Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ (Η ΟΠΟΙΑ ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ 2011)

Couleur Chapitre Olive Drab
Image Chapitre
Titre d'image Chapitre (infobulle)
Texte alternatif d'image Chapitre
Contenu

Κατόπιν της αποφάσεως Kohll του 1998, το Δικαστήριο διευκρίνισε τη νομολογία του στην περίπτωση που ένα πρόσωπο αποφασίζει να υποβληθεί σε θεραπεία σε άλλο κράτος μέλος όχι βάσει του κανονισμού του 1971, αλλά δυνάμει της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Οι διευκρινίσεις αυτές αφορούν αποκλειστικά την προγραμματισμένη ιατρική περίθαλψη (εξωνοσοκομειακή ή νοσοκομειακή), και όχι την επείγουσα ιατρική περίθαλψη (αιφνίδια περίθαλψη).

Προγραμματισμένη περίθαλψη που παρέχεται εκτός νοσοκομείου

Ακολουθώντας τη νομολογιακή γραμμή που χάραξε με την απόφαση Kohll, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν ήταν απαραίτητη προηγούμενη έγκριση για την περίθαλψη που παρασχέθηκε εκτός νοσοκομείου σε άλλο κράτος μέλος από μη συμβεβλημένους παρέχοντες υπηρεσίες (13 Μαΐου 2003, Müller-Fauré και Van Riet, C-385/99). Εξάλλου, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να εξαρτούν την κάλυψη των δαπανών σχετικά με θεραπευτική αγωγή με ιαματικά λουτρά στην αλλοδαπή από την προϋπόθεση οι πιθανότητες επιτυχίας της θεραπευτικής αγωγής αυτής να είναι πολύ υψηλότερες (18 Μαρτίου 2004, Leichtle, C-8/02).
Επιπλέον, τα κράτη μέλη πρέπει να προβλέπουν στην εθνική τους νομοθεσία τη δυνατότητα επιστροφής στους ασφαλισμένους των εξόδων εργαστηριακών αναλύσεων και εξετάσεων που πραγματοποιούνται σε άλλο κράτος μέλος (27 Ιανουαρίου 2011, Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου, C- 490/09). Επίσης, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να καλύπτουν το κόστος της περίθαλψης που παρέχεται εκτός νοσοκομείου στην αλλοδαπή μόνο στην εξαιρετική περίπτωση κατά την οποία το εθνικό σύστημα υγείας δεν διαθέτει λύση για τη θεραπεία του ασφαλισμένου στο εν λόγω σύστημα ασθενούς (27 Οκτωβρίου 2011, Επιτροπή κατά Πορτογαλίας, C-255/09).

Ωστόσο, το Δικαστήριο έχει αναγνωρίσει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να εξαρτούν από προηγούμενη έγκριση την επιστροφή των εξόδων για περίθαλψη που παρέχεται εκτός νοσοκομείου σε άλλο κράτος μέλος, εφόσον η περίθαλψη αυτή απαιτεί τη χρησιμοποίηση βαρέος εξοπλισμού (παραδείγματος χάριν IRM, TEP-SCAN). Συγκεκριμένα, λαμβανομένου υπόψη του ιδιαίτερα δαπανηρού χαρακτήρα του, τέτοιος εξοπλισμός πρέπει να είναι δυνατό να αποτελέσει, όπως και οι νοσοκομειακές υπηρεσίες, αντικείμενο πολιτικής προγραμματισμού με σκοπό τη διασφάλιση της προσφοράς, σε ολόκληρη την εθνική επικράτεια, ορθολογικής, σταθερής, ισόρροπης και προσιτής περίθαλψης, αλλά και την αποφυγή οποιασδήποτε σπατάλης οικονομικών, τεχνικών και ανθρώπινων πόρων. Συνεπώς, η απαίτηση προηγούμενης έγκρισης για το είδος αυτό περίθαλψης συνιστά δικαιολογημένο περιορισμό της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών (5 Οκτωβρίου 2010, Επιτροπή κατά Γαλλίας, C-512/08).

Προγραμματισμένη νοσοκομειακή περίθαλψη

Το Δικαστήριο έκρινε ότι, σε αντίθεση με την περίθαλψη που παρέχεται εκτός νοσοκομείου (βλ. παραπάνω), η απαίτηση προηγούμενης έγκρισης για τη νοσοκομειακή περίθαλψη μπορεί να δικαιολογείται από την ανάγκη να διασφαλιστεί επαρκής και διαρκής πρόσβαση σε πλήρες φάσμα υπηρεσιών νοσοκομειακής περίθαλψης υψηλού επιπέδου στο οικείο κράτος μέλος, να διασφαλιστεί ο έλεγχος των εξόδων και να αποφευχθεί η σπατάλη οικονομικών, τεχνικών και ανθρώπινων πόρων. Συγχρόνως, το Δικαστήριο επισήμανε ότι οι προϋποθέσεις για να χορηγηθεί τέτοια προηγούμενη έγκριση πρέπει να είναι δικαιολογημένες και σύμφωνες με την αρχή της αναλογικότητας και να μην εισάγουν διακρίσεις (12 Ιουλίου 2001, Smits και Peerboms, C-157/99). Επομένως, για την προγραμματισμένη νοσοκομειακή περίθαλψη απαιτείται πάντοτε προηγούμενη έγκριση, είτε πρόκειται να χορηγηθεί η κάλυψη των σχετικών εξόδων με βάση τις τιμές που ισχύουν στη χώρα θεραπείας (κανονισμοί του 2004 και του 2009) είτε με βάση τις τιμές που ισχύουν στη χώρα του ασθενούς (οδηγία του 2011).

Η προηγούμενη έγκριση μπορεί να μη χορηγηθεί εάν υφίσταται, στη χώρα του ασθενούς, ίδια ή εξίσου αποτελεσματική θεραπευτική αγωγή με εκείνη που προβλέπεται στην αλλοδαπή και εάν η θεραπευτική αγωγή αυτή μπορεί να παρασχεθεί στη χώρα του ασθενούς εγκαίρως. Συναφώς, οι εθνικές αρχές πρέπει να λάβουν υπόψη την κατάσταση της υγείας του ασθενούς, το ιστορικό του, την πιθανή εξέλιξη της ασθένειάς του καθώς και την ένταση του πόνου και τη φύση της αναπηρίας (13 Μαΐου 2003, Müller-Fauré και Van Riet, C-385/99).
Ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να επιστρέφει τα έξοδα νοσηλείας μόνον εφόσον αυτά αφορούν ορισμένες κατηγορίες προσώπων (παραδείγματος χάριν παιδιά) ούτε ανάλογα με τη δημόσια ή ιδιωτική φύση του νοσοκομείου όπου παρέχεται η περίθαλψη. Πράγματι, ένας τόσο ευρύς αποκλεισμός της επιστροφής των εξόδων νοσηλείας αντιβαίνει στο δίκαιο της Ένωσης, στο μέτρο που αποθαρρύνει ή και εμποδίζει τους ασθενείς να υποβληθούν σε νοσηλεία σε άλλα κράτη μέλη (19 Απριλίου 2007, Σταματελάκη, C-444/05).

Τέλος, εάν οι ισχύουσες τιμές στη χώρα θεραπείας είναι χαμηλότερες, για την επίμαχη νοσοκομειακή θεραπεία, από εκείνες που ισχύουν στη χώρα του ασθενούς, ο τελευταίος δικαιούται πρόσθετη επιστροφή των εξόδων που αντιστοιχούν στη διαφορά μεταξύ των δύο αυτών τιμών («διαφορικό συμπλήρωμα») (12 Ιουλίου 2001, Vanbraekel κ.λπ., C-368/98).

 

 

 

Document