Το δικαιοδοτικό έργο

A | Το Δικαστήριο το 2024
B | Το Γενικό Δικαστήριο το 2024
Γ | Η νομολογία το 2024

 
Start Scroll

A | Το Δικαστήριο το 2024

Οι υποθέσεις ενώπιον του Δικαστηρίου αφορούν κυρίως αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως. Όταν ένα εθνικό δικαστήριο διατηρεί αμφιβολίες ως προς την ερμηνεία ή το κύρος κάποιου ενωσιακού κανόνα, αναστέλλει την ενώπιόν του διαδικασία και υποβάλλει προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο. Στηριζόμενο στην απάντηση που θα δώσει το Δικαστήριο με την απόφασή του, το εθνικό δικαστήριο μπορεί πλέον να προχωρήσει στην επίλυση της διαφοράς της οποίας έχει επιληφθεί. Για τις περιπτώσεις στις οποίες είναι απαραίτητο να δοθεί πολύ άμεσα απάντηση (λ.χ. σε υποθέσεις ασύλου, συνοριακών ελέγχων, απαγωγής παιδιών κ.λπ.), προβλέπεται επείγουσα προδικαστική διαδικασία.

Ενώπιον του Δικαστηρίου μπορούν επίσης να ασκηθούν ευθείες προσφυγές, με τις οποίες ζητείται είτε να ακυρωθεί ενωσιακή πράξη («προσφυγή ακυρώσεως») είτε να διαπιστωθεί ότι κράτος μέλος δεν τηρεί το ενωσιακό δίκαιο («προσφυγή λόγω παραβάσεως»). Εάν το κράτος μέλος δεν συμμορφωθεί με την απόφαση με την οποία διαπιστώθηκε η παράβασή του, το Δικαστήριο μπορεί να του επιβάλει χρηματική ποινή κατόπιν άσκησης, από την Επιτροπή, μιας δεύτερης προσφυγής, της λεγόμενης προσφυγής λόγω «διπλής παραβάσεως».

Το Δικαστήριο επιλαμβάνεται επίσης αιτήσεων αναιρέσεως κατά των αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου. Η αναιρετική δίκη μπορεί να οδηγήσει σε εξαφάνιση της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου.

Τέλος, μπορεί να ζητηθεί από το Δικαστήριο με αίτηση γνωμοδοτήσεως (η οποία υποβάλλεται από κράτος μέλος ή ενωσιακό θεσμικό όργανο) να ελέγξει αν συμβιβάζεται με τις Συνθήκες μια συμφωνία που σχεδιάζει να συνάψει η Ένωση με τρίτο κράτος ή με διεθνή οργανισμό.

Η δραστηριότητα και η εξέλιξη της σύνθεσης του Δικαστηρίου

Koen Lenaerts

Πρόεδρος του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Το περασμένο έτος σημαδεύτηκε από την –κατ’ αίτημα του Δικαστηρίου– θέσπιση και έναρξη της ισχύος του κανονισμού 2024/2019 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, μέσω του οποίου μεταρρυθμίζεται νομοθετικά η δικαιοδοτική δομή της Ένωσης ώστε να κατανεμηθεί ο φόρτος εργασίας κατά τρόπο ισόρροπο μεταξύ των δύο ενωσιακών δικαιοδοτικών οργάνων και να αξιοποιηθεί ο διπλασιασμός του αριθμού των δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου που αποφασίστηκε με τον κανονισμό 2015/2422 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το Δικαστήριο θα είναι σε θέση να συνεχίσει να εκπληρώνει τον ρόλο του ερμηνευτή του ενωσιακού δικαίου, εκδίδοντας εντός εύλογου χρόνου τις αποφάσεις του, σε μια συγκυρία όπου οι υποθέσεις οι οποίες εισάγονται ενώπιόν του όχι μόνον αυξάνουν σημαντικά σε αριθμό, αλλά θέτουν ολοένα πιο περίπλοκα και ευαίσθητα ζητήματα, παραδείγματος χάριν συνταγματικής φύσεως ή σχετικά με θεμελιώδη δικαιώματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2024 περισσότερες από 900 νέες υποθέσεις εισήχθησαν ενώπιον του Δικαστηρίου, αριθμός που πλησιάζει το ιστορικό ρεκόρ του 2019, επιβεβαιώνοντας την ανοδική τάση των τελευταίων ετών και αναδεικνύοντας την αναγκαιότητα της προαναφερθείσας μεταρρύθμισης.

Η μεταρρύθμιση αυτή έγκειται κυρίως στη μερική μεταβίβαση της προδικαστικής αρμοδιότητας από το Δικαστήριο στο Γενικό Δικαστήριο. Η μεταβίβαση αυτή, η οποία τέθηκε σε εφαρμογή από 1ης Οκτωβρίου 2024, αφορά έξι συγκεκριμένους τομείς, ήτοι το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, τον τελωνειακό κώδικα, τη δασμολογική κατάταξη των εμπορευμάτων στη συνδυασμένη ονοματολογία, την παροχή αποζημίωσης και βοήθειας προς τους επιβάτες σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης, καθυστέρησης ή ακύρωσης μεταφορικών υπηρεσιών και, τέλος, το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου.

Το Δικαστήριο παραμένει πάντως αρμόδιο να αποφαίνεται επί εκείνων των αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως οι οποίες, μολονότι εμπίπτουν σε έναν ή περισσότερους από τους παραπάνω τομείς, άπτονται ταυτόχρονα και άλλων τομέων ή εγείρουν ανεξάρτητα ζητήματα ερμηνείας του πρωτογενούς δικαίου (περιλαμβανομένου του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης), του δημοσίου διεθνούς δικαίου ή των γενικών αρχών του ενωσιακού δικαίου.

Η μεταρρύθμιση αναμένεται να επιφέρει μια διόλου αμελητέα ελάφρυνση του φόρτου εργασίας του Δικαστηρίου στις προδικαστικές υποθέσεις, όπως τείνουν να επιβεβαιώσουν ήδη οι πρώτες εκτιμήσεις για τους τρεις τελευταίους μήνες του περασμένου έτους.

Μια άλλη πτυχή της μεταρρύθμισης αποσκοπεί στον εξορθολογισμό της αναιρετικής διαδικασίας κατά των αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου. Προκειμένου να επικεντρώνεται το Δικαστήριο σε εκείνες τις αιτήσεις αναιρέσεως οι οποίες όντως εγείρουν σημαντικά νομικά ζητήματα, η εφαρμογή του μηχανισμού της προηγούμενης έγκρισης της εξέτασής τους επεκτάθηκε, από 1ης Σεπτεμβρίου 2024, ώστε να καλύπτει και τις περιπτώσεις αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου που έχουν ως αντικείμενο αποφάσεις οι οποίες εκδίδονται από έξι ακόμη ανεξάρτητα τμήματα προσφυγών ευρωπαϊκών οργάνων ή οργανισμών. Τα έξι αυτά τμήματα ήρθαν να προστεθούν στα τέσσερα τμήματα προσφυγών τα οποία αφορούσε αρχικώς ο συγκεκριμένος μηχανισμός κατά τη θέσπισή του. Επιπλέον, στο πεδίο εφαρμογής του εμπίπτουν πλέον και οι διαφορές οι οποίες άπτονται της εκτέλεσης συμβάσεων που περιέχουν ρήτρα διαιτησίας.

Τέλος, η μεταρρύθμιση αποσκοπεί στην ενίσχυση της διαφάνειας της προδικαστικής διαδικασίας και, συνακόλουθα, στην καλύτερη κατανόηση των αποφάσεων που εκδίδονται από το Δικαστήριο και το Γενικό Δικαστήριο. Για τον λόγο αυτόν, οι γραπτές παρατηρήσεις οι οποίες κατατίθενται στο πλαίσιο προδικαστικών υποθέσεων θα δημοσιεύονται εφεξής στον ιστότοπο του θεσμικού οργάνου εντός εύλογου χρόνου μετά την περάτωση της υποθέσεως, εκτός εάν έχει αντίρρηση ο ενδιαφερόμενος που τις υπέβαλε.

Λόγω της μεταρρύθμισης επήλθαν τροποποιήσεις τόσο στον Οργανισμό του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και στον Κανονισμό Διαδικασίας του Δικαστηρίου και στον Κανονισμό Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ιδίως προκειμένου να διευκρινιστούν οι πρακτικές λεπτομέρειες της αρχικής επεξεργασίας των αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως σε ένα «ενιαίο σημείο επαφής» και προκειμένου επίσης να αποσαφηνιστεί η διαδικασία που ακολουθείται για τις αιτήσεις οι οποίες διαβιβάζονται στο Γενικό Δικαστήριο από το Δικαστήριο. Στον Κανονισμό Διαδικασίας του Δικαστηρίου έγιναν, εξάλλου, και κάποιες άλλες προσθήκες, ώστε να ληφθούν υπόψη τα διδάγματα από την περίοδο της υγειονομικής κρίσης αλλά και οι τεχνολογικές εξελίξεις, κυρίως σε σχέση με τη δυνατότητα των διαδίκων ή των αντιπροσώπων τους να αγορεύουν μέσω τηλεδιάσκεψης υπό την προϋπόθεση της τήρησης ορισμένων νομικών προϋποθέσεων και τεχνικών προδιαγραφών, σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τη διεκπεραίωση και την εκδίκαση των υποθέσεων, σε σχέση με τις ρυθμίσεις για την κατάθεση και την επίδοση διαδικαστικών εγγράφων μέσω της εφαρμογής e-Curia και, τέλος, σε σχέση με τη διαδικτυακή αναμετάδοση ορισμένων συνεδριάσεων.

Οι Συστάσεις προς τα εθνικά δικαστήρια όσον αφορά την υποβολή προδικαστικών ερωτημάτων, καθώς και οι Πρακτικές οδηγίες προς τους διαδίκους, προσαρμόστηκαν αναλόγως.

Σε επίπεδο σύνθεσης του Δικαστηρίου, τραγικό ορόσημο στάθηκε τον Ιούνιο του 2024 ο αδόκητος θάνατος του M. Ilešič (Σλοβενία), ο οποίος ήταν δικαστής του από το 2004.

Τον Ιανουάριο του 2024 αποχώρησε ο δικαστής M. Safjan (Πολωνία), ενώ ο Οκτώβριος έφερε τη μεγαλύτερη αλλαγή, καθώς στο πλαίσιο της περιοδικής μερικής ανανέωσης της σύνθεσης του Δικαστηρίου έληξε η θητεία οκτώ Μελών, ήτοι του Αντιπροέδρου L. Bay Larsen (Δανία), των δικαστών J. C. Bonichot (Γαλλία), A. Prechal (Κάτω Χώρες), P.G. Xuereb (Μάλτα), L. S. Rossi (Ιταλία) και N. Wahl (Σουηδία) καθώς και των γενικών εισαγγελέων P. Pikamäe (Εσθονία) και A. M. Collins (Ιρλανδία). Εννέα Μέλη ανέλαβαν καθήκοντα, ήτοι ο δικαστής B. Smulders (Κάτω Χώρες), o γενικός εισαγγελέας D. Spielmann (Λουξεμβούργο), οι δικαστές M. Condinanzi (Ιταλία) και F. Schalin (Σουηδία), ο γενικός εισαγγελέας A. Biondi (Ιταλία), οι δικαστές S. Gervasoni (Γαλλία) και N. Fenger (Δανία), η δικαστής R. Frendo (Μάλτα) και ο γενικός εισαγγελέας R. Norkus (Λιθουανία).

Τα δε στατιστικά στοιχεία για το περασμένο έτος δείχνουν ότι υπήρξε πολύ υψηλός ο αριθμός τόσο των υποθέσεων που εισήχθησαν ενώπιον του Δικαστηρίου (920, σχεδόν εκατό περισσότερες σε σύγκριση με τα τρία προηγούμενα έτη) όσο και εκείνων που περατώθηκαν (863, δηλαδή 80 περισσότερες από το προηγούμενο έτος), επίδοση η οποία εξηγείται από την αυξημένη πίεση «να κλείσουν» υποθέσεις ενόψει ακριβώς της μερικής ανανέωσης για την οποία μόλις έγινε λόγος. Συνεπώς, στις 31 Δεκεμβρίου 2024 ο αριθμός των εκκρεμών υποθέσεων ανερχόταν σε 1 206. Η μέση διάρκεια των διαδικασιών, λαμβανομένων υπόψη όλων των κατηγοριών υποθέσεων, ανήλθε το 2024 σε 17,7 μήνες.

920
εισαχθείσες υποθέσεις
573
προδικαστικές διαδικασίες, εκ των οποίων
6
επείγουσες προδικαστικές διαδικασίες
Κράτη μέλη με τις περισσότερες αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως
Ιταλία
98
Γερμανία
66
Πολωνία
47
Αυστρία
39
Βουλγαρία
38
53
ευθείες προσφυγές, εκ των οποίων
39
προσφυγές λόγω παραβάσεως και
3
προσφυγές λόγω «διπλής παραβάσεως»
277
αιτήσεις αναιρέσεως κατά αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου
15
αιτήσεις δικαστικής αρωγής
1
αίτηση γνωμοδοτήσεως
Δικαστική αρωγή μπορεί να ζητήσει όποιος διάδικος αδυνατεί να ανταποκριθεί στα δικαστικά έξοδα.
863
περατωθείσες υποθέσεις
580
προδικαστικές αποφάσεις, εκ των οποίων
5
σε επείγουσες προδικαστικές διαδικασίες
53
αποφάσεις επί υποθέσεων με αντικείμενο ευθείες προσφυγές, διαπιστώθηκαν
26
παραβάσεις
16
κρατών μελών, και
1
«διπλή παράβαση»
213
αποφάσεις επί αιτήσεων αναιρέσεως κατά αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου
48
αποφάσεις με τις οποίες αναιρέθηκαν αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου
Μέση διάρκεια των διαδικασιών:
17,7 μήνες
Μέση διάρκεια στις επείγουσες προδικαστικές διαδικασίες:
3,3 μήνες
1 206
εκκρεμείς υποθέσεις στις 31 Δεκεμβρίου 2024
Κύρια αντικείμενα των υποθέσεων
Χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης
141
Κρατικές ενισχύσεις και ανταγωνισμός
137
Οικονομική και νομισματική πολιτική
103
Προσέγγιση των νομοθεσιών
85
Προστασία των καταναλωτών
63
Περιβάλλον
62
Φορολογία
61
Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας
57
Κοινωνική πολιτική
48
Διανοητική ιδιοκτησία
45

Τα Μέλη του Δικαστηρίου

Το Δικαστήριο αποτελείται από 27 δικαστές και 11 γενικούς εισαγγελείς.

Οι δικαστές και οι γενικοί εισαγγελείς διορίζονται κατόπιν κοινής συμφωνίας των κυβερνήσεων των κρατών μελών, μετά από διαβούλευση με επιτροπή αρμόδια να γνωμοδοτεί σχετικά με την καταλληλότητα των προτεινόμενων υποψηφίων για την άσκηση των σχετικών καθηκόντων. Η θητεία τους είναι εξαετής, με δυνατότητα ανανέωσης.

Επιλέγονται μεταξύ προσωπικοτήτων που παρέχουν πλήρη εχέγγυα ανεξαρτησίας και πληρούν τις προϋποθέσεις που απαιτούνται στις χώρες τους για τον διορισμό στα ανώτατα δικαστικά αξιώματα ή είναι νομικοί αναγνωρισμένου κύρους.

Οι δικαστές ασκούν τα καθήκοντά τους με απόλυτη αμεροληψία και ανεξαρτησία.

Οι δικαστές του Δικαστηρίου εκλέγουν μεταξύ τους τον Πρόεδρο και τον Αντιπρόεδρο. Οι δικαστές και οι γενικοί εισαγγελείς διορίζουν επίσης Γραμματέα με εξαετή θητεία.

Έργο των γενικών εισαγγελέων στις υποθέσεις που τους ανατίθενται είναι να εκθέτουν με απόλυτη αμεροληψία και ανεξαρτησία μια νομική γνώμη, τις λεγόμενες «προτάσεις». Οι προτάσεις δεν είναι δεσμευτικές, αλλά φωτίζουν καλύτερα και πληρέστερα το αντικείμενο της διαφοράς.

Στο πλαίσιο της μερικής ανανέωσης της σύνθεσης του Δικαστηρίου τον Οκτώβριο του 2024, ανέλαβαν καθήκοντα εννέα νέα Μέλη: ο δικαστής B. Smulders (Κάτω Χώρες), o γενικός εισαγγελέας D. Spielmann (Λουξεμβούργο), οι δικαστές M. Condinanzi (Ιταλία) και F. Schalin (Σουηδία), ο γενικός εισαγγελέας A. Biondi (Ιταλία), οι δικαστές S. Gervasoni (Γαλλία) και N. Fenger (Δανία), η δικαστής R. Frendo (Μάλτα) και ο γενικός εισαγγελέας R. Norkus (Λιθουανία).

In memoriam

Τον Ιούνιο του 2024 απεβίωσε αιφνιδίως, ενώ ήταν ακόμη εν ενεργεία, ο Σλοβένος δικαστής Marko Ilešič. Υπήρξε το πρώτο Μέλος που διορίστηκε στο Δικαστήριο από τη Σλοβενία, όταν η χώρα αυτή προσχώρησε στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2004. Ο Μ. Ilešič, ο οποίος έχαιρε σεβασμού και θαυμασμού, τόσο σε επαγγελματικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο, για τη νομική του κατάρτιση, το διανοητικό του εκτόπισμα, τις εντυπωσιακές γλωσσικές του γνώσεις αλλά και τον βαθύ ανθρωπισμό του, συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη και την προώθηση του ενωσιακού δικαίου καθώς και στην ανάδειξη του σλοβενικού πολιτισμού.

K. Lenaerts

Πρόεδρος

T. von Danwitz

Αντιπρόεδρος

F. Biltgen

Πρόεδρος του πρώτου τμήματος

K. Jürimäe

Πρόεδρος του δεύτερου τμήματος

Κ. Λυκούργος

Πρόεδρος του τρίτου τμήματος

I. Jarukaitis

Πρόεδρος του τέταρτου τμήματος

M. L. Arastey Sahún

Πρόεδρος του πέμπτου τμήματος

M. Szpunar

Πρώτος γενικός εισαγγελέας

S. Rodin

Πρόεδρος του όγδοου τμήματος

A. Kumin

Πρόεδρος του έκτου τμήματος

N. Jääskinen

Πρόεδρος του ένατου τμήματος

Δ. Γρατσίας

Πρόεδρος του δέκατου τμήματος

M. Gavalec

Πρόεδρος του έβδομου τμήματος

J. Kokott

Γενική εισαγγελέας

A. Arabadjiev

Δικαστής

M. Campos Sánchez-Bordona

Γενικός εισαγγελέας

E. Regan

Δικαστής

N. J. Cardoso da Silva Piçarra

Δικαστής

J. Richard de la Tour

Γενικός εισαγγελέας

Α. Ράντος

Γενικός εισαγγελέας

I. Ziemele

Δικαστής

J. Passer

Δικαστής

N. Αιμιλίου

Γενικός εισαγγελέας

Z. Csehi

Δικαστής

O. Spineanu-Matei

Δικαστής

T. Ćapeta

Γενική εισαγγελέας

L. Medina

Γενική εισαγγελέας

B. Smulders

Δικαστής

D. Spielmann

Γενικός εισαγγελέας

M. Condinanzi

Δικαστής

F. Schalin

Δικαστής

A. Biondi

Γενικός εισαγγελέας

S. Gervasoni

Δικαστής

N. Fenger

Δικαστής

R. Frendo

Δικαστής

R. Norkus

Γενικός εισαγγελέας

Α. Calot Escobar

Γραμματέας

Σειρά πρωτοκόλλου στις 09/10/2024

B | Το Γενικό Δικαστήριο το 2024

Κύριο έργο του Γενικού Δικαστηρίου είναι να αποφαίνεται σε πρώτο βαθμό επί ευθειών προσφυγών που ασκούνται κατά πράξεων των θεσμικών ή των λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης είτε από φυσικά ή νομικά πρόσωπα (ιδιώτες, εταιρίες, ενώσεις κ.λπ.), εφόσον οι πράξεις αυτές τα αφορούν άμεσα και ατομικά, είτε από τα κράτη μέλη, καθώς και επί αγωγών με αίτημα την αποκατάσταση των ζημιών που έχουν προκληθεί από τα θεσμικά όργανα ή τους υπαλλήλους τους.

Οι αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου υπόκεινται σε αίτηση αναιρέσεως ενώπιον του Δικαστηρίου, αποκλειστικώς επί νομικών ζητημάτων. Στις υποθέσεις που έχουν ήδη αποτελέσει αντικείμενο διπλού ελέγχου (από ανεξάρτητο τμήμα προσφυγών και στη συνέχεια από το Γενικό Δικαστήριο), το Δικαστήριο εγκρίνει την εξέταση της αιτήσεως αναιρέσεως μόνον όταν η αίτηση εγείρει σημαντικό ζήτημα για την ενότητα, τη συνοχή ή την εξέλιξη του ενωσιακού δικαίου.

Από 1ης Οκτωβρίου 2024 το Γενικό Δικαστήριο είναι επίσης αρμόδιο να αποφαίνεται επί αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως οι οποίες του διαβιβάζονται από το Δικαστήριο και αφορούν αποκλειστικώς έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους έξι συγκεκριμένους τομείς: το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, τον τελωνειακό κώδικα, τη δασμολογική κατάταξη των εμπορευμάτων στη συνδυασμένη ονοματολογία, την παροχή αποζημίωσης και βοήθειας προς τους επιβάτες σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης ή καθυστέρησης ή ακύρωσης μεταφορικών υπηρεσιών και, τέλος, το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου.

Μεγάλο μέρος των διαφορών των οποίων επιλαμβάνεται είναι οικονομικής φύσεως: υποθέσεις διανοητικής ιδιοκτησίας (σήματα, σχέδια και υποδείγματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης), ανταγωνισμού, κρατικών ενισχύσεων και χρηματοπιστωτικής εποπτείας. Το Γενικό Δικαστήριο είναι επίσης αρμόδιο να αποφαίνεται επί υπαλληλικών υποθέσεων της ευρωπαϊκής δημόσιας διοίκησης.

Η δραστηριότητα και η εξέλιξη της σύνθεσης του Γενικού Δικαστηρίου

Marc van der Woude

Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Για το Γενικό Δικαστήριο, το 2024 στάθηκε ιδιαίτερα αξιομνημόνευτο λόγω της έναρξης ισχύος του κανονισμού 2024/2019, ο οποίος μεταρρύθμισε τη δικαιοδοτική δομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η μερική μεταβίβαση, από το Δικαστήριο στο Γενικό Δικαστήριο, της αρμοδιότητας επί των προδικαστικών παραπομπών των εθνικών δικαστηρίων έγινε πραγματικότητα από 1ης Οκτωβρίου 2024.

Δυνάμει του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Γενικό Δικαστήριο είναι πλέον αρμόδιο να αποφαίνεται επί αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως οι οποίες εμπίπτουν αποκλειστικώς σε έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους έξι συγκεκριμένους τομείς: το κοινό σύστημα ΦΠΑ, τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, τον τελωνειακό κώδικα, τη δασμολογική κατάταξη των εμπορευμάτων, την παροχή αποζημίωσης και βοήθειας προς τους επιβάτες σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης ή καθυστέρησης ή ακύρωσης μεταφορικών υπηρεσιών, καθώς και το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (νέο άρθρο 50β). Μεταξύ 1ης Οκτωβρίου και 31ης Δεκεμβρίου 2024, διαβιβάστηκαν στο Γενικό Δικαστήριο 19 αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως.

Στο εσωτερικό του, το Γενικό Δικαστήριο χρειάστηκε να αναδιοργανωθεί και να ορίσει τους δέκα δικαστές του νεοσυσταθέντος τμήματος προδικαστικών υποθέσεων, καθώς και τον πρόεδρό του, τον Σ. Παπασάββα, Αντιπρόεδρο του Γενικού Δικαστηρίου. Προκειμένου να εξασφαλίσει ότι οι υποθέσεις αυτές θα εκδικάζονται υπό τις καλύτερες δυνατές συνθήκες, το Γενικό Δικαστήριο όρισε επίσης τρεις δικαστές που θα καλούνται να ασκήσουν καθήκοντα γενικού εισαγγελέα. Επιπλέον, ο Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου προβλέπει πλέον τη δυνατότητα να επιλαμβάνεται ορισμένων προδικαστικών υποθέσεων ένα τμήμα διευρυμένης σύνθεσης, αποτελούμενο από εννέα δικαστές.

Εξάλλου, από 1ης Σεπτεμβρίου 2024, επεκτάθηκε η εφαρμογή του μηχανισμού προηγούμενης έγκρισης της εξέτασης αιτήσεων αναιρέσεως κατά αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου που αφορούν απόφαση η οποία έχει εκδοθεί από ανεξάρτητο τμήμα προσφυγών ενός από τα όργανα ή τους οργανισμούς της Ένωσης (νέο άρθρο 58α του Οργανισμού του Δικαστηρίου, το οποίο προστέθηκε με τον κανονισμό 2024/2019). Η συγκεκριμένη πτυχή της μεταρρύθμισης προάγει την ευθύνη του Γενικού Δικαστηρίου προς διασφάλιση της συνοχής και της ομοιομορφίας του δικαίου στους σχετικούς τομείς.

Η έναρξη της εφαρμογής της μεταρρύθμισης συνέπεσε με την αποχώρηση, στις 7 Οκτωβρίου 2024, πέντε Μελών του Γενικού Δικαστηρίου που διορίστηκαν δικαστές στο Δικαστήριο. Πρόκειται ειδικότερα για τον δικαστή S. Gervasoni, τους προέδρους τμήματος D. Spielmann και F. Schalin, τη δικαστή R. Frendo και τον δικαστή R. Norkus. Το Γενικό Δικαστήριο τούς ευχαριστεί για τη μακρόχρονη και ουσιώδη συνεισφορά τους στη νομολογία του. Την ίδια ημέρα, οι δικαστές Η. Cassagnabère και R. Meyer ορκίστηκαν νέα Μέλη του Γενικού Δικαστηρίου.

Η ευρεία εσωτερική αναδιοργάνωση και οι αποχωρήσεις Μελών δεν επιβράδυναν πάντως τη δικαιοδοτική δραστηριότητα του Γενικού Δικαστηρίου, το οποίο κατάφερε να περατώσει 922 υποθέσεις το 2024. Κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους εισήχθησαν μόνον 786 υποθέσεις, με συνέπεια να μειωθεί ο αριθμός των εκκρεμών υποθέσεων. Η μέση διάρκεια των διαδικασιών, η οποία ανέρχεται σε 18,5 μήνες, μαρτυρεί την αποτελεσματική διεκπεραίωση και εκδίκαση των υποθέσεων, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι το Γενικό Δικαστήριο εμφανίζεται έτοιμο να επιδείξει και ταχύτερα αντανακλαστικά όταν το απαιτούν οι ιδιαιτερότητες της υποθέσεως. Ενδεικτικό είναι ότι χρειάστηκε μόλις 8,2 μήνες για να εκδώσει την πρώτη του απόφαση στον τομέα των ψηφιακών αγορών (απόφαση T‑1077/23 Bytedance κατά Επιτροπής).

Το 2024 οι αποφάσεις πενταμελών τμημάτων αντιπροσωπεύουν το 20,2 % των υποθέσεων που περατώθηκαν συνολικά από το Γενικό Δικαστήριο. Πέραν τούτου, το Γενικό Δικαστήριο συνέχισε την πρακτική του να αναθέτει τις σπουδαιότερες υποθέσεις, όπως παραδείγματος χάριν όσες άπτονται του κράτους δικαίου, στο τμήμα μείζονος συνθέσεως, το οποίο συγκροτείται από 15 δικαστές (βλ. την ενότητα «Αναδρομή στις σημαντικότερες αποφάσεις της χρονιάς»). Με αυτόν τον βαρύνοντα δικαστικό σχηματισμό αποφάνθηκε επί των υποθέσεων Ordre néerlandais des avocats du barreau de Bruxelles κ.λπ. κατά Συμβουλίου, Medel κ.λπ. κατά Συμβουλίου και Fridman κ.λπ. κατά Συμβουλίου,καθώς και Timchenko και Timchenko κατά Συμβουλίου.

Ενισχυμένο με τη νέα του αρμοδιότητα στον τομέα των προδικαστικών παραπομπών, καθώς και με τις νέες του ευθύνες κατόπιν της επέκτασης της εφαρμογής του μηχανισμού προηγούμενης έγκρισης της εξέτασης των αιτήσεων αναιρέσεως, το Γενικό Δικαστήριο έχει πλέον εξοπλιστεί με όλα τα αναγκαία εργαλεία για μια αποτελεσματική και προδραστική διαχείριση του φόρτου εργασίας του, ενόψει και της επόμενης μερικής ανανέωσης της σύνθεσής του, τον Οκτώβριο του 2025.

786
εισαχθείσες υποθέσεις
667
ευθείες προσφυγές, εκ των οποίων:
Πνευματική και βιομηχανική ιδιοκτησία
268
Υπαλληλικές υποθέσεις της ΕΕ
76
Κρατικές ενισχύσεις και ανταγωνισμός
33
7
προσφυγές που ασκήθηκαν από τα κράτη μέλη
30
αιτήσεις δικαστικής αρωγής
19
αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως
Δικαστική αρωγή μπορεί να ζητήσει όποιος διάδικος αδυνατεί να ανταποκριθεί στα δικαστικά έξοδα.

Νομολογιακές εξελίξεις

Σάββας Παπασάββας

Αντιπρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου

Το 2024 επανήλθε στο προσκήνιο το τμήμα μείζονος συνθέσεως, ο εξέχων δικαστικός σχηματισμός του Γενικού Δικαστηρίου, στον οποίο, μέχρι σήμερα, μόνο σπάνια και περιστασιακά έχουν ανατεθεί υποθέσεις προς εκδίκαση. Αποτελούμενο από δεκαπέντε δικαστές, το τμήμα μείζονος συνθέσεως επιλαμβάνεται των πλέον βαρυσήμαντων υποθέσεων, καθώς και εκείνων που παρουσιάζουν νομικές δυσκολίες ή χαρακτηρίζονται από τη συνδρομή ιδιαίτερων περιστάσεων (άρθρο 28, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου). Έξι αποφάσεις, οι οποίες αφορούσαν ομάδες συναφών υποθέσεων, εκδόθηκαν κατά το περασμένο έτος από τον συγκεκριμένο δικαστικό σχηματισμό, με αντικείμενο, αφενός, τις επιθέσεις της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και, αφετέρου, την εφαρμογή του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας στο πλαίσιο του επονομαζόμενου σχεδίου NextGenerationEU.

Κατ’ αρχάς, με τις αποφάσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2024, Fridman κ.λπ. κατά Συμβουλίου και Timchenko και Timchenko κατά Συμβουλίου (T‑635/22 και T‑644/22), το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε την αρμοδιότητα του Συμβουλίου, αφενός, να επιβάλλει στα πρόσωπα που υπόκεινται σε περιοριστικά μέτρα υποχρεώσεις δήλωσης των περιουσιακών τους στοιχείων και συνεργασίας με τις αρμόδιες εθνικές αρχές και, αφετέρου, να εξομοιώνει τη μη τήρηση των υποχρεώσεων αυτών με καταστρατήγηση των μέτρων δέσμευσης κεφαλαίων.

Στη συνέχεια, με τις αποφάσεις της 2ας Οκτωβρίου 2024, Ordre néerlandais des avocats du barreau de Bruxelles κ.λπ. κατά Συμβουλίου, Ordre des avocats à la cour de Paris και Couturier κατά Συμβουλίου και ACE κατά Συμβουλίου (T‑797/22, T‑798/22 και T‑828/22), το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε τη νομιμότητα της απαγόρευσης παροχής, είτε άμεσα είτε έμμεσα, νομικών συμβουλών στη Ρωσική Κυβέρνηση και σε νομικά πρόσωπα, οντότητες και οργανισμούς με έδρα τη Ρωσία (κανονισμός 833/2014 του Συμβουλίου), εφόσον αφορούν τα περιοριστικά μέτρα που λαμβάνονται λόγω των ενεργειών της Ρωσίας για την αποσταθεροποίηση της κατάστασης στην Ουκρανία. Το επίδικο ζήτημα ήταν αν υφίσταται θεμελιώδες δικαίωμα πρόσβασης σε δικηγόρο, και δη σε περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει σύνδεση με ένδικη διαδικασία. Το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή, αλλά εστίασε ιδίως στην αποσαφήνιση του περιεχομένου του δικαιώματος πραγματικής προσφυγής (άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης) και του δικαιώματος προστασίας του επαγγελματικού απορρήτου (άρθρο 7).

Τέλος, με τη διάταξη της 4ης Ιουνίου 2024, Medel κ.λπ. κατά Συμβουλίου (T‑530/22 έως T‑533/22), το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε τις προσφυγές ακυρώσεως κατά της εκτελεστικής αποφάσεως με την οποία το Συμβούλιο ενέκρινε την αξιολόγηση του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Πολωνίας και καθόρισε τα ορόσημα και τους στόχους που έπρεπε να επιτευχθούν από το εν λόγω κράτος μέλος ώστε να αποδεσμευτεί η χρηματοδοτική συνεισφορά η οποία ετίθετο στη διάθεσή του με την προσβαλλόμενη απόφαση. Το τμήμα μείζονος συνθέσεως έκρινε ότι οι προσφεύγουσες, τέσσερις αντιπροσωπευτικές ενώσεις δικαστών σε διεθνές επίπεδο, των οποίων τα μέλη ήταν κατά κανόνα εθνικές επαγγελματικές ενώσεις, ανάμεσά τους και πολωνικές, δεν μπορούσαν να θεμελιώσουν ενεργητική νομιμοποίηση.

Η νέα ώθηση που δόθηκε στο τμήμα μείζονος συνθέσεως θα έχει ασφαλώς συνέχεια και το 2025, δεδομένου ότι επί του παρόντος εκκρεμούν και άλλες υποθέσεις ενώπιον του δικαστικού αυτού σχηματισμού. Κατά πάσα πιθανότητα, η τάση αυτή θα συνοδευτεί και από δραστηριοποίηση του τμήματος διευρυμένης συνθέσεως, το οποίο δημιουργήθηκε από τον κανονισμό 2024/2019 για να συμπληρωθεί το φάσμα των δικαστικών σχηματισμών του Γενικού Δικαστηρίου.

922
περατωθείσες υποθέσεις
832
αποφάσεις επί υποθέσεων με αντικείμενο ευθείες προσφυγές, εκ των οποίων:
Πνευματική και βιομηχανική ιδιοκτησία
276
Κρατικές ενισχύσεις και ανταγωνισμός
98
Υπαλληλικές υποθέσεις της ΕΕ
76
1
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως
Μέση διάρκεια των διαδικασιών
18,5 μήνες
Ποσοστό αποφάσεων που προσβλήθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου με αίτηση αναιρέσεως
35 %
1 705
εκκρεμείς υποθέσεις (στις 31 Δεκεμβρίου 2024)
Κύρια αντικείμενα των υποθέσεων
Θεσμικό δίκαιο
552
Πνευματική και βιομηχανική ιδιοκτησία
322
Οικονομική και νομισματική πολιτική
167
Κρατικές ενισχύσεις και ανταγωνισμός
153
Υπαλληλικές υποθέσεις της ΕΕ
112
Περιοριστικά μέτρα
91
Πρόσβαση στα έγγραφα
41
Γεωργία
30
Δημόσιες συμβάσεις
29
Δημόσια υγεία
24

Τα Μέλη του Γενικού Δικαστηρίου

Το Γενικό Δικαστήριο αποτελείται από δύο δικαστές ανά κράτος μέλος.

Οι δικαστές επιλέγονται μεταξύ προσώπων που παρέχουν όλα τα εχέγγυα ανεξαρτησίας και διαθέτουν τα προσόντα τα οποία απαιτούνται για την άσκηση υψηλών δικαιοδοτικών καθηκόντων. Διορίζονται κατόπιν κοινής συμφωνίας μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών μελών, μετά από διαβούλευση με επιτροπή αρμόδια να γνωμοδοτεί σχετικά με την καταλληλότητα των υποψηφίων. Η θητεία τους είναι εξαετής, με δυνατότητα ανανέωσης. Εκλέγουν μεταξύ τους, ανά τρία έτη, τον Πρόεδρο και τον Αντιπρόεδρο του Γενικού Δικαστηρίου. Διορίζουν επίσης Γραμματέα με εξαετή θητεία.

Οι δικαστές ασκούν τα καθήκοντά τους με πλήρη αμεροληψία και ανεξαρτησία.

Στο πλαίσιο της μερικής μεταβίβασης της προδικαστικής αρμοδιότητας από το Δικαστήριο στο Γενικό Δικαστήριο, η οποία ισχύει από 1ης Οκτωβρίου 2024, το Γενικό Δικαστήριο εξέλεξε τον J. Martín y Pérez de Nanclares και την M. Brkan ως δικαστές που θα ασκούν καθήκοντα γενικού εισαγγελέα στις προδικαστικές υποθέσεις, καθώς και τον I. Gâlea ως αντικαταστάτη τους σε περίπτωση κωλύματος.

Τον Οκτώβριο του 2024 ανέλαβαν καθήκοντα δικαστή στο Γενικό Δικαστήριο οι H. Cassagnabère (Γαλλία) και R. Meyer (Λουξεμβούργο), αντικαθιστώντας τους S. Gervasoni και D. Spielmann, οι οποίοι διορίστηκαν στο Δικαστήριο.

M. van der Woude

Πρόεδρος

Σ. Παπασάββας

Αντιπρόεδρος

Α. Μαρκουλλή

Πρόεδρος του δεύτερου τμήματος

R. da Silva Passos

Πρόεδρος του τέταρτου τμήματος

J. Svenningsen

Πρόεδρος του πέμπτου τμήματος

M. J. Costeira

Πρόεδρος του έκτου τμήματος

K. Kowalik-Bańczyk

Πρόεδρος του έβδομου τμήματος

A. Kornezov

Πρόεδρος του όγδοου τμήματος

L. Truchot

Πρόεδρος του ένατου τμήματος

O. Porchia

Πρόεδρος του δέκατου τμήματος

R. Mastroianni

Πρόεδρος του πρώτου τμήματος

P. Škvařilová-Pelzl

Πρόεδρος του τρίτου τμήματος

M. Jaeger

Δικαστής

H. Kanninen

Δικαστής

J. Schwarcz

Δικαστής

M. Kancheva

Δικαστής

E. Buttigieg

Δικαστής

V. Tomljenović

Δικαστής

L. Madise

Δικαστής

N. Półtorak

Δικαστής

I. Reine

Δικαστής

P. Nihoul

Δικαστής

U. Öberg

Δικαστής

C. Mac Eochaidh

Δικαστής

G. De Baere

Δικαστής

T. Pynnä

Δικαστής

J. Laitenberger

Δικαστής

J. Martín y Pérez de Nanclares

Δικαστής

G. Hesse

Δικαστής

M. Sampol Pucurull

Δικαστής

M. Stancu

Δικαστής

I. Nõmm

Δικαστής

G. Steinfatt

Δικαστής

T. Perišin

Δικαστής

D. Petrlík

Δικαστής

M. Brkan

Δικαστής

P. Zilgalvis

Δικαστής

K. Kecsmár

Δικαστής

I. Gâlea

Δικαστής

Ι. Δημητρακόπουλος

Δικαστής

D. Kukovec

Δικαστής

S. Kingston

Δικαστής

T. Tóth

Δικαστής

B. Ricziová

Δικαστής

E. Tichy-Fisslberger

Δικαστής

Γ. Βαλασίδης

Δικαστής

S. Verschuur

Δικαστής

S. L. Kalėda

Δικαστής

L. Spangsberg Grønfeld

Δικαστής

H. Cassagnabère

Δικαστής

R. Meyer

Δικαστής

V. Di Bucci

Γραμματέας

Σειρά πρωτοκόλλου στις 09/10/2024

Γ | Η νομολογία το 2024

Focus

Δέσμη μέτρων του 2020 για την κινητικότητα: θεμιτός ανταγωνισμός και βελτίωση των συνθηκών εργασίας, για έναν ασφαλέστερο, βιώσιμο και δίκαιο τομέα οδικών μεταφορών

Απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2024, Λιθουανία κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου (C‑541/20 έως C‑555/20)

Δέσμη μέτρων του 2020 για την κινητικότητα

Το 2020 η Ευρωπαϊκή Ένωση θέσπισε μια δέσμη μεταρρυθμίσεων στον τομέα των οδικών μεταφορών, επιδιώκοντας δύο βασικούς στόχους:

1. Βελτίωση των συνθηκών εργασίας των οδηγών:

  • – μέσω της απαγόρευσης να λαμβάνουν την περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσής τους εντός των οχημάτων·

    – μέσω της διασφάλισης της τακτικής επιστροφής τους στον τόπο της κατοικίας ή στο επιχειρησιακό κέντρο του εργοδότη (κάθε τρεις ή τέσσερις εβδομάδες) για να περνούν εκεί τον χρόνο ανάπαυσής τους·

    – μέσω της επίσπευσης της ημερομηνίας έναρξης ισχύος της υποχρέωσης εγκατάστασης ευφυών ταχογράφων δεύτερης γενιάς στα οχήματα.

2. Εξασφάλιση θεμιτού ανταγωνισμού:

  • – μέσω της απαίτησης να επιστρέφουν τα οχήματα κάθε οκτώ εβδομάδες σε επιχειρησιακό κέντρο ευρισκόμενο στο κράτος μέλος εγκατάστασης της επιχείρησης μεταφορών·

    – μέσω της καθιέρωσης τετραήμερης περιόδου αδράνειας κατόπιν ενός κύκλου ενδομεταφορών σε κράτος μέλος υποδοχής (κατά τη διάρκεια της οποίας οι μη εγκατεστημένοι εκεί μεταφορείς δεν επιτρέπεται να εκτελούν ενδομεταφορές με το ίδιο όχημα στο ίδιο κράτος μέλος)·

    – μέσω του χαρακτηρισμού των οδηγών ως «αποσπασμένων εργαζομένων» σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις, ώστε να απολαύουν των όρων εργασίας και των αμοιβών που ισχύουν στο κράτος μέλος υποδοχής.

Ενδομεταφορά ονομάζεται η μεταφορά που πραγματοποιείται στο εσωτερικό κράτους μέλους από μεταφορέα μη εγκατεστημένο εκεί. Τέτοιες μεταφορές είναι αποδεκτές εφόσον ο τρόπος διεξαγωγής τους δεν δημιουργεί μόνιμη δραστηριότητα εντός του οικείου κράτους μέλους.

Ο ευφυής ταχογράφος δεύτερης γενιάς είναι μια ηλεκτρονική συσκευή που καταγράφει τον χρόνο οδήγησης, τα διαλείμματα και τις περιόδους ανάπαυσης των οδηγών. Συμβάλλει στην ενίσχυση της οδικής ασφάλειας, στον σεβασμό των όρων εργασίας των οδηγών και στην πρόληψη των καταχρήσεων και της απάτης.

Η Δέσμη μέτρων για την κινητικότητα περιλαμβάνει τρεις νομοθετικές πράξεις σχετικές με το νομικό καθεστώς των οδικών μεταφορών. Η φιλόδοξη αυτή μεταρρύθμιση προκάλεσε έντονες αντιπαραθέσεις οι οποίες έλαβαν εν τέλει και τη μορφή ένδικων διαφορών. Ειδικότερα, επτά κράτη μέλη –η Λιθουανία, η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Κύπρος, η Ουγγαρία, η Μάλτα και η Πολωνία– άσκησαν δεκαπέντε προσφυγές ενώπιον του Δικαστηρίου ζητώντας την ακύρωση ορισμένων διατάξεων της Δέσμης μέτρων για την κινητικότητα.

Με την απόφασή του, το Δικαστήριο επιβεβαίωσε, σε μεγάλο βαθμό, το κύρος των προσβαλλομένων ρυθμίσεων.

Αναγνωρίζοντας ότι η βελτίωση των συνθηκών εργασίας των οδηγών μπορεί πράγματι να συνεπάγεται αύξηση του κόστους που επωμίζονται οι επιχειρήσεις μεταφορών, το Δικαστήριο υπογράμμισε ότι οι κανόνες αυτοί, οι οποίοι εφαρμόζονται αδιακρίτως σε ολόκληρη την Ένωση, δεν εισάγουν διακρίσεις εις βάρος όσων επιχειρήσεων μεταφορών είναι εγκατεστημένες σε κράτη μέλη που βρίσκονται «στην περιφέρεια της Ένωσης». Η πιθανότητα να έχουν οι ως άνω κανόνες σημαντικότερο αντίκτυπο για ορισμένες επιχειρήσεις εξαρτάται από την οικονομική επιλογή των τελευταίων να παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε αποδέκτες ευρισκόμενους σε κράτη μέλη απομακρυσμένα από τον δικό τους τόπο εγκατάστασης.

Όσον αφορά τον χαρακτηρισμό «αποσπασμένοι εργαζόμενοι» (χάρη στον οποίο οι οδηγοί μπορούν να επωφελούνται από τους ελάχιστους όρους που διέπουν την εργασία και τις αμοιβές στο κράτος μέλος υποδοχής, αντί να υπόκεινται στους αντίστοιχους, ενδεχομένως λιγότερο ευνοϊκούς, όρους του κράτους εγκατάστασης του μεταφορέα), το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι πρόκειται για μέτρο το οποίο αποσκοπεί στη διασφάλιση δίκαιων συνθηκών εργασίας και στην καταπολέμηση των πρακτικών αθέμιτου ανταγωνισμού. Η εξέλιξη αυτή, αν και επωφελής για τους μισθωτούς, προκάλεσε διχογνωμίες μεταξύ των κρατών μελών, καθώς ορισμένα, πρωτίστως εκείνα στα οποία το μισθολογικό κόστος είναι χαμηλό, εξέφρασαν επιφυλάξεις για την επακόλουθη άνοδο του κόστους που θα βαρύνει τις επιχειρήσεις τους, καθώς και για τη διοικητική πολυπλοκότητα των νέων κανόνων. Το Δικαστήριο επικύρωσε το μέτρο το οποίο έλαβε ο ενωσιακός νομοθέτης στοχεύοντας στη δίκαιη εξισορρόπηση των διαφόρων εμπλεκόμενων συμφερόντων.

Ως προς την υποχρέωση τήρησης τετραήμερης περιόδου αδράνειας κατόπιν κύκλου ενδομεταφορών σε κράτος μέλος υποδοχής, το Δικαστήριο έκρινε ότι ο σκοπός του μέτρου έγκειται στην προστασία των τοπικών επιχειρήσεων και στην πρόληψη του αθέμιτου ανταγωνισμού, μέσω του αποκλεισμού του ενδεχομένου να καταλήγουν οι επαναλαμβανόμενες ενδομεταφορές σε de facto άσκηση μόνιμης δραστηριότητας στο κράτος μέλος υποδοχής. Ορισμένα κράτη μέλη επέκριναν την επιβολή τέτοιας υποχρέωσης διότι, κατά την άποψή τους, περιορίζει την ευελιξία των επιχειρήσεων, αναγκάζοντάς τες να προσαρμόζουν τα δρομολόγιά τους για να αποφύγουν περιόδους αδράνειας που μεταφράζονται σε απώλειες εσόδων. Το Δικαστήριο απέρριψε τα επιχειρήματά τους, επισημαίνοντας ότι το μέτρο απαγορεύει απλώς την εκτέλεση ενδομεταφορών εντός του ίδιου κράτους μέλους υποδοχής κατά την επίμαχη περίοδο, όπερ δεν εμποδίζει τη διενέργεια άλλων διεθνών μεταφορών ή ενδομεταφορών σε άλλα κράτη μέλη.

Εντούτοις, το Δικαστήριο ακύρωσε τις διατάξεις που προέβλεπαν την υποχρέωση να επιστρέφουν τα οχήματα στο επιχειρησιακό κέντρο του μεταφορέα κάθε οκτώ εβδομάδες. Αποφάνθηκε ότι το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δεν απέδειξαν ότι είχαν στη διάθεσή τους επαρκείς πληροφορίες για να αξιολογήσουν την αναλογικότητα του μέτρου και τις κοινωνικές, περιβαλλοντικές και οικονομικές επιπτώσεις του.

Focus

Απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2024, Herbaria Kräuterparadies II (C‑240/23)

Η γερμανική εταιρία Herbaria παρασκευάζει το ρόφημα «Blutquick», το οποίο διατίθεται στην αγορά ως συμπλήρωμα διατροφής. Εκτός από τα βιολογικά του συστατικά, το ρόφημα περιέχει μη φυτικές βιταμίνες και γλυκονικό σίδηρο. Επάνω στη συσκευασία του εμφανίζεται το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ένωσης και αναγράφεται ότι τα συστατικά του προέρχονται από «ελεγχόμενη βιολογική καλλιέργεια».

Τον Ιανουάριο του 2012 οι γερμανικές αρχές απαγόρευσαν στην Herbaria να κάνει αναφορά σε προστατευόμενη βιολογική παραγωγή, δεδομένου ότι η ενωσιακή νομοθεσία επιτρέπει την προσθήκη βιταμινών και ανόργανων συστατικών στα μεταποιημένα προϊόντα που φέρουν ένδειξη με τον όρο «βιολογικό» μόνον εάν η χρήση των προσθέτων επιβάλλεται εκ του νόμου.

Το Δικαστήριο, απαντώντας παλαιότερα σε προδικαστικά ερωτήματα στο πλαίσιο της υπόθεσης Herbaria Kräuterparadies Ι (C‑137/13), είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η χρήση βιταμινών και ανόργανων συστατικών θεωρείται ότι επιβάλλεται εκ του νόμου μόνον εφόσον κανόνας της Ένωσης ή σύμφωνος με την ενωσιακή νομοθεσία εθνικός κανόνας απαιτεί άμεσα την προσθήκη τους σε τρόφιμο ώστε να είναι δυνατή η διάθεσή του στην αγορά. Δεδομένου ότι η απαίτηση αυτή δεν πληρούται στην περίπτωση των βιταμινών και του γλυκονικού σιδήρου που προστίθενται στο «Blutquick», η προσφυγή της Herbaria απορρίφθηκε από το γερμανικό δικαστήριο το οποίο είχε υποβάλει στο Δικαστήριο την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως.

Στη συνέχεια, επιλήφθηκε το γερμανικό Ομοσπονδιακό Διοικητικό Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου η Herbaria δεν αμφισβητούσε πλέον την απαγόρευση χρήσης του λογότυπου βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά επικαλέστηκε άνιση μεταχείριση μεταξύ του δικού της προϊόντος και ενός παρόμοιου προϊόντος εισαγόμενου από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγνωρίζονται από το ευρωπαϊκό δίκαιο ως τρίτη χώρα της οποίας οι κανόνες παραγωγής και ελέγχου είναι ισοδύναμοι με τους ενωσιακούς. Η Herbaria ισχυρίζεται ότι, εξ αυτού του λόγου, προϊόντα από τις Ηνωμένες Πολιτείες τα οποία συμμορφώνονται με τους εκεί ισχύοντες κανόνες παραγωγής επιτρέπεται να διατίθενται στην αγορά της Ένωσης ως βιολογικά προϊόντα. Κατά την άποψή της, η κατάσταση αυτή συνεπάγεται άνιση μεταχείριση, καθώς τα ανταγωνιστικά αμερικανικά προϊόντα θα μπορούσαν να φέρουν το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ένωσης χωρίς να συνάδουν με τους ενωσιακούς κανόνες βιολογικής παραγωγής.

Το γερμανικό Ομοσπονδιακό Διοικητικό Δικαστήριο υπέβαλε στο Δικαστήριο προδικαστικά ερωτήματα ζητώντας διευκρινίσεις επί του ζητήματος.

Στην απόφασή του, το Δικαστήριο έκρινε ότι το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ένωσης μπορεί να χρησιμοποιείται μόνον για τα προϊόντα που πληρούν όλες τις προδιαγραφές του κανονισμού για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων. Συνεπώς, δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται για προϊόντα τα οποία παρασκευάζονται σε τρίτη χώρα σύμφωνα με κανόνες που είναι απλώς ισοδύναμοι με εκείνους του ενωσιακού δικαίου. Η απαγόρευση αυτή αφορά και τη χρήση όρων που αναφέρονται στη βιολογική παραγωγή της Ένωσης.

Το Δικαστήριο τόνισε ότι θα νοθευόταν ο θεμιτός ανταγωνισμός στην εσωτερική αγορά αν επιτρεπόταν να χρησιμοποιούνται το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ένωσης και όροι αναφερόμενοι στην παραγωγή αυτή τόσο για προϊόντα –παρασκευαζόμενα είτε στην Ένωση είτε σε τρίτες χώρες– τα οποία είναι σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα βιολογικής παραγωγής όσο και για προϊόντα που παρασκευάζονται σε τρίτες χώρες σύμφωνα με πρότυπα τα οποία είναι απλώς ισοδύναμα με τα ευρωπαϊκά. Επιπλέον, θα επικρατούσε μια εν δυνάμει παραπλανητική για τους καταναλωτές ασάφεια, ενώ σκοπός του λογότυπου είναι να γνωρίζουν οι καταναλωτές με απόλυτη σαφήνεια και χωρίς καμία αμφιβολία ότι το εκάστοτε προϊόν πληροί όλες τις προδιαγραφές του προαναφερθέντος κανονισμού.

Το Δικαστήριο αποφάνθηκε, αντιθέτως, ότι το λογότυπο βιολογικής παραγωγής μιας τρίτης χώρας μπορεί, ακόμη και αν περιέχει όρους που αναφέρονται στη βιολογική παραγωγή, να χρησιμοποιείται για προϊόντα τα οποία παρασκευάζονται στη συγκεκριμένη χώρα.

Το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης

To λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης δίνει μια ενιαία οπτική ταυτότητα στα βιολογικά προϊόντα που προέρχονται από την Ένωση. Διευκολύνει τους μεν καταναλωτές να αναγνωρίζουν ευκολότερα ποια προϊόντα είναι βιολογικά, τους δε γεωργούς να τα διαθέτουν στην αγορά σε όλα τα κράτη μέλη.

Το λογότυπο προορίζεται αποκλειστικώς για προϊόντα που έχουν πιστοποιηθεί ως βιολογικά από εγκεκριμένο οργανισμό, ο οποίος εγγυάται τη συμμόρφωση με αυστηρά πρότυπα παραγωγής, μεταποίησης, μεταφοράς και αποθήκευσης. Για να φέρει το λογότυπο του βιολογικού, οποιοδήποτε προϊόν πρέπει να περιέχει τουλάχιστον κατά 95 % βιολογικά συστατικά, ενώ παράλληλα πρέπει να πληρούνται ορισμένες αυστηρές προϋποθέσεις ως προς το υπόλοιπο 5 %. Το ίδιο συστατικό απαγορεύεται να υπάρχει τόσο σε οργανική όσο και σε μη οργανική μορφή.

Ο κανονισμός 2018/848

Ο κανονισμός 2018/848, για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων, αποσκοπεί στη διασφάλιση του θεμιτού ανταγωνισμού, στην κατοχύρωση της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς στον τομέα αυτόν και στην εμπέδωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στα προϊόντα που επισημαίνονται ως βιολογικά.

Ο κανονισμός θεσπίζει γενικούς και λεπτομερείς κανόνες παραγωγής. Σε ό,τι αφορά την επισήμανση, επιβάλλει την τήρηση των κανόνων πληροφόρησης των καταναλωτών, ιδίως προς αποφυγή οποιασδήποτε σύγχυσης ή παραπλάνησης. Επίσης, προβλέπει ειδικές διατάξεις για την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων και των προϊόντων υπό μετατροπή, προκειμένου να προστατεύσει τα συμφέροντα τόσο των επιχειρήσεων –που επιθυμούν τον ορθό χαρακτηρισμό των προϊόντων τους και την επικράτηση συνθηκών θεμιτού ανταγωνισμού– όσο και των καταναλωτών.

Άλλες αποφάσεις του Δικαστηρίου σχετικές με τα βιολογικά προϊόντα

Απόφαση της 12ης Οκτωβρίου 2017, Kamin und Grill Shop (C‑289/16).

Σύμφωνα με τον προγενέστερο κανονισμό 834/2007, για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων, κάθε επιχείρηση εμπορίας βιολογικών προϊόντων πρέπει να υπόκειται σε σύστημα ελέγχου. Οι επιχειρηματίες που μεταπωλούν τα προϊόντα απευθείας στον καταναλωτή ή τον τελικό χρήστη μπορούν να εξαιρεθούν από την εν λόγω υποχρέωση υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι είναι απαραίτητο να είναι παρόντες στην πώληση τόσο ο επιχειρηματίας, ή το προσωπικό πωλήσεών του, όσο και ο τελικός καταναλωτής. Κατά συνέπεια, δεν είναι δυνατόν να τύχουν της απαλλαγής επιχειρηματίες που εμπορεύονται βιολογικά προϊόντα μέσω διαδικτύου.

Απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 2019, Œuvre d'assistance aux bêtes d'abattoirs (C‑497/17)

Ο κανονισμός 834/2007 απαγορεύει να φέρουν το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ένωσης προϊόντα προερχόμενα από ζώα που έχουν υποστεί τελετουργική σφαγή χωρίς προηγούμενη αναισθητοποίηση, η οποία πραγματοποιείται υπό τους όρους που καθορίζει ο κανονισμός 1099/2009, για την προστασία των ζώων κατά τη θανάτωση.

Απόφαση της 29ης Απριλίου 2021, Natumi (C‑815/19)

Ο κανονισμός 889/2008, σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού 834/2007, δεν επιτρέπει να χρησιμοποιείται σκόνη που παρασκευάζεται από ιζήματα του φύκου Lithothamnium calcareum, τα οποία καθαρίζονται, αποξηραίνονται και αλέθονται, ως μη βιολογικό συστατικό γεωργικής προέλευσης κατά τη μεταποίηση βιολογικών τροφίμων (όπως, παραδείγματος χάριν, με βάση το ρύζι και τη σόγια) με σκοπό τον εμπλουτισμό τους σε ασβέστιο.

Focus

Πρόσβαση του κοινού στο περιεχόμενο των συμβάσεων αγοράς εμβολίων κατά της νόσου COVID-19

Αποφάσεις της 17ης Ιουλίου 2024, Auken κ.λπ. κατά Επιτροπής και Courtois κ.λπ. κατά Επιτροπής (T‑689/21 και T‑761/21)

Τoν Ιούνιο του 2020 η Ευρωπαϊκή Ένωση δρομολόγησε τη στρατηγική της για την εξασφάλιση εμβολίων κατά της νόσου COVID-19. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή υπέγραψε συμφωνία με τα 27 κράτη μέλη, τα οποία την εξουσιοδότησαν να συνάψει εκ μέρους τους συμφωνίες προαγοράς με τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις που παρασκεύαζαν τα εμβόλια.

Δεδομένου ότι ήταν προς τo συμφέρον της δημόσιας υγείας ο εμβολιασμός του πληθυσμού το νωρίτερο δυνατόν, οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις επέσπευσαν την ανάπτυξη των εμβολίων. Προκειμένου να αντισταθμίσουν τους κινδύνους που ανέλαβαν οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη ενσωμάτωσαν στη στρατηγική τους για τον εμβολιασμό την αρχή του επιμερισμού των κινδύνων μεταξύ του παρασκευαστή και των κρατών μελών, ελαφρύνοντας έτσι την ευθύνη του παρασκευαστή σε περίπτωση ανεπιθύμητων παρενεργειών από το προϊόν του.

Οι συμβάσεις όπως δόθηκαν στη δημοσιότητα είχαν υποστεί επεξεργασία ώστε να απαλειφθούν πληροφορίες σχετικές με τους οικονομικούς κινδύνους, τις δωρεές, τις μεταπωλήσεις και τις δηλώσεις περί απουσίας σύγκρουσης συμφερόντων.

Το 2021 πολίτες της Ένωσης και ευρωβουλευτές στράφηκαν δικαστικώς κατά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής λόγω της μερικής άρνησής της να παράσχει πλήρη πρόσβαση σε ορισμένα έγγραφα σχετικά με τις συμβάσεις αγοράς εμβολίων το 2020. Οι αιτήσεις πρόσβασης αφορούσαν τις ρήτρες αποζημίωσης των φαρμακευτικών επιχειρήσεων. Οι ρήτρες αυτές προέβλεπαν ότι τα εργαστήρια υπείχαν υποχρέωση αποζημίωσης των θυμάτων σε περίπτωση ελαττώματος οφειλόμενου σε «εκ προθέσεως παράβαση» ή σε σοβαρή πλημμέλεια κατά την παρασκευή, ενώ στις άλλες περιπτώσεις η ευθύνη βάρυνε τα κράτη μέλη.

Οι πολίτες και οι ευρωβουλευτές ζήτησαν επίσης πρόσβαση στις δηλώσεις περί απουσίας σύγκρουσης συμφερόντων στο πρόσωπο των μελών της διαπραγματευτικής ομάδας για την αγορά των εμβολίων. Στόχος τους ήταν να ρίξουν φως στον τρόπο διεξαγωγής των διαπραγματεύσεων, ιδίως σε σχέση με μια γιγαντιαία σύμβαση που υπογράφηκε τον Μάιο του 2021, για την αγορά 1,8 δισεκατομμυρίων πρόσθετων δόσεων εμβολίων έναντι ποσού 35 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Η Επιτροπή επέτρεψε μερική μόνον πρόσβαση στα έγγραφα αυτά, τα οποία είχε δημοσιεύσει επεξεργασμένα, επικαλούμενη το επιχειρηματικό απόρρητο και την προστασία της ιδιωτικής ζωής.

Το Γενικό Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου ασκήθηκαν δύο προσφυγές, ακύρωσε εν μέρει τις αποφάσεις της Επιτροπής.

Όσον αφορά το αίτημα για ευρύτερη πρόσβαση στις ρήτρες αποζημίωσης, το Γενικό Δικαστήριο υπενθύμισε ότι ο λόγος που οι συγκεκριμένες ρήτρες περιλήφθηκαν στις συμβάσεις –δηλαδή προς αντιστάθμιση των κινδύνων τους οποίους ανέλαβαν οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις λόγω της επίσπευσης της ανάπτυξης των εμβολίων– είχε γίνει δεκτός από τα κράτη μέλη και ενέπιπτε στη δημόσια σφαίρα. Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η Επιτροπή δεν είχε αποδείξει με ποιον συγκεκριμένο τρόπο η ευρύτερη πρόσβαση στις ρήτρες αποζημίωσης, στο περιεχόμενο των ορισμών που περιείχαν οι συμβάσεις ως προς ορισμένες έννοιες (όπως «εκ προθέσεως παράβαση» και «κάθε δυνατή εύλογη προσπάθεια») καθώς και στους όρους οι οποίοι ίσχυαν για τις δωρεές και τις μεταπωλήσεις εμβολίων θα έβλαπτε τα εμπορικά συμφέροντα των φαρμακευτικών επιχειρήσεων.

Όσον αφορά το αίτημα γνωστοποίησης –στις δηλώσεις περί απουσίας σύγκρουσης συμφερόντων– της ταυτότητας των μελών της διαπραγματευτικής ομάδας, το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι πράγματι θα εξυπηρετούνταν σκοπός δημοσίου συμφέροντος. Και τούτο διότι μόνον εάν δημοσιοποιούνταν η ταυτότητα των μελών της διαπραγματευτικής ομάδας θα μπορούσε να επαληθευτεί ότι δεν συνέτρεχε σύγκρουση συμφερόντων στο πρόσωπό τους. Η διαφάνεια της διαδικασίας διαπραγμάτευσης των συμβάσεων ενισχύει ακριβώς την εμπιστοσύνη των πολιτών της Ένωσης στη στρατηγική της Επιτροπής για τον εμβολιασμό του πληθυσμού και συμβάλλει στην καταπολέμηση της διάδοσης ψευδών πληροφοριών. Ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η Επιτροπή δεν είχε σταθμίσει ορθώς τα εμπλεκόμενα συμφέροντα, αναφορικά με την απουσία σύγκρουσης συμφερόντων και τον κίνδυνο παραβίασης της ιδιωτικής ζωής.

Πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα: βασικό εχέγγυο διαφάνειας

Ο κανονισμός 1049/2001 αναγνωρίζει το δικαίωμα του κοινού στην κατά το δυνατόν ευρύτερη πρόσβαση στα έγγραφα του Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής. Σκοπός του είναι να ενισχύσει τη διαφάνεια, τη δημοκρατική νομιμοποίηση και τη λογοδοσία των θεσμικών οργάνων.

Το δικαίωμα αυτό όμως δεν είναι απόλυτο. Υπάρχουν εξαιρέσεις χάριν της προστασίας ορισμένων δημόσιων ή ιδιωτικών συμφερόντων, όπως η δημόσια ασφάλεια, η εμπιστευτικότητα των εσωτερικών διαβουλεύσεων και των νομικών γνωμοδοτήσεων, τα χρηματοπιστωτικά, οικονομικά και εμπορικά συμφέροντα ή, ακόμη, η προστασία των προσωπικών δεδομένων.

Τα θεσμικά όργανα πρέπει να σταθμίζουν τη διαφάνεια με την προστασία των συμφερόντων αυτών, αξιολογώντας σε κάθε χωριστή περίπτωση κατά πόσον η δημοσιοποίηση είναι πιθανόν να τα βλάψει. Η δημοσιοποίηση μπορεί, εν τέλει, να είναι επιβεβλημένη εφόσον αποδειχθεί υπέρτερο δημόσιο συμφέρον.

Εάν δεν επιτραπεί η πρόσβαση, ο αιτών μπορεί να ζητήσει επανεξέταση από το ενδιαφερόμενο θεσμικό όργανο και εν συνεχεία –σε περίπτωση νέας άρνησης– να προχωρήσει σε καταγγελία ενώπιον του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή ή να ασκήσει προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ορισμένες αρχές που έχουν κατοχυρωθεί από το Γενικό Δικαστήριο και το Δικαστήριο

Στην απόφαση De Capitani κατά Κοινοβουλίου (T‑540/15), το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι μόνο σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις μπορούν τα ενωσιακά θεσμικά όργανα να αρνηθούν την πρόσβαση σε ορισμένα έγγραφα που αφορούν τη νομοθετική διαδικασία.

Όποιο όργανο απορρίπτει σχετική αίτηση οφείλει να αποδείξει γιατί η παροχή πρόσβασης θα έθιγε με τρόπο «συγκεκριμένο, πραγματικό και ευλόγως προβλέψιμο» το συμφέρον του οποίου η προστασία επιδιώκεται με κάποια από τις εξαιρέσεις που προβλέπει ο κανονισμός 1049/2001. Όπως έκρινε το Δικαστήριο στην απόφαση ClientEarth κατά Επιτροπής (C‑57/16 P), η επίκληση υποθετικού ή αόριστου κινδύνου να θιγεί τέτοιο συμφέρον δεν αρκεί για να δικαιολογήσει την άρνηση πρόσβασης.

Το ζήτημα της πρόσβασης στα υπομνήματα που κατατίθενται από κράτος μέλος ή από θεσμικό όργανο στο πλαίσιο ένδικων διαδικασιών ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει εξεταστεί σε αρκετές αξιοσημείωτες υποθέσεις. Με την απόφασή του στην υπόθεση Επιτροπή κατά Breyer (C‑213/15 P), το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα υπομνήματα κράτους μέλους που βρίσκονται στην κατοχή της Επιτροπής εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 1049/2001. Συνεπώς, μολονότι η εμπιστευτικότητα των υπομνημάτων πρέπει να διαφυλάσσεται κατά τη διάρκεια της ένδικης διαδικασίας, η Επιτροπή δεν μπορεί να αρνηθεί, χωρίς περαιτέρω αιτιολογία, την πρόσβαση σε αυτά μετά την περάτωση της διαδικασίας.

Το Δικαστήριο είχε καθιερώσει το προαναφερθέν γενικό τεκμήριο μη δημοσιοποίησης κατά τη διάρκεια της ένδικης διαδικασίας με την απόφαση Σουηδία κ.λπ. κατά API και Επιτροπής (C‑514/07 P, C‑528/07 P και C‑532/07 P) όσον αφορά υπομνήματα που έχουν κατατεθεί από ενωσιακό θεσμικό όργανο. Ωστόσο, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας, κάθε αίτηση πρέπει να αξιολογείται κατά περίπτωση προκειμένου να διαπιστωθεί αν εξακολουθούν να ισχύουν οι εξαιρέσεις του κανονισμού.

Focus

Περιοριστικά μέτρα λόγω ενεργειών που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας

Απόφαση της 20ής Μαρτίου 2024, Mazepin κατά Συμβουλίου (T‑743/22)·αποφάσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2024 Fridman κ.λπ. κατά Συμβουλίου και Timchenko και Timchenko κατά Συμβουλίου (T‑635/22 και T‑644/22 NSD κατά Συμβουλίου (T‑494/22)

Τα περιοριστικά μέτρα ή «κυρώσεις» συνιστούν βασικό εργαλείο της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μπορεί να λάβουν τη μορφή δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων, απαγόρευσης εισόδου στο έδαφος της Ένωσης ή οικονομικών κυρώσεων. Αποσκοπούν στην προάσπιση των θεμελιωδών αξιών, των ουσιωδών συμφερόντων και της ασφάλειας της Ένωσης, μέσω της άσκησης πίεσης σε στοχευμένα πρόσωπα ή οντότητες όπως οι κυβερνήσεις τρίτων χωρών, προκειμένου να αλλάξουν την πολιτική ή τη συμπεριφορά τους.

Οι ενέργειες στις οποίες επιδιδόταν η Ρωσία, ήδη από το 2014, προς υπονόμευση της εδαφικής ακεραιότητας, της κυριαρχίας και της ανεξαρτησίας της Ουκρανίας καθώς και κατεξοχήν ο επιθετικός πόλεμος που εξαπέλυσε εναντίον της το 2022 είχαν ως αποτέλεσμα να ενταθούν οι ενωσιακές κυρώσεις κατά φυσικών και νομικών προσώπων που παρέχουν στήριξη στη Ρωσική Κυβέρνηση. Η νομιμότητα και το περιεχόμενο των σχετικών αποφάσεων του Συμβουλίου έχουν αμφισβητηθεί στο πλαίσιο δεκάδων υποθέσεων ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι υποθέσεις αυτές συχνά αναδεικνύουν την ανάγκη να επιτευχθεί μια ισορροπία ανάμεσα στην αυστηρότητα των επιβαλλόμενων κυρώσεων, η οποία είναι απαραίτητη για την αποτελεσματικότητά τους, και στην προστασία των ατομικών δικαιωμάτων. Το Γενικό Δικαστήριο έχει επανειλημμένως τονίσει ότι οι εξουσίες της Ένωσης είναι μεν ευρείες όταν πρόκειται για μέτρα που λαμβάνονται κατά της οικονομικής και υλικής στήριξης της Ρωσικής Κυβέρνησης, πλην όμως απαιτούνται πάντοτε αποδεικτικά στοιχεία και στέρεη αιτιολόγηση για τη λήψη των μέτρων.

Απόφαση NSD κατά Συμβουλίου (T‑494/22)

Το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη ρωσική εταιρία National Settlement Depository (NSD). Η εν λόγω εταιρία, την οποία το Συμβούλιο θεωρεί νευραλγικής σημασίας για το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ρωσίας, παρείχε υλική και οικονομική στήριξη τόσο στη Ρωσική Κυβέρνηση όσο και στη ρωσική κεντρική τράπεζα.

Το Γενικό Δικαστήριο επισήμανε ότι η NSD, ως συστημικό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, διευκόλυνε την πρόσβαση της Ρωσικής Κυβέρνησης σε σημαντικούς πόρους που χρησιμοποιούνταν για ενέργειες αποσταθεροποίησης της Ουκρανίας. Απέρριψε επίσης τα επιχειρήματα της NSD ότι τα περιοριστικά μέτρα συνεπάγονταν δέσμευση κεφαλαίων που ανήκαν σε πελάτες οι οποίοι δεν ήταν στο στόχαστρο των κυρώσεων, υπογραμμίζοντας ότι οι πελάτες μπορούσαν να προσφύγουν ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων για να προβάλουν προσβολή των περιουσιακών τους δικαιωμάτων ως παράπλευρη επίπτωση των μέτρων που εφαρμόζονταν εις βάρος της NSD.

Απόφαση Mazepin κατά Συμβουλίου (T‑743/22)

Το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση με την οποία το όνομα του Nikita Mazepin, πρώην οδηγού της Formula 1, διατηρήθηκε στον κατάλογο των προσώπων που υπόκεινται σε κυρώσεις. Το Συμβούλιο είχε περιλάβει το όνομά του στον κατάλογο λόγω της σχέσης του με τον πατέρα του, τον Dmitry Mazepin, εξέχοντος επιχειρηματία ο οποίος ασκεί δραστηριότητες που αποφέρουν σημαντικά έσοδα στη Ρωσική Κυβέρνηση και φέρεται να ήταν ο κύριος χορηγός του υιού του όταν αγωνιζόταν ως οδηγός με την ομάδα Haas.

Το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η σχέση μεταξύ του Dmitry Mazepin και του υιού του δεν ήταν επαρκώς τεκμηριωμένη, σημειώνοντας ειδικότερα ότι, κατά τον χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης, ο τελευταίος δεν οδηγούσε πλέον σε αγώνες για την ομάδα Haas. Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο υπογράμμισε ότι αυτή καθεαυτήν η οικογενειακή σχέση δεν αρκούσε προς απόδειξη της ύπαρξης κοινών συμφερόντων που να δικαιολογούν τη διατήρηση σε ισχύ των κυρώσεων κατά του Nikita Mazepin.

Αποφάσεις Fridman κ.λπ. κατά Συμβουλίου και Timchenko και Timchenko κατά Συμβουλίου (T‑635/22 και T‑644/22)

Το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι τα πρόσωπα και οι οντότητες που υπόκεινται σε κυρώσεις υποχρεούνται να δηλώνουν τα κεφάλαιά τους και να συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές προς αποτροπή της καταστρατήγησης της δέσμευσης κεφαλαίων μέσω της εφαρμογής νομικών και οικονομικών τεχνασμάτων. Οι προαναφερθείσες υποχρεώσεις, οι οποίες έχουν επιβληθεί από το Συμβούλιο, κρίθηκαν αναγκαίες για να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα και η ομοιομορφία των κυρώσεων σε όλα τα κράτη μέλη. Το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε επίσης τις αιτιάσεις ότι το Συμβούλιο άσκησε αρμοδιότητες οι οποίες άπτονται του ποινικού δικαίου και επιφυλάσσονται στα κράτη μέλη, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι τα επίμαχα μέτρα δεν έχουν ποινικό χαρακτήρα, ελήφθησαν δε κατά τρόπο σύμφωνο με ολόκληρο το πλαίσιο που προβλέπεται από το ενωσιακό δίκαιο.

Κυρώσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης εις βάρος της Ρωσίας

Αρχής γενομένης από τον Μάρτιο του 2014, η Ένωση έχει επιβάλει προοδευτικά μια σειρά στοχευμένων περιοριστικών μέτρων κατά της Ρωσίας ως αντίδραση, κυρίως, στην παράνομη προσάρτηση της Κριμαίας (2014) και στη στρατιωτική επίθεση κατά της Ουκρανίας (2022).

Σκοπός των μέτρων είναι να αποδυναμώσουν την οικονομική βάση της Ρωσίας, στερώντας της κρίσιμες τεχνολογίες και αγορές και, συνακόλουθα, μειώνοντας αισθητά την ικανότητά της να διεξάγει πόλεμο. Η Ένωση εφαρμόζει επίσης κυρώσεις κατά της Λευκορωσίας, του Ιράν και της Βόρειας Κορέας επειδή υποστηρίζουν τη Ρωσία στον πόλεμό της κατά της Ουκρανίας.

Στο στόχαστρο των κυρώσεων βρίσκονται περισσότερα από 2 300 φυσικά/νομικά πρόσωπα και οντότητες (τράπεζες, πολιτικά κόμματα, επιχειρήσεις, παραστρατιωτικές ομάδες). Τα εις βάρος τους περιοριστικά μέτρα περιλαμβάνουν:

  • την απαγόρευση εισόδου στην Ευρωπαϊκή Ένωση,
  • το πάγωμα περιουσιακών στοιχείων, και
  • τη δέσμευση κεφαλαίων.

Το Συμβούλιο εκτιμά ότι η αξία των δεσμευμένων στην Ένωση ιδιωτικών περιουσιακών στοιχείων ανέρχεται σε 24,9 δισεκατομμύρια ευρώ. Τα στοιχεία του ενεργητικού της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας τα οποία έχουν δεσμευτεί στην Ένωση ανέρχονται σε 210 δισεκατομμύρια ευρώ.

Τα περιοριστικά μέτρα επιβάλλονται με αποφάσεις του Συμβουλίου και τελούν υπό διαρκή επανεξέταση. Μπορούν να παραταθούν ή να τροποποιηθούν ανάλογα, εφόσον το Συμβούλιο κρίνει ότι οι στόχοι τους δεν έχουν επιτευχθεί.

Αναδρομή στις σημαντικότερες αποφάσεις της χρονιάς

Θεμελιώδη δικαιώματα


Η Ευρωπαϊκή Ένωση κατοχυρώνει την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων, ιδίως μέσω του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, ο οποίος απαριθμεί τα ατομικά, πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα των Ευρωπαίων πολιτών. Ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί μία από τις αξίες στις οποίες βασίζεται η Ένωση και παράλληλα συνιστά βασική επιταγή κατά την εφαρμογή των πολιτικών και των προγραμμάτων της.


Ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – δεσμευτικοί κανόνες με συγκεκριμένα αποτελέσματα

Στο σημείο αυτό έχουμε ενσωματώσει περιεχόμενο από το YouTube. Επειδή είναι πιθανόν το YouTube να συλλέγει προσωπικά δεδομένα και να καταγράφει τις προτιμήσεις σας κατά την παρακολούθηση, η φόρτωση του βίντεο θα πραγματοποιηθεί μόνο μετά τη συγκατάθεσή σας στη χρήση από το YouTube cookies και παρόμοιων τεχνολογιών, που περιγράφονται στην πολιτική απορρήτου του.

  • Το 2022, αντιδρώντας στην κλιμάκωση της ρωσικής επιθετικότητας κατά της Ουκρανίας, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επέβαλε κυρώσεις προκειμένου να ασκηθεί πίεση στη Ρωσία. Μεταξύ των μέτρων που ελήφθησαν περιλαμβάνεται η απαγόρευση παροχής νομικών συμβουλών στη Ρωσική Κυβέρνηση και σε νομικά πρόσωπα, οντότητες ή οργανισμούς με έδρα τη Ρωσία. Βέλγοι και Γάλλοι δικηγόροι προσέφυγαν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ζήτησαν να αρθεί η απαγόρευση εκτιμώντας ότι προσβάλλει τα θεμελιώδη δικαιώματα που εγγυώνται την πρόσβαση σε νομικές συμβουλές από δικηγόρο. Το Γενικό Δικαστήριο υπενθύμισε ότι μια πτυχή του θεμελιώδους δικαιώματος σε αποτελεσματική δικαστική προστασία είναι όντως το δικαίωμα πρόσβασης σε νομικές συμβουλές και σε εκπροσώπηση από δικηγόρο στο πλαίσιο τρέχουσας ή πιθανής ένδικης διαφοράς. Επισήμανε όμως ότι η επίδικη απαγόρευση δεν ισχύει για τις υπηρεσίες νομικών συμβουλών που συνδέονται με δικαστικές διαδικασίες ή που παρέχονται σε φυσικά πρόσωπα. Κατά συνέπεια, απέρριψε τις σχετικές προσφυγές.

    Αποφάσεις της 2ας Οκτωβρίου 2024, Ordre néerlandais des avocats du barreau de Bruxelles κ.λπ. κατά Συμβουλίου, Ordre des avocats à la Cour de Paris και Couturier κατά Συμβουλίου και ACE κατά Συμβουλίου (T‑797/22, T‑798/22 και T‑828/22)

  • Το 2006 η εφημερίδα Le Monde δημοσίευσε άρθρο το οποίο συνέδεε την ποδοσφαιρική ομάδα της Ρεάλ Μαδρίτης με φήμες περί ντόπινγκ. Ενήχθη ενώπιον των ισπανικών δικαστηρίων για συκοφαντική δυσφήμιση και υποχρεώθηκε να καταβάλει αποζημίωση, αλλά ζήτησε να μην εκτελεστεί η απόφαση στη Γαλλία, επικαλούμενη την ελευθερία του Τύπου. Απαντώντας σε προδικαστικά ερωτήματα του γαλλικού Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η αμοιβαία αναγνώριση δικαστικών αποφάσεων είναι δυνατόν να περιοριστεί εάν προσβάλλει προδήλως θεμελιώδη δικαιώματα. Κατά το Δικαστήριο, δυσανάλογες κυρώσεις κατά των μέσων ενημέρωσης, όπως είναι οι υπέρμετρες αποζημιώσεις, ενδέχεται να λειτουργήσουν αποτρεπτικά ως προς την κάλυψη θεμάτων δημοσίου ενδιαφέροντος από τον Τύπο, πράγμα που δεν συμβιβάζεται με τις δημοκρατικές αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2024, Real Madrid Club de Fútbol (C‑633/22)

Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θωρακιστεί με μια λεπτομερή νομοθεσία για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η επεξεργασία και η διατήρηση τέτοιων δεδομένων πρέπει να πληρούν τις προϋποθέσεις νομιμότητας που προβλέπονται από την ενωσιακή νομοθεσία και, ιδίως, πρέπει να περιορίζονται μόνο στο απολύτως αναγκαίο μέτρο και να μη θίγουν δυσανάλογα το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή.


Το Δικαστήριο και ο ψηφιακός κόσμος

Στο σημείο αυτό έχουμε ενσωματώσει περιεχόμενο από το YouTube. Επειδή είναι πιθανόν το YouTube να συλλέγει προσωπικά δεδομένα και να καταγράφει τις προτιμήσεις σας κατά την παρακολούθηση, η φόρτωση του βίντεο θα πραγματοποιηθεί μόνο μετά τη συγκατάθεσή σας στη χρήση από το YouTube cookies και παρόμοιων τεχνολογιών, που περιγράφονται στην πολιτική απορρήτου του.

  • Ο Δήμος του Wiesbaden αρνήθηκε να χορηγήσει σε Γερμανό πολίτη νέο δελτίο ταυτότητας που να μην περιέχει τα δακτυλικά του αποτυπώματα και εκείνος προσέφυγε δικαστικώς κατά της απορριπτικής διοικητικής αποφάσεως. Το γερμανικό δικαστήριο ζήτησε από το Δικαστήριο να ελέγξει το κύρος του ευρωπαϊκού κανονισμού που απαιτεί να ενσωματώνονται στα δελτία ταυτότητας δύο δακτυλικά αποτυπώματα σε ψηφιακή μορφή. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η απαίτηση αυτή, η οποία δικαιολογείται χάριν της καταπολέμησης της πλαστογράφησης δελτίων και της κλοπής ταυτότητας, συμβιβάζεται με τα θεμελιώδη δικαιώματα του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των προσωπικών δεδομένων. Κήρυξε παρά ταύτα ανίσχυρο τον κανονισμό επειδή είχε εκδοθεί με εσφαλμένη νομική βάση, διατηρώντας όμως σε ισχύ τα αποτελέσματά του έως τις 31 Δεκεμβρίου 2026, ώστε να καταστεί δυνατή η έκδοση νέου κανονισμού. Ειδικότερα, ο κανονισμός είχε εσφαλμένως βασιστεί στο άρθρο 21, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ (ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών), αντί του άρθρου 77, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ (Χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης), το οποίο απαιτεί ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου.

    Απόφαση της 21ης Μαρτίου 2024, Landeshauptstadt Wiesbaden (C‑61/22)

  • Στο πλαίσιο ανακριτικής διαδικασίας στη Βουλγαρία, κατηγορούμενος για ψευδομαρτυρία ενεγράφη στο αστυνομικό μητρώο. Αφού καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενός έτους με αναστολή και εξέτισε την ποινή του, ζήτησε τη διαγραφή του ονόματός του από το μητρώο. Κατά το βουλγαρικό δίκαιο, τα σχετικά δεδομένα διατηρούνται στο μητρώο χωρίς κανέναν χρονικό περιορισμό μέχρι τον θάνατο του υποκειμένου των δεδομένων. Το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της Βουλγαρίας υπέβαλε στο Δικαστήριο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως ερωτώντας αν η εθνική νομοθεσία είναι σύμφωνη με το ενωσιακό δίκαιο. Το Δικαστήριο απάντησε ότι αντιβαίνει στο ενωσιακό δίκαιο η διατήρηση, γενικώς και αδιακρίτως, βιομετρικών και γενετικών δεδομένων των καταδικασθέντων με ποινική απόφαση, μέχρι τον θάνατό τους. Η εθνική νομοθεσία πρέπει, αφενός, να προβλέπει υποχρέωση του υπευθύνου επεξεργασίας να επανεξετάζει περιοδικά εάν η διατήρηση των δεδομένων εξακολουθεί να είναι αναγκαία και, αφετέρου, να επιτρέπει στα υποκείμενα των δεδομένων να ζητούν τη διαγραφή των δεδομένων τους εφόσον κάτι τέτοιο δεν ισχύει πλέον.

    Απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2024, Direktor na Glavna direktsia „Natsionalna politsia“ pri MVR - Sofia (C‑118/22)

  • Σε δύο περιπτώσεις το Δικαστήριο έδωσε καίριες διευκρινίσεις σε σχέση με τις εξουσίες έρευνας των αρχών.

    Σε υπόθεση που αφορούσε γαλλικό διάταγμα το οποίο αποσκοπεί στην προστασία έργων καλυπτόμενων με δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ή με συγγενικό δικαίωμα έναντι τυχόν διαδικτυακών προσβολών, το Δικαστήριο αποσαφήνισε ότι τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν στους παρόχους διαδικτυακών υπηρεσιών την υποχρέωση να διατηρούν γενικώς και αδιακρίτως τις διευθύνσεις IP, ώστε να μπορούν οι αρμόδιες δημόσιες αρχές να ταυτοποιούν τους υπόπτους τέλεσης ποινικών αδικημάτων. Ωστόσο, δεν πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα, λόγω της διατήρησης των διευθύνσεων IP, να συναχθούν ακριβή συμπεράσματα σχετικά με την ιδιωτική ζωή του υποκειμένου των δεδομένων. Για να επιτευχθεί το αποτέλεσμα αυτό, πρέπει οι μέθοδοι διατήρησης να διασφαλίζουν πραγματικά τον στεγανό διαχωρισμό των διαφόρων κατηγοριών δεδομένων που διατηρούνται. Όταν, σε ιδιάζουσες περιπτώσεις, λόγω των ειδικών χαρακτηριστικών της εθνικής διαδικασίας που διέπει την πρόσβαση στα δεδομένα, είναι δυνατόν μέσω της συσχέτισης των συλλεγόμενων δεδομένων και πληροφοριών να συναχθούν ακριβή συμπεράσματα σχετικά με την ιδιωτική ζωή του υποκειμένου των δεδομένων, η πρόσβαση πρέπει να υπόκειται σε προηγούμενο έλεγχο διενεργούμενο από δικαστήριο ή ανεξάρτητη διοικητική αρχή.

    Απόφαση της 30ής Απριλίου 2024, La Quadrature du Net II (C‑470/21)

  • Σε μια αυστριακή υπόθεση, η αστυνομία επιχείρησε να ξεκλειδώσει το κινητό τηλέφωνο του παραλήπτη ενός δέματος που περιείχε κάνναβη. Απαντώντας σε προδικαστικό ερώτημα σχετικό με τη νομιμότητα της αστυνομικής αυτής έρευνας υπό το πρίσμα οδηγίας που διέπει την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία χρησιμοποιούνται από τις αστυνομικές και δικαστικές αρχές, το Δικαστήριο κατέστησε σαφές ότι η πρόσβαση σε δεδομένα περιεχόμενα σε κινητό τηλέφωνο δεν περιορίζεται κατ' ανάγκην στην καταπολέμηση της σοβαρής εγκληματικότητας. Πράγματι, σε αντίθετη περίπτωση θα συνέτρεχε κίνδυνος ατιμωρησίας των ποινικών αδικημάτων εν γένει και, ως εκ τούτου, θα διακυβευόταν η δημιουργία ενός Χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης στην Ένωση. Εντούτοις, η πρόσβαση αυτή, η οποία συνιστά σοβαρή παρέμβαση στο δικαίωμα των υποκειμένων των δεδομένων για προστασία των προσωπικών τους δεδομένων, προϋποθέτει προηγούμενη άδεια από δικαστήριο ή ανεξάρτητη αρχή και πρέπει να είναι αναλογική. Επιπλέον, ο εθνικός νομοθέτης οφείλει να καθορίσει τα στοιχεία που θα λαμβάνονται υπόψη προκειμένου να επιτραπεί τέτοια πρόσβαση, όπως η φύση των υπό έρευνα αδικημάτων, ο δε ιδιοκτήτης του τηλεφώνου πρέπει να ενημερώνεται σχετικά, άπαξ και δεν μπορεί πλέον να θιγεί η αποτελεσματικότητα της έρευνας.

    Απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2024, Bezirkshauptmannschaft Landeck (C‑548/21)

Ίση μεταχείριση και εργατικό δίκαιο

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπάρχουν πάνω από 200 εκατομμύρια εργαζόμενοι. Ένας μεγάλος αριθμός πολιτών ωφελείται, επομένως, άμεσα από τις διατάξεις του ευρωπαϊκού εργατικού δικαίου, το οποίο θέτει τους ελάχιστους κανόνες όσον αφορά τους όρους εργασίας και απασχόλησης, συμπληρώνοντας έτσι την πολιτική που ακολουθεί κάθε κράτος μέλος στον τομέα αυτόν.


Το Δικαστήριο: διασφαλίζοντας την ίση μεταχείριση των εργαζομένων και προστατεύοντας τα δικαιώματα των μειονοτήτων

Στο σημείο αυτό έχουμε ενσωματώσει περιεχόμενο από το YouTube. Επειδή είναι πιθανόν το YouTube να συλλέγει προσωπικά δεδομένα και να καταγράφει τις προτιμήσεις σας κατά την παρακολούθηση, η φόρτωση του βίντεο θα πραγματοποιηθεί μόνο μετά τη συγκατάθεσή σας στη χρήση από το YouTube cookies και παρόμοιων τεχνολογιών, που περιγράφονται στην πολιτική απορρήτου του.

  • Αφού παραιτήθηκε ενόψει πρόωρης συνταξιοδότησης, δημόσιος υπάλληλος του Δήμου του Copertino (Ιταλία) ζήτησε να του καταβληθεί χρηματική αποζημίωση για τις ημέρες άδειας τις οποίες δεν είχε λάβει. Η ιταλική νομοθεσία δεν αναγνωρίζει όμως τέτοιο δικαίωμα για τους εργαζομένους του δημοσίου τομέα. Το Δικαστήριο, καλούμενο να ερμηνεύσει την οδηγία για τον χρόνο εργασίας, επιβεβαίωσε ότι ο εργαζόμενος δικαιούται χρηματική αποζημίωση εφόσον δεν έχει λάβει όλη την άδειά του πριν από τη λήξη της σύμβασής του, ακόμη και σε περίπτωση οικειοθελούς αποχώρησης. Αμιγώς οικονομικές εκτιμήσεις, όπως η περιστολή των δημοσίων δαπανών, δεν μπορούν να δικαιολογήσουν τη στέρηση του προαναφερθέντος δικαιώματος. Χωρεί ωστόσο εξαίρεση εάν ο εργαζόμενος σκοπίμως επέλεξε να μη λάβει την άδειά του και ο εργοδότης τον ενημέρωσε επαρκώς για τον κίνδυνο απώλειάς της, παρακινώντας τον να κάνει χρήση της.

    Απόφαση της 18ης Ιανουαρίου 2024, Comune di Copertino (C‑218/22)

  • Πρώην επαγγελματίας ποδοσφαιριστής στη Γαλλία θεώρησε ότι ορισμένοι κανόνες της FIFA εμπόδισαν την πρόσληψή του από βελγικό σύλλογο και τους προσέβαλε ενώπιον των βελγικών δικαστηρίων. Οι επίμαχοι κανόνες, οι οποίοι απορρέουν από τον κανονισμό της FIFA σχετικά με το καθεστώς και τις μεταγραφές παικτών, επιβάλλουν τόσο στον παίκτη όσο και στη νέα του ομάδα υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης σε περίπτωση που ο παίκτης έχει καταγγείλει το συμβόλαιο με την προηγούμενη ομάδα του χωρίς «εύλογη αιτία» πριν από τη λήξη του. Προβλέπονται επίσης αθλητικές κυρώσεις, όπως η απαγόρευση πρόσληψης νέων παικτών από τον σύλλογο υποδοχής, καθώς και η αναστολή της έκδοσης διεθνούς πιστοποιητικού μεταγραφής ενόσω εκκρεμεί ένδικη διαφορά με αντικείμενο την καταγγελία της σύμβασης. Κατόπιν προδικαστικής παραπομπής από το εφετείο της Μονς, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι οι κανόνες αυτοί δεν συνάδουν με την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων και με το ενωσιακό δίκαιο του ανταγωνισμού.

    Απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2024, FIFA (C‑650/22)

Ευρωπαϊκή ιθαγένεια

Κάθε πρόσωπο που έχει την ιθαγένεια κράτους μέλους είναι αυτομάτως πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ιθαγένεια της Ένωσης συμπληρώνει την εθνική ιθαγένεια και δεν την αντικαθιστά. Οι πολίτες της Ένωσης απολαύουν των ειδικών δικαιωμάτων που τους εξασφαλίζουν οι ευρωπαϊκές Συνθήκες.

  • Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσέφυγε ενώπιον του Δικαστηρίου κατά της Τσεχικής Δημοκρατίας και της Πολωνίας, ισχυριζόμενη ότι τα δύο κράτη μέλη επιφυλάσσουν μόνον στους ημεδαπούς πολίτες τους το δικαίωμα να γίνονται μέλη πολιτικού κόμματος. Κατά την Επιτροπή, η κατάσταση αυτή έχει ως αποτέλεσμα να περιέρχονται οι πολίτες της Ένωσης που διαμένουν στα δύο αυτά κράτη χωρίς να έχουν την ιθαγένειά τους σε δυσμενέστερη θέση όσον αφορά το δικαίωμα συμμετοχής στις δημοτικές και στις ευρωπαϊκές εκλογές. Το Δικαστήριο δικαίωσε την Επιτροπή και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Τσεχική Δημοκρατία και η Πολωνία είχαν παραβεί τις υποχρεώσεις που υπέχουν από τις Συνθήκες. Πράγματι, οι πολίτες που διαμένουν σε κράτος μέλος χωρίς να έχουν την ιθαγένειά του πρέπει να τυγχάνουν ισότιμης πρόσβασης στα ίδια μέσα, περιλαμβανομένης της ιδιότητας του μέλους πολιτικού κόμματος, τα οποία έχουν στη διάθεσή τους οι ημεδαποί προκειμένου να μπορούν να ασκούν αποτελεσματικά τα εκλογικά τους δικαιώματα. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαφορετική αυτή μεταχείριση δεν είναι δυνατόν να δικαιολογηθεί κατ’ επίκληση λόγων που άπτονται του σεβασμού της εθνικής ταυτότητας της Πολωνίας και της Τσεχικής Δημοκρατίας.

    Αποφάσεις της 19ης Δεκεμβρίου 2024, Επιτροπή κατά Τσεχικής Δημοκρατίας (C‑808/21) και Επιτροπή κατά Πολωνίας (C‑814/21)

  • Το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι κράτος μέλος δεν μπορεί να αρνηθεί να αναγνωρίσει την αλλαγή ονόματος και φύλου η οποία έχει πραγματοποιηθεί νομίμως σε άλλο κράτος μέλος. Ειδάλλως, παρακωλύονται η ελεύθερη κυκλοφορία και το δικαίωμα διαμονής εντός της Ένωσης. Δεδομένου ότι η προσωπική ταυτότητα, η οποία εμπεριέχει το όνομα και το φύλο, είναι θεμελιώδους σημασίας, τέτοια άρνηση αναγνώρισης προκαλεί δυσχέρειες διοικητικής και ιδιωτικής φύσεως, κατά παραβίαση του ενωσιακού δικαίου.

    Απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2024, Mirin (C‑4/23)

Καταναλωτές

Η ευρωπαϊκή πολιτική προστασίας των καταναλωτών αποσκοπεί στη διαφύλαξη της υγείας, της ασφάλειας και των οικονομικών και νομικών συμφερόντων των καταναλωτών, όπου και αν αυτοί διαμένουν, ταξιδεύουν ή πραγματοποιούν τις αγορές τους εντός της Ένωσης.


Το Δικαστήριο: εγγυητής των δικαιωμάτων των καταναλωτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Στο σημείο αυτό έχουμε ενσωματώσει περιεχόμενο από το YouTube. Επειδή είναι πιθανόν το YouTube να συλλέγει προσωπικά δεδομένα και να καταγράφει τις προτιμήσεις σας κατά την παρακολούθηση, η φόρτωση του βίντεο θα πραγματοποιηθεί μόνο μετά τη συγκατάθεσή σας στη χρήση από το YouTube cookies και παρόμοιων τεχνολογιών, που περιγράφονται στην πολιτική απορρήτου του.

  • Γερμανική ένωση καταναλωτών ενήγαγε ενώπιον γερμανικού δικαστηρίου την αλυσίδα σουπερμάρκετ Aldi Süd για μια διαφήμισή της όσον αφορά εκπτώσεις που προσέφερε στους πελάτες. Κατά την άποψη της ένωσης καταναλωτών, η Aldi Süd δεν έπρεπε να υπολογίζει την έκπτωση με βάση την τιμή που ίσχυε αμέσως πριν από την προσφορά αλλά, όπως ορίζει η ενωσιακή νομοθεσία, με βάση τη χαμηλότερη τιμή των τελευταίων 30 ημερών. Το γερμανικό δικαστήριο παρέπεμψε το ζήτημα στο Δικαστήριο, το οποίο επιβεβαίωσε ότι η διαφημιζόμενη έκπτωση πρέπει όντως να υπολογίζεται με βάση τη χαμηλότερη τιμή των τελευταίων 30 ημερών. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι έμποροι δεν είναι σε θέση να παραπλανήσουν τον καταναλωτή αυξάνοντας την τιμή του προϊόντος ακριβώς πριν ανακοινώσουν την έκπτωση και εμφανίζοντας έτσι στη συνέχεια ψευδή μείωση της τιμής.

    Απόφαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2024, Aldi Süd (C‑330/23)

Περιβάλλον

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεσμεύεται να διατηρεί και να αναβαθμίζει το περιβάλλον, καθώς και να προστατεύει την ανθρώπινη υγεία. Η προσέγγισή της βασίζεται στις αρχές της προφύλαξης και της πρόληψης, όπως επίσης και στην αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει».


Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το περιβάλλον

Στο σημείο αυτό έχουμε ενσωματώσει περιεχόμενο από το YouTube. Επειδή είναι πιθανόν το YouTube να συλλέγει προσωπικά δεδομένα και να καταγράφει τις προτιμήσεις σας κατά την παρακολούθηση, η φόρτωση του βίντεο θα πραγματοποιηθεί μόνο μετά τη συγκατάθεσή σας στη χρήση από το YouTube cookies και παρόμοιων τεχνολογιών, που περιγράφονται στην πολιτική απορρήτου του.

  • Από το 2019 απαγορεύεται βάσει ευρωπαϊκής οδηγίας η διάθεση στην αγορά προϊόντων που κατασκευάζονται από οξοδιασπώμενη πλαστική ύλη, η οποία θρυμματίζεται υπό την επίδραση της οξείδωσης. Βρετανικές εταιρίες που παράγουν ένα προ-οξειδωτικό πρόσθετο, χάρη στο οποίο, όπως ισχυρίζονται, η βιοαποδόμηση του πλαστικού επέρχεται πολύ ταχύτερα απ’ ό,τι όταν η πλαστική ύλη είναι απλώς οξοδιασπώμενη, προσέφυγαν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ζήτησαν, μεταξύ άλλων, αποκατάσταση της ζημίας που υπέστησαν επειδή η απαγόρευση διάθεσης οξοδιασπώμενης πλαστικής ύλης στην αγορά ισχύει και για το πλαστικό το οποίο εκείνες χαρακτηρίζουν ως «οξο-βιοδιασπώμενο». Το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε το αίτημά τους κρίνοντας ότι ο Ευρωπαίος νομοθέτης δεν είχε υποπέσει σε πρόδηλο σφάλμα. Σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες, ο βαθμός βιοαποδόμησης του πλαστικού που περιέχει προ-οξειδωτικό πρόσθετο είναι από χαμηλός έως ανύπαρκτος. Επιπλέον, ο συγκεκριμένος τύπος πλαστικού δεν προσφέρεται για οποιαδήποτε μορφή λιπασματοποίησης. Τέλος, η ανακύκλωσή του αποβαίνει προβληματική, διότι με τις τρέχουσες τεχνολογίες δεν είναι δυνατόν να εντοπιστεί το πλαστικό που περιέχει προ-οξειδωτικό πρόσθετο ώστε να διαχωριστεί και να απομονωθεί από τη συμβατική πλαστική ύλη.

    Απόφαση της 31ης Ιανουαρίου 2024, Symphony Environmental Technologies και Symphony Environmental κατά Κοινοβουλίου κ.λπ. (T‑745/20)

  • Ο λύκος, είδος το οποίο τυγχάνει αυστηρής προστασίας δυνάμει της Σύμβασης της Βέρνης, βρέθηκε στο επίκεντρο δύο αποφάσεων του Δικαστηρίου που αφορούσαν την ερμηνεία της οδηγίας για τους οικοτόπους. Στην Αυστρία, οικολογικές οργανώσεις προσέβαλαν ενώπιον δικαστηρίου στο Τιρόλο την προσωρινής ισχύος άδεια θανάτωσης λύκου που ευθυνόταν για τον θάνατο 20 περίπου προβάτων. Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι ορθώς απαγορεύεται το κυνήγι λύκου στο εν λόγω κράτος μέλος, με το σκεπτικό ότι η κατάσταση διατήρησης η οποία επικρατεί εκεί δεν είναι ευνοϊκή για τον πληθυσμό του είδους. Εξάλλου, στην Ισπανία, μια ένωση για την προστασία του ιβηρικού λύκου αμφισβήτησε κατά πόσον συμβιβάζεται με το ενωσιακό δίκαιο νόμος της Αυτόνομης Κοινότητας Καστίλλης και Λεόν ο οποίος ορίζει τον λύκο ως είδος που μπορεί να θηρεύεται βόρεια του ποταμού Duero (όπου υπόκειται σε μέτρα διαχείρισης, ενώ απολαύει αυστηρής προστασίας νότια του ποταμού). Απαντώντας σε προδικαστικά ερωτήματα ισπανικού δικαστηρίου, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν είναι δυνατόν να χαρακτηριστεί ο λύκος ως είδος το οποίο μπορεί να θηρεύεται σε περιφερειακό επίπεδο, σε περίπτωση που η κατάσταση διατήρησής του σε εθνικό επίπεδο είναι δυσμενής.

    Αποφάσεις της 11ης Ιουλίου 2024, WWF Österreich κ.λπ. (C‑601/22), και της 29ης Ιουλίου 2024, ASCEL (C‑436/22)

  • Η χαλυβουργία Ilva στον Τάραντα της Απουλίας (Νότια Ιταλία) είναι μία από τις μεγαλύτερες της Ευρώπης. Οι επιβλαβείς συνέπειες της λειτουργίας της για το περιβάλλον και την υγεία των κατοίκων της περιοχής διαπιστώθηκαν το 2019 από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Ήδη από το 2012 είχε προβλεφθεί η λήψη μέτρων για την άμβλυνση του αρνητικού της αντίκτυπου, πλην όμως η εφαρμογή τους έχει έκτοτε αναβληθεί επανειλημμένως. Πολλοί κάτοικοι της περιοχής γύρω από τη χαλυβουργία έχουν προσφύγει ενώπιον των ιταλικών δικαστηρίων. Το Δικαστήριο, κατόπιν προδικαστικής παραπομπής από δικαστήριο του Μιλάνου, αποφάνθηκε ότι δεν πληρούνται, κατά τα φαινόμενα, ορισμένες ουσιώδεις απαιτήσεις οι οποίες διέπουν, βάσει της οδηγίας για τους βιομηχανικούς ρύπους, τη χορήγηση άδειας λειτουργίας και τη διατήρησή της σε ισχύ. Συνεπώς, η λειτουργία της χαλυβουργίας θα πρέπει να ανασταλεί εφόσον αποδειχθεί ότι ενέχει σοβαρούς και σημαντικούς κινδύνους για το περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία.

    Απόφαση της 25ης Ιουνίου 2024, Ilva κ.λπ. (C‑626/22)

Κοινωνία της πληροφορίας

Η Ευρωπαϊκή Ένωση διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανάπτυξη της κοινωνίας της πληροφορίας, προάγοντας τη δημιουργία περιβάλλοντος ευνοϊκού για την καινοτομία και την ανταγωνιστικότητα, ενώ παράλληλα προστατεύει τα δικαιώματα των καταναλωτών προσφέροντας ασφάλεια δικαίου. Εγγυάται την ύπαρξη δίκαιων και ανοικτών ψηφιακών αγορών και αίρει τους φραγμούς στις διασυνοριακές επιγραμμικές υπηρεσίες εντός της εσωτερικής αγοράς, ώστε να είναι δυνατή η ελεύθερη κυκλοφορία τους.


Το Δικαστήριο και ο ψηφιακός κόσμος

Στο σημείο αυτό έχουμε ενσωματώσει περιεχόμενο από το YouTube. Επειδή είναι πιθανόν το YouTube να συλλέγει προσωπικά δεδομένα και να καταγράφει τις προτιμήσεις σας κατά την παρακολούθηση, η φόρτωση του βίντεο θα πραγματοποιηθεί μόνο μετά τη συγκατάθεσή σας στη χρήση από το YouTube cookies και παρόμοιων τεχνολογιών, που περιγράφονται στην πολιτική απορρήτου του.

  • Στην Ιταλία, επιβλήθηκαν διά νόμου σε παρόχους διαδικτυακών υπηρεσιών που είναι εγκατεστημένοι εκτός της χώρας, όπως η Airbnb, η Expedia, η Google και η Amazon, διοικητικές υποχρεώσεις με δεδηλωμένο σκοπό τη διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου. Οι πάροχοι αυτοί οφείλουν, μεταξύ άλλων, να εγγράφονται σε ειδικό μητρώο, να υποβάλλουν οικονομικές εκθέσεις και να καταβάλλουν χρηματικές εισφορές. Το Δικαστήριο, απαντώντας σε προδικαστικά ερωτήματα ιταλικού δικαστηρίου, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα επίμαχα μέτρα δεν συμβιβάζονται με το ενωσιακό δίκαιο. Υπενθύμισε ότι οι πάροχοι διαδικτυακών υπηρεσιών υπόκεινται πρωτίστως στη νομοθεσία του κράτους μέλους της εγκατάστασής τους, εν προκειμένω της Ιρλανδίας ή του Λουξεμβούργου. Τα κράτη μέλη, όπως η Ιταλία, όπου οι πάροχοι διαδικτυακών υπηρεσιών ασκούν τις δραστηριότητές τους δεσμεύονται από την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης και, κατά κανόνα, δεν επιτρέπεται να θεσπίσουν πρόσθετες υποχρεώσεις που θα μπορούσαν να περιορίσουν την ελεύθερη παροχή των εν λόγω υπηρεσιών.

    Αποφάσεις της 30ής Μαΐου 2024, Airbnb Ireland και Amazon Services Europe (συνεκδικασθείσες υποθέσεις C‑662/22 και C‑667/22), Expedia (C‑663/22), Google Ireland και Eg Vacation Rentals Ireland (συνεκδικασθείσες υποθέσεις C‑664/22 και C‑666/22), Amazon Services Europe (C‑665/22)

  • Η Bytedance Ltd είναι εταιρία η οποία, μέσω των θυγατρικών της, εκμεταλλεύεται την επιγραμμική πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης TikTok. Η Επιτροπή χαρακτήρισε την Bytedance ως πυλωρό βασικής υπηρεσίας πλατφόρμας, κατ’ εφαρμογήν του ευρωπαϊκού κανονισμού για τις ψηφιακές αγορές (Πράξη για τις Ψηφιακές Αγορές). Αυτό σήμαινε ότι η εταιρία οφείλει να τηρεί ένα στοχευμένο σύνολο νομικών υποχρεώσεων που έχουν ως στόχο, αφενός, να παρέχεται η δυνατότητα σε άλλες επιχειρήσεις να ανταγωνιστούν τον πυλωρό και, αφετέρου, να προλαμβάνονται ορισμένες αθέμιτες πρακτικές. Το Γενικό Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου η Bytedance άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως της Επιτροπής, υπενθύμισε ότι ο ενωσιακός νομοθέτης εξέδωσε τον ευρωπαϊκό κανονισμό για τις ψηφιακές αγορές προκειμένου να βελτιωθεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Διαπιστώνοντας ότι τα κριτήρια του κανονισμού για τις ψηφιακές αγορές, και δη τα σχετικά με την παγκόσμια αγοραία αξία και με τον αριθμό των χρηστών, πληρούνται εν προκειμένω, το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι ορθώς η Επιτροπή χαρακτήρισε την Bytedance πυλωρό και, ως εκ τούτου, απέρριψε την προσφυγή της εταιρίας.

    Απόφαση της 17ης Ιουλίου 2024, Bytedance κατά Επιτροπής (T‑1077/23)

Ανταγωνισμός, κρατικές ενισχύσεις και tax rulings

Η Ευρωπαϊκή Ένωση διασφαλίζει την τήρηση των κανόνων που προστατεύουν τον ελεύθερο ανταγωνισμό. Οι πρακτικές οι οποίες έχουν ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα την παρακώλυση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά απαγορεύονται και επισύρουν πρόστιμα. Επιπλέον, οι κρατικές ενισχύσεις απαγορεύονται εφόσον δεν συμβιβάζονται με την εσωτερική αγορά, κάτι που καλείται να ελέγξει η Επιτροπή, στην οποία οι Συνθήκες αναθέτουν τη σημαντική αυτήν αποστολή.


Το Γενικό Δικαστήριο – εξασφαλίζει ότι τα θεσμικά όργανα συμμορφώνονται με το ενωσιακό δίκαιο

Στο σημείο αυτό έχουμε ενσωματώσει περιεχόμενο από το YouTube. Επειδή είναι πιθανόν το YouTube να συλλέγει προσωπικά δεδομένα και να καταγράφει τις προτιμήσεις σας κατά την παρακολούθηση, η φόρτωση του βίντεο θα πραγματοποιηθεί μόνο μετά τη συγκατάθεσή σας στη χρήση από το YouTube cookies και παρόμοιων τεχνολογιών, που περιγράφονται στην πολιτική απορρήτου του.

  • Το έργο της σταθερής ζεύξης του πορθμού Fehmarn περιλαμβάνει μια υποθαλάσσια σήραγγα κάτω από τη Βαλτική Θάλασσα, μεταξύ του Rødby στο δανικό νησί Lolland και του Puttgarden στη Γερμανία. Ο δανικός δημόσιος φορέας Femern A/S είναι υπεύθυνος για τη χρηματοδότηση, την κατασκευή και τη λειτουργία της. Η Επιτροπή κατέληξε, με απόφασή της, στο συμπέρασμα ότι τα χρηματοδοτικά μέτρα που ελήφθησαν υπέρ της Femern A/S από τη Δανία συνιστούν μεν κρατική ενίσχυση, πλην όμως συμβατή με την εσωτερική αγορά. Η Δανία και δύο εταιρίες εκμετάλλευσης πορθμείων, η Scandlines Danmark και η Scandlines Deutschland, ζήτησαν την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε τις προσφυγές παρότι έκρινε ότι το επιλεκτικό πλεονέκτημα το οποίο χορηγήθηκε στη Femern A/S όντως ενισχύει τη θέση της στην αγορά υπηρεσιών μεταφορών σε σχέση με άλλες εταιρίες της ίδιας αγοράς και επηρεάζει το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών. Ωστόσο, το έργο της σταθερής ζεύξης είναι κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και συμβάλλει στην επίτευξη των στόχων της ενωσιακής πολιτικής μεταφορών.

    Αποφάσεις της 28ης Φεβρουαρίου 2024, Scandlines Danmark και scandlines Deutschland κατά Επιτροπής, Δανία κατά Επιτροπής και Scandlines Danmark και Scandlines Deutschland κατά Επιτροπής (T‑7/19, T‑364/20 και T‑390-20)

  • Η Qualcomm, αμερικανική εταιρία που κατασκευάζει τσιπ για τηλέφωνα και ταμπλέτες, κατηγορήθηκε από την Icera για πρακτικές επιθετικής τιμολόγησης. Η Nvidia, αφού εξαγόρασε την Icera, έδωσε νέες πληροφορίες αναφορικά με τις κατηγορίες. Το 2019 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέβαλε στην Qualcomm πρόστιμο ύψους 242 εκατομμυρίων ευρώ για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης, διαπιστώνοντας ότι η εταιρία είχε πωλήσει τσιπ με ζημία στις Huawei και ZTE προκειμένου να εξαλείψει την Icera, την ανταγωνίστριά της. Το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέρριψε τα περισσότερα από τα επιχειρήματα της Qualcomm, πλην των σχετικών με τον υπολογισμό του προστίμου. Επ’ αυτού, αποφάνθηκε ότι η Επιτροπή είχε παρεκκλίνει αδικαιολόγητα από τις κατευθυντήριες γραμμές του 2006 και μείωσε το πρόστιμο σε 238,7 εκατομμύρια ευρώ.

    Απόφαση της 18ης Σεπτεμβρίου 2024, Qualcomm κατά Επιτροπής (T‑671/19)

  • Το 2017 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέβαλε στην Google πρόστιμο ύψους περίπου 2,4 δισεκατομμυρίων ευρώ για κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της σε πλείονες εθνικές αγορές αναζήτησης στο διαδίκτυο. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι, σε 13 χώρες του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ), η Google επιφύλασσε, ως προς τα αποτελέσματα αναζήτησης της μηχανής της, ευνοϊκή μεταχείριση στο δικό της εργαλείο σύγκρισης προϊόντων έναντι των αντίστοιχων εργαλείων των ανταγωνιστών της. Συγκεκριμένα, τα αποτελέσματα του εργαλείου της Google τοποθετούνταν στην κορυφή και παρουσιάζονταν μέσα σε ελκυστικά «κουτιά», ενώ εκείνα των ανταγωνιστών εμφανίζονταν υπό μορφή απλών, κοινότυπων συνδέσμων και υποβαθμίζονταν συχνά από τους αλγορίθμους. Το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιβεβαίωσε κατά το μεγαλύτερο μέρος της την απόφαση της Επιτροπής και το Δικαστήριο απέρριψε στη συνέχεια την αναίρεση της Google και της Alphabet, επικυρώνοντας το πρόστιμο που τους είχε επιβληθεί.

    Απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2024, Google και Alphabet κατά Επιτροπής (Google Shopping) (C‑48/22 P)

  • Το 2003 η Google εγκαινίασε τη διαφημιστική της πλατφόρμα AdSense. Μέσω της πλατφόρμας αυτής, οι φορείς εκμετάλλευσης ιστοτόπων μπορούν να πραγματοποιούν έσοδα από την προβολή διαφημίσεων που συνδέονται με τις αναζητήσεις των χρηστών. Για να έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν την υπηρεσία, ορισμένοι εκδότες ιστοτόπων χρειάστηκε να υπογράψουν με την Google συμβάσεις οι οποίες περιείχαν ρήτρες που εμπόδιζαν ή περιόριζαν την προβολή ανταγωνιστικών διαφημίσεων. Το 2019, μετά από καταγγελίες διαφόρων εταιριών μεταξύ των οποίων η Microsoft και η Expedia, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέβαλε, με απόφασή της, πρόστιμο ύψους 1,49 δισεκατομμυρίων ευρώ στην Google για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. Το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώπιον του οποίου ασκήθηκε προσφυγή κατά της αποφάσεως, έκρινε ότι η Επιτροπή είχε σφάλει κατά την εκτίμηση της διάρκειας ισχύος των ρητρών καθώς και του τμήματος της αγοράς που κάλυπταν και, ως εκ τούτου, δεν είχε τεκμηριώσει ορθώς την ύπαρξη κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης. Συνεπώς, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε την προσβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της.

    Απόφαση της 18ης Σεπτεμβρίου 2004, Google AdSense κατά Επιτροπής (T‑334/19)

  • Το 2021 η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι τράπεζες Deutsche Bank, Bank of America, Crédit Agricole και Credit Suisse (νυν UBS Group) είχαν μετάσχει σε σύμπραξη στον τομέα των υπερεθνικών ομολόγων, των κρατικών ομολόγων και των ομολόγων κρατικών φορέων που είναι εκφρασμένα σε δολάρια («SSA Bonds»), ανταλλάσσοντας ευαίσθητες πληροφορίες και συντονίζοντας τις στρατηγικές τις οποίες ακολουθούσαν στις διαπραγματεύσεις. Η Επιτροπή επέβαλε πρόστιμα στην Bank of America (12,6 εκατομμύρια ευρώ), στην Credit Suisse (11,9 εκατομμύρια ευρώ) και στην Crédit Agricole (3,9 εκατομμύρια ευρώ), ενώ η Deutsche Bank απαλλάχθηκε από τα πρόστιμα χάρη στη συνεργασία της. Η Crédit Agricole και η Credit Suisse προσέφυγαν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο επιβεβαίωσε τη διαπίστωση της παράβασης και διατήρησε τα πρόστιμα που είχαν επιβληθεί το 2021.

    Απόφαση της 6ης Νοεμβρίου 2024, Crédit agricole και Crédit agricole Corporate and Investment Bank κατά Επιτροπής και UBS Group και Credit Suisse Securities (Europe) κατά Επιτροπής (T‑386/21 και T‑406/21)

  • Το 2018 η βρετανική εταιρία τηλεπικοινωνιών Vodafone ανακοίνωσε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή την πρόθεσή της να εξαγοράσει τις τηλεπικοινωνιακές δραστηριότητες της Liberty Global στη Γερμανία, την Τσεχική Δημοκρατία, την Ουγγαρία και τη Ρουμανία. Το 2019 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε την έγκρισή της υπό όρους. Φοβούμενες ότι η Vodafone θα αποκτούσε δεσπόζουσα θέση σε ορισμένες αγορές, τρεις γερμανικές εταιρίες άσκησαν προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης με αίτημα την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής. Το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε τις προσφυγές τους, κρίνοντας ότι ήταν ορθό το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι τα μέρη της συγκέντρωσης δεν είναι ανταγωνιστές στην επίμαχη αγορά, δηλαδή στη λιανική παροχή υπηρεσιών μετάδοσης τηλεοπτικού σήματος στη Γερμανία.

    Αποφάσεις της 13ης Νοεμβρίου 2024, NetCologne κατά Επιτροπής, Deutsche Telekom κατά Επιτροπής και Tele Columbus κατά Επιτροπής (T‑58/20, T‑64/20 και T‑69/20)

  • Η άμεση φορολογία εμπίπτει κατ’ αρχήν στην αρμοδιότητα των κρατών μελών. Ωστόσο, τα κράτη μέλη οφείλουν να σέβονται τους βασικούς κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως είναι η απαγόρευση των κρατικών ενισχύσεων. Στο πλαίσιο αυτό, η Ένωση επαγρυπνεί ώστε να είναι νόμιμες οι φορολογικές προαποφάσεις (tax rulings) των κρατών μελών με τις οποίες αναγνωρίζεται ειδικό φορολογικό καθεστώς σε συγκεκριμένες επιχειρήσεις. Το 2016 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκρινε ότι ορισμένες εταιρίες του ομίλου Apple είχαν τύχει, μεταξύ 1991 και 2014, φορολογικών πλεονεκτημάτων που συνιστούσαν κρατική ενίσχυση χορηγηθείσα από την Ιρλανδία. Η ενίσχυση σχετιζόταν με τη φορολογική μεταχείριση των κερδών που προέκυπταν από τις δραστηριότητες της Apple εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών. Το 2020 το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής, κρίνοντας ότι δεν είχε αποδειχθεί επαρκώς η ύπαρξη επιλεκτικού πλεονεκτήματος υπέρ των εταιριών του ομίλου. Το Δικαστήριο αναίρεσε όμως την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου και αποφάνθηκε οριστικά επί της διαφοράς, επιβεβαιώνοντας την απόφαση της Επιτροπής. Αποφάνθηκε ειδικότερα ότι η Ιρλανδία όντως χορήγησε στην Apple ενίσχυση που δεν συμβιβάζεται με την εσωτερική αγορά, επιφυλάσσοντάς της διαφορετική φορολογική μεταχείριση κατά παρέκκλιση από τους ιρλανδικούς κανόνες για τη φορολόγηση των κερδών των αλλοδαπών εταιριών. Κατά συνέπεια, το κράτος μέλος οφείλει να ανακτήσει την εν λόγω ενίσχυση.

    Απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2024, Επιτροπή κατά Ιρλανδίας κ.λπ. (C‑465/20 P)

Διανοητική ιδιοκτησία

Η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας (πνευματικά δικαιώματα) και της βιομηχανικής ιδιοκτησίας (δίκαιο των εμπορικών σημάτων, των σχεδίων και των υποδειγμάτων) βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, δημιουργώντας ένα περιβάλλον που ευνοεί τη δημιουργικότητα και την καινοτομία.


Διανοητική ιδιοκτησία και Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Στο σημείο αυτό έχουμε ενσωματώσει περιεχόμενο από το YouTube. Επειδή είναι πιθανόν το YouTube να συλλέγει προσωπικά δεδομένα και να καταγράφει τις προτιμήσεις σας κατά την παρακολούθηση, η φόρτωση του βίντεο θα πραγματοποιηθεί μόνο μετά τη συγκατάθεσή σας στη χρήση από το YouTube cookies και παρόμοιων τεχνολογιών, που περιγράφονται στην πολιτική απορρήτου του.

  • Τον Σεπτέμβριο του 2021 η εταιρία Escobar Inc. (Πουέρτο Ρίκο, Ηνωμένες Πολιτείες) υπέβαλε στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) αίτηση για την καταχώριση του λεκτικού σημείου Pablo Escobar ως ενωσιακού εμπορικού σήματος. Ο Κολομβιανός Πάμπλο Εσκομπάρ, ο οποίος πέθανε το 1993, ήταν διαβόητος βαρόνος ναρκωτικών και ναρκο-τρομοκράτης, ιδρυτής του καρτέλ του Μεδεγίν (Κολομβία). Το EUIPO απέρριψε την αίτηση καταχώρισης του σήματος, κρίνοντας ότι ήταν αντίθετο προς τη δημόσια τάξη και τα χρηστά ήθη. Η εταιρία Escobar προσέβαλε την απορριπτική απόφαση του EUIPO, πλην όμως το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης την επιβεβαίωσε, υπογραμμίζοντας ότι το όνομα Pablo Escobar συνδέεται με τη διακίνηση ναρκωτικών και τη ναρκο-τρομοκρατία, με αποτέλεσμα το σήμα να αντιβαίνει στις θεμελιώδεις ηθικές αρχές και τις αδιαίρετες και οικουμενικές αξίες στις οποίες βασίζεται η Ένωση.

    Απόφαση της 17ης Απριλίου 2024, Escobar κατά EUIPO (Pablo Escobar) (T‑255/23)

  • Το ενωσιακό εμπορικό σήμα Big Mac καταχωρίστηκε το 1996 από την αμερικανική αλυσίδα McDonald's. Το 2017 η ιρλανδική αλυσίδα ταχείας εστίασης Supermac's, θεωρώντας ότι δεν είχε γίνει ουσιαστική χρήση του σήματος αυτού σε σχέση με ορισμένα προϊόντα και υπηρεσίες, κίνησε ενώπιον του EUIPO διαδικασία κήρυξης έκπτωσης. Το EUIPO έκανε δεκτή τη σχετική αίτηση της Supermac’s, αλλά μόνον εν μέρει. Η Supermac’s προσέφυγε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο περιόρισε περαιτέρω την προστασία που παρέχεται στην McDonald's για το σήμα Big Mac. Ειδικότερα, η αμερικανική αλυσίδα απώλεσε την προστασία του σήματος Big Mac για τα τρόφιμα με βάση τα πουλερικά και για τα σάντουιτς με κοτόπουλο, για τις υπηρεσίες εστίασης και «drive-in» καθώς και για την προετοιμασία γευμάτων προς πώληση. Το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η McDonald's δεν απέδειξε ότι είχε γίνει ουσιαστική χρήση του σήματος Big Mac στην Ένωση επί πέντε συνεχή έτη, σε σχέση με τα συγκεκριμένα προϊόντα και τις συγκεκριμένες υπηρεσίες.

    Απόφαση της 5ης Ιουνίου 2024, Supermac’s κατά EUIPO McDonald’s International Property (BIG MAC) (T‑58/23)

  • Στις 24 Φεβρουαρίου 2022, πρώτη ημέρα της ευρείας κλίμακας ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, ο Ρομάν Γκριμπόφ, Ουκρανός συνοριοφύλακας στο Φιδονήσι του Εύξεινου Πόντου, στράφηκε προς τα ρωσικά πλοία και έβγαλε την πολεμική ιαχή: «Русский военный корабль, иди на **й» (στα αγγλικά, «Russian warship, go f**k yourself»). Η Administration of the State Border Guard Service of Ukraine υπέβαλε στο EUIPO αίτηση για την καταχώριση σημείου αποτελούμενου από την πολεμική αυτή ιαχή και τη μετάφρασή της στην αγγλική γλώσσα ως ενωσιακού σήματος. Το EUIPO απέρριψε την αίτηση. Κατόπιν προσφυγής την οποία άσκησε η διοίκηση της Ουκρανικής Συνοριοφυλακής, το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιβεβαίωσε την απορριπτική απόφαση του EUIPO, κρίνοντας ότι η επίμαχη φράση, η οποία είχε καταστεί σύμβολο του αγώνα της Ουκρανίας κατά των ρωσικών επιθέσεων, δεν θα μπορούσε να γίνει αντιληπτή ως δηλωτική εμπορικής προέλευσης.

    Απόφαση της 13ης Νοεμβρίου 2024, Administration of the State Border Guard Service of Ukraine κατά EUIPO (RUSSIAN WARSHIP, GO F**K YOURSELF) (T‑82/24)

  • Το 2016 καταχωρίστηκε από το EUIPO κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα της γερμανικής εταιρίας Puma για αθλητικά υποδήματα. Η ολλανδική εταιρία Handelsmaatschappij J. Van Hilst ζήτησε από το EUIPO να κηρύξει το σχέδιο ή υπόδειγμα άκυρο, ισχυριζόμενη ότι, δώδεκα μήνες πριν από την κατάθεση της αιτήσεως καταχώρισης, η τραγουδίστρια Rihanna, νεόκοπη καλλιτεχνική διευθύντρια της Puma, είχε αναρτήσει στο Instagram εικόνες στις οποίες εμφανιζόταν να φοράει παπούτσια με σχέδιο ή υπόδειγμα παρόμοιων χαρακτηριστικών. Το EUIPO αποφάνθηκε ότι το σχέδιο ή υπόδειγμα είχε, επομένως, καταστεί γνωστό στο κοινό πριν από την υποβολή της αιτήσεως καταχώρισης, γεγονός που δικαιολογούσε την ακύρωσή του. Το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέρριψε την προσφυγή της Puma κατά της αποφάσεως του EUIPO και επιβεβαίωσε ότι οι εικόνες από τον λογαριασμό στο Instagram αρκούσαν για να αποδειχθεί η δημοσιοποίηση του προγενέστερου σχεδίου ή υποδείγματος, αφού προέκυπταν από αυτές όλα τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του.

    Απόφαση της 6ης Μαρτίου 2024, Puma κατά EUIPO Handelsmaatschappij J. Van Hilst (Υποδήματα) (T‑647/22)

Εμπορική πολιτική

Για τις ανάγκες της κοινής εμπορικής πολιτικής, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αποκλειστική αρμοδιότητα προς σύναψη διεθνών εμπορικών συμφωνιών. Έτσι, η ενιαία φωνή με την οποία η Ένωση εκφράζεται στη διεθνή σκηνή ισχυροποιεί τη θέση της στο διεθνές εμπόριο. Η δράση της στον τομέα αυτόν πρέπει πάντως να συνάδει με το ενωσιακό συνταγματικό πλαίσιο.

  • Το 2019 η ισχύς των συμφωνιών ΕΕ-Μαρόκου για την αλιεία και τα γεωργικά προϊόντα επεκτάθηκε στο έδαφος της Δυτικής Σαχάρας χωρίς τη ρητή συγκατάθεση του λαού της. Το Front Polisario, το οποίο αναγνωρίζεται από τον ΟΗΕ ως προνομιούχος συνομιλητής εκ μέρους του λαού των Σαχράουι, προσέβαλε τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί έγκρισης των ως άνω συμφωνιών, ασκώντας προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο τις ακύρωσε. Το Δικαστήριο έκρινε κατ’ αναίρεση ότι οι συμφωνίες παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο, διότι ο λαός των Σαχράουι, ο οποίος έχει δικαίωμα αυτοδιάθεσης, δεν είχε συναινέσει στην εφαρμογή τους. Επιπλέον, δεν ετίθετο ζήτημα ύπαρξης τεκμαιρόμενης συναίνεσης, εφόσον οι συμφωνίες δεν απέφεραν κανένα συγκεκριμένο όφελος στον λαό των Σαχράουι υπό τη μορφή αναλογικού οικονομικού αντισταθμίσματος βάσει της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων της Δυτικής Σαχάρας και των όμορων υδάτων.

    Αποφάσεις της 4ης Οκτωβρίου 2024, Επιτροπή και Συμβούλιο κατά Front Polisario (συνεκδικασθείσες υποθέσεις C‑778/21 P και C‑798/21 P, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C‑779/21 P και C‑799/21 P)

  • Μια γαλλική ένωση αγροτών αμφισβήτησε ενώπιον της γαλλικής Διοίκησης τον τρόπο με τον οποίο επισημαίνονταν τα πεπόνια και οι ντομάτες που καλλιεργούνταν στη Δυτική Σαχάρα. Το γεγονός ότι τα προϊόντα αυτά εξάγονταν στην Ευρωπαϊκή Ένωση με μνεία του Μαρόκου ως χώρας καταγωγής ήταν, σύμφωνα με τις καταγγελίες της Confédération paysanne, παραπλανητικό και αντίθετο προς το διεθνές δίκαιο. Η ένωση ζήτησε να φέρουν τα προϊόντα ειδική επισήμανση που να αναγράφει την πραγματική τους προέλευση. Το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι η Δυτική Σαχάρα είναι, κατά την έννοια του ενωσιακού δικαίου, περιοχή διακριτή από το Μαρόκο. Κατά συνέπεια, τα προϊόντα τα οποία προέρχονται από τη συγκεκριμένη αυτή περιοχή πρέπει να αναγράφουν την πραγματική τους προέλευση, δηλαδή τη Δυτική Σαχάρα, για να διασφαλίζεται η διαφάνεια στην ενημέρωση των καταναλωτών και να αποτρέπεται κάθε ενδεχόμενο παραπλάνησής τους. Το Δικαστήριο αποφάνθηκε όμως επίσης ότι τα κράτη μέλη, και επομένως η Γαλλία, δεν επιτρέπεται να θεσπίζουν μονομερώς απαγορεύσεις εισαγωγής για προϊόντα με εσφαλμένη επισήμανση. Τέτοια αρμοδιότητα εμπίπτει αποκλειστικώς στην Ένωση στο πλαίσιο της άσκησης της κοινής εμπορικής πολιτικής.

    Απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2024, Confédération paysanne (Πεπόνια και ντομάτες από τη Δυτική Σαχάρα) (C‑399/22)

Μετανάστευση και άσυλο

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θεσπίσει ένα σύνολο κανόνων για την εφαρμογή αποτελεσματικής, ανθρωπιστικής και ασφαλούς μεταναστευτικής πολιτικής. Το ευρωπαϊκό κοινό σύστημα ασύλου ορίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις οι οποίες διέπουν τη μεταχείριση όλων των αιτούντων άσυλο και την επεξεργασία των αιτήσεών τους οπουδήποτε εντός της Ένωσης.

  • Σύμφωνα με την οδηγία για την αναγνώριση, τα πρόσωπα που είναι εγγεγραμμένα στην Υπηρεσία Αρωγής και Έργων των Ηνωμένων Εθνών για τους Παλαιστίνιους Πρόσφυγες στην Εγγύς Ανατολή (UNRWA) αποκλείονται από το καθεστώς του πρόσφυγα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, πρέπει, κατ' αρχήν, να τους αναγνωρίζεται το καθεστώς του πρόσφυγα, εφόσον παύσει η συνδρομή ή η προστασία η οποία παρέχεται από τον εν λόγω οργανισμό. Στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς που αφορούσε απάτριδες παλαιστινιακής καταγωγής, βουλγαρικό δικαστήριο υπέβαλε αίτηση προδικαστικής αποφάσεως ζητώντας να αποσαφηνιστεί βάσει ποιων κριτηρίων μπορεί να γίνει δεκτό ότι η συνδρομή αυτή έχει παύσει. Το Δικαστήριο τόνισε ότι, δεδομένης της κατάστασης που επικρατεί στη Λωρίδα της Γάζας, η αδυναμία της UNRWA να εξασφαλίσει αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης ή ελάχιστες συνθήκες ασφαλείας στην περιοχή συνιστά τέτοια παύση.

    Απόφαση της 13ης Ιουνίου 2024, Zamestnik-predsedatel na Darzhavna agentsia za bezhantsite (Ανιθαγενής παλαιστινιακής καταγωγής) (C‑563/22)

  • Η Ουγγαρία καταδικάστηκε στην καταβολή εφάπαξ ποσού 200 εκατομμυρίων ευρώ και ημερήσιας χρηματικής ποινής ύψους 1 εκατομμυρίου ευρώ, επειδή δεν συμμορφώθηκε με προηγούμενη απόφαση του Δικαστηρίου σχετική με το άσυλο, η οποία είχε εκδοθεί τον Δεκέμβριο του 2020. Ειδικότερα, η Ουγγαρία παρέβη τις υποχρεώσεις της όσον αφορά την πρόσβαση στη διαδικασία διεθνούς προστασίας, την κράτηση των αιτούντων σε ζώνες διέλευσης και την απομάκρυνση των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων. Με την εσκεμμένη μη εφαρμογή της κοινής πολιτικής της Ένωσης, υπονόμευσε σοβαρά την αρχή της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών και την ενότητα του ενωσιακού δικαίου. Αυτή η πρωτοφανής και κατάφωρη παράβαση είχε ως συνέπεια να μετατεθεί αδικαιολόγητα στα άλλα κράτη μέλη η ευθύνη για την υποδοχή και τη διαχείριση των αιτούντων άσυλο.

    Απόφαση της 13ης Ιουνίου 2024, Επιτροπή κατά Ουγγαρίας (Υποδοχή των αιτούντων διεθνή προστασία ΙΙ) (C‑123/22)

Δικαστική συνεργασία

Οι διατάξεις για τον Χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης περιλαμβάνουν μέτρα προώθησης της δικαστικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών. Η συνεργασία αυτή βασίζεται στην αμοιβαία αναγνώριση των δικαστικών αποφάσεων και αποσκοπεί στην εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών περί καταπολέμησης της διασυνοριακής εγκληματικότητας και στην κατοχύρωση της προστασίας των δικαιωμάτων των θυμάτων, των υπόπτων και των προσώπων που βρίσκονται υπό κράτηση εντός της Ένωσης.

  • Δράστης ανθρωποκτονίας καταδικάστηκε από ιταλικό ποινικό δικαστήριο να αποζημιώσει τους πολιτικώς ενάγοντες, δηλαδή την οικογένεια του θύματος η οποία ήταν πρώην σύντροφός του. Λόγω αδυναμίας πληρωμής της από τον δράστη, το Ιταλικό Δημόσιο κατέβαλε την αποζημίωση μόνο στα τέκνα και στον σύζυγο του θύματος. Οι γονείς, η αδελφή και τα παιδιά του θύματος άσκησαν εν συνεχεία αγωγή ενώπιον ιταλικού πολιτικού δικαστηρίου ζητώντας «εύλογη και προσήκουσα» αποζημίωση. Απαντώντας σε προδικαστικό ερώτημα σχετικό με την ερμηνεία της οδηγίας για την αποζημίωση των θυμάτων εγκληματικών πράξεων, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι εθνικό σύστημα που αποκλείει αυτομάτως ορισμένα μέλη της οικογένειας από οποιαδήποτε αποζημίωση απλώς και μόνον λόγω της παρουσίας άλλων μελών της οικογένειας τα οποία έχουν προτεραιότητα δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εγγυάται «εύλογη και προσήκουσα αποζημίωση» για τα έμμεσα θύματα. Τα εθνικά συστήματα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη και άλλους παράγοντες, όπως τις υλικές συνέπειες του θανάτου για αυτά τα μέλη της οικογένειας ή το γεγονός ότι το θύμα τα συντηρούσε οικονομικά.

    Απόφαση της 7ης Νοεμβρίου 2024, Burdene (C‑126/23)

  • Η γαλλική αστυνομία κατάφερε να διεισδύσει στην κρυπτογραφημένη τηλεπικοινωνιακή υπηρεσία EncroChat, η οποία χρησιμοποιείται παγκοσμίως σε κρυπτογραφημένα κινητά τηλέφωνα για την παράνομη διακίνηση ναρκωτικών. Μέσω ενός διακομιστή της Ευρωπόλ, η γερμανική Ομοσπονδιακή υπηρεσία δίωξης εγκλήματος έλαβε γνώση των δεδομένων που είχαν προκύψει από την παρακολούθηση και αφορούσαν χρήστες του EncroChat στη Γερμανία. Κατόπιν ευρωπαϊκών εντολών έρευνας τις οποίες εξέδωσε η γερμανική εισαγγελία, επιτράπηκε από γαλλικό δικαστήριο η διαβίβαση των δεδομένων αυτών και η χρήση τους σε ποινικές δίκες στη Γερμανία. Αμφιβάλλοντας για τη νομιμότητα των επίμαχων εντολών έρευνας, το περιφερειακό δικαστήριο του Βερολίνου υπέβαλε αίτηση προδικαστικής αποφάσεως. Το Δικαστήριο απάντησε ότι είναι πράγματι δυνατόν, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να εκδοθεί από εισαγγελέα ευρωπαϊκή εντολή έρευνας προς εξασφάλιση της διαβίβασης αποδεικτικών στοιχείων που έχουν ήδη συλλεγεί από άλλο κράτος μέλος. Για την έκδοση τέτοιας εντολής δεν απαιτείται να έχουν τηρηθεί οι όροι που διέπουν τη συλλογή αποδείξεων στο κράτος έκδοσης. Πρέπει εντούτοις να μπορεί να ελεγχθεί δικαστικώς, σε μεταγενέστερο στάδιο, ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων των ενδιαφερομένων.

    Απόφαση της 30ής Απριλίου 2024, M.N. (EncroChat) (C‑670/22)

Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας

Ως βασικό μέσο άσκησης της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα περιοριστικά μέτρα ή «κυρώσεις» χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο μιας ενιαίας και συνολικής προσέγγισης που περιλαμβάνει τον πολιτικό διάλογο. Η Ένωση καταφεύγει στην επιβολή τους ιδίως όταν είναι αναγκαία για τη διαφύλαξη των αξιών, των θεμελιωδών συμφερόντων και της ασφάλειάς της, για την πρόληψη συγκρούσεων και για την ενίσχυση της διεθνούς ασφάλειας. Στόχος των κυρώσεων είναι, στην πράξη, να επέλθει μια αλλαγή στην πολιτική ή στη συμπεριφορά των προσώπων ή των οντοτήτων κατά των οποίων στρέφονται τα μέτρα, ώστε να επιτευχθούν οι σκοποί της ΚΕΠΠΑ.

  • Το 2008 η Ευρωπαϊκή Ένωση οργάνωσε μη στρατιωτική αποστολή με την ονομασία Eulex Kosovo, η οποία θα διερευνούσε τα εγκλήματα και τις εξαφανίσεις ή δολοφονίες που είχαν συμβεί στο Κοσσυφοπέδιο το 1999. Το επόμενο έτος, συγκρότησε ειδική επιτροπή για να εξετάσει τις καταγγελίες περί παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων τις οποίες φερόταν να διέπραξε η Eulex Kosovo κατά την εκπλήρωση της αποστολής της. Μετά από καταγγελίες των KS και KD, οι οποίοι ήταν στενοί συγγενείς ανθρώπων που εξαφανίστηκαν ή δολοφονήθηκαν στο Κοσσυφοπέδιο, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι συνέτρεχε όντως προσβολή θεμελιωδών δικαιωμάτων. Στη συνέχεια, οι KS και KD άσκησαν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης αγωγή προς αποκατάσταση της ζημίας την οποία ισχυρίζονταν ότι υπέστησαν εξαιτίας των ερευνών που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της αποστολής. Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε εαυτό προδήλως αναρμόδιο.

    Κρίνοντας κατ’ αναίρεση, το Δικαστήριο αποσαφήνισε τα όρια της αρμοδιότητας των ενωσιακών δικαιοδοτικών οργάνων στο πλαίσιο της ΚΕΠΠΑ. Αποφάνθηκε ότι είναι αρμόδιο να ερμηνεύει ή να εξετάζει τη νομιμότητα πράξεων ή παραλείψεων που εντάσσονται στην ΚΕΠΠΑ και δεν συνδέονται άμεσα με πολιτικές ή στρατηγικές επιλογές (όπως, για παράδειγμα, οι πράξεις οι οποίες αφορούσαν την πρόσληψη του προσωπικού της Eulex Kosovo). Υπογράμμισε ότι μια τέτοια αυστηρή ερμηνεία της εξαίρεσης από τη δικαιοδοτική του αρμοδιότητα στον τομέα της ΚΕΠΠΑ συνάδει με το δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, παραπέμποντας επί του ζητήματος αυτού και στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο αναίρεσε εν μέρει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου και διαπίστωσε ότι τα ενωσιακά δικαιοδοτικά όργανα ήταν αρμόδια να αποφανθούν επί ορισμένων από τις πράξεις ή συμπεριφορές στις οποίες είχαν αναφερθεί οι KS και KD με την αγωγή αποζημίωσης που είχαν ασκήσει.

    Απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2024, KS και KD κατά Συμβουλίου κ.λπ. (συνεκδικασθείσες υποθέσεις C‑29/22 P και C‑44/22 P)

  • Πάντοτε στον τομέα της ΚΕΠΠΑ, υπενθυμίζεται ότι το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιβεβαίωσε ότι νομίμως το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης απαγόρευσε την παροχή νομικών συμβουλών στη Ρωσική Κυβέρνηση και σε νομικά πρόσωπα, οντότητες και οργανισμούς με έδρα τη Ρωσία (βλ. επίσης, για την ίδια απόφαση, την ενότητα «Θεμελιώδη δικαιώματα» και το κεφάλαιο «Νομολογιακές εξελίξεις»).

    Απόφαση Ordre néerlandais des avocats du barreau de Bruxelles κ.λπ. κατά Συμβουλίου (T‑797/22, T‑798/22, T‑828/22)

Η Διεύθυνση Έρευνας και Τεκμηρίωσης θέτει στη διάθεση των επαγγελματιών του νομικού κλάδου την ετήσια έκδοση «Επιλεγμένη Νομολογία» και το «Μηνιαίο δελτίο νομολογίας» όπου συγκεντρώνονται συνόψεις αποφάσεων του Δικαστηρίου και του Γενικού Δικαστηρίου.

go to top