
Ο διερμηνέας καλείται να μεταφράσει προφορικά σε πραγματικό χρόνο, από μια ξένη γλώσσα προς τη γλώσσα εργασίας του, τις αγορεύσεις των εκπροσώπων των διαδίκων και τις ερωτήσεις των δικαστών και των γενικών εισαγγελέων κατά τις επ’ ακροατηρίου συζητήσεις του Δικαστηρίου και του Γενικού Δικαστηρίου, καθώς και τις τοποθετήσεις των συμμετεχόντων σε διάφορες συναντήσεις, όπως είναι οι εθιμοτυπικές επισκέψεις, το Forum Δικαστών και οι πανηγυρικές συνεδριάσεις. Ο διερμηνέας πρέπει να έχει άριστη γνώση των γλωσσών εργασίας, ικανότητα ενεργητικής ακρόασης και υψηλό επίπεδο ανταπόκρισης, ώστε να μεταφέρει πιστά το νόημα των λεγομένων στη γλώσσα-πηγή και τις προθέσεις του ομιλητή.
Το Δικαστήριο προσλαμβάνει διερμηνείς οι οποίοι διαθέτουν τα υψηλότερα εχέγγυα επάρκειας και ακεραιότητας, τα οποία συνήθως αποδεικνύονται από μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών και από την επιτυχή ολοκλήρωση μιας δοκιμασίας διαπίστευσης ή ενός απαιτητικού διαγωνισμού.
Η μέθοδος διερμηνείας που χρησιμοποιεί κατά κύριο λόγο το Δικαστήριο είναι η ταυτόχρονη διερμηνεία, η οποία πραγματοποιείται σε καμπίνα, συνήθως από ομάδα τουλάχιστον δύο διερμηνέων. Ο ομιλητής στην αίθουσα μιλάει σε ένα μικρόφωνο, ο δε διερμηνέας παρακολουθεί την ομιλία μέσω ακουστικών και τη μεταφέρει, ταυτοχρόνως, συνήθως στη μητρική του γλώσσα, μιλώντας επίσης σε μικρόφωνο. Ορισμένοι διερμηνείς κατέχουν μια δεύτερη γλώσσα σε αρκούντως υψηλό επίπεδο ώστε να μπορούν να εργαστούν στη γλώσσα αυτή από τη μητρική τους γλώσσα. Στην περίπτωση αυτή γίνεται λόγος για αντίστροφη διερμηνεία.
Προκειμένου να καλύπτονται όλοι οι γλωσσικοί συνδυασμοί, είναι μερικές φορές απαραίτητη η προσφυγή στη διερμηνεία «relais» ή έμμεση διερμηνεία. Οι διερμηνείς που δεν κατέχουν τη γλώσσα του ομιλητή εργάζονται μέσω διερμηνείας που γίνεται σε άλλη γλωσσική καμπίνα, από συνάδελφό τους ο οποίος διερμηνεύει τον ομιλητή απευθείας προς τη δική του γλώσσα, η οποία εν προκειμένω καλείται ενδιάμεση και συνήθως είναι η γαλλική ή η αγγλική.
Κατά τη διάρκεια εθιμοτυπικών εκδηλώσεων, επισκέψεων ή ακόμη, στο Γενικό Δικαστήριο, κατά τις συναντήσεις στο πλαίσιο φιλικών διακανονισμών ή κατά τις διμερείς συνομιλίες μεταξύ των δικαστών και των διαδίκων στο περιθώριο επ’ ακροατηρίου συζητήσεων, οι διερμηνείς χρησιμοποιούν τη διαδοχική διερμηνεία, δηλαδή διερμηνεία στην οποία ο διερμηνέας κρατά σημειώσεις κατά τη διάρκεια της παρέμβασης του ομιλητή και αποδίδει κατόπιν το περιεχόμενό της.
Η δουλειά του διερμηνέα βασίζεται σε ενδελεχή προετοιμασία, η οποία πολλές φορές αρχίζει αρκετές ημέρες νωρίτερα και καταλαμβάνει σημαντικό μέρος του χρόνου εργασίας του. Η διαρκής κατάρτιση είναι επίσης απαραίτητη: ο διερμηνέας πρέπει να διαθέτει στέρεες γλωσσικές και θεματικές γνώσεις, ώστε να είναι σε θέση να αναλύει σε πραγματικό χρόνο τα λόγια του ομιλητή και να αναπαράγει πιστά το νόημά τους.
Το επάγγελμα του διερμηνέα διέρχεται επίσης μια φάση η οποία χαρακτηρίζεται από ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις, με πιο πρόσφατες ιδίως τη συμμετοχή των μερών στη διαδικασία μέσω τηλεδιάσκεψης (όταν λόγοι υγείας, ασφάλειας ή άλλοι σοβαροί λόγοι δεν τους επιτρέπουν να συμμετάσχουν διά ζώσης) και τη χρήση εργαλείων προετοιμασίας που στηρίζονται στην τεχνητή νοημοσύνη.
Οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για την πρόσβαση στο επάγγελμα του διερμηνέα καθορίζονται στις προκηρύξεις διαγωνισμών και κενών θέσεων εργασίας που δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο EPSO ή στον δικτυακό τόπο Curia.
Δείτε επίσης