Language of document : ECLI:EU:T:2016:77

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα)

της 9ης Φεβρουαρίου 2016 (*)

«Κρατικές ενισχύσεις — Καταγγελίες — Απορριπτικές αποφάσεις — Προκαταρκτική εκτίμηση της Επιτροπής — Τελική απόφαση — Κατάργηση της προσβαλλομένης πράξεως — Κατάργηση της δίκης»

Στην υπόθεση T‑639/14,

Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού AE (ΔΕΗ), με έδρα την Αθήνα (Ελλάδα), εκπροσωπούμενη από τους E. Μπουρτζάλα, D. Waelbroeck, Α. Οικονόμου, Χ. Συνοδινό και Ε. Σαλακά, δικηγόρους,

προσφεύγουσα,

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκπροσωπούμενης από τους A. Bouchagiar και É. Gippini Fournier,

καθής,

με αντικείμενο αίτημα ακυρώσεως του εγγράφου της Επιτροπής COMP/E3/ΟΝ/AB/ark *2014/61460, της 12ης Ιουνίου 2014, με το οποίο η Επιτροπή απέρριψε καταγγελίες της προσφεύγουσας στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),

συγκείμενο από τους M. Prek, πρόεδρο, I. Labucka (εισηγήτρια) και V. Kreuschitz, δικαστές,

γραμματέας: E. Coulon

εκδίδει την ακόλουθη

Διάταξη

 Αντικείμενο της προσφυγής

1        Η υπό κρίση υπόθεση έχει ως αντικείμενο αίτημα ακυρώσεως του εγγράφου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής COMP/E3/ΟΝ/AB/ark *2014/61460, της 12ης Ιουνίου 2014 (στο εξής: προσβαλλόμενη πράξη), με το οποίο η Επιτροπή απέρριψε καταγγελίες της προσφεύγουσας, Δημόσιας Επιχειρήσεως Ηλεκτρισμού AE (ΔΕΗ), στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων.

 Πραγματικά περιστατικά, διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων

2        Στις 15 Ιουνίου 2012 η προσφεύγουσα υπέβαλε καταγγελία στην Επιτροπή (στο εξής: καταγγελία του 2012).

3        Με την καταγγελία του 2012 η προσφεύγουσα υποστήριξε ότι η απόφαση 346/2012 της ελληνικής Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (στο εξής: ΡΑΕ), με την οποία καθορίστηκε προσωρινά η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας που προμήθευε η προσφεύγουσα στην εταιρία Αλουμίνιον εν αναμονή της επιλύσεως της διαφοράς που είχε με την Αλουμίνιον επ’ αυτού, την υποχρέωνε να προμηθεύει ηλεκτρική ενέργεια στην Αλουμίνιον σε τιμή χαμηλότερη των τιμών της αγοράς, με συνέπεια να χορηγείται στην Αλουμίνιον παράνομη κρατική ενίσχυση.

4        Στις 5 Ιουλίου 2012 και στις 6 Φεβρουαρίου 2013 πραγματοποιήθηκαν συναντήσεις μεταξύ της προσφεύγουσας και των αρμοδίων υπηρεσιών της Επιτροπής.

5        Με έγγραφα της 9ης Οκτωβρίου 2012 και της 15ης Νοεμβρίου 2012 η προσφεύγουσα γνωστοποίησε στην Επιτροπή τους λόγους της καταγγελίας του 2012.

6        Με έγγραφο της 8ης Μαΐου 2013 η Επιτροπή ενημέρωσε την προσφεύγουσα περί της προκαταρκτικής εκτιμήσεώς της, κατά την οποία δεν υπήρχε λόγος να δώσει συνέχεια στην καταγγελία του 2012 επειδή, ιδίως, η καθοριζόμενη από τη ΡΑΕ τιμολόγηση ήταν προσωρινή και επρόκειτο να αντικατασταθεί ταχέως, με αναδρομική ισχύ, από το τιμολόγιο της ηλεκτρικής ενέργειας που θα όριζε το ειδικό διαιτητικό δικαστήριο που είχαν συστήσει η προσφεύγουσα και η Αλουμίνιον (στο εξής: διαιτητικό δικαστήριο) και ότι η απόφαση του διαιτητικού δικαστηρίου δεν θα ήταν καταλογιστέα στο κράτος.

7        Με έγγραφο της 12ης Ιουνίου 2013 η προσφεύγουσα απάντησε στο από 8 Μαΐου 2013 έγγραφο της Επιτροπής, αντικρούοντας λεπτομερώς την προκαταρκτική εκτίμηση της Επιτροπής και υποβάλλοντας επιπλέον πληροφορίες και σχετική ανάλυση προς στήριξη της καταγγελίας του 2012.

8        Στις 31 Οκτωβρίου 2013 το διαιτητικό δικαστήριο εξέδωσε την απόφαση 1/2013 (στο εξής: διαιτητική απόφαση).

9        Προς συμπλήρωση και προς ενημέρωση της καταγγελίας του 2012, η προσφεύγουσα υπέβαλε στις 23 Δεκεμβρίου 2013 νέα καταγγελία στην Επιτροπή (στο εξής: καταγγελία του 2013).

10      Με την καταγγελία του 2013 η προσφεύγουσα υποστήριξε ότι η διαιτητική απόφαση συνιστούσε κρατική ενίσχυση, καθόσον είχε καθορίσει, αναδρομικώς, την τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας που προμήθευε η προσφεύγουσα στην Αλουμίνιον για το χρονικό διάστημα από 1ης Ιουλίου 2013 μέχρι 31ης Δεκεμβρίου 2013 σε επίπεδο ακόμη χαμηλότερο του προσωρινώς καθορισθέντος από τη ΡΑΕ.

11      Με έγγραφο της 31ης Ιανουαρίου 2014 η προσφεύγουσα ζήτησε από την Επιτροπή, αφενός, να διατάξει την αναστολή εκτελέσεως της διαιτητικής αποφάσεως καθώς και την εξέταση της καταγγελίας που είχε υποβάλει η Αλουμίνιον στις 18 Δεκεμβρίου 2013 ενώπιον της ελληνικής Επιτροπής Ανταγωνισμού και, αφετέρου, να οργανώσει συνάντηση με την εν λόγω υπηρεσία προκειμένου να συζητήσει την καταγγελία της Αλουμίνιον.

12      Στις 31 Ιανουαρίου 2014 η Επιτροπή ενημέρωσε για την καταγγελία του 2013 τις ελληνικές αρχές, καλώντας τες να της υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους όσον αφορά την προβαλλόμενη ύπαρξη κρατικής ενισχύσεως.

13      Στις 25 Μαρτίου 2014 η Επιτροπή απάντησε στο έγγραφο της προσφεύγουσας της 31ης Ιανουαρίου 2014 απορρίπτοντας τα αιτήματά της περί αναστολής, δεχόμενη ωστόσο την πρόταση σχετικά με τη συνάντηση, μετά όμως από την εκ μέρους των ελληνικών αρχών υποβολή των παρατηρήσεών τους επί της καταγγελίας.

14      Με έγγραφο της 14ης Απριλίου 2014 οι ελληνικές αρχές υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους επί της καταγγελίας του 2013 στην Επιτροπή, προβάλλοντας, κατά βάση, ότι εν προκειμένω δεν είχε χορηγηθεί καμία κρατική ενίσχυση.

15      Στις 6 Μαΐου 2014 η Επιτροπή γνωστοποίησε στην προσφεύγουσα τις παρατηρήσεις των ελληνικών αρχών επί της καταγγελίας του 2013 καθώς και τη δική της προκαταρκτική εκτίμηση, κατά την οποία δεν υπήρχε λόγος να συνεχίσει την εξέταση της καταγγελίας του 2013, καθόσον η διαιτητική απόφαση δεν ήταν μέτρο καταλογιστέο στο κράτος και δεν παρείχε κανένα πλεονέκτημα στην Αλουμίνιον.

16      Στις 20 Μαΐου 2014 η προσφεύγουσα απάντησε στο έγγραφο της Επιτροπής της 25ης Μαρτίου 2014 αντικρούοντας το περιεχόμενό του και εμμένοντας στα αιτήματά της.

17      Με έγγραφο της 6ης Ιουνίου 2014 διαβιβασθέν με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο η προσφεύγουσα απάντησε στο έγγραφο της Επιτροπής της 6ης Μαΐου 2014, αντικρούοντας την προκαταρκτική εκτίμηση της τελευταίας, προσκόμισε δε επιπλέον πληροφοριακά στοιχεία και κατέθεσε συμπληρωματικές παρατηρήσεις προς στήριξη της καταγγελίας του 2013.

18      Με την προσβαλλόμενη πράξη η Επιτροπή ενημέρωσε την προσφεύγουσα για τα ακόλουθα:

«Όσον αφορά την εκτίμησή σας ότι η τιμή που όρισε το διαιτητικό δικαστήριο είναι κάτω του κόστους της [ΔΕΗ], επισημαίνουμε ότι τα επιχειρήματά σας περί μεθοδολογίας κόστους [δεν είναι] σύμφωνα με εκείνα των ελληνικών αρχών, της ΡΑΕ και του διαιτητικού δικαστηρίου στη διαιτητική απόφαση. Συγκεκριμένα, το διαιτητικό δικαστήριο είχε ειδικά ως έργο να καθορίσει μια τιμή καλύπτουσα το κόστος της [ΔΕΗ] και η [ΔΕΗ] είχε τη δυνατότητα να προβάλει τα επιχειρήματά της στο πλαίσιο αυτό. Η διαιτητική απόφαση αναγνωρίζει ρητώς ότι η ως άνω τιμή καλύπτει το κόστος της [ΔΕΗ] και επιπλέον ένα εύλογο κέρδος, λαμβανομένου παράλληλα υπόψη του προφίλ καταναλωτή της Αλουμίνιον. Κατά συνέπεια, οι υπηρεσίες της ΓΔ Ανταγωνισμού επαναλαμβάνουν τη θέση που εξέφρασαν με το έγγραφο της 6ης Μαΐου 2014 σχετικά με την έλλειψη επιλεκτικού πλεονεκτήματος που να απορρέει από το ως άνω μέτρο, καθόσον δεν γνωστοποιήσατε επαρκείς αποδείξεις που να κλονίζουν τη θέση αυτή.

Βάσει των ανωτέρω σκέψεων, οι υπηρεσίες της ΓΔ Ανταγωνισμού συνήγαγαν ότι οι πληροφορίες που περιέχονται στο από 6 Ιουνίου έγγραφό σας δεν περιλαμβάνουν καμία απόδειξη που να θέτει υπό αμφισβήτηση την εκτιθέμενη στο έγγραφο της 6ης Μαΐου 2014 προκαταρκτική μας εκτίμηση. Σημειώνουμε επίσης ότι δεν προσκομίζετε καμία συμπληρωματική ή νέα πληροφορία που να αποδεικνύει την ύπαρξη παραβιάσεως του δικαίου περί κρατικών ενισχύσεων.

Κατά συνέπεια, οι υπηρεσίες της ΓΔ Ανταγωνισμού συνήγαγαν ότι η σχετική πληροφορία [δεν είναι] επαρκής για να δικαιολογήσει νέα εξέταση της καταγγελίας σας.»

19      Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 22 Αυγούστου 2014 η προσφεύγουσα ζήτησε την ακύρωση της προσβαλλομένης πράξεως.

20      Με έγγραφο της 7ης Οκτωβρίου 2014 απευθυνόμενο στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου, η προσφεύγουσα και η Επιτροπή ζήτησαν από κοινού, βάσει του άρθρου 77, στοιχείο γ΄, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου της 2ας Μαΐου 1991, την αναστολή της εκκρεμούς διαδικασίας για χρονικό διάστημα έξι μηνών, ήτοι μέχρι τις 7 Απριλίου 2015, προκειμένου να δοθεί στην Επιτροπή η δυνατότητα να επανεξετάσει τα ζητήματα που τίθενται με το δικόγραφο της προσφυγής.

21      Το Γενικό Δικαστήριο δέχθηκε την αίτηση αυτή με την από 24 Οκτωβρίου 2014 διάταξη του προέδρου του τετάρτου τμήματος.

22      Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 19 Δεκεμβρίου 2014, η Αλουμίνιον της Ελλάδος AE (στο εξής: ΑτΕ) ζήτησε να παρέμβει υπέρ της Επιτροπής.

23      Η Επιτροπή και η προσφεύγουσα κατέθεσαν, αντιστοίχως στις 4 και στις 5 Μαΐου 2015, τις παρατηρήσεις τους επί της αιτήσεως παρεμβάσεως της ΑτΕ.

24      Με το δικόγραφο της προσφυγής η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη πράξη·

–        να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

 Πραγματικά περιστατικά και διαδικασία μετά την άσκηση της προσφυγής

25      Με την απόφαση C(2015) 1942 τελικό της 25ης Μαρτίου 2015, σχετική με την κρατική ενίσχυση SA.38101 (2015/NN) (πρώην 2013/CP) που χορήγησε η Ελληνική Δημοκρατία στην Αλουμίνιον ΑΕ με τη μορφή τιμολογίων ηλεκτρικής ενεργείας κάτω του κόστους κατόπιν διαιτητικής αποφάσεως (στο εξής: απόφαση της 25ης Μαρτίου 2015), η Επιτροπή, εκτιμώντας ότι η εν λόγω απόφαση αντιπροσώπευε την τελική της θέση στην υπό κρίση υπόθεση, αντικατέστησε την προσβαλλόμενη πράξη με νέα.

26      Στην απόφαση της 25ης Μαρτίου 2015 η Επιτροπή διευκρίνισε τα ακόλουθα:

«(12)      Στην καταγγελία της παρούσας υπόθεσης η καταγγέλλουσα αναφέρεται επίσης [στην καταγγελία του 2012]. Στην εν λόγω καταγγελία ισχυρίστηκε ότι, με την Απόφαση 346/2012 της [ΡΑΕ], με την οποία καθορίστηκε προσωρινό τιμολόγιο για την παρεχόμενη στην Αλουμίνιον ηλεκτρική ενέργεια κατά το χρονικό διάστημα μέχρι τη διευθέτηση της αντιδικίας μεταξύ των εν λόγω δύο μερών σχετικά με το τιμολόγιο, υποχρεώθηκε να προμηθεύει ηλεκτρική ενέργεια στην Αλουμίνιον σε τιμές χαμηλότερες από αυτές της αγοράς και, ως εκ τούτου, να χορηγήσει κρατική ενίσχυση στην Αλουμίνιον. Ωστόσο, επειδή η διαιτητική απόφαση αντικατέστησε πλήρως και αναδρομικώς το προσωρινό τιμολόγιο που είχε καθοριστεί από τη ΡΑΕ, η Επιτροπή θεωρεί ότι η καταγγελία [του 2012] κατέστη άνευ αντικειμένου.»

27      Με έγγραφο της 27ης Απριλίου 2015 απευθυνόμενο στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου, η Επιτροπή ζήτησε από το Γενικό Δικαστήριο να διαπιστώσει, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 113 του Κανονισμού Διαδικασίας της 2ας Μαΐου 1991, ότι, κατόπιν της αποφάσεως της 25ης Μαρτίου 2015, η προσφυγή στην υπό κρίση υπόθεση κατέστη πλέον άνευ αντικειμένου, καθώς και να καταργήσει τη δίκη.

28      Η προσφεύγουσα κλήθηκε στις 13 Μαΐου 2015 να καταθέσει τις παρατηρήσεις της επί του αιτήματος της Επιτροπής περί καταργήσεως της δίκης.

29      Με την ίδια διατύπωση όπως και στο από 27 Απριλίου 2015 έγγραφό της η Επιτροπή επιβεβαίωσε το αίτημά της για την κατάργηση της δίκης με έγγραφο απευθυνθέν στο Γενικό Δικαστήριο στις 19 Ιουνίου 2015.

30      Η προσφεύγουσα υπέβαλε στο Γενικό Δικαστήριο τις παρατηρήσεις της επί του αιτήματος της Επιτροπής περί καταργήσεως της δίκης με έγγραφο της 3ης Ιουλίου 2015.

31      Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 29 Ιουνίου 2015 η προσφεύγουσα ζήτησε την ακύρωση της αποφάσεως της 25ης Μαρτίου 2015 (υπόθεση T‑352/15, ΔΕΗ κατά Επιτροπής).

 Σκεπτικό

32      Δυνάμει του άρθρου 130, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, κάθε διάδικος μπορεί να ζητήσει από το Γενικό Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η προσφυγή κατέστη άνευ αντικειμένου και ότι η δίκη πρέπει να καταργηθεί. Κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 130, παράγραφος 6, του εν λόγω Κανονισμού, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει να προχωρήσει στην προφορική διαδικασία.

33      Στην προκειμένη περίπτωση, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι έχει επαρκώς διαφωτιστεί από τα έγγραφα της δικογραφίας και αποφασίζει να αποφανθεί χωρίς προφορική διαδικασία.

34      Συναφώς, αφενός, πρέπει να υπομνησθεί ότι, όσον αφορά το έννομο συμφέρον, λαμβανομένου υπόψη του αντικειμένου της προσφυγής, το συμφέρον αυτό πρέπει να εξακολουθεί να υφίσταται μέχρι την έκδοση της δικαστικής αποφάσεως, ειδάλλως επιβάλλεται η κατάργηση της δίκης, οπότε η ύπαρξη αυτή εννόμου συμφέροντος προϋποθέτει ότι η προσφυγή μπορεί να ωφελήσει, εκ του αποτελέσματός της, τον διάδικο που την άσκησε (βλ., επ’ αυτού, απόφαση της 20ής Ιουνίου 2013, Cañas κατά Επιτροπής, C‑269/12 P, EU:C:2013:415, σκέψη 15).

35      Αφετέρου, αν εκλείψει, στο πλαίσιο προσφυγής ακυρώσεως, το αντικείμενο της προσφυγής διαρκούσας της διαδικασίας, το Γενικό Δικαστήριο δεν μπορεί να αποφανθεί επί της ουσίας, καθόσον μια τέτοια απόφαση εκ μέρους του δεν αποφέρει κανένα όφελος στον προσφεύγοντα. Η εξάλειψη του αντικειμένου της διαφοράς μπορεί, μεταξύ άλλων, να οφείλεται στην ανάκληση ή στην αντικατάσταση της προσβαλλόμενης πράξεως κατά τη διάρκεια της δίκης (βλ. διάταξη της 12ης Ιανουαρίου 2011, Τερεζάκης κατά Επιτροπής, T‑411/09, Συλλογή, EU:T:2011:4, σκέψεις 14 και 15 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

36      Ωστόσο, εν προκειμένω, πρέπει να σημειωθεί ότι η απόφαση της 25ης Μαρτίου 2015 αντικατέστησε ρητώς την προσβαλλόμενη πράξη, οπότε, την ημερομηνία κατά την οποία το Γενικό Δικαστήριο αποφαίνεται στην υπό κρίση υπόθεση, η προσβαλλόμενη πράξη δεν αποτελεί πλέον μέρος της έννομης τάξεως της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθόσον καταργήθηκε με την έκδοση της αποφάσεως της 25ης Μαρτίου 2015 (βλ., επ’ αυτού, διάταξη Τερεζάκης κατά Επιτροπής, σκέψη 35 ανωτέρω, EU:T:2011:4, σκέψη 16 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

37      Επομένως, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι την ημερομηνία κατά την οποία το Γενικό Δικαστήριο αποφαίνεται στην υπό κρίση υπόθεση η διαφορά έχει πλέον καταστεί άνευ αντικειμένου, οπότε η δίκη επί της άνω διαφοράς πρέπει να καταργηθεί.

38      Η ως άνω εκτίμηση δεν κλονίζεται από τα επιχειρήματα που προβάλλει η προσφεύγουσα με τις παρατηρήσεις της επί του αιτήματος της Επιτροπής περί καταργήσεως της δίκης.

39      Με τις ανωτέρω παρατηρήσεις της, πρώτον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, καθόσον η Επιτροπή διατείνεται, στην απόφαση της 25ης Μαρτίου 2015, ότι «αντικατέστησε» την προσβαλλόμενη πράξη, η εν λόγω απόφαση είναι άκυρη λόγω παραβάσεως ουσιώδους τύπου, όπως υποστήριξε με το δικόγραφο της προσφυγής στην υπόθεση T‑352/15, οπότε η προσφυγή στην υπό κρίση υπόθεση διατηρεί το αντικείμενό της όσον αφορά την καταγγελία του 2013.

40      Προς απόρριψη του επιχειρήματος αυτού, αρκεί να υπομνησθεί ότι υπέρ των πράξεων των οργάνων της Ένωσης, ακόμη και παρατύπων, υφίσταται, καταρχήν, τεκμήριο νομιμότητας, οι πράξεις δε αυτές παράγουν έννομα αποτελέσματα, εφ’ όσον χρόνο δεν έχουν ανακληθεί, ακυρωθεί κατόπιν προσφυγής ακυρώσεως ή κριθεί ανίσχυρες κατόπιν διαδικασίας προδικαστικού ερωτήματος ή κατόπιν ενστάσεως ελλείψεως νομιμότητας (απόφαση της 22ας Μαρτίου 2011, Λεττονία κατά Επιτροπής, T‑369/07, Συλλογή, EU:T:2011:103, σκέψη 61).

41      Επομένως, το Γενικό Δικαστήριο, στην υπό κρίση υπόθεση, δεν μπορεί να αποφανθεί επί του κύρους της αποφάσεως της 25ης Μαρτίου 2015, η οποία εν πάση περιπτώσει αποτελεί το αντικείμενο προσφυγής ακυρώσεως στην υπόθεση T‑352/15.

42      Δεύτερον, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι, εν πάση περιπτώσει, διατηρεί το έννομο συμφέρον της έστω και αν γίνει δεκτό ότι η προσβαλλόμενη πράξη έπαυσε να ισχύει, στον βαθμό που η προβαλλόμενη παρανομία είναι ικανή να επαναληφθεί στο μέλλον ανεξαρτήτως των περιστάσεων της υπό κρίση υποθέσεως, ιδίως προκειμένου να μην επαναληφθεί η παρανομία αυτή στο μέλλον στο πλαίσιο διαδικασίας ανάλογης προς αυτή της υπό κρίση υποθέσεως.

43      Διατείνεται συναφώς ότι η αιτιολογία της προσβαλλομένης πράξεως που στηρίζεται στο γεγονός ότι η διαιτητική απόφαση δεν είναι κρατική πράξη δεν περιλαμβάνεται στην απόφαση της 25ης Μαρτίου 2015.

44      Ωστόσο, προς απόρριψη του επιχειρήματος αυτού αρκεί η διαπίστωση ότι τούτο είναι ανακριβές.

45      Πράγματι, η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξεως αναφέρεται αποκλειστικά στην έλλειψη επιλεκτικού πλεονεκτήματος και ουδόλως κάνει λόγο περί του κρατικού χαρακτήρα ενδεχόμενης ενισχύσεως με τη μορφή διαιτητικής αποφάσεως.

46      Εν πάση περιπτώσει, όποια και αν είναι, κατά την προσφεύγουσα, η προβαλλόμενη παρανομία, η οποία ενδέχεται να επαναληφθεί στο μέλλον ανεξαρτήτως των περιστάσεων της υπό κρίση υποθέσεως, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, καθόσον η προσβαλλόμενη πράξη απέρριψε την καταγγελία του 2013 με την αιτιολογία ότι η προσφεύγουσα δεν είχε αποδείξει την ύπαρξη παραβιάσεως των κανόνων στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων, το ζήτημα αυτό θα αποτελέσει κατ’ ανάγκη αντικείμενο εκτιμήσεως στην προσφυγή ακυρώσεως που ασκήθηκε κατά της αποφάσεως της 25ης Μαρτίου 2015 στην υπόθεση T‑352/15.

47      Επομένως, βάσει μιας τέτοιας αιτιολογίας η προσφεύγουσα δεν μπορεί να έχει συμφέρον για την ακύρωση της προσβαλλομένης πράξεως.

48      Τρίτον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει, όσον αφορά την καταγγελία του 2012, ότι η εκτίμηση του βασίμου του αιτήματος της Επιτροπής περί καταργήσεως της δίκης στην υπό κρίση υπόθεση εξαρτάται από το αν η Επιτροπή απέρριψε, με την απόφαση της 25ης Μαρτίου 2015, την ως άνω καταγγελία ρητώς ή σιωπηρώς, αναφερόμενη στη σιωπηρή απόρριψή της με την προσβαλλόμενη πράξη.

49      Στην πρώτη περίπτωση, δηλαδή αν το Γενικό Δικαστήριο κρίνει, στην υπόθεση T‑352/15, ότι η απόφαση της 25ης Μαρτίου 2015 απέρριψε ρητώς την καταγγελία του 2012, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι το αίτημα της Επιτροπής περί καταργήσεως της δίκης είναι βάσιμο.

50      Στη δεύτερη περίπτωση, δηλαδή αν το Γενικό Δικαστήριο κρίνει, στην υπόθεση T‑352/15, ότι η απόφαση της 25ης Μαρτίου 2015 δεν απέρριψε ρητώς την καταγγελία του 2012, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι το αίτημα της Επιτροπής περί καταργήσεως της δίκης είναι αβάσιμο.

51      Ούτε η ως άνω επιχειρηματολογία μπορεί να ευδοκιμήσει, διότι η Επιτροπή, διαπιστώνουσα, με την απόφαση της 25ης Μαρτίου 2015, ότι το επίμαχο μέτρο δεν αποτελούσε κρατική ενίσχυση, απέρριψε σιωπηρώς την καταγγελία του 2012.

52      Κατά συνέπεια, πρέπει να καταργηθεί η δίκη στην υπό κρίση υπόθεση.

53      Τούτου έπεται ότι παρέλκει η εξέταση της αιτήσεως παρεμβάσεως της Αλουμίνιον.

 Επί των δικαστικών εξόδων

54      Κατά το άρθρο 137 του Κανονισμού Διαδικασίας, σε περίπτωση καταργήσεως της δίκης το Γενικό Δικαστήριο κανονίζει τα έξοδα κατά την κρίση του. Εν προκειμένω, το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει ότι κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα)

διατάσσει:

1)      Καταργείται η δίκη επί της παρούσας προσφυγής.

2)      Παρέλκει η εξέταση της αιτήσεως παρεμβάσεως της Αλουμίνιον της Ελλάδος AE.

3)      Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Λουξεμβούργο, 9 Φεβρουαρίου 2016.

Ο Γραμματέας

 

      Ο Πρόεδρος

E. Coulon

 

      M. Prek


* Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική.