Language of document : ECLI:EU:T:2024:296

(Υπόθεση T375/22)

Luisa Izuzquiza κ.λπ.

κατά

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

 Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τέταρτο πενταμελές τμήμα) της 8ης Μαΐου 2024

«Πρόσβαση στα έγγραφα – Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 – Έγγραφα σχετικά με τις αποζημιώσεις και τα έξοδα που καταβάλλονται σε μέλος του Κοινοβουλίου, καθώς και με τους μισθούς και τις αποζημιώσεις των κοινοβουλευτικών βοηθών του – Άρνηση πρόσβασης – Εξαίρεση που αφορά την προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας του ατόμου – Άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, και παράγραφος 6, του κανονισμού (ΕΚ) 1049/2001 – Προστασία εννόμων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων – Αναγκαιότητα της διαβίβασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για συγκεκριμένο σκοπό δημοσίου συμφέροντος – Άρθρο 9, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕE) 2018/1725»

1.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 – Εξαιρέσεις από το δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα – Προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας του ατόμου – Δυνατότητα πλήρους εφαρμογής των διατάξεων του κανονισμού 2018/1725 – Υποχρέωση του αιτούντος να αποδείξει την αναγκαιότητα της διαβίβασης των επίμαχων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Υποχρέωση του θεσμικού οργάνου να ελέγχει αυτεπαγγέλτως αν θίγονται τα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων

(Κανονισμοί του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 1049/2001, άρθρο 4 § 1, στοιχείο βʹ, και 2018/1725, άρθρο 3 § 1, άρθρο 5 και άρθρο 9 § 1, στοιχείο βʹ)

(βλ. σκέψεις 22-28)

2.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Κανονισμός 2018/1725 – Αίτηση πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα – Υποχρέωση απόδειξης της αναγκαιότητας της διαβίβασης των εν λόγω δεδομένων – Περιεχόμενο – Δημόσιο συμφέρον που δικαιολογεί τη δημοσιοποίηση των δεδομένων – Ανάγκη γνωστοποίησης των ποσών που καταβλήθηκαν σε μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την άσκηση της εντολής του – Εξαιρετικές περιστάσεις

(Κανονισμοί του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 1049/2001, άρθρο 4 § 1, στοιχείο βʹ, και 2018/1725, άρθρο 9 § 1, στοιχείο βʹ)

(βλ. σκέψεις 41-44)

3.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Κανονισμός 2018/1725 – Αίτηση πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα – Δεδομένα σχετικά με την αποζημίωση γενικών εξόδων και με τον μισθό που καταβλήθηκε σε μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την άσκηση της εντολής του – Υποχρέωση απόδειξης της αναγκαιότητας της διαβίβασης των εν λόγω δεδομένων – Δημοσιοποιημένες πληροφορίες – Παράβαση της εν λόγω υποχρέωσης

(Κανονισμοί του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 1049/2001, άρθρο 4 § 1, στοιχείο βʹ, και 2018/1725, άρθρο 9 § 1, στοιχείο βʹ)

(βλ. σκέψεις 49-55)

4.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Κανονισμός 2018/1725 – Αίτηση πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα – Δεδομένα σχετικά με τα έξοδα ταξιδίου και με την αποζημίωση παραμονής που καταβλήθηκαν σε μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την άσκηση της εντολής του, καθώς και με τους μισθούς και τα έξοδα ταξιδίου των κοινοβουλευτικών βοηθών του – Υποχρέωση απόδειξης της αναγκαιότητας της διαβίβασης των εν λόγω δεδομένων – Περιεχόμενο

(Κανονισμοί του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 1049/2001, άρθρο 4 § 1, στοιχείο βʹ, και 2018/1725, άρθρο 9 § 1, στοιχείο βʹ· απόφαση 2005/684 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, άρθρο 21 §§  1 έως 3· απόφαση του προεδρείου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σχετικά με τα μέτρα εφαρμογής του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, άρθρο 33)

(βλ. σκέψεις 56-60, 63, 64, 67-70, 72-78)

5.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός 1049/2001 – Εξαιρέσεις από το δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα – Προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας του ατόμου – Περιεχόμενο – Άρνηση γνωστοποίησης των εγγράφων που αφορούν τα έξοδα ταξιδίου και την αποζημίωση παραμονής που καταβλήθηκαν σε μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την άσκηση της εντολής του, καθώς και τα έξοδα ταξιδίου των κοινοβουλευτικών βοηθών του – Σφάλματα εκτιμήσεως

(Κανονισμοί του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 1049/2001, άρθρο 4 § 1, στοιχείο βʹ, και 2018/1725, άρθρο 9 § 1, στοιχείο βʹ)

(βλ. σκέψεις 65, 79, 96, 97, 111, 112)

6.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Κανονισμός 2018/1725 – Αίτηση πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα – Δεδομένα σχετικά με τις αποζημιώσεις και την επιστροφή εξόδων που καταβλήθηκαν σε μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την άσκηση της εντολής του, καθώς και με τους μισθούς και τις αποζημιώσεις των κοινοβουλευτικών βοηθών του – Υποχρέωση του θεσμικού οργάνου να ελέγχει αυτεπαγγέλτως αν θίγονται τα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων – Συμφέροντα σχετικά με την προστασία της ελεύθερης άσκησης της εντολής του βουλευτή και με την ασφάλειά του – Προσβολή των έννομων συμφερόντων των υποκειμένων των δεδομένων – Δεν συντρέχει

(Κανονισμοί του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 1049/2001, άρθρο 4 § 1, στοιχείο βʹ, και 2018/1725, άρθρο 9 § 1, στοιχείο βʹ)

(βλ. σκέψεις 87, 89-94)

7.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός 1049/2001 – Εξαιρέσεις από το δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα – Υποχρέωση χορήγησης μερικής πρόσβασης στα δεδομένα που δεν καλύπτονται από τις εξαιρέσεις – Εξαίρεση που αφορά την προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας του ατόμου – Δεδομένα σχετικά με τις αποζημιώσεις και την επιστροφή εξόδων που καταβλήθηκαν σε μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την άσκηση της εντολής του, καθώς και με τους μισθούς και τις αποζημιώσεις των κοινοβουλευτικών βοηθών του – Άρνηση παροχής μερικής πρόσβασης – Επιτρέπεται

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 6)

(βλ. σκέψεις 105-109)


Σύνοψη

Επιληφθέν προσφυγής ακυρώσεως την οποία άσκησαν τρία φυσικά πρόσωπα, το Γενικό Δικαστήριο, αποφαινόμενο σε διευρυμένη σύνθεση, ακυρώνει την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 8ης Απριλίου 2022 (1), με την οποία το εν λόγω θεσμικό όργανο αρνήθηκε στους προσφεύγοντες την πρόσβαση σε έγγραφα σχετικά με τα ποσά που το ίδιο κατέβαλε στον Ιωάννη Λαγό, μέλος του Κοινοβουλίου, και στους κοινοβουλευτικούς βοηθούς του, στο πλαίσιο της άσκησης της εντολής του εν λόγω βουλευτή. Στο πλαίσιο αυτό, το Γενικό Δικαστήριο αποσαφηνίζει την εξαίρεση περί πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα, η οποία στηρίζεται στην προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας του ατόμου, όπως προβλέπεται από τον κανονισμό 1049/2001 (2). Διαπιστώνει δε ότι το Κοινοβούλιο όφειλε να επιτρέψει την πρόσβαση στα έγγραφα που περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του Ι. Λαγού και των κοινοβουλευτικών βοηθών του και που αφορούν ειδικότερα την επιστροφή εξόδων ταξιδίου και τις αποζημιώσεις παραμονής που καταβλήθηκαν στον ίδιο από το εν λόγω θεσμικό όργανο, καθώς και την επιστροφή εξόδων ταξιδίου των βοηθών του.

Ο Ι. Λαγός εξελέγη στην Ελλάδα και ανέλαβε καθήκοντα μέλους του Κοινοβουλίου στις 2 Ιουλίου 2019. Στις 7 Οκτωβρίου 2020 καταδικάστηκε από τα ελληνικά δικαστήρια σε ποινή φυλάκισης δεκατριών ετών και οκτώ μηνών και σε χρηματική ποινή για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση και για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, καθώς και για δύο ήσσονα αδικήματα. Μετά την άρση της βουλευτικής ασυλίας του, στις 27 Απριλίου 2021, συνελήφθη από τις βελγικές αρχές και παραδόθηκε στις ελληνικές αρχές. Σήμερα, εκτίει την ως άνω ποινή φυλάκισης στην Ελλάδα.

Μετά την ποινική καταδίκη του, την άρση της ασυλίας του και τη φυλάκισή του, ο Ι. Λαγός δεν παραιτήθηκε από το αξίωμα του ευρωβουλευτή. Το δε Κοινοβούλιο δεν ενημερώθηκε από τις ελληνικές σχετικά με τυχόν έκπτωση του Ι. Λαγού από το βουλευτικό αξίωμα μετά την καταδίκη του.

Στις 7 Δεκεμβρίου 2021 οι προσφεύγοντες υπέβαλαν στο Κοινοβούλιο αίτηση πρόσβασης σε έγγραφα που αφορούσαν τον Ι. Λαγό βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 1049/2001, η οποία αφορούσε όλα τα έγγραφα τα σχετικά με τις αποζημιώσεις που είχαν χορηγηθεί σε αυτόν, καθώς και με τις δαπάνες που συνδέονται με τους μισθούς των διαπιστευμένων και των τοπικών κοινοβουλευτικών βοηθών του. Με την από 4 Φεβρουαρίου 2022 απόφασή του, το Κοινοβούλιο αρνήθηκε να παράσχει στους προσφεύγοντες πρόσβαση στα έγγραφα αυτά. Οι προσφεύγοντες υπέβαλαν στο Κοινοβούλιο επιβεβαιωτική αίτηση επί της οποίας το Κοινοβούλιο εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία επιβεβαίωσε την αρχική άρνησή του να παράσχει σε αυτούς πρόσβαση στα ζητούμενα έγγραφα, επικαλούμενο την εξαίρεση από το δικαίωμα πρόσβασης που αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η οποία προβλέπεται από τον κανονισμό 104/2001, καθώς και την υποχρέωση των προσφευγόντων να αποδείξουν ότι η διαβίβαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι αναγκαία για συγκεκριμένο σκοπό δημοσίου συμφέροντος, κατά την έννοια του κανονισμού 2018/1725.

Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

Το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει εκ προοιμίου ότι το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2018/1725 εξαρτά τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τη σωρευτική συνδρομή πλειόνων προϋποθέσεων. Ειδικότερα, ο αιτών την πρόσβαση πρέπει να αποδείξει ότι η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι αναγκαία για συγκεκριμένο σκοπό δημοσίου συμφέροντος και, στη συνέχεια, ότι η διαβίβαση αυτή είναι το καταλληλότερο από τα μέτρα που μπορούν να ληφθούν για την επίτευξη του σκοπού που επιδιώκει ο αιτών και τελεί σε αναλογία προς τον σκοπό αυτόν. Μόνον εφόσον προσκομιστεί τέτοια απόδειξη αναλαμβάνει το οικείο θεσμικό όργανο να εξακριβώσει αν υφίσταται λόγος να θεωρηθεί ότι η επίμαχη διαβίβαση θα μπορούσε να θίξει τα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων και, στην περίπτωση αυτή, να προβεί αποδεδειγμένα σε στάθμιση των διαφόρων αντιτιθέμενων συμφερόντων προκειμένου να εκτιμήσει αν η ζητούμενη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα συνάδει προς την αρχή της αναλογικότητας.

Επομένως, το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει κατ’ αρχάς, στο πλαίσιο της εξαίρεσης από το δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα η οποία αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (3), αν οι προσφεύγοντες εκπλήρωσαν την υποχρέωση να αποδείξουν την αναγκαιότητα της διαβίβασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για συγκεκριμένο σκοπό δημοσίου συμφέροντος (4).

Εξετάζει δε, πρώτον, αν ο σκοπός που επικαλούνται οι ενάγοντες για τη διαβίβαση των επίμαχων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα συνιστά συγκεκριμένο σκοπό δημοσίου συμφέροντος.

Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο διευκρινίζει ότι η διαβίβαση αυτή μπορεί να στηρίζεται σε γενικό σκοπό, όπως είναι το δικαίωμα του κοινού να ενημερώνεται σχετικά με τη συμπεριφορά των μελών του Κοινοβουλίου κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Εν προκειμένω, ο σκοπός που επικαλούνται οι προσφεύγοντες συνίσταται στη γνωστοποίηση των συγκεκριμένων ποσών που κατέβαλε το Κοινοβούλιο στον Ι. Λαγό κατά την κρίσιμη περίοδο και του τρόπου με τον οποίον χρησιμοποιήθηκαν τα ποσά αυτά στο πλαίσιο της άσκησης της εντολής του ως βουλευτή, προκειμένου να καταστεί ευχερέστερος ο δημόσιος έλεγχος σε σχέση με την πρόσβαση του Ι. Λαγού σε δημόσιους πόρους. Σε αντίθεση με όσα υποστηρίζει το Κοινοβούλιο, ο σκοπός αυτός δεν είναι γενικός, αλλά συνδέεται συγκεκριμένα με τις ιδιαίτερες περιστάσεις της επίδικης υπόθεσης, οι οποίες έχουν όλως εξαιρετικό χαρακτήρα. Ειδικότερα, αφορούν μέλος του Κοινοβουλίου το οποίο καταδικάστηκε, μεταξύ άλλων, σε ποινή φυλάκισης δεκατριών ετών και οκτώ μηνών και φυλακίστηκε ως ένοχο, μεταξύ άλλων, για σοβαρά αδικήματα, όπως η συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση και η διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, παρέμεινε βουλευτής του Κοινοβουλίου και συνέχισε να λαμβάνει αποζημιώσεις που αντιστοιχούν στην άσκηση των σχετικών καθηκόντων. Ως εκ τούτου, υπό το πρίσμα των ως άνω περιστάσεων, κακώς το Κοινοβούλιο αρνήθηκε να αναγνωρίσει τον προβαλλόμενο από τους προσφεύγοντες σκοπό ως συγκεκριμένο σκοπό δημοσίου συμφέροντος.

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει αν οι προσφεύγοντες απέδειξαν την αναγκαιότητα της διαβίβασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και, ειδικότερα, αν η διαβίβαση αυτή ήταν το καταλληλότερο μέτρο για την επίτευξη του συγκεκριμένου σκοπού δημοσίου συμφέροντος που επιδιώκουν οι προσφεύγοντες, καθώς και αν ήταν μέτρο ανάλογο προς τον σκοπό αυτόν.

Αφενός, όσον αφορά την αποζημίωση γενικών εξόδων (5) και τον μηνιαίο μισθό (6) του Ι. Λαγού, το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι οι πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα αυτά είναι ελεύθερα και δωρεάν προσβάσιμες από το κοινό στον ιστότοπο του Κοινοβουλίου. Επομένως, δεδομένου ότι η γνωστοποίηση των συγκεκριμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν είναι το πλέον κατάλληλο μέτρο για την επίτευξη του σκοπού που επιδιώκουν οι προσφεύγοντες, οι τελευταίοι δεν κατόρθωσαν να αποδείξουν την αναγκαιότητα της διαβίβασης. Κατά το Γενικό Δικαστήριο, διαφορετικό είναι το ζήτημα της επιστροφής των εξόδων ταξιδίου και της καταβολής της αποζημίωσης παραμονής των βουλευτών, καθόσον από τις σχετικές δημοσιοποιημένες στον ιστότοπο του Κοινοβουλίου πληροφορίες δεν προκύπτουν ούτε τα ποσά που κατέβαλε το Κοινοβούλιο στον Ι. Λαγό κατά την άσκηση της εντολής του ως βουλευτή, ούτε ο σκοπός της μετακίνησης, ο προορισμός ή η διαδρομή την οποία ακολούθησε. Επομένως, στο μέτρο που η διαβίβαση των δεδομένων αυτών θα παρείχε στο κοινό πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες, η γνωστοποίησή τους αποτελεί καταλληλότερο μέτρο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τους προσφεύγοντες σκοπού απ’ ό,τι η πρόσβαση σε ήδη δημοσιοποιημένες πληροφορίες. Ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η διαβίβαση των δεδομένων που αφορούν τον Ι. Λαγό συνιστά αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη του συγκεκριμένου σκοπού δημοσίου συμφέροντος που επικαλούνται οι προσφεύγοντες για να δικαιολογήσουν τη διαβίβαση των επίμαχων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ότι κακώς το Κοινοβούλιο έκρινε ότι οι προσφεύγοντες δεν εκπλήρωσαν την υποχρέωση να αποδείξουν την αναγκαιότητα της διαβίβασης για τον σκοπό αυτόν.

Αφετέρου, όσον αφορά τους μισθούς των διαπιστευμένων και τοπικών βοηθών του Ι. Λαγού, το Γενικό Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι οι μισθοί καταβάλλονται σε αυτούς ανεξαρτήτως των συγκεκριμένων δραστηριοτήτων τους στο πλαίσιο της βουλευτικής επικουρίας του Ι. Λαγού. Συνεπώς, καθόσον η διαβίβαση εγγράφων που αφορούν την καταβολή των μισθών αυτών δεν μπορεί να παράσχει στους προσφεύγοντες πληροφορίες σχετικά με τυχόν άμεση ή έμμεση συμβολή στη χρηματοδότηση ή στη συνέχιση εγκληματικής ή παράνομης δραστηριότητας του Ι. Λαγού, οι προσφεύγοντες δεν κατόρθωσαν να αποδείξουν ότι η διαβίβαση αυτή ήταν αναγκαία. Ωστόσο, τα έξοδα ταξιδίου των κοινοβουλευτικών βοηθών του Ι. Λαγού συνδέονται στενά με τις δραστηριότητες του τελευταίου και μπορούν να παράσχουν ενδείξεις για ενδεχόμενη, έστω και έμμεση, σχέση με τυχόν παράνομες δραστηριότητες εκ μέρους του. Ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η διαβίβαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που περιλαμβάνονται στα έγγραφα τα σχετικά με την επιστροφή των εξόδων αυτών αποτελεί αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη του σκοπού που επικαλούνται οι προσφεύγοντες και ότι κακώς το Κοινοβούλιο έκρινε ότι οι προσφεύγοντες δεν εκπλήρωσαν την υποχρέωση να αποδείξουν την αναγκαιότητα της διαβίβασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για συγκεκριμένο σκοπό δημοσίου συμφέροντος.

Στη συνέχεια, το Γενικό Δικαστήριο αποφαίνεται επί της ενδεχόμενης προσβολής των εννόμων συμφερόντων του Ι. Λαγού και των βοηθών του, που θα μπορούσε να προκληθεί από τη διαβίβαση των επίμαχων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Συναφώς, κατά την εξέταση του αναλογικού χαρακτήρα της διαβίβασης, το Γενικό Δικαστήριο σταθμίζει τα διάφορα αντιτιθέμενα συμφέροντα (7). Ειδικότερα, όσον αφορά, αφενός, το συμφέρον προστασίας της ελεύθερης άσκησης της εντολής βουλευτή, καθόσον αφορά την αίτηση πρόσβασης στις πληροφορίες που αφορούν την επιστροφή εξόδων ταξιδίου και τις αποζημιώσεις παραμονής που έλαβε ο Ι. Λαγός, η γνωστοποίηση των ταξιδιών αυτών στο κοινό δεν μπορεί να περιορίσει καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ελεύθερη άσκηση των καθηκόντων του. Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε με ποιον τρόπο η δημοσιοποίηση πληροφοριών σχετικών με τα ταξίδια που πραγματοποιήθηκαν μπορούσε να επηρεάσει την ελεύθερη άσκηση του αξιώματος του ευρωβουλευτή. Όσον αφορά, αφετέρου, το συμφέρον της προστασίας της ασφάλειας του Ι. Λαγού, δεδομένου ότι πρόκειται για έγγραφα που αναφέρονται σε αποζημιώσεις παραμονής και σε επιστροφή εξόδων ταξιδίου που εισπράχθηκαν στο παρελθόν, δεν μπορεί πλέον να θεωρηθεί κατ’ αρχήν ότι η ασφάλεια του εν λόγω βουλευτή απειλείται από τη διαβίβαση των επίμαχων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθόσον πρόκειται για μετακινήσεις που είχαν ήδη πραγματοποιηθεί κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης των προσφευγόντων. Καίτοι είναι αληθές ότι η γνωστοποίηση στο κοινό των τόπων στους οποίους μετέβη επανειλημμένως ο Ι. Λαγός, και ιδίως του τόπου της ιδιωτικής του κατοικίας στην Ελλάδα, θα μπορούσε να διακυβεύσει την ασφάλειά του, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει ότι απόκειται στο Κοινοβούλιο, κατά τη στάθμιση των συμφερόντων, να μεριμνήσει για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που είναι απαραίτητη για την ασφάλεια του Ι. Λαγού, όπως της προσωπικής του διεύθυνσης. Επιπλέον, δεν τίθεται θέμα ασφάλειας του Ι. Λαγού στις μελλοντικές μετακινήσεις του κατά την άσκηση της βουλευτικής του εντολής, καθόσον ο ίδιος βρισκόταν στη φυλακή κατά την ημερομηνία έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης και δεν μπορούσε, επομένως, να μετακινηθεί. Στο πλαίσιο αυτό, το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά ότι, δεδομένου ότι οι επίμαχες μετακινήσεις πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια περιόδου κατά την οποία ο Ι. Λαγός είχε ήδη καταδικαστεί για σοβαρά αδικήματα, ήταν θεμιτό το αίτημα των προσφευγόντων να λάβουν πληροφοριακά στοιχεία σχετικά με τον σκοπό και τους προορισμούς των μετακινήσεων αυτών. Στο μέτρο δε που οι κίνδυνοι ενδεχόμενης προσβολής της ελεύθερης άσκησης των βουλευτικών καθηκόντων του Ι. Λαγού και της ασφάλειάς του δεν αρκούν για να δικαιολογήσουν την άρνηση γνωστοποίησης των επίμαχων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το Κοινοβούλιο κακώς εκτίμησε ότι η διαβίβαση των δεδομένων αυτών θα έθιγε τα έννομα συμφέροντα του Ι. Λαγού και των βοηθών του και ότι, μετά από στάθμιση των διαφόρων αντιτιθέμενων συμφερόντων, η διαβίβαση αυτή δεν συνάδει προς την αρχή της αναλογικότητας.

Κατόπιν των ανωτέρω, το Γενικό Δικαστήριο ακυρώνει την προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που απορρίπτει την αίτηση πρόσβασης στα έγγραφα που περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του Ι. Λαγού και αφορούν την επιστροφή εξόδων ταξιδίου και τις αποζημιώσεις παραμονής που κατέβαλε σε αυτόν το Κοινοβούλιο, καθώς και στα έγγραφα που περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των κοινοβουλευτικών βοηθών του Ι. Λαγού και αφορούν την επιστροφή εξόδων ταξιδίου που καταβλήθηκε σε αυτούς.


1      Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με στοιχεία A (2021) 10718C, της 8ης Απριλίου 2022 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση).


2      Ιδίως το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ 2001, L 145, σ. 43), έχει ως εξής. Βάσει της διάταξης αυτής, τα θεσμικά όργανα αρνούνται την πρόσβαση σε ένα έγγραφο, η γνωστοποίηση του οποίου θα έθιγε την προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας του ατόμου, ιδίως σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ένωσης σχετικά με την προστασία των προσωπικών δεδομένων.


3      Όπως προβλέπεται από το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1049/2001.


4      Άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2018/1725.


5      Από τα άρθρα 25 και 26 της απόφασης 2009/C 159/01 του Προεδρείου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 19ης Μαΐου και της 9ης Ιουλίου 2008, σχετικά με τα μέτρα εφαρμογής του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ΕΕ 2009, C 159, σ. 1), προκύπτει ότι τα μέλη του Κοινοβουλίου λαμβάνουν μηνιαίως κατ’ αποκοπήν αποζημίωση γενικών εξόδων, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται εφάπαξ κατά την έναρξη της θητείας τους.


6      Δυνάμει του άρθρου 10 της απόφασης 2005/684/ΕΚ, Ευρατόμ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 28ης Σεπτεμβρίου 2005, για τη θέσπιση του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ΕΕ 2005, L 262, σ. 1) (στο εξής: καθεστώς των βουλευτών), ο μηνιαίος μισθός των βουλευτών καταβάλλεται αυτομάτως.


7      Όπως προβλέπεται από το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2018/1725.