβάλει στο τελευταίο κράτος μέλος αίτηση για άδεια διαμονής βάσει των διατάξεων του κεφαλαίου III της οδηγίας δεν μπορεί να στηριχθεί στο γράμμα της εν λόγω διάταξης. Ωστόσο, όσον αφορά το γράμμα του άρθρου 22, παράγραφος 1, στοιχεία βʹ και γʹ, της οδηγίας αυτής, η εν λόγω διάταξη ορίζει ρητά αυτές τις δύο περιστάσεις ως δικαιολογητικούς λόγους για τη λήψη απόφασης απομάκρυνσης από το έδαφος του δεύτερου κράτους μέλους ενός τέτοιου υπηκόου τρίτης χώρας (5). Μια τέτοια ρητή μνεία των δύο αυτών περιστάσεων ως δικαιολογητικών λόγων για τη λήψη απόφασης απομάκρυνσης επιρρωννύει το συμπέρασμα που έχει ήδη αντληθεί από το γράμμα του άρθρου 22, παράγραφος 3, της οδηγίας και έγκειται στο ότι η συνδρομή των περιστάσεων αυτών δεν καθιστά ανεφάρμοστη την τελευταία ως άνω διάταξη.

Όσον αφορά, ιδίως, τον λόγο που συνίσταται στη μη υποβολή αίτησης για άδεια διαμονής, είναι αληθές ότι βάσει της διατύπωσης που χρησιμοποιείται στο άρθρο 22, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, ήτοι βάσει της μνείας σχετικά με τη δυνατότητα του δεύτερου κράτους μέλους να αρνηθεί την ανανέωση ή να προβεί σε ανάκληση άδειας διαμονής που έχει χορηγηθεί βάσει των διατάξεων του κεφαλαίου III της οδηγίας, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι η διάταξη αυτή αφορά μόνον την περίπτωση στην οποία τίθεται ζήτημα ανάκλησης ή μη ανανέωσης μιας τέτοιας άδειας διαμονής. Ωστόσο, γεγονός παραμένει ότι η εν λόγω διάταξη αναφέρεται ρητά όχι μόνο στη λήψη μέτρων από το δεύτερο κράτος μέλος για την άρνηση ανανέωσης ή την ανάκληση άδειας διαμονής που έχει χορηγηθεί βάσει των διατάξεων του κεφαλαίου III, αλλά και σε άλλα μέτρα, όπως, ειδικότερα, σε αποφάσεις απομάκρυνσης από το έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους.

Η κατά τα ανωτέρω γραμματική και συστηματική ερμηνεία του άρθρου 22, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/109 ενισχύεται και από τον επιδιωκόμενο από την εν λόγω διάταξη σκοπό. Συγκεκριμένα, χάρη στην εν λόγω ερμηνεία, καθόσον αυτή στηρίζεται σε οριοθέτηση του πεδίου εφαρμογής, αντιστοίχως, καθεμιάς από τις παραγράφους 1 και 3 του άρθρου 22 της οδηγίας 2003/109 ανάλογα με το αν πρόκειται περί απομάκρυνσης από το έδαφος του δεύτερου κράτους μέλους ή περί απομάκρυνσης από το έδαφος της Ένωσης και της συνακόλουθης, μεταβαλλόμενης κατά περίπτωση, ενισχυμένης προστασίας από την απομάκρυνση, καθίσταται δυνατόν να αποφευχθεί η ύπαρξη κενού στο πλαίσιο του καθεστώτος «ενισχυμένης προστασίας από την απέλαση», στη διασφάλιση του οποίου αποσκοπεί το άρθρο 22 της οδηγίας, και, συνακόλουθα, να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα του καθεστώτος αυτού.

Δεύτερον, το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι το άρθρο 12, παράγραφος 3, και το άρθρο 22, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/109 μπορούν, ως εκ της φύσεώς τους, να παράγουν άμεσο αποτέλεσμα προς όφελος των ενδιαφερομένων υπηκόων τρίτων χωρών, ούτως ώστε οι εν λόγω υπήκοοι δύνανται να επικαλεστούν τις διατάξεις αυτές έναντι των αρμόδιων δημόσιων αρχών. Πράγματι, οι συγκεκριμένες διατάξεις είναι αρκούντως ακριβείς και απαλλαγμένες αιρέσεων καθόσον, χωρίς να προβλέπουν προϋπόθεση ή να καθιστούν αναγκαία τη λήψη πρόσθετων μέτρων, επιβάλλουν με σαφείς όρους στο δεύτερο κράτος μέλος, οσάκις λαμβάνει απόφαση απομάκρυνσης από το έδαφος της Ένωσης υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος είναι επί μακρόν διαμένων, για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας, να διασφαλίζει την τήρηση διαφόρων προϋποθέσεων (6) και εγγυήσεων (7) τις οποίες προβλέπουν οι διατάξεις αυτές υπέρ των εν λόγω υπηκόων τρίτων χωρών και οι οποίες εντάσσονται στο πλαίσιο του επιδιωκόμενου από την οδηγία 2003/109 σκοπού περί ενισχυμένης προστασίας από την απομάκρυνση.


1      Οδηγία 2003/109/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες (ΕΕ 2004, L 16, σ. 44).


2      Οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών (ΕΕ 2008, L 348, σ. 98).


3      Το άρθρο αυτό ορίζει ότι, «[μ]έχρις ότου αποκτήσει καθεστώς επί μακρόν διαμένοντος ο υπήκοος τρίτης χώρας [...], [ένα κράτος μέλος άλλο από εκείνο που του χορήγησε για πρώτη φορά το καθεστώς επί μακρόν διαμένοντος και στο οποίο ο εν λόγω επί μακρόν διαμένων ασκεί το δικαίωμα διαμονής του (το “δεύτερο κράτος μέλος”)] μπορεί να λάβει την απόφαση να απομακρύνει τον υπήκοο τρίτης χώρας από το έδαφος της [Ευρωπαϊκής] Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 12 και δυνάμει των εγγυήσεων του εν λόγω άρθρου, για σοβαρούς λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας. Στις περιπτώσεις αυτές, όταν το δεύτερο κράτος μέλος λαμβάνει την εν λόγω απόφαση, προβαίνει σε διαβουλεύσεις με το πρώτο κράτος μέλος. [...]» Περαιτέρω, δυνάμει του άρθρου 12, παράγραφοι 1 και 3, της εν λόγω οδηγίας, «1. Τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν απόφαση να απελάσουν επί μακρόν διαμένοντα αποκλειστικά όταν αυτός συνιστά ενεστώσα και επαρκώς σοβαρή απειλή κατά της δημόσιας τάξης ή της δημόσιας ασφάλειας. […] 3. Πριν να λάβουν απόφαση να απελάσουν επί μακρόν διαμένοντα, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τους ακόλουθους παράγοντες: α) τη διάρκεια της διαμονής στην επικράτειά τους· β) την ηλικία του ενδιαφερομένου προσώπου· γ) τις επιπτώσεις για ενδιαφερόμενο πρόσωπο και τα μέλη της οικογένειάς του· δ) τους δεσμούς με τη χώρα διαμονής ή την απουσία δεσμών με τη χώρα καταγωγής του.»


4      Βλ. άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/115, κατά το οποίο η οδηγία αυτή «εφαρμόζεται με την επιφύλαξη διατάξεως ευνοϊκότερης για τους υπηκόους τρίτων χωρών που περιέχεται στο κοινοτικό κεκτημένο περί μετανάστευσης και ασύλου.»


5      Συγκεκριμένα, αφενός, το άρθρο 22, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2003/109 επιτρέπει τη λήψη μιας τέτοιας απόφασης απομάκρυνσης, μεταξύ άλλων, όταν δεν τηρείται η προβλεπόμενη στο άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής υποχρέωση, που επιβάλλεται στον υπήκοο τρίτης χώρας ο οποίος είναι επί μακρόν διαμένων, να υποβάλει αίτηση για άδεια διαμονής στο δεύτερο κράτος μέλος το ταχύτερο δυνατό και όχι αργότερα από τρεις μήνες από την είσοδό του στο έδαφός του. Αφετέρου, το άρθρο 22, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2003/109, καθ’ ο μέτρο αναφέρεται στην περίπτωση κατά την οποία υπήκοος τρίτης χώρας «δεν διαμένει νομίμως», καλύπτει την περίπτωση διαμονής του στο εν λόγω έδαφος κατά παράβαση απόφασης που του απαγορεύει την είσοδο σ’ αυτό.


6      Βλ. άρθρο 22, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/109.


7      Βλ. άρθρο 12, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/109.