Υπόθεση C524/14 P

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

κατά

Hansestadt Lübeck

«Αίτηση αναιρέσεως – Κρατικές ενισχύσεις – Αερολιμενικά τέλη – Άρθρο 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ – Άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ – Απόφαση περί κινήσεως επίσημης διαδικασίας εξετάσεως – Παραδεκτό της προσφυγής ακυρώσεως – Πρόσωπο το οποίο αφορά ατομικά η επίμαχη πράξη – Έννομο συμφέρον – Άρθρο 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ – Προϋπόθεση του επιλεκτικού χαρακτήρα»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως)της 21ης Δεκεμβρίου 2016

1.        Αναίρεση – Λόγοι – Εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων – Απαράδεκτο – Έλεγχος από το Δικαστήριο της εκτιμήσεως των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων – Αποκλείεται, πλην της περιπτώσεως παραμορφώσεως του περιεχομένου τους

(Άρθρο 256 § 1 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 58, εδ. 1)

2.        Προσφυγή ακυρώσεως – Φυσικά ή νομικά πρόσωπα – Έννομο συμφέρον – Προσφυγή κρατικού φορέα πρώην κυρίου ενός αερολιμένα κατά αποφάσεως της Επιτροπής να κινήσει επίσημη διαδικασία έρευνας κρατικού μέτρου – Ιδιωτικοποίηση του αερολιμένα η οποία επέφερε τη λήξη του καθεστώτος ενισχύσεων – Διατήρηση του εννόμου συμφέροντος – Κίνδυνος αναζητήσεως των σχετικών ποσών

(Άρθρο 108 § 3 ΣΛΕΕ και 263, εδ. 4, ΣΛΕΕ)

3.        Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Έννοια – Επιλεκτικός χαρακτήρας του μέτρου – Κανονισμός περί τελών ενός αερολιμένα – Κανονισμός που έχει εφαρμογή μόνο στις αεροπορικές εταιρίες που χρησιμοποιούν τον αερολιμένα αυτόν – Κριτήριο ανεπαρκές για να συναχθεί ο επιλεκτικός χαρακτήρας του εν λόγω κανονισμού

(Άρθρο 107 § 1 ΣΛΕΕ)

4.        Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Έννοια – Επιλεκτικός χαρακτήρας του μέτρου – Κανονισμός περί τελών ενός αερολιμένα – Κριτήρια εκτιμήσεως – Εκτίμηση του αν το μέτρου συνεπάγεται δυσμενείς διακρίσεις

(Άρθρο 107 § 1 ΣΛΕΕ)

5.        Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Απόφαση της Επιτροπής να κινήσει επίσημη διαδικασία έρευνας κρατικού μέτρου – Δικαστικός έλεγχος – Όρια – Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως

(Άρθρα 107 ΣΛΕΕ και 108 § 2 ΣΛΕΕ)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 20, 21)

2.      Όταν, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, η Επιτροπή έχει κινήσει επίσημη διαδικασία έρευνας σχετικά με ένα υπό εκτέλεση μέτρο που δεν είχε ανακοινωθεί, εθνικό δικαστήριο, επιληφθέν αιτήματος να παύσει η εκτέλεση του μέτρου αυτού και να ανακτηθούν τα ήδη καταβληθέντα ποσά, οφείλει να διατάξει όλα τα αναγκαία μέτρα για να συναχθούν οι συνέπειες τυχόν παραβάσεως της υποχρεώσεως αναστολής της εκτελέσεως του εν λόγω μέτρου. Προς τον σκοπό αυτόν, το εθνικό δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει να αναστείλει την εκτέλεση του επίμαχου μέτρου και να απαιτήσει την ανάκτηση των ήδη καταβληθέντων ποσών και, ενδεχομένως, να διατάξει προσωρινά μέτρα προκειμένου να προστατεύσει, αφενός, τα συμφέροντα των εμπλεκομένων μερών και, αφετέρου, την αποτελεσματικότητα της αποφάσεως της Επιτροπής περί κινήσεως της επίσημης διαδικασίας έρευνας. Ειδικότερα, η υποχρέωση αναστολής εκτελέσεως του επίμαχου μέτρου δεν είναι το μόνο έννομο αποτέλεσμα μιας τέτοιας αποφάσεως. Κατά συνέπεια, ένας κρατικός φορέας που ήλεγχε στο παρελθόν επιχείρηση έχουσα την κυριότητα ενός αερολιμένα εξακολουθεί να εκτίθεται, μετά την ιδιωτικοποίηση του αερολιμένα αυτού, στον κίνδυνο να διατάξει εθνικό δικαστήριο την ανάκτηση ενδεχόμενων ενισχύσεων που είχαν χορηγηθεί την περίοδο κατά την οποία ο ως άνω κρατικός φορέας ήλεγχε την επιχείρηση που είχε την κυριότητα του αερολιμένα τον οποίο αφορά το επίμαχο μέτρο. Επομένως, ελλείψει τελικής αποφάσεως της Επιτροπής περατώνουσας την επίσημη διαδικασία έρευνας, τα αποτελέσματα μιας αποφάσεως περί κινήσεως επίσημης διαδικασία έρευνας εξακολουθούν να υφίστανται, οπότε ο κρατικός φορέας διατηρεί έννομο συμφέρον για να ζητήσει την ακύρωση αυτής.

(βλ. σκέψεις 29-31)

3.      Μόνη η περίσταση ότι ο κανονισμός περί των τελών ενός αερολιμένα εφαρμόζεται αποκλειστικά στις αεροπορικές εταιρίες που χρησιμοποιούν τον αερολιμένα αυτόν δεν ασκεί επιρροή για να εκτιμηθεί ότι αυτός έχει επιλεκτικό χαρακτήρα.

Ουδόλως προκύπτει από τη νομολογία του Δικαστηρίου ότι μέτρο με το οποίο μια δημόσια επιχείρηση καθορίζει τους όρους χρησιμοποιήσεως των αγαθών ή των υπηρεσιών της έχει πάντοτε, και, επομένως, εκ φύσεως, επιλεκτικό χαρακτήρα υπό την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.

Αντιθέτως, η διάταξη αυτή δεν κάνει διάκριση μεταξύ των αιτιών ή των σκοπών των κρατικών παρεμβάσεων, αλλά τις ορίζει σε συνάρτηση με τα αποτελέσματά τους και, επομένως, ανεξαρτήτως των χρησιμοποιουμένων τεχνικών.

Επομένως, ενώ δεν μπορεί να αποκλειστεί ο επιλεκτικός χαρακτήρας μέτρου με το οποίο μια δημόσια επιχείρηση καθορίζει τους όρους χρησιμοποιήσεως των αγαθών ή των υπηρεσιών της, έστω και αν το μέτρο αυτό έχει γενική εφαρμογή στο σύνολο των επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν τα οικεία αγαθά ή τις οικείες υπηρεσίες, για να προσδιοριστεί αν όντως συμβαίνει κάτι τέτοιο πρέπει να λαμβάνεται ως βάση όχι η φύση του μέτρου, αλλά τα αποτελέσματά του και να εξετάζεται αν το πλεονέκτημα που λογίζεται ότι παρέχει το επίμαχο μέτρο ωφελεί στην πραγματικότητα ορισμένες μόνον επιχειρήσεις σε σχέση με άλλες, ενώ, από πλευράς του επιδιωκόμενου με το σχετικό καθεστώς σκοπού, το σύνολο των εν λόγω επιχειρήσεων βρίσκονται σε συγκρίσιμη πραγματική και νομική κατάσταση.

Έτσι, κρατικό μέτρο από το οποίο επωφελείται ένας μόνον τομέας δραστηριοτήτων ή ένα μέρος των επιχειρήσεων του εν λόγω τομέα δεν είναι κατ’ ανάγκη επιλεκτικό. Είναι όντως επιλεκτικό μόνον αν, στο πλαίσιο δεδομένου νομικού καθεστώτος, έχει ως αποτέλεσμα να ευνοεί ορισμένες επιχειρήσεις σε σχέση με άλλες που ανήκουν σε διαφορετικούς τομείς ή στον ίδιο τομέα και οι οποίες βρίσκονται, υπό το πρίσμα του σκοπού τον οποίο επιδιώκει το καθεστώς αυτό, σε συγκρίσιμη πραγματική και νομική κατάσταση.

Επομένως, το ότι ένας αερολιμένας βρίσκεται σε άμεσο ανταγωνισμό με άλλους εθνικούς αερολιμένες και το ότι μόνον οι αεροπορικές εταιρίες που χρησιμοποιούν τον πρώτο αερολιμένα επωφελούνται από τα πλεονεκτήματα τα οποία ενδεχομένως παρέχονται με τον προαναφερθέντα κανονισμό περί τελών δεν αρκεί προς απόδειξη του επιλεκτικού χαρακτήρα του κανονισμού αυτού. Για να έχει έναν τέτοιο χαρακτήρα, θα πρέπει να αποδειχθεί ότι, στο πλαίσιο του νομικού καθεστώτος στο οποίο υπάγονται όλοι αυτοί οι αερολιμένες, ο εν λόγω κανονισμός παρέχει πλεονεκτήματα στις αεροπορικές εταιρίες που χρησιμοποιούν συγκεκριμένο αερολιμένα σε βάρος των εταιριών που χρησιμοποιούν τους άλλους αερολιμένες οι οποίοι βρίσκονται, υπό το πρίσμα του σκοπού τον οποίο επιδιώκει το καθεστώς αυτό, σε συγκρίσιμη πραγματική και νομική κατάσταση.

(βλ. σκέψεις 46-49, 58, 59)

4.      Έτσι, η εξέταση του αν ένα κρατικό μέτρο, έστω και αν έχει γενική εφαρμογή σε ένα σύνολο επιχειρήσεων, έχει επιλεκτικό χαρακτήρα ταυτίζεται, κατ’ ουσίαν, με την εξέταση του αν το μέτρο αυτό εφαρμόζεται στο σύνολο αυτό επιχειρηματιών κατά τρόπο μη συνεπαγόμενο δυσμενείς διακρίσεις. Η έννοια του επιλεκτικού χαρακτήρα συνδέεται με εκείνη της δυσμενούς διακρίσεως. Εξάλλου, η εν λόγω εξέταση του επιλεκτικού χαρακτήρα πρέπει να πραγματοποιείται στο πλαίσιο δεδομένου νομικού καθεστώτος, πράγμα το οποίο συνεπάγεται, καταρχήν, ότι πρέπει να καθορίζεται προηγουμένως το πλαίσιο αναφοράς εντός του οποίου εντάσσεται το επίμαχο μέτρο. Η μέθοδος αυτή δεν επιφυλάσσεται μόνο στην εξέταση των φορολογικών μέτρων, δεδομένου ότι το Δικαστήριο απλώς έχει παρατηρήσει ότι ο καθορισμός του πλαισίου αναφοράς έχει αυξημένη σημασία στις περιπτώσεις φορολογικών μέτρων, καθόσον αυτή καθαυτή η ύπαρξη πλεονεκτήματος μπορεί να προσδιοριστεί μόνο σε σχέση με την αποκαλούμενη «κανονική» φορολογία.

(βλ. σκέψεις 52-55)

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 78-80)