Language of document : ECLI:EU:C:2023:417

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ένατο τμήμα)

της 17ης Μαΐου 2023 (*)

«Προδικαστική παραπομπή – Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις – Εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές – Κανονισμός (ΕΚ) 864/2007 – Άρθρο 4, παράγραφος 1 – Άρθρο 15, στοιχείο ηʹ – Άρθρο 19 – Ατύχημα που προκαλείται από πλοίο σε κράτος μέλος – Αποζημίωση του θύματος του ατυχήματος αυτού – Υποκατάσταση σύμφωνα με το δίκαιο άλλου κράτους μέλους – Αναγωγικό αίτημα του υποκατάστατου τρίτου – Εφαρμοστέο δίκαιο – Παραγραφή»

Στην υπόθεση C‑264/22,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Tribunal da Relação de Lisboa (εφετείο Λισσαβώνας, Πορτογαλία) με απόφαση της 5ης Απριλίου 2022, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 20 Απριλίου 2022, στο πλαίσιο της δίκης

Fonds de Garantie des Victimes des Actes de Terrorisme et d’Autres Infractions (FGTI)

κατά

Victoria Seguros SA,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (ένατο τμήμα),

συγκείμενο από τους L. S. Rossi, πρόεδρο τμήματος, J.-C. Bonichot και O. Spineanu-Matei (εισηγήτρια), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: J. Richard de la Tour

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η Fonds de Garantie des Victimes des Actes de Terrorisme et d’Autres Infractions (FGTI), εκπροσωπούμενη από τον L. Franco e Abreu, advogado,

–        η Victoria Seguros SA, εκπροσωπούμενη από τον J. Serrano Santos, advogado,

–        η Πορτογαλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις P. Barros da Costa, S. Duarte Afonso, A. Pimenta και τον J. Ramos,

–        η Τσεχική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την A. Edelmannová, τον M. Smolek και τον J. Vláčil,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την I. Melo Sampaio και τον W. Wils,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 4, παράγραφος 1, του άρθρου 15, στοιχείο ηʹ, και του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΚ) 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές («Ρώμη II») (ΕΕ 2007, L 199, σ. 40).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του Fonds de garantie des victimes des actes de terrorisme et d’autres infractions (στο εξής: FGTI) και της Victoria Seguros SA, ασφαλιστικής εταιρίας, σχετικά με την ανάκτηση της αποζημίωσης που κατέβαλε το FGTI σε θύμα ατυχήματος το οποίο συνέβη στην Πορτογαλία.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3        Οι αιτιολογικές σκέψεις 6, 14 και 16 του κανονισμού 864/2007 έχουν ως εξής:

«(6)      Η ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς προϋποθέτει, για τη βελτίωση της δυνατότητας πρόβλεψης της έκβασης των διαφορών, της ασφάλειας του εφαρμοστέου δικαίου και της ελεύθερης κυκλοφορίας των δικαστικών αποφάσεων, ότι οι κανόνες περί σύγκρουσης δικαίων που ισχύουν στα κράτη μέλη ορίζουν ως εφαρμοστέο το αυτό εθνικό δίκαιο ανεξαρτήτως του κράτους ενώπιον των δικαστηρίων του οποίου ασκείται η αγωγή.

[…]

(14)      Η απαίτηση ασφάλειας δικαίου και η ανάγκη απονομής της δικαιοσύνης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις αποτελούν ουσιώδη στοιχεία του χώρου δικαιοσύνης. Ο παρών κανονισμός καθορίζει τους καταλληλότερους συνδετικούς παράγοντες για την επίτευξη των στόχων αυτών. […]

[…]

(16)      Η ύπαρξη ενιαίων κανόνων αναμένεται να βελτιώσει την προβλεψιμότητα των δικαστικών αποφάσεων και να εξασφαλίσει εύλογη ισορροπία μεταξύ των συμφερόντων του φερομένου ως υπαιτίου και του ζημιωθέντος. Η σύνδεση με τη χώρα στην οποία επήλθε η άμεση ζημία (lex loci damni) εξισορροπεί κατά δίκαιο τρόπο τα συμφέροντα του φερομένου ως υπαιτίου και του ζημιωθέντος, και επίσης αντικατοπτρίζει τον σύγχρονο τρόπο προσέγγισης του ζητήματος της αστικής ευθύνης καθώς και την ανάπτυξη των συστημάτων αντικειμενικής ευθύνης.»

4        Το άρθρο 4 του κανονισμού φέρει τον τίτλο «Γενικός κανόνας» και ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Το εφαρμοστέο δίκαιο επί εξωσυμβατικής ενοχής η οποία απορρέει από αδικοπραξία είναι το δίκαιο της χώρας στην οποία επέρχεται η ζημία, ανεξαρτήτως της χώρας στην οποία έλαβε χώρα το ζημιογόνο γεγονός καθώς και της χώρας ή των χωρών στις οποίες το εν λόγω γεγονός παράγει έμμεσα αποτελέσματα, εκτός αν ορίζεται άλλως στον παρόντα κανονισμό.»

5        Το άρθρο 15 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο επιγράφεται «Περιεχόμενο του εφαρμοστέου δικαίου», προβλέπει τα εξής:

«Το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές δυνάμει του παρόντος κανονισμού διέπει ιδίως:

[…]

η)      τους διάφορους τρόπους απόσβεσης των ενοχών καθώς και τους κανόνες παραγραφών και αποσβεστικών προθεσμιών, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων σχετικά με την έναρξη της παραγραφής ή αποσβεστικής προθεσμίας και τη διακοπή ή την αναστολή τους.»

6        Το άρθρο 19 του ίδιου κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Υποκατάσταση», ορίζει τα εξής:

«Σε περίπτωση που ένα πρόσωπο (“ο δανειστής”) έχει αξίωση βασιζόμενη σε εξωσυμβατική ενοχή έναντι άλλου προσώπου (“ο οφειλέτης”), και ένας τρίτος έχει την υποχρέωση να ικανοποιήσει τον δανειστή, ή τον έχει όντως ικανοποιήσει εκπληρώνοντας την υποχρέωση αυτή, το εφαρμοστέο σ’ αυτή την υποχρέωση του τρίτου δίκαιο καθορίζει εάν και σε ποιο βαθμό αυτός ο τρίτος δικαιούται να ασκήσει τα δικαιώματα που έχει ο δανειστής κατά του οφειλέτη σύμφωνα με το δίκαιο που διέπει τη σχέση τους.»

 Το πορτογαλικό δίκαιο

7        Κατά το άρθρο 45, παράγραφος 1, του Código Civil (αστικού κώδικα), σε περίπτωση που λάβει χώρα ατύχημα ή αδικοπραξία στο πορτογαλικό έδαφος, εφαρμοστέο δίκαιο όσον αφορά την εξωσυμβατική ευθύνη η οποία γεννάται από το εν λόγω ατύχημα ή αδικοπραξία είναι το πορτογαλικό δίκαιο.

8        Το άρθρο 498 του αστικού κώδικα προβλέπει στην παράγραφο 1 ότι η προθεσμία παραγραφής της αξίωσης αποζημίωσης είναι τρία έτη από την επέλευση του ζημιογόνου γεγονότος. Αν το ζημιογόνο γεγονός είναι ποινικό αδίκημα για το οποίο ο νόμος προβλέπει μεγαλύτερη προθεσμία παραγραφής, η προθεσμία αυτή εφαρμόζεται δυνάμει του άρθρου 498, παράγραφος 3, του αστικού κώδικα.

 Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

9        Στις 4 Αυγούστου 2010 ένας Γάλλος υπήκοος, ενώ κολυμπούσε και έκανε καταδύσεις στα ανοικτά της παραλίας του Alvor (Πορτογαλία), χτυπήθηκε από την προπέλα πλοίου νηολογημένου στην Πορτογαλία. Συνεπεία του ατυχήματος αυτού, το εν λόγω πρόσωπο υπέστη σοβαρές σωματικές βλάβες, νοσηλεύθηκε και χειρουργήθηκε επανειλημμένως στην Πορτογαλία και στη Γαλλία.

10      Στο πλαίσιο της αγωγής αποζημίωσης που άσκησε ο ανωτέρω κατά του FGTI ενώπιον του tribunal de grande instance de Lyon (πολυμελούς πρωτοδικείου Λυών, Γαλλία), οι διάδικοι συμφώνησαν να καθοριστεί σε ποσό ύψους 229 480,73 ευρώ η αποζημίωση που οφειλόταν για την αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε εξαιτίας του εν λόγω ατυχήματος. Στις 20 Μαρτίου 2014 το ως άνω δικαστήριο επικύρωσε την επιτευχθείσα συμφωνία, βάσει της οποίας το FGTI πραγματοποίησε την τελευταία πληρωμή στο θύμα στις 7 Απριλίου 2014.

11      Στα τέλη Νοεμβρίου 2016 το FGTI ενήγαγε τη Victoria Seguros, ασφαλιστική εταιρία του φερόμενου ως υπευθύνου για το επίμαχο ατύχημα, ενώπιον των πορτογαλικών δικαστηρίων, ζητώντας να ανακτήσει από την εταιρία αυτή το ποσό που είχε καταβάλει το ίδιο το FGTI στο θύμα του ατυχήματος.

12      Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, Tribunal Marítimo de Lisboa (δικαστήριο ναυτικών διαφορών Λισσαβώνας, Πορτογαλία), απέρριψε την αγωγή του FGTI κρίνοντας ότι η αξίωσή του είχε παραγραφεί λόγω παρέλευσης της τριετούς προθεσμίας που προβλέπει το εφαρμοστέο πορτογαλικό δίκαιο.

13      Το FGTI άσκησε έφεση κατά της απορριπτικής πρωτόδικης απόφασης ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, Tribunal da Relação de Lisboa (εφετείου Λισσαβώνας, Πορτογαλία), υποστηρίζοντας ότι, σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού 864/2007, η εφαρμοστέα προθεσμία παραγραφής είναι η προβλεπόμενη στο γαλλικό και όχι στο πορτογαλικό δίκαιο. Κατά την ημερομηνία δε άσκησης της αγωγής του FGTI ενώπιον των πορτογαλικών δικαστηρίων, η προθεσμία αυτή δεν είχε ακόμη εκπνεύσει. Συγκεκριμένα, σε περίπτωση υποκατάστασης, το γαλλικό δίκαιο προβλέπει προθεσμία παραγραφής δέκα ετών από την έκδοση της επίμαχης δικαστικής απόφασης, η οποία, εν προκειμένω, εκδόθηκε τον Μάρτιο του 2014. Επικουρικώς, το FGTI υποστηρίζει ότι, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι εφαρμοστέο είναι το πορτογαλικό δίκαιο, ούτε η προβλεπόμενη σε αυτό τριετής προθεσμία παραγραφής είχε εκπνεύσει κατά την ως άνω ημερομηνία, δεδομένου ότι η εν λόγω προθεσμία άρχισε να τρέχει το πρώτον από την τελευταία πληρωμή στο θύμα, ήτοι, εν προκειμένω, από τις 7 Απριλίου 2014, ενώ το FGTI άσκησε την αγωγή του τον Νοέμβριο του 2016.

14      Αντιθέτως, η Victoria Seguros προβάλλει ότι εφαρμοστέο είναι το πορτογαλικό δίκαιο, δυνάμει του οποίου η εν λόγω αγωγή έχει παραγραφεί, σύμφωνα με τους κανόνες του πορτογαλικού αστικού κώδικα.

15      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Tribunal da Relação de Lisboa (εφετείο Λισσαβώνας) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Αποτελεί εφαρμοστέο δίκαιο για τους κανόνες παραγραφής της αξίωσης αποζημίωσης το δίκαιο του τόπου επέλευσης του ατυχήματος (πορτογαλικό δίκαιο), σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 1, και το άρθρο 15, στοιχείο ηʹ, του [κανονισμού 864/2007], ή, σε περίπτωση υποκατάστασης, το εφαρμοστέο δίκαιο είναι το “δίκαιο του τρίτου” που υποκαθίσταται στα δικαιώματα του ζημιωθέντος (γαλλικό δίκαιο), σύμφωνα με το άρθρο 19 του εν λόγω κανονισμού;»

 Επί του προδικαστικού ερωτήματος

16      Με το προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 4, παράγραφος 1, το άρθρο 15, στοιχείο ηʹ, και το άρθρο 19 του κανονισμού 864/2007 έχουν την έννοια ότι το δίκαιο το οποίο διέπει την αγωγή τρίτου που έχει υποκατασταθεί στα δικαιώματα του ζημιωθέντος κατά του ζημιώσαντος και το οποίο καθορίζει, ειδικότερα, τους κανόνες παραγραφής της αγωγής είναι το δίκαιο της χώρας στην οποία επέρχεται η ζημία.

17      Κατά πάγια νομολογία, για την ερμηνεία διάταξης του δικαίου της Ένωσης, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνο το γράμμα της, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος (πρβλ. αποφάσεις της 7ης Απριλίου 2022, Berlin Chemie A. Menarini, C‑333/20, EU:C:2022:291, σκέψη 34, και της 20ής Ιουνίου 2022, London Steam-Ship Owners’ Mutual Insurance Association, C‑700/20, EU:C:2022:488, σκέψη 55).

18      Συναφώς, πρώτον, το άρθρο 4, παράγραφος 1, του κανονισμού 864/2007 ορίζει ότι «[τ]ο εφαρμοστέο δίκαιο επί εξωσυμβατικής ενοχής η οποία απορρέει από αδικοπραξία είναι το δίκαιο της χώρας στην οποία επέρχεται η ζημία […] εκτός αν ορίζεται άλλως στον παρόντα κανονισμό». Επομένως, το εφαρμοστέο δίκαιο όσον αφορά την αγωγή του ζημιωθέντος κατά του ζημιώσαντος είναι, εκτός αν ορίζεται άλλως στον ως άνω κανονισμό, το δίκαιο της χώρας στην οποία επέρχεται η ζημία.

19      Εξάλλου, το άρθρο 15, στοιχείο ηʹ, του κανονισμού 864/2007 ορίζει ότι «[τ]ο εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές δυνάμει του [εν λόγω] κανονισμού διέπει ιδίως […] τους διάφορους τρόπους απόσβεσης των ενοχών καθώς και τους κανόνες παραγραφών και αποσβεστικών προθεσμιών».

20      Επομένως, κατά πρώτον, από τον συνδυασμό του άρθρου 4, παράγραφος 1, και του άρθρου 15, στοιχείο ηʹ, του εν λόγω κανονισμού προκύπτει ότι, εκτός αν ορίζεται άλλως στον κανονισμό, το δίκαιο που διέπει την αγωγή του ζημιωθέντος κατά του ζημιώσαντος και καθορίζει, ειδικότερα, τους κανόνες παραγραφής της αγωγής αυτής είναι το δίκαιο της χώρας στην οποία επέρχεται η ζημία.

21      Κατά δεύτερον, το άρθρο 19 του κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Υποκατάσταση», ορίζει, όσον αφορά την υποχρέωση τρίτου να ικανοποιήσει τον ζημιωθέντα, ότι «το εφαρμοστέο σ’ αυτή την υποχρέωση του τρίτου δίκαιο καθορίζει εάν και σε ποιο βαθμό αυτός ο τρίτος δικαιούται να ασκήσει τα δικαιώματα που έχει ο δανειστής κατά του οφειλέτη σύμφωνα με το δίκαιο που διέπει τη σχέση τους». Επομένως, το άρθρο αυτό διακρίνει μεταξύ, αφενός, του δικαίου που εφαρμόζεται στη σχέση μεταξύ του δανειστή, ήτοι του ζημιωθέντος σε περίπτωση ζημίας, και του τρίτου που υποκαταστάθηκε στα δικαιώματά του, και, αφετέρου, του δικαίου που διέπει τη σχέση μεταξύ του δανειστή και του οφειλέτη του, ήτοι, σε περίπτωση ζημίας, τη σχέση μεταξύ του ζημιωθέντος και του ζημιώσαντος.

22      Επιπλέον, το άρθρο 19 διευκρινίζει ότι ο υποκατάστατος τρίτος μπορεί να ασκήσει τα δικαιώματα του ζημιωθέντος σύμφωνα με το δίκαιο που διέπει τις σχέσεις μεταξύ του ζημιωθέντος και του ζημιώσαντος. Επομένως, ο υποκατάστατος τρίτος δύναται να ασκήσει, στη θέση του ζημιωθέντος, την αγωγή του ζημιωθέντος κατά του ζημιώσαντος ακριβώς βάσει του τελευταίου αυτού δικαίου. Με άλλα λόγια, το εφαρμοστέο δίκαιο στην αγωγή του υποκατάστατου τρίτου κατά του ζημιώσαντος είναι αυτό που εφαρμόζεται στην αγωγή του θύματος κατά του ζημιώσαντος.

23      Το δίκαιο αυτό καθορίζεται, όπως θα αναλυθεί στη σκέψη 27 της παρούσας απόφασης, δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 4 επ. του κανονισμού 864/2007, που περιλαμβάνονται στα κεφάλαια II έως IV αυτού. Σε περίπτωση πρόκλησης ζημίας λόγω ατυχήματος, όπως στην περίπτωση της κύριας δίκης, το δίκαιο που εφαρμόζεται όσον αφορά την αγωγή του ζημιωθέντος κατά του ζημιώσαντος είναι, όπως επισημάνθηκε στη σκέψη 18 της παρούσας απόφασης, σύμφωνα με τον γενικό κανόνα που προβλέπεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1 του κανονισμού, καταρχήν, το δίκαιο της χώρας στην οποία επέρχεται η ζημία.

24      Εξάλλου, η ερμηνεία αυτή ενισχύεται από τη νομολογία του Δικαστηρίου. Ειδικότερα, στις σκέψεις 56 έως 59 της απόφασης της 21ης Ιανουαρίου 2016, ERGO Insurance και Gjensidige Baltic (C‑359/14 και C‑475/14, EU:C:2016:40), κρίθηκε κατ’ ουσίαν ότι, σε περίπτωση κατά την οποία τρίτος αποζημίωσε το θύμα ατυχήματος σε εκτέλεση υποχρέωσης προς το ασφαλισμένο σε αυτόν πρόσωπο, το άρθρο 19 του εν λόγω κανονισμού προβλέπει ότι η ενδεχόμενη υποκατάσταση στα δικαιώματα του θύματος καθώς και οι προϋποθέσεις της υποκατάστασης αυτής διέπονται από το δίκαιο που εφαρμόζεται στην υποχρέωση του τρίτου να αποζημιώσει το εν λόγω θύμα. Αντιθέτως, κατά το Δικαστήριο, το εφαρμοστέο δίκαιο για τον καθορισμό των προσώπων στα οποία μπορεί να καταλογιστεί ευθύνη για το ατύχημα προσδιορίζεται, σύμφωνα με το προαναφερθέν άρθρο 19, βάσει των άρθρων 4 επ. του ίδιου κανονισμού. Επομένως, το δίκαιο που διέπει τη σχέση μεταξύ του ζημιωθέντος και του ζημιώσαντος, ήτοι του δανειστή και του οφειλέτη κατά την έννοια του άρθρου 19, προσδιορίζεται βάσει των εν λόγω άρθρων 4 επ.

25      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, από τον συνδυασμό του άρθρου 4, παράγραφος 1, του άρθρου 15, στοιχείο ηʹ, και του άρθρου 19 του κανονισμού 864/2007 προκύπτει ότι το δίκαιο που διέπει την αγωγή του ζημιωθέντος κατά του ζημιώσαντος και προσδιορίζει, ειδικότερα, τους κανόνες παραγραφής της αγωγής αυτής, το οποίο είναι, καταρχήν, το δίκαιο της χώρας στην οποία επέρχεται η ζημία, είναι επίσης το δίκαιο που διέπει την αγωγή τρίτου που υποκαταστάθηκε στα δικαιώματα του ζημιωθέντος κατά του ζημιώσαντος.

26      Δεύτερον, η ερμηνεία κατά την οποία το άρθρο 19 του κανονισμού 864/2007 δεν αποσκοπεί στον καθορισμό του δικαίου που εφαρμόζεται όσον αφορά την παραγραφή της αγωγής που δύναται να ασκήσει ο υποκατάστατος τρίτος κατά του διαλαμβανόμενου στο άρθρο αυτό οφειλέτη επιρρωννύεται από τη γενική οικονομία του κανονισμού.

27      Συγκεκριμένα, το κεφάλαιο V του κανονισμού 864/2007, στο οποίο περιλαμβάνεται το άρθρο 19, θεσπίζει κοινούς κανόνες που ισχύουν σε περιπτώσεις στις οποίες το δίκαιο που εφαρμόζεται στην επίμαχη εξωσυμβατική ενοχή έχει ήδη καθοριστεί ως το εφαρμοστέο δίκαιο. Ο καθορισμός αυτός πραγματοποιείται δυνάμει των κανόνων που περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο II του κανονισμού, το οποίο επιγράφεται «Αδικοπραξίες», στο κεφάλαιο III, το οποίο επιγράφεται «Αδικαιολόγητος πλουτισμός, διοίκηση αλλοτρίων και ευθύνη κατά τις διαπραγματεύσεις (culpa in contrahendo)» και στο κεφάλαιο IV του εν λόγω κανονισμού σχετικά με την ελευθερία επιλογής του εφαρμοστέου δικαίου.

28      Όπως όμως επισημάνθηκε στις σκέψεις 20 και 23 της παρούσας απόφασης, από τους κανόνες που περιλαμβάνονται στα κεφάλαια αυτά προκύπτει ότι το εφαρμοστέο δίκαιο επί των κανόνων παραγραφής στο πλαίσιο εξωσυμβατικών ενοχών που απορρέουν από αδικοπραξία πρέπει, καταρχήν, να καθορίζεται σύμφωνα με τον γενικό κανόνα του άρθρου 4, παράγραφος 1, του κανονισμού 864/2007 (πρβλ. απόφαση της 31ης Ιανουαρίου 2019, Da Silva Martins, C‑149/18, EU:C:2019:84, σκέψη 33), το οποίο ορίζει ως εφαρμοστέο το δίκαιο της χώρας στην οποία επέρχεται η ζημία.

29      Τρίτον, ερμηνεία του άρθρου 19 του κανονισμού 864/2007 κατά την οποία, όταν ο υποκατάστατος τρίτος ασκεί αγωγή κατά του οφειλέτη, οι κανόνες παραγραφής της αγωγής αυτής καθορίζονται από το δίκαιο που διέπει την υποχρέωση του υποκατάστατου τρίτου να ικανοποιήσει τον δανειστή θα ήταν αντίθετη προς τον επιδιωκόμενο με τον κανονισμό σκοπό.

30      Όπως προκύπτει από τις αιτιολογικές σκέψεις 6, 14 και 16 του κανονισμού, ο σκοπός αυτός συνίσταται, μεταξύ άλλων, στην κατοχύρωση της ασφάλειας ως προς το εφαρμοστέο δίκαιο ανεξαρτήτως του κράτους ενώπιον των δικαστηρίων του οποίου ασκείται η αγωγή, καθώς και στη βελτίωση της προβλεψιμότητας των δικαστικών αποφάσεων και στην εξασφάλιση εύλογης ισορροπίας μεταξύ των συμφερόντων του φερομένου ως υπαιτίου και του ζημιωθέντος. Εντούτοις, μια τέτοια προβλεψιμότητα του εφαρμοστέου δικαίου θα διακυβευόταν αν, σε περίπτωση υποκατάστασης, οι όροι εκτέλεσης και οι τρόποι απόσβεσης της εξωσυμβατικής ενοχής του οφειλέτη έναντι του ζημιωθέντος καθορίζονταν από το δίκαιο που διέπει την υποχρέωση του τρίτου να ικανοποιήσει τον εν λόγω ζημιωθέντα. Πράγματι, σύμφωνα με την ερμηνεία αυτή, το εφαρμοστέο δίκαιο και, κατά συνέπεια, οι εν λόγω όροι εκτέλεσης και τρόποι απόσβεσης θα μπορούσαν να ποικίλλουν ανάλογα με το αν έλαβε χώρα υποκατάσταση ή όχι.

31      Επιπλέον, μια τέτοια ερμηνεία του άρθρου 19 του κανονισμού 864/2007 θα αντέβαινε επίσης στον σκοπό της εξασφάλισης εύλογης ισορροπίας μεταξύ των εμπλεκομένων συμφερόντων καθώς και, όπως παρατήρησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην ίδια την ουσία του μηχανισμού υποκατάστασης. Πράγματι, η ερμηνεία αυτή θα είχε ως συνέπεια να περιέλθει ο ζημιώσας, ήτοι ο οφειλέτης, λόγω του ότι ενάγεται ενώπιον δικαστηρίου από τον υποκατάστατο τρίτο και όχι από τον ζημιωθέντα, ήτοι τον δανειστή, σε διαφορετική κατάσταση, ενδεχομένως δυσμενέστερη, από εκείνη στην οποία θα βρισκόταν σε περίπτωση που ο εν λόγω δανειστής είχε ασκήσει προσωπικά και ευθέως τα δικαιώματά του εναντίον του οφειλέτη. Στο μέτρο όμως που η υποκατάσταση αποσκοπεί, καταρχήν, μόνο στο να παράσχει στον υποκατάστατο τρίτο τη δυνατότητα να ασκήσει τα δικαιώματα του δανειστή, η εφαρμογή του μηχανισμού αυτού δεν θα έπρεπε να επηρεάζει τη νομική κατάσταση του οφειλέτη. Συγκεκριμένα, ο οφειλέτης πρέπει να μπορεί να προβάλει έναντι του υποκατάστατου τρίτου όλα τα μέσα άμυνας που θα διέθετε κατά του ζημιωθέντος, ιδίως δε εκείνα που αφορούν την εφαρμογή των κανόνων παραγραφής.

32      Κατόπιν όλων των ανωτέρω σκέψεων, στο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 4, παράγραφος 1, το άρθρο 15, στοιχείο ηʹ, και το άρθρο 19 του κανονισμού 864/2007 έχουν την έννοια ότι το δίκαιο το οποίο διέπει την αγωγή του τρίτου που έχει υποκατασταθεί στα δικαιώματα του ζημιωθέντος κατά του ζημιώσαντος και το οποίο καθορίζει, ειδικότερα, τους κανόνες παραγραφής της αγωγής αυτής είναι, καταρχήν, το δίκαιο της χώρας στην οποία επέρχεται η ζημία.

 Επί των δικαστικών εξόδων

33      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (ένατο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, το άρθρο 15, στοιχείο ηʹ, και το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΚ) 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές («Ρώμη II»),

έχουν την έννοια ότι:

το δίκαιο το οποίο διέπει την αγωγή του τρίτου που έχει υποκατασταθεί στα δικαιώματα του ζημιωθέντος κατά του ζημιώσαντος και το οποίο καθορίζει, ειδικότερα, τους κανόνες παραγραφής της αγωγής αυτής είναι, καταρχήν, το δίκαιο της χώρας στην οποία επέρχεται η ζημία.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική.