Couleur Chapitre | Tropical rain forest |
Image Chapitre |
![]() |
Titre d'image Chapitre (infobulle) | |
Texte alternatif d'image Chapitre | |
Contenu |
Ή αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων λόγω ηλικίας εφαρμόζεται κυρίως στον τομέα της απασχόλησης και της εργασίας, σε επίπεδο πρόσληψης, άσκησης της δραστηριότητας ή δικαιώματος σύνταξης. Από το 2010, το Δικαστήριο έχει κρίνει επανειλημμένως ότι δεν επιτρέπεται, γενικώς, ο καθορισμός ορίου ηλικίας για την πρόσληψη εργαζομένων σε ορισμένα επαγγέλματα. Ο κανόνας αυτός μπορεί να μην ισχύει όταν η κατοχή ιδιαίτερων σωματικών ικανοτήτων είναι ουσιαστική και καθοριστική προϋπόθεση για την άσκηση ενός επαγγέλματος (όπως, μεταξύ άλλων, για τους πυροσβέστες που μετέχουν άμεσα στην καταπολέμηση των πυρκαγιών ή για τους αστυνομικούς που κατέχουν θέσεις οι οποίες απαιτούν τη χρήση σωματικής δύναμης) (αποφάσεις της 12ης Ιανουαρίου 2010, Wolf, C-229/08· της 13ης Νοεμβρίου 2014, Vital Pérez, C-416/13, και της 15ης Νοεμβρίου 2016, Salaberria Sorondo, C-258/15). Αντιθέτως, το Δικαστήριο αναγνώρισε ότι η υποχρεωτική συνταξιοδότηση σε ηλικία 65 ετών μπορεί να επιτρέπεται εφόσον στοχεύει στην καλύτερη κατανομή της πρόσβασης στην απασχόληση μεταξύ των γενεών και, ιδίως, στη μείωση της ανεργίας, και εφόσον τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα λαμβάνουν κατάλληλη σύνταξη (απόφαση της 16ης Οκτωβρίου 2007, Palacios de la Villa, C-411/05). Στο ίδιο πνεύμα, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι είναι νόμιμο το όριο ηλικίας 65 ετών που προβλέπει το δίκαιο της Ένωσης για τους πιλότους στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών επιβατών, φορτίου ή αλληλογραφίας. Το εν λόγω όριο ηλικίας δικαιολογείται από τον σκοπό διαφύλαξης της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας (απόφαση της 5ης Ιουλίου 2017, Fries, C-190/16). Εντούτοις, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η απόλυτη απαγόρευση άσκησης της δραστηριότητας του πιλότου μετά το 60ό έτος της ηλικίας συνιστά διάκριση λόγω ηλικίας, διότι η απαγόρευση αυτή βαίνει πέραν του μέτρου που είναι αναγκαίο για την προστασία της ασφάλειας των πτήσεων (απόφαση της 13ης Σεπτεμβρίου 2011, Prigge κ.λπ., C-447/09). Εξάλλου, το Δικαστήριο έκρινε ότι ο σκοπός της διευκόλυνσης της επαγγελματικής ένταξης των ηλικιωμένων εργαζομένων που είναι άνεργοι δεν δικαιολογεί εθνική νομοθεσία η οποία επιτρέπει, χωρίς περιορισμούς, τη σύναψη συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου για όλους τους εργαζομένους που έχουν συμπληρώσει το 52ο έτος της ηλικίας τους, είτε ήταν άνεργοι πριν από τη σύναψη της σύμβασης είτε όχι και όποια και αν ήταν η διάρκεια της περιόδου της ανεργίας τους (απόφαση της 22ας Νοεμβρίου 2005, Mangold, C-144/04). Το Δικαστήριο αναγνώρισε επίσης ότι υφίσταται δυσμενής διάκριση όταν εργαζόμενος δεν λαμβάνει αποζημίωση απόλυσης με την αιτιολογία ότι μπορεί να λάβει σύνταξη γήρατος (απόφαση της 12ης Οκτωβρίου 2010, Andersen, C-499/08). Τέλος, το Δικαστήριο υπογράμμισε ότι τα εθνικά δικαστήρια οφείλουν, ακόμη και σε διαφορές μεταξύ ιδιωτών, να διασφαλίζουν την τήρηση της αρχής της απαγόρευσης των διακρίσεων λόγω ηλικίας αφήνοντας εν ανάγκη ανεφάρμοστη κάθε εθνική διάταξη η οποία αντιβαίνει σε αυτήν (απόφαση της 19ης Απριλίου 2016, Dansk Industri, C-441/14). |
Document |