Language of document :

Ανακοίνωση στην ΕΕ

 

Προσφυγή της The Bavarian Lager Company κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που ασκήθηκε στις 27 Μαΐου 2004

(Υπόθεση Τ-194/04)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Η The Bavarian Lager Company, με έδρα το Clitheroe (Ηνωμένο Βασίλειο), εκπροσωπούμενη από τους δικηγόρους J. Pearson και C. Bright, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 27 Μαΐου 2004 ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

H προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:    

να αναγνωρίσει ότι η εκ μέρους της Επιτροπής αποδοχή της τροποποιήσεως που επέφερε η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου στο άρθρο 7, παράγραφος 2 a, της αποφάσεως Supply of Beer (Tied Estate) Order του 1989 (S.I. 1989 N° 2390) (γνωστή ως "guest beer provision") αντέβαινε στο άρθρο 28 (πρώην άρθρο 30) της Συνθήκης ΕΚ,

να αναγνωρίσει ότι η Επιτροπή δεν έπρεπε να είχε αποδεχτεί την προαναφερθείσα τροποποίηση και ότι, πράττοντας κατ' αυτόν τον τρόπο, παρέβη το άρθρο 28 (πρώην άρθρο 30) της Συνθήκης ΕΚ,

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής της 18ης Μαρτίου 2004 περί αρνήσεως κοινοποιήσεως ορισμένων εγγράφων στην προσφεύγουσα,

να υποχρεώσει την Επιτροπή να κατονομάσει όλα τα πρόσωπα που μετείχαν στη συνεδρίαση της 11ης Οκτωβρίου 196, στην οποία παρευρέθηκαν εκπρόσωποι της Γενικής Διευθύνσεως για την Εσωτερική Αγορά, αρμόδιοι υπάλληλοι του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας της Κυβερνήσεως του Ηνωμένου Βασιλείου και εκπρόσωποι της Conféderation des Brasseurs du Marché Commun και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι προσφυγής και κύρια επιχειρήματα:

Η προσφεύγουσα εταιρία ιδρύθηκε στις 28 Μαΐου 1992 με σκοπό την εισαγωγή γερμανικού ζύθου προς πώληση σε καταστήματα καταναλώσεως ποτών στο Ηνωμένο Βασίλειο. Το 1993 η προσφεύγουσα κατήγγειλε στην Επιτροπή παράβαση του άρθρου 28 (πρώην άρθρου 30) της Συνθήκης ΕΚ, σε συνδυασμό με τη "guest beer provision" της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου. Βάσει της διατάξεως αυτής, οι εταιρίες ζυθοποιίας υποχρεούνται να επιτρέπουν σε καταστήματα καταναλώσεως ποτών με τα οποία έχουν συνάψει αποκλειστικές συμφωνίες διαθέσεως ζύθου καλούμενου "guest", ο οποίος προέρχεται από διαφορετική εταιρία ζυθοποιίας. Ως "guest" ζύθος νοείται το είδος ζύθου που είχε υποστεί ζύμωση στο βαρέλι από το οποίο πωλήθηκε, είδος το οποίο παρασκευάζεται σχεδόν αποκλειστικώς στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ο ζύθος που πωλούσε η προσφεύγουσα καθώς και τα περισσότερα είδη ζύθου που παρασκευάζονται εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου δεν ενέπιπταν στην εν λόγω διάταξη και η προσφεύγουσα θεώρησε ότι το μέτρο αυτό έχει αποτελέσματα αντίστοιχα προς αυτά των ποσοτικών περιορισμών. Με έγγραφο της 21ης Απριλίου 1997 η Επιτροπή ανακοίνωσε στην προσφεύγουσα ότι, ενόψει της προτάσεως τροποποιήσεως της guest beer provision, η διαδικασία κατά του Ηνωμένου Βασιλείου ανεστάλη και επρόκειτο να παύσει αμέσως μετά την έκδοση του τροποποιημένου κειμένου.

Στις 5 Δεκεμβρίου 2003 η προσφεύγουσα ζήτησε από την Επιτροπή, βάσει του κανονισμού 1049/2001 1, να της εξασφαλίσει πλήρη πρόσβαση στα πρακτικά σχετικής συνεδριάσεως των εκπροσώπων της Επιτροπής, της Κυβερνήσεως του Ηνωμένου Βασιλείου και των εταιριών ζυθοποιίας, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 11 Οκτωβρίου 1996. Ειδικότερα, η προσφεύγουσα ζήτησε από την Επιτροπή να αποκαλύψει την ταυτότητα ορισμένων προσώπων των οποίων τα ονόματα είχαν διαγραφεί από τα πρακτικά που είχαν προηγουμένως γνωστοποιηθεί στην προσφεύγουσα. Η Επιτροπή απέρριψε την αίτηση της προσφεύγουσας και επιβεβαίωσε την απορριπτική απόφασή της με την από 18 Μαρτίου 2004 επιστολή του Γενικού Γραμματέα προς την προσφεύγουσα. Προς στήριξη της απορριπτικής αποφάσεώς της, η Επιτροπή επικαλέστηκε την ανάγκη προστασίας των προσωπικών δεδομένων των παρευρισκομένων στη συνεδρίαση, καθώς και τον ενδεχόμενο κίνδυνο να διακυβευθεί η εκ μέρους της διενέργεια ερευνών σε κάθε τέτοια περίπτωση, αν αποκαλυφθεί η ταυτότητα των προσώπων που παρέχουν πληροφορίες στην Επιτροπή.

Με την προσφυγή της, η προσφεύγουσα ζητεί, καταρχάς, να αποφανθεί το Πρωτοδικείο επί της αποφάσεως της Επιτροπής να αναστείλει τη διαδικασία κατά του Ηνωμένου Βασιλείου. Προς τούτο, η προσφεύγουσα επικαλείται παράβαση των άρθρων 28 ΕΚ και 12 ΕΚ.

Όσον αφορά την άρνηση της Επιτροπής να παράσχει πρόσβαση στα αιτούμενα έγγραφα, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το άρθρο 2 του κανονισμού 1049/2001 επιβάλλει στην Επιτροπή την υποχρέωση να αποκαλύψει την ταυτότητα όλων των προσώπων που παρευρέθηκαν στην επίμαχη συνεδρίαση και ότι, εν προκειμένω, δεν έχει εφαρμογή καμία από τις εξαιρέσεις του άρθρου 4. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται επίσης ότι η εξαίρεση του άρθρου 4, παράγραφος 3, μπορεί να μην ληφθεί υπόψη, καθόσον η γνωστοποίηση των ονομάτων εξυπηρετεί αναμφισβήτητα το δημόσιο συμφέρον.

____________

1 - Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145, σ.43).